Σελίδες

Παρασκευή 29 Μαΐου 2009

Η άλωση της Κωνσταντινούπολης

Ετικέτες Technorati:

 

Benjamin-Constant-The_Entry_of_Mahomet_II_into_Constantinople-1876 - Αντίγραφο

"ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΙ ΘΡΥΛΟΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑΣ"

1. Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ

Όταν μπήκαν οι Τούρκοι στην Πόλη, άγγελος Κυρίου άρπαξε το βασιλιά και τον πήγε σε μια σπηλιά βαθιά στη γη κάτω, κοντά στη Χρυσόπορτα. Εκεί μένει μαρμαρωμένος ο βασιλιάς και καρτερεί να κατεβεί ο άγγελος στη σπηλιά, να τον ξεμαρμαρώσει. Και θα σηκωθεί πάλι ο βασιλιάς και θα μπει στην Πόλη και θα διώξει τους Τούρκους ως την Κόκκινη Μηλιά.

2. Ο ΠΑΠΑΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑ-ΣΟΦΙΑΣ

Την ώρα που μπήκαν οι Τούρκοι στην Αγια-Σοφιά δεν είχε τελειώσει ακόμα η λειτουργία. Ο παπάς που έκανε τη λειτουργία πήρε αμέσως το Άγιο Δισκοπότηρο, ανέβηκε στα κατηχούμενα, εμπήκε σε μια θύρα και η θύρα έκλεισε αμέσως. Είναι θέλημα Θεού ν’ ανοίξει μόνη της η θύρα, όταν έλθει η ώρα, και θα βγει από κει ο παπάς, να τελειώσει τη λειτουργία στην Αγια-Σοφιά, όταν θα πάρουμε πίσω την Πόλη.

3. Η ΑΓΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑ-ΣΟΦΙΑΣ

Την μέρα που πάρθηκε η Πόλη, έβαλαν σ’ ένα καράβι την Άγια Τράπεζα της Αγια-Σοφιάς, να την πάει στην Φραγκιά, για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων.

Εκεί όμως στη θάλασσα του Μαρμαρά άνοιξε το καράβι και η Άγια Τράπεζα εβούλιαξε στον πάτο. Στο μέρος εκείνο η θάλασσα είναι λάδι, όση θαλασσοταραχή και κύματα κι αν είναι γύρω. Και το γνωρίζουν το μέρος αυτό από τη γαλήνη, που είναι πάντα εκεί, και από την ευωδία που βγαίνει. Πολλοί μάλιστα αξιώθηκαν να την ιδούν στα βάθη της θάλασσας.

(βλ. ΓΙΟΒΑΝΗ, Μεγάλη εγκυκλοπαίδεια, εκδ. 1982, τομ. 1ος, σελ. 97).

4. ΤΑ ΨΑΡΙΑ ΤΟΥ ΜΠΑΛΟΥΚΛΗ

Την ημέρα που έπεσε η Πόλη ένας γέροντας τηγάνιζε ψάρια, και όταν του είπαν «Εάλω η Πόλις», είπε πως για να πιστέψει πως έπεσε η Πόλη, έπρεπε να βγουν τα ψάρια από το τηγάνι. Και Ω! του θαύματος, έτσι έγινε. Πότε άραγε θα ολοκληρωθεί το τηγάνισμα των ψαριών που είναι τηγανισμένα μόνο από την μία τους πλευρά;

 

"ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ-ΣΟΦΙΑ"

 

1. Ο ΘΡΗΝΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

Το δημοτικό αυτό τραγούδι είναι ο παλαιότερος θρήνος για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Πιθανόν να προέρχεται από την Κρήτη. Βρέθηκε σε χειρόγραφο του 15ου αιώνα' ο τίτλος ήταν: «Ανακάλημα της Κωνσταντινούπολης». Ανήκει στη δεύτερη περίοδο (1453-1821) της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας και στο ιστορικό είδος. Στην παρακάτω μορφή του δημοσιεύτηκε το 1914 από το Ν. Πολίτη στην συλλογή του «Εκλογαί από τα τραγούδια του Ελληνικού Λαού». Για την σύνθεσή του ο Ν. Πολίτης χρησιμοποίησε την παραλλαγή που δημοσίευσε ο Φωρέλ και άλλοι είκοσι τέσσερις. Όμως, μόνο ο 4ος και 18ος στίχος έχουν παρθεί αυτούσιοι από την εργασία του Φωριέλ.

1. Σημαίνει ο Θιός, σημαίνει η γης, σημαίνουν τα επουράνια,

σημαίνει κι η Αγιά Σοφιά, το μέγα μοναστήρι,

με τετρακόσια σήμαντρα κι εξήντα δυό καμπάνες.

Κάθε καμπάνα και παπάς, κάθε παπάς και διάκος.

Ψάλλει ζερβά ο βασιλιάς, δεξιά ο πατριάρχης,

κι απ’ την πολλή την ψαλμουδιά εσειόντανε οι κολόνες.

Να μπούνε στο Χειρουβικό και να ’βγει ο βασιλέας,

8. φωνή τους ήρθε εξ ουρανού κι απ’ αρχαγγέλου στόμα:

«Πάψατε το Χερουβικό κι ας χαμηλώσουν τ’ άγια,

παπάδες πάρτε τα ιερά, και σεις κεριά σβηστήτε,

γιατί είναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψη.

Μόν’ στείλτε λόγο στη Φραγκιά, να ’ρθούν τρία καράβια,

το ’να να πάρει το Σταυρό και τ’ άλλο το Βαγγέλιο,

το τρίτο το καλύτερο, την Άγια Τράπεζά μας,

μη μας την πάρουν τα σκυλιά και μας τη μαγαρίσουν».

16. Η Δέσποινα ταράχτηκε και δάκρυσαν οι εικόνες.

«Σώπασε, κυρά Δέσποινα, και μη πολυδακρύζης,

πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δικά μας είναι».

(ΓΙΟΒΑΝΗ, Μεγάλη εγκυκλοπαίδεια, εκδ. 1982, τομ. 1ος σελ. 95-96)


2. ΑΛΩΣΙΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

Ένι του κόσμου χαλασμός και συντελειά μεγάλη,

συντελεσμός των Χριστιανών, των ταπεινών Ρωμαίων'

όμως ας το θλίβουν πολλά και τα γένη Λατίνων

δια τούτο που συνέβηκε βασιλείαν Ρωμαίων,

διότ’ ήτον σπίτιν ολωνών, Ρωμαίων και Λατίνων

η πόλις η κακότυχος και ο βασιλεύς ομάδιν.

Πούναι λοιπόν τα λείψανα, που οι αγίαι εικόνες,

η οδηγήτρια η κυρά, η δέσποινα του κόσμου;

Λέγουσιν αναλήφθησαν στον ουρανό απάνω

τα λείψανα τα άγια και του Χριστού τα πάθη,

οι άγγελοι τα πήρασιν εμπρός εις τον δεσπότην...

Που είν’ τα μοναστήρια, που η ορθοδοξία;

αφήκες, εξαπόλυκες, πανύμνητε, τον κόσμον;

Τις είδεν η τις ήκουσεν ποτέ του τέτοιον πράμα,

οι ασεβείς να πάρουσι το σπίτι των αγίων,

να σε δοξάζουν, Κύριε, οι Τούρκοι σοδομίτες;

Θεέ μου, πως απόμεινες την τόσην ανομίαν

και πως το καταδέχθηκες, δύναμις των αγγέλων;

Εχάθησαν οι χριστιανοί' Θεέ πως το απομένεις;

Μηδέ κατηγορήσετε τον βασιλεάν, αυθέντες,

ουδέ τους άρχοντας αυτού, ουδέ τους στρατιώτας,

μικρούς μεγάλους ή πτωχούς, πλουσίους, ανδρειωμένους.

Το θάρρος οπού ήλπιζαν οι χριστιανοί στην πόλιν

ήτον στον αγιώτατον πάπαν τε της Ρώμης

και εις τους ρηγάδες της φραγκιάς των αυθεντών των όλων,

δουκάδες, κούντους, πρίγκιπες και τα κουμούνια όλα

μετά του βασιλέως τε του της Αλαμανίας...

Εκείν’ η μέρα σκοτείνή, αστραποκαϊμένη,

της Τρίτης της ασβολερής, της μαυρογελασμένης,

της θεοκαρβουνόκαυτης, πουμπαρδοχαλασμένης,

έχασε η μάννα το παιδίν και το παιδίν την μάνναν,

και των κυρούδων τα παιδιά υπάν ασβολωμένα,

δεμέν’ από τον τράχηλον και το ουαί φωνάζουν

με την τρομάραν την πολλήν, με θρήνισμόν καρδίας.

Τρέμουν ως φυλλοκάλαμον εξετραχηλισμένα,

γυμνά, χωρίς πουκάμισον, εξάγκωνα δεμένα,

βλέπουν επρός και πίσω των, μη να δουν τους γονείς των,

και βλέπουν τους πατέρες των εξάγκωνα δεμένους.

Ο κύρης βλέπει το παιδίν και το παιδίν τον κύρην,

άφωνοι, δίχως ομιλίαν, διαβαίνουν το μαγκούριν.

Οι μάνες οι ταλαίπωρες υπάν ξεγυμνωμένες,

της πόλης οι πολίτισσες εξανασκεπασμένες,

πλούσιες πτωχές ανάκατα, με το σκοινί δεμένες,

της πόλης οι ευγενικές, οι αστραποκαϊμένες.

Ο αδελφός τον αδελφόν βλέπει σιδηρωμένον,

θωρούν και τον πατέρα των με άλυσον δεμένον,

και δυ’ αδερφάδες εύμορφες, πολλά ωραιωμένες,

εντροπιασμένα επήγαιναν με το σχοινίν δεμένες.

(ΓΙΟΒΑΝΗ, Μεγάλη εγκυκλοπαίδεια, εκδ. 1982, τομ. 13ος, σελ. 67)


3. ΠΑΡΘΕΝ Η ΡΩΜΑΝΙΑ

(του Πόντου)

(Πρόλογος, χωρίς ρυθμό)

Ένα πουλίν, καλό πουλίν, εβγαίν’ από την Πόλιν,

ουδέν σ’ αμπέλια κόνεψεν, ουδέν στα περιβόλιαν,

επήγεν και εκόνεψεν, σ’ Αγιά-Σοφιάς την πόρταν.

Έδειξεν τ’ έναν το φτερόν, στο αίμα βουτεμένον,

και σ’ άλλον το φτερόν μαθέ, χαρτίν βαστά γραμμένον,

   ατό, κανείς κι αναγνώθ’, κάνεις και ξέρ’ντο λέγει,

      μηδέ κι ο Πατριάρχης μου, μ’ όλους τους πουπάδες.

Κ’ ένα παιδίν, καλόν παιδίν, πάει κι αναγνώθει,

σίντα αναγνώθει, σίντα κλαίει, σίντα κλούει την καρδίαν:

- Να ηλί εμάς, να βάι εμάς, πάρθεν η Ρωμανίαν,

(αρχίζει ο ρυθμός)

να ηλί εμάς, να βάι εμάς, οι Τούρκοι τη Πόλη επέραν, (δις)

επέραν το βασιλοσκάν και ένα, ένα παιδία (δις)

μοιρολογούν τα εγκλησίας, κλαίγνε τα μοναστήρια, (δις)

κι α’ για δές το Χρυσόστομον, κλαίγνει δε’γνο μη ’σκάτε (δις)

μην κλαίς Άη-Γιάννε μου, και δε’γνο μη ’σκάσε (δις)

η Ρωμανίαν επέρασεν, η Ρωμανίαν επάρθεν. (δις)

(συνεχής αλλαγή του ρυθμού)

Η Ρωμανία κι αν πέρασεν ανθεί και φέρει κι άλλο. (τετράκις) <

4. ΤΟ ΠΑΡΣΙΜΟ ΤΗ ΠΟΛΗΣ

(του Πόντου)

Απ’ ουρανού κλειδίν έρθεν’ς σ’ Αγί’ Σοφιάς την πόρταν.

Χρόνους έρθαν κ’ επέρασαν, καιροί έρθαν κ’ εδέβαν,

’νεσπάλθεν το κλειδίν αθες, κ’ επέμ’νεν κλειδωμένον.

Θελ’ απ’ ουρανού μάστοραν κι από την γήν αργάτεν.

(ΓΙΟΒΑΝΗ, Μεγάλη εγκυκλοπαίδεια, εκδ. 1982, τομ. 1ος, σελ. 95)

5. ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ

Στην Αγια-Σοφιά αγνάντια

βλέπω τα ευζωνάκια.

Τα ευζωνάκια τα καημένα

μες στους ήλιους μαυρισμένα,

κλέφτικο χορό χορεύουν

και τ’ αντίπερα αγναντεύουν.

Κι αγναντεύοντας την Πόλη

τραγουδούν και λένε:

«Πάλι θα γένει δικιά μας

να η μεγάλη εκκλησιά μας.

Τούτα είν’ οι χρυσοί της θόλοι

αχ κατακαημένη Πόλη.

Στην κυρά την δέσποινά μας

πες να μην λυπάται,

στις εικόνες να μην κλαίνε

τα ευζωνάκια μας το λένε».

Κι ο παπάς που είναι κρυμμένος

μέσα στ’ άγιο βήμα,

τα ευζωνάκια δεν θ’ αργήσει

να βγει να τα κοινωνήσει,

και σε λίγο βγαίνουν τ’ Άγια

μέσα σε μυρτιές και βάγια.

ΠΗΓΗ: http://www.panellines.gr 

__________________________

"ΠΗΓΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ"

Κείμενα - Μαρτυρίες  

"Εάλω η Πόλις..."

Λαόνικος Χαλκοκονδύλης, "Απόδειξις ιστοριών"

.... Οι Ελληνες μόλις διέτρεξε η φήμη πως έπεσε η Πόλη, άλλοι άρχισαν να τρέχουν προς το λιμάνι στα πλοία των Βενετσιάνων και των Γενοβέζων και καθώς ορμούσαν πολλοί πάνω στα πλοία βιαστικά και με ακαταστασία χάνονταν, γιατί βούλιαζαν τα πλοία. Και έγινε εκείνο που συνήθως γίνεται σε τέτοιες καταστάσεις. Με θόρυβο, φωνές και χωρίς καμιά τάξη έτρεχαν να σωθεί ο καθένας μέσα σε σύγχυση...

.... Ένα μεγάλο πλήθος άνδρες και γυναίκες, που όλο και μεγάλωνε από τους κυνηγημένους, στράφηκε προς τον πιο μεγάλο ναό της Πόλης, που ονομάζεται Αγια Σοφιά. Μαζεύτηκαν εδώ άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Σε λίγο όμως πιάστηκαν από τους Τούρκους χωρίς αντίσταση. Πολλοί άνδρες σκοτώθηκαν μέσα στο ναό από τους Τούρκους. Αλλοι πάλι σ' άλλα μέρη της Πόλης πήραν τους δρόμους χωρίς να ξέρουν για που. Σε λίγο άλλοι σκοτώθηκαν, άλλοι πιάστηκαν και πολλοί όμως από τους Ελληνες φάνηκαν γενναίοι° αντιστάθηκαν και σκοτώθηκαν, για να μη δουν τις γυναίκες και τα παιδιά τους σκλάβους.

Σε όλη την Πόλη τίποτε άλλο δεν έβλεπες παρά αυτούς που σκότωναν και αυτούς που σκοτώνονταν° αυτούς που κυνηγούσαν και κείνους που έφευγαν".

Βαρβερινός κώδικας, κείμενο από το πρωτότυπο

"Η κακή τύχη ηθέλησε και ελαβώθη ο καπετάνιος Γιουστουνιάς [Ιουστινιάνης] με μια σαϊτέα εις τα σαγόνια και έτρεχε το αίμα εισέ όλο του το κορμί, και εσκιάχθη να μην αποθάνη, και δεν εμίλησε λόγον να βάλη άλλον εις τον τόπον του, μόνε άφησε τον πόλεμον και έφυγε κρυφά, δια να μη τζακιστούνε οι σύντροφοί του. Και εμπήκαν οι εχθροί μέσα. Οπού αν ήθελε αφήσει άλλον εις τον τόπον του, δεν ηθέλανε εμπή, οι εχθροί και ήθελε κρατεί τον πόλεμον και δεν ήθελε χάσει την χώραν, τόσο ότι ακόμα αντιστέκανε οι Ρωμαίοι και δεν πολεμούσανε ανδρείως° και εσκλήρυνε πολλά ο πόλεμος. Και ο βασιλεύς ωσάν έμαθε ότι ελαβώθη ο καπετάνιος και έφυγε, τότε επήγαινε με αναστεναγμόν να τον ευρύ, και ερωτά που να τον ευρή. Και οι πολεμιστάδες, οι σύντροφοί του, επολεμούσανε χωρίς καπετάνιο° αμή αρχίσανε και αυτοί και αφήναν τον πόλεμον και εφεύγανε. Τότε επήρανε οι Τούρκοι θάρρος πολύ και οι Ρωμαίοι εδειλιάσανε πολλά. Και ετούτα εγίνησαν διατί έφυγε ο καπετάνιος, οπού έκμνε χρειά να στέκη και να πολεμά έως να αποθάνη εις την τιμήν του, και ήθελε να δίδει θάρρος και των συντρόφων του, διατί όλη η δύναμη του Τούρκου ήτανε εις εκείνην την μερέα. Και οι ελεεινοί Ρωμαίοι αμή ελιγοστεύανε και δεν ημπορούσανε να αντισταθούνε εισέ τόσο πλήθος Τούρκων..."

(μετάφραση)

Γεώργιος Σφραντζής Χρονικό -μορφή majus-

Μωάμεθ

"Και να και από μας σκοτωθούν μερικοί, όπως συνήθως γίνεται στους πολέμους, κατά το γραφτό του καθενός, ξέρετε καλά από το Κοράνι μας τι λέει ο προφήτης, ότι αυτός που πεθαίνει σε τέτοια περίπτωση ολόσωμος στον παράδεισο θα πάει και θα πιεί με το Μωάμεθ, και θα αναπαυτεί με παιδία και με γυναίκες ωραίες και παρθένες σε τόπο χλοερό και ευωδιαστό από άνθη, και θα λουστεί σε ωραιότατα λουτρά, και σε εκείνο τον τόπο αυτά θα έχει από τον θεό. Εδώ πάλι από μένα, όλος ο στρατός μου και οι άρχοντες της αυλής μου, αν νικήσουμε, ο μισθός που θα πάρουν από μένα θα είναι, ανάλογα με τον καθένα, διπλάσιος από αυτός που παίρνουν τώρα, και θα αρχίζει από τώρα ως το τέλος της ζωής τους. Κι αν βρείτε και αρπάξετε τίποτε χρυσαφικό ή ασημικό και ρουχισμό, αιχμαλώτους και άντρες και γυναίκες, μικρούς και μεγάλους, κανένας δεν θα μπορεί να σας τους πάρει ή να σας ενοχλήσει σε τίποτε".

Κωνσταντίνος

"Και σεις, ευγενέστατοι άρχοντες και ενδοξότατοι δήμαρχοι και στρατηγοί και γενναιότατοι συστρατιώτες και όλος ο πιστός και τίμιος λαός, ξέρετε καλά πως έφθασε η ώρα και ο εχθρός της πίστης μας θέλει με κάθε τρόπο και μηχανικό μέσο να μας πιέσει σφροδρότερα και να κάνει ορμητικό πόλεμο με μεγάλη συμπλοκή και σύγκρουση από στεριά και θάλασσα με όλες του τις δυνάμεις, για να χύσει σαν φίδι το δηλητήριο και να μας καταβροχθίσει σαν ανήμερο λιοντάρι. Γι αυτό σας λέω και σας παρακαλώ να σταθείτε παλικαρίσια και με γενναία ψυχή, όπως κάνατε πάντοτε ως τώρα, ενάντια στους εχθρούς της πίστης μας. Σας παραδίδω αυτή την ενδοξότατη και περίφημη πόλη και πατρίδα μας και βασίλισσα των πόλεων. Ξέρετε λοιπόν καλά, αδελφοί, ότι για τέσσερα πράγματα έχουμε κοινή υποχρέωση όλοι να προτιμήσουμε να πεθάνουμε παρά να ζούμε° πρώτα για την πίστη και την ευσέβειά μας, δεύτερο για την πατρίδα, τρίτο για τον βασιλιά που έλαβε την εξουσία με χρίσμα και τέταρτο για συγγενείς και φίλους. Λοιπόν, αδελφοί, αν έχουμε καθήκον να αγωνιζόμαστε μέχρι θανάτου για ένα από τα τέσσερα αυτά, πολύ περισσότερο έχουμε για όλα αυτά, όπως καθαρά βλέπετε, και όλα πρόκειται να τα χάσουμε. Αν για τις δικές μου αμαρτίες ο Θεός παραχωρήσει τη νίκη στους ασεβείς, ριχνόμαστε στον κίνδυνο για την πίστη μας την αγία, την οποία ο Χριστός μας χάρισε με το δικό του αίμα° και αυτό είναι το κυριότερο από όλα. Γιατί, αν κερδίσει κανείς τον κόσμο όλο και χάσει την ψυχή του, ποιο είναι το όφελος; Δεύτερο, με τον τρόπο αυτό στερούμαστε περίφημη πατρίδα και τη λευτεριά μας. Τρίτο, η βασιλεία την άλλοτε σπουδαία και τώρα ταπεινωμένη και ντροπιασμένη και εξουθενωμένη θα τη χάσουμε και θα εξουσιάζεται από τύραννο και ασεβή. Τέταρτο, θα στερηθούμε και τα πολυαγαπημένα μας παιδιά και τις γυναίκες και τους συγγενείς μας".

ΠΗΓΗ: http://www.hri.org/MPA/gr/other/1453 

__________________________

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου