Σελίδες

Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2009

ΜΜΕ και Κοινωνία των Πολιτών

Livro ou TV?

του Παύλου Σούρλα, καθηγητή στο Παν/μιο Αθηνών

Η κοινωνία των πολιτών είναι η μόνη που μπορεί να αναλάβει τον έλεγχο της λειτουργίας των ηλεκτρονικών ΜΜΕ

Δύο σημαντικές αλλαγές που σημειώθηκαν τα τελευταία χρόνια στον τομέα των μέσων μαζικής ενημέρωσης (ΜΜΕ) μας αναγκάζουν να ξανασκεφθούμε ορισμένους βασικούς πολιτικούς θεσμούς μας που έχουν άμεση σχέση με το δημοκρατικό μας πολίτευμα. Η πρώτη ήταν η εξέλιξη της ηλεκτρονικής τεχνολογίας, που επαύξησε σε ιλιγγιώδη βαθμό τη δυνατότητα και την ταχύτητα διάδοσης των πληροφοριών που είχαν ήδη πετύχει ο έντυπος λόγος και τα ερτζιανά κύματα. Η δεύτερη ήταν συνέπεια της πρώτης. Η συνεχής τεχνολογική εξέλιξη απαίτησε ανθρώπους ικανούς να την παρακολουθήσουν και να εκμεταλλευθούν τις εφαρμογές της αλλά και να εισφέρουν τα απαραίτητα κεφάλαια για την ανάπτυξη των υποδομών και τη δημιουργία των απαιτούμενων οργανωτικών σχημάτων, τομείς στους οποίους η ιδιωτική πρωτοβουλία αποδείχθηκε υπέρτερη της κρατικής προσαρμοστικής ικανότητας και επενδυτικής προθυμίας. Συνέπεια ήταν η λειτουργία ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών να περάσει κατά το μεγαλύτερο μέρος της από το κρατικό μονοπώλιο, όπου ανήκε ως τότε, στα χέρια ιδιωτών προσλαμβάνοντας μορφές οργάνωσης που έχουν ως βασικό τους σκοπό το οικονομικό κέρδος.
Η εξέλιξη αυτή είχε θετικές και αρνητικές επιπτώσεις. Για να τις αντιληφθούμε πρέπει πρώτα να σχηματίσουμε σαφή εικόνα της κοινωνικοπολιτικής λειτουργίας των ΜΜΕ, ιδίως των ηλεκτρονικών. Τα ΜΜΕ γενικά μας πληροφορούν για το τι συμβαίνει στον δημόσιο χώρο και στην κοινωνία, προσφέροντας μάλιστα, πέρα από τα ίδια τα γεγονότα, επεξηγηματικές αναλύσεις αλλά και αξιολογήσεις τους. Επιπροσθέτως προσφέρουν ψυχαγωγία και εκπαίδευση. Οι τρεις αυτές λειτουργίες είναι κατά κανόνα αλληλένδετες. Πέρα από την ψυχαγωγία και την εκπαίδευση, η γενικότερη αξία των οποίων είναι προφανής, η κυρίως ενημέρωση συνδέεται άμεσα με τη λειτουργία των θεσμών και μάλιστα των δημοκρατικών. Δεν είναι μόνο ότι η δημοκρατία χρειάζεται ενεργούς και αυτό προϋποθέτει ενήμερους πολίτες. Είναι, ίσως ακόμη σημαντικότερο, ότι η δημοκρατία συνδέεται άρρηκτα όχι μόνο με τυπικές πλειοψηφικές διαδικασίες αλλά και με τον δημόσιο διάλογο, την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών και την ανοιχτή διαβούλευση, δηλαδή την προσιτή σε όλους ανταλλαγή επιχειρημάτων με σκοπό την καλύτερη διαμόρφωση των συλλογικών αποφάσεων και τον κριτικό έλεγχο όσων έχουν ήδη ληφθεί. Η διαβούλευση αφορά το σύνολο των πολιτών και μελών της κοινωνίας και ανήκει σε έναν ξεχωριστό δημόσιο χώρο, ανοιχτό σε όλους, τον οποίο αποκαλούμε κοινωνία των πολιτών και στον οποίο
διαμορφώνεται η λεγόμενη κοινή γνώμη, καθώς και, σε μεγάλο βαθμό, οι ατομικές απόψεις και οι ηθικές και πολιτικές αξίες. Στον δημόσιο αλλά μη κρατικό και μη ευθέως θεσμικό αυτόν χώρο τα ΜΜΕ κατέχουν καίρια θέση. Τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ προσέθεσαν μάλιστα ένα στοιχείο αμεσότητας και δύναμης που δεν διέθετε ο έντυπος λόγος. Αυτό δεν οφείλεται μόνο στην υποβλητικότητα της ζωντανής εικόνας αλλά και στη συνεχή παρουσία της, πολλές φορές χωρίς ενσυνείδητη επιλογή μας, στους ιδιωτικούς μας χώρους.
Πώς επέδρασαν λοιπόν οι αλλαγές που αναφέραμε εισαγωγικά στην ενημέρωση και στις θεσμικές προεκτάσεις της; Η πρώτη επίπτωση που πρέπει να τονιστεί είναι αναμφίβολα θετική: είναι η χειραφέτηση της ενημέρωσης από το κράτος. Επειδή οι εκάστοτε κατέχοντες την εξουσία ρέπουν πάντα προς κατάχρησή της, ισχύει γενικά ότι όσο λιγότερο κράτος στη ραδιοτηλεόραση τόσο λιγότεροι κίνδυνοι για την ελευθερία του λόγου και για την κοινωνία των πολιτών. Εδώ μάλιστα το Σύνταγμά μας παρέχει ελλιπή προστασία με το να εξαιρεί ρητά τη ραδιοτηλεόραση από τη διευρυμένη προστασία με την οποία περιβάλλει κατά τα λοιπά την ελευθερία του Τύπου. Ο περιορισμός αυτός θεσμικής προστασίας αφήνει ανοιχτή μια χαραμάδα κρατικής χειραγώγησης και δεν δικαιολογείται επ΄ ουδενί από τους κινδύνους που συνοδεύουν τα ιδιωτικά ηλεκτρονικά ΜΜΕ.
Οι κίνδυνοι αυτοί είναι βέβαια υπαρκτοί και η ιδιωτική ραδιοτηλεόραση έλυσε ασφαλώς προβλήματα κρατικής (κυβερνητικής) χειραγώγησης αλλά όχι και το σύνολο των προβλημάτων λειτουργίας της δημόσιας διαβούλευσης και της κοινωνίας των πολιτών, από τα οποία όξυνε μάλιστα ορισμένα. Ο βασικός λόγος είναι ότι το οικονομικό κέρδος και ο επιχειρηματικός ανταγωνισμός δεν αποτελούν την καλύτερη εγγύηση ορθής λειτουργίας του δημόσιου λόγου, στη θέση της οποίας μπαίνει η αύξηση της ακροαματικότητας και μέσω αυτής η αύξηση των εσόδων από τις διαφημίσεις. Τα πράγματα μπορούν να γίνουν ακόμη χειρότερα αν οι ιδιοκτήτες ραδιοτηλεοπτικών σταθμών αρχίσουν να διεκδικούν, σε άλλες δραστηριότητές τους, μερίδιο από τη (δυστυχώς στη χώρα μας δυσανάλογα διογκωμένη) κρατική διανομή του πλούτου, με συνέπεια να χρησιμοποιούν τα ΜΜΕ ως μοχλούς πολιτικής πίεσης δι΄ ίδιον όφελος. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, αν προσδιορισθούν επακριβώς από τον νόμο τα κριτήρια ορθής λειτουργίας και αν η τήρησή τους αφεθεί στο κράτος, επανέρχονται εμμέσως οι κίνδυνοι κρατικής χειραγώγησης, αυτή τη φορά μάλιστα ενισχυμένοι με κινδύνους αμφίπλευρης συμπαιγνίας σε βάρος της κοινωνίας των πολιτών.
Τέλειες λύσεις στα προβλήματα αυτά δεν υπάρχουν. Τα πράγματα θα ήσαν απλούστερα μόνο αν το επίπεδο της παιδείας και του πολιτικού πολιτισμού μας ήταν πραγματικά ψηλό. Τότε και οι πολίτες-αποδέκτες της ενημέρωσης θα ήσαν πιο απαιτητικοί και λιγότερο ευάλωτοι και οι πολιτικοί καλύτεροι και οι επιχειρηματίες πιο υπεύθυνοι. Αυτό που πάντως μπορούμε ευκολότερα να βελτιώσουμε είναι η ειδική παιδεία του τηλεθεατή, ίσως με εισαγωγή μαθημάτων τηλεθέασης στα σχολεία. Και βέβαια είναι απαραίτητο να ενισχύσουμε θεσμικά την κοινωνία των πολιτών.
Η κοινωνία των πολιτών είναι η μόνη που μπορεί να αναλάβει τον έλεγχο της λειτουργίας των ηλεκτρονικών ΜΜΕ. Αυτό γίνεται ήδη ως έναν βαθμό, αφού το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης είναι μια ανεξάρτητη αρχή που δεν εκπροσωπεί κανέναν άλλον παρά απευθείας τους πολίτες (κάτι που πρέπει και η ίδια να έχει συνεχώς κατά νου). Γι΄ αυτόν τον λόγο όμως πρέπει να γίνει πιο ανεξάρτητη από ό,τι είναι σήμερα. Ισως να πρέπει να αλλάξει κάπως ο τρόπος επιλογής των μελών της, με μεγαλύτερη συναίνεση των πολιτικών κομμάτων αλλά και με δυνατότητα ενός περιορισμένου βέτο των άλλων από τη λίστα που θα προτείνει το κάθε κόμμα. Ιδίως όμως πρέπει να μειωθεί δραστικά η εξάρτησή της από το κράτος. Εντελώς αναγκαία είναι η ανάθεση σε αυτήν της αποκλειστικής ευθύνης για την εκτέλεση των επιβαλλόμενων κυρώσεων (είσπραξη των προστίμων), κάτι που θα της εξασφαλίσει και τους πόρους λειτουργίας της, με πλήρη απεξάρτηση από τον κρατικό προϋπολογισμό.
ΠΗΓΗ:ΒΗΜΑ ΙΔΕΩΝ, 3-10-2008
Reblog this post [with Zemanta]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου