Image via Wikipedia
ΤΗΣ ΛΥΝΤΙΑΣ ΤΡΙΧΑ, δικηγόρου και ασχολουμένης με την ιστορική έρευναΤο ανθρώπινο πρόσωπο, οι αδυναμίες και οι αρετές του πολιτικού που εδραίωσε τον κοινοβουλευτισμό στην Ελλάδα και δέσποσε στην πολιτική ζωή το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα
Ο άθλιος, ελεεινός, αυθάδης, απατεώνας, ανόητος, κεφάλας, βιοθανής, συκοφάντης, αρχοπείνης και αναίσχυντος πολιτικός, που είναι επιπλέον και λαθρέμπορος, κατάσκοπος και πλαστογράφος1, μπορεί συγχρόνως να έχει χαλύβδινο χαρακτήρα, αδάμαστη θέληση, μεγαλοφυές πνεύμα, να είναι σοβαρός και αγέρωχος και να θαυμάζεται σε Ανατολή και Δύση2; Αναφέρονται στο ίδιο πρόσωπο αυτοί οι χαρακτηρισμοί; Στον Χαρίλαο Τρικούπη. Ποιος ήταν πράγματι ο Τρικούπης;
Ξέρουμε την αποφασιστική συμβολή του στην καθιέρωση του κοινοβουλευτικού συστήματος στην Ελλάδα, το ενδιαφέρον του για τους σιδηροδρόμους και τα μεγάλα δημόσια έργα, το οικονομικό του πρόγραμμα με τα δάνεια και τους φόρους, την πολιτική του στα θέματα του αλύτρωτου ελληνισμού, την προσπάθειά του να αναδιοργανώσει τη δημόσια διοίκηση και τον στρατό. Για τον ίδιο όμως, σαν άτομο, σαν χαρακτήρα, τι ξέρουμε;
Ολες οι περιγραφές των συγχρόνων του συμφωνούν στην αυστηρή μορφή, στην άκαμπτη κορμοστασιά, στο σκούρο κοστούμι, αγγλικής εμπνεύσεως, και συνήθως, και αγγλικής κατασκευής. Ετσι τον βλέπουμε στις λίγες φωτογραφίες του που έχουν σωθεί. Το ίδιο στητός και σοβαρός στα νιάτα του και στο μεσουράνημά του. Δεν συνηθιζόταν βέβαια τότε να χαμογελάς στον φακό...
Συμφωνούν ακόμη στον ισχυρό χαρακτήρα του, στην εντιμότητά του, στην ατσαλένια θέλησή του, στη φοβερή αντοχή του, στην εργατικότητα και στη φιλομάθειά του. Μικρός συνήθιζε να ξενυχτά διαβάζοντας, αναγκασμένος να χαμηλώνει τη λάμπα του όταν άκουγε τα βήματα των γονιών του που φώναζαν και να τη δυναμώνει πάλι όταν απομακρύνονταν. Μεγάλος ξενυχτούσε δουλεύοντας. Το φως στο γραφείο του, έλεγαν, δεν έσβηνε ποτέ. Πού θα ευρεθή ένας σαν τον Τρικούπην, μονολογούσε ο Συγγρός, να μην έχη ώρας ύπνου, ώρας αναπαύσεως, καλέ να μη κοιμάται σας λέω...
Συστηματικός και οργανωμένος από τη φύση του, δεν έχανε πολύτιμο χρόνο ψάχνοντας. Ταξινομούσε μόνος του όλα τα χαρτιά του σε φακέλους και τα φύλαγε προσεκτικά στα συρτάρια του και σε ένα ντουλάπι με πολλές θυρίδες, που είχε σχεδιάσει μόνος του. Το γραφείο του επάνω το ήθελε καθαρό και τακτοποιημένο, χωρίς όγκους χαρτιών. Και ό,τι χρειαζόταν το εύρισκε αμέσως.
Εχοντας ζήσει πολλά χρόνια της νεότητάς του στο Λονδίνο, επηρεάστηκε τόσο από την αγγλική πολιτική όσο και από τον βρετανικό τρόπο ζωής και τη βρετανική ψυχραιμία και αυτοσυγκράτηση. Χαρακτηριστική είναι η διήγηση της αδελφής του Σοφίας για τον θάνατο της μητέρας τους, που πνίγηκε στην Αίγινα. Βλέποντάς την η νεαρή Σοφία έβγαλε μια σπαρακτική κραυγή που παρέλυσε τους πάντες και σταμάτησε μόνο κάτω από το επιτακτικό βλέμμα του Χαρίλαου. Το ίδιο βράδυ, μόλις βρέθηκαν μόνοι, εμβρόντητη τον άκουσε να της λέει ότι δεν περίμενε ποτέ από εκείνη παρόμοια συμπεριφορά. «Εις τοιαύτας στιγμάς δεν σκέπτεταί τις περί εαυτού, αλλά περί του τι οφείλει να πράξη», της είπε.
Δεχόταν τους φίλους του πάντοτε όρθιος, κρατώντας τα χέρια πίσω από την πλάτη του. Απέφευγε, έλεγαν, τις πολλές χειραψίες. Οταν όμως έδινε το χέρι του, η χειραψία ήταν θερμή, γενναία και αγγλική. Ετσι, χωρίς εναγκαλισμούς, αποχαιρέτησε και την αδελφή του, όταν έφυγε για το τελευταίο του ταξίδι στην Ευρώπη, μετά τη μεγάλη του εκλογική ήττα.
Παρά το αγέρωχο ύφος του, ήταν προσηνής με όλους. Στο σπίτι του όμως τους πολιτικούς του φίλους τους δεχόταν και τους εξυπηρετούσε η Σοφία. Στα χρόνια της μεγάλης ακμής του Τρικούπη, το σαλόνι της Σοφίας, που επί χρόνια δεν έβγαινε καθόλου έξω από το σπίτι, ήταν ανοιχτό από το πρωί ως το βράδυ. Οι πιο οικείοι περίμεναν ως τα μεσάνυκτα που εμφανιζόταν ο Τρικούπης για να απολαύσουν τη συντροφιά του και το πνεύμα του. Στο σαλόνι, στον πρώτο όροφο, κόσμος έμπαινε και έβγαινε συνεχώς. Στο ισόγειο, στο γραφείο του, επικρατούσε άκρα ησυχία και ηρεμία.
Αρχικά ο Τρικούπης έμενε στην Ομόνοια, στην οικία Σαρόγλου. Τα 13 τελευταία χρόνια της ζωής του τα έζησε στην οδό Ακαδημίας και Μαυρομιχάλη σε ένα νοικιασμένο σπίτι. Την περιουσία που του άφησε ο πατέρας του ο Τρικούπης είχε αναγκαστεί σιγά σιγά να την πουλήσει και πέθανε φτωχός. Είχε κληρονομήσει ένα ακίνητο στην Αθήνα, το σημερινό Ασυλο Ανιάτων, ένα σπίτι στην Αίγινα, που πουλήθηκε στον άγγλο πρεσβευτή Εγκερτον, ένα στο Μεσολόγγι, ένα στο Αργος και άλλο στο Ναύπλιο.
Ζούσε σπαρτιατικά. Κοιμόταν λίγο και ξυπνούσε νωρίς το πρωί. Του άρεσε να πίνει τσάι, ενώ απέφευγε τα οινοπνευματώδη, έτρωγε γρήγορα και πολύ λίγο και δεν κάπνιζε. Του άρεσαν τα μπιφτέκια, τα φρούτα και τα γλυκά. Συνήθιζε να μην κρατάει χρήματα επάνω του και δεν ήταν σπάταλος. Στα ταξίδια που έκανε στο εξωτερικό ως ιδιώτης έμενε, έλεγαν, προσδιορίζοντας έτσι το μέγεθος και την πολυτέλεια των δωματίων, σε δωμάτια με ένα μόνο παράθυρο.
Οταν ήρθε να εγκατασταθεί στην Ελλάδα, είχε έναν ξενικό τόνο στην ομιλία του, τον οποίο προσπάθησε να αποβάλει. Χρειάστηκε να κάνει μεγάλη προσπάθεια, σαν άλλος Δημοσθένης, για να γίνει ένας καλός ρήτορας. Διατήρησε, όμως, παρά τη βαριά φωνή του, μια περίεργη προφορά στο και. Ακούραστος, παρακολουθούσε ατέλειωτες ώρες τις συνεδριάσεις της Βουλής και φρόντιζε όταν έπαιρνε τον λόγο να είναι άριστα προπαρασκευασμένος.
Χρησιμοποιούσε αγέλαστη και αλύγιστη καθαρεύουσα, όπως έλεγε ο Παλαμάς, θεωρώντας την απλή γλώσσα κατάλληλη για την ποίηση μόνο και όχι τον πεζό λόγο. Στην ίδια γλώσσα έγραφε ακόμη και τα προσωπικά του γράμματα στην αδελφή του, που τα υπέγραφε ο αδελφός. Λιγόλογος και φλεγματικός, όταν η αδελφή του τον ρώτησε αν η μητέρα τους ήταν νεκρή, της απήντησε Το φοβούμαι, ενώ είναι γνωστές οι φράσεις του Δυστυχώς επτωχεύσαμεν και Ανθ' ημών λοιπόν βουλευτής ο κύριος Γουλιμής. Καληνύχτα σας.
Προσαρμοζόταν εύκολα στις περιστάσεις και αδιαφορούσε για το ότι τον ονόμαζαν Πετρέλαιο, Φορομπήχτη, Μογγόλο, Ξένο, Αγγλο, Εγγλέζικο κεφάλι και Μυλόρδο. Θα με ανεχθούν μέχρι να αρχίσω να τους φορολογώ και μετά θα με ρίξουν, είχε πει σε έναν φίλο του άγγλο δημοσιογράφο, και κατέθεσε στη Βουλή σωρεία φορολογικών νομοσχεδίων. Οταν αποφάσιζε κάτι που θεωρούσε σωστό, δεν τον σταματούσε τίποτε.
Ηταν, όμως, όντως ο Τρικούπης τόσο αυστηρός και δύσκαμπτος; Παρά τη γενικώς κρατούσα άποψη, φαίνεται πως όχι.
Γελούσε συχνά και το γέλιο του ήταν ζεστό και ηχηρό. Καλό και ζωηρό τον περιγράφει στα νεανικά του χρόνια ο ξάδελφός του Νικόλαος Μαυροκορδάτος. Αργότερα, διαβάζοντας τις εφημερίδες της εποχής, διαπιστώνουμε ότι δεν έλειπε από κανένα χορό που στις αρχές του χρόνου και στις απόκριες γίνονταν σχεδόν σε καθημερινή βάση και ότι μάλιστα διασκέδαζε ιδιαίτερα αστειευόμενος με τις κυρίες, που κυριολεκτικά τον πολιορκούσαν, και χορεύοντας. Και αν δεν πήγε σε κάποιο χορό του Συγγρού, αυτό έδειχνε απλώς και μόνο την αποδοκιμασία του που ο Συγγρός τις περασμένες μέρες δεν τάχθηκε μαζί του στη Βουλή...
Απορροφημένος από την πολιτική, δεν παντρεύθηκε ποτέ. Στη δεκαετία όμως του 1880, όταν είχε πια συμπληρώσει τα 50 του χρόνια, φαίνεται ότι ερωτεύθηκε την 25χρονη ωραία βαρόνη φον Τράουτενμπεργκ, τη σύζυγο του αυστριακού πρεσβευτή, και ο τρυφερός αυτός δεσμός που πιθανώς να ήταν και μόνο πλατωνικός κράτησε ως τον θάνατό του. Δεν είναι τυχαίο ότι το ζεύγος φον Τράουτενμπεργκ βρισκόταν δίπλα του στις Κάννες τις τελευταίες στιγμές του, ότι η βαρόνη ήταν εκείνη που συνεννοείτο με τον γιατρό και ότι στη βαρόνη ανέθεσε ο Τρικούπης να κάψει ορισμένα χαρτιά του λίγο προτού πεθάνει. Ούτε είναι τυχαίο ότι στα δύο - τρία γράμματά του προς τη βαρόνη που σώζονται η αδελφή του Σοφία φρόντισε να κόψει με το ψαλίδι οποιαδήποτε προσωπική αναφορά και να σβήσει επιμελέστατα το όνομά της, όπου ήταν γραμμένο, πράγμα που δεν έχει κάνει σε κανένα άλλο έγγραφό του. Διαφωνούσε με τον δεσμό; Δεν ήθελε να εκθέσει την αδυναμία του αδελφού της στις επόμενες γενιές; Ποιος ξέρει... Στην ωραία βαρόνη αναφέρεται και ο Σουρής όταν γράφει:
Επιθυμώ αλήθεια να δω και τον Τρικούπη
που τούχει γίνη τώρα ο έρωτας κουνούπι...
Σε νεότερα δημοσιεύματα έχουν αναφερθεί και άλλοι δεσμοί του, με παντρεμένες πάντα γυναίκες: με τη σύζυγο του λόρδου Πάλμερστον στα νεανικά του χρόνια και με τη σύζυγο άλλου αυστριακού πρεσβευτή, του βαρόνου Κότζεκ, αργότερα. Οι αναφορές όμως αυτές γίνονται χωρίς την παράθεση κάποιου αξιόπιστου στοιχείου και έχουμε κάθε λόγο να μην τις πιστέψουμε: στα νεανικά του χρόνια ο Τρικούπης διαπραγματεύθηκε την ένωση των Ιονίων και κατάφερε να τροποποιήσει ορισμένους όρους, έτσι ώστε η συνθήκη που υπογράφηκε να θεωρηθεί μεγάλη διπλωματική του επιτυχία. Η επίκληση ενός δεσμού με την λαίδη Πάλμερστον και η απόδοση της διπλωματικής του επιτυχίας στην παρέμβασή της αποσκοπεί μάλλον στη μείωση της σημασίας των προσωπικών ικανοτήτων του. Δεν φαίνεται να στηρίζεται σε κανένα γεγονός παρά μόνο στο ότι ο νεαρός Τρικούπης διατηρούσε κοινωνικές σχέσεις με την οικογένεια Πάλμερστον. Οσον αφορά δε τον δεσμό του με τη βαρόνη Κότζεκ, πέρα από το ότι προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι φέρεται να δημιουργεί διαδοχικά δεσμό με όλες τις γυναίκες των αυστριακών πρεσβευτών, η σαφής χρονική του τοποθέτηση πριν από αυτόν με τη βαρόνη Τράουτενμπεργκ αποδεικνύει από μόνη της το ανυπόστατον του δεσμού, καθώς ο Κότζεκ ήρθε στην Αθήνα μετά τον Τράουτενμπεργκ.
Ολα του τα χρόνια ο Τρικούπης τα έζησε με την αδελφή του Σοφία, που τον αγαπούσε υπερβολικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι όχι μόνο στα γράμματά της προς τρίτους αλλά και στις προσωπικές της σημειώσεις, όποτε αναφερόταν σε αυτόν, έγραφε το Αδελφός με Α κεφαλαίο.
Η Σοφία είχε εξαιρετική ανατροφή και μόρφωση και με την ευφυΐα της, τη γλυκύτητά της και την καλοσύνη της βοηθούσε πολλαπλά τον Χαρίλαο στις πολιτικές του επιδιώξεις. Ηταν γι' αυτόν αδελφή και φίλη, οικοδέσποινα, γραμματέας και συνεργάτις.
Του Τρικούπη του άρεσε η ζωή στην εξοχή, το κολύμπι, το ψάρεμα κυρίως η συρτή και το κυνήγι. Κυνηγούσε αγριοπερίστερα στην Αίγινα και πάπιες στη λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου. Η Σοφία Τρικούπη σε προσωπικές σημειώσεις της τον περιγράφει να στέκεται ασπροντυμένος στη μέση της βάρκας τους και να κοιτάζει χαμογελώντας τα σκυλιά του να κολυμπούν με τη λεία τους στο στόμα, ενώ δίπλα του η ίδια λυπόταν τα ωραία περιστέρια.
Αγαπούσε πολύ τα σκυλιά και διηγούνται ότι σε κάποιο ταξίδι του βλέποντας έναν σκύλο να πέφτει στη θάλασσα και να κινδυνεύει να πνιγεί ζήτησε από τον καπετάνιο να σταματήσει για να τον μαζέψουν. Ο καπετάνιος δεν φάνηκε τόσο πρόθυμος και ο Τρικούπης για να τον εξαναγκάσει να σταματήσει έβγαλε το σακάκι του και πήδηξε και ο ίδιος στο νερό.
Του άρεσε πολύ το διάβασμα, διάβαζε καθημερινά τις κυριότερες ελληνικές εφημερίδες και καταβρόχθιζε τις αγγλικές. Στις συναναστροφές όπου ήταν περιζήτητος, καθώς ήταν δεινός causeur, εντυπωσίαζε τους συνομιλητές του με τις γνώσεις του γύρω από καλλιτεχνικά θέματα, τις κρίσεις του για τα μυθιστορήματα του Ζολά ή τις αναλύσεις του για τον Φάουστ του Γκαίτε. Στις παρέες του ήταν ομιλητικός και εύχαρις, μιλούσε ακόμη και για τη γυναικεία μόδα, έλεγε αστεία, γελούσε. Ηξερε τέλεια αγγλικά και γαλλικά και καλά γερμανικά και ιταλικά. Παρακολουθούσε με ενδιαφέρον τις θεωρίες του Δαρβίνου και του Σπένσερ, του άρεσε όμως και να αφήνεται στη φλυαρία του γέροντα Ξύδη, του κουρέα του.
Σε στιγμές απολογισμού του έργου του και της ζωής του ο ίδιος σκεπτόταν ότι μετά από έναν αιώνα όλη αυτή η περίοδος της προσωπικής του κυριαρχίας στον πολιτικό βίο της Ελλάδας θα αναφέρεται στην παγκόσμια ιστορία με λίγες μόνο γραμμές. Και στις γραμμές αυτές το όνομά του ούτε που θα αναφέρεται!
Φαντάζομαι ότι θα αισθανόταν δικαίωση μαθαίνοντας ότι η Βουλή κήρυξε το 1996 έτος Τρικούπη και ότι οι έλληνες ιστορικοί εξετάζουν επισταμένως την περίοδο αυτή από όλες τις πλευρές: την οικονομία, την πολιτική, τα κοινωνικά ρεύματα, τις πνευματικές ενασχολήσεις. Το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα είναι τα τρικουπικά χρόνια. Το όνομά του αναφέρεται παντού και ακόμη και όσοι διαφωνούν με ορισμένες πολιτικές ή οικονομικές επιλογές του αναγνωρίζουν ότι αυτός ήταν η μορφή που δέσποζε στην εποχή του. (ΠΗΓΗ: εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ,
Ξέρουμε την αποφασιστική συμβολή του στην καθιέρωση του κοινοβουλευτικού συστήματος στην Ελλάδα, το ενδιαφέρον του για τους σιδηροδρόμους και τα μεγάλα δημόσια έργα, το οικονομικό του πρόγραμμα με τα δάνεια και τους φόρους, την πολιτική του στα θέματα του αλύτρωτου ελληνισμού, την προσπάθειά του να αναδιοργανώσει τη δημόσια διοίκηση και τον στρατό. Για τον ίδιο όμως, σαν άτομο, σαν χαρακτήρα, τι ξέρουμε;
Ολες οι περιγραφές των συγχρόνων του συμφωνούν στην αυστηρή μορφή, στην άκαμπτη κορμοστασιά, στο σκούρο κοστούμι, αγγλικής εμπνεύσεως, και συνήθως, και αγγλικής κατασκευής. Ετσι τον βλέπουμε στις λίγες φωτογραφίες του που έχουν σωθεί. Το ίδιο στητός και σοβαρός στα νιάτα του και στο μεσουράνημά του. Δεν συνηθιζόταν βέβαια τότε να χαμογελάς στον φακό...
Συμφωνούν ακόμη στον ισχυρό χαρακτήρα του, στην εντιμότητά του, στην ατσαλένια θέλησή του, στη φοβερή αντοχή του, στην εργατικότητα και στη φιλομάθειά του. Μικρός συνήθιζε να ξενυχτά διαβάζοντας, αναγκασμένος να χαμηλώνει τη λάμπα του όταν άκουγε τα βήματα των γονιών του που φώναζαν και να τη δυναμώνει πάλι όταν απομακρύνονταν. Μεγάλος ξενυχτούσε δουλεύοντας. Το φως στο γραφείο του, έλεγαν, δεν έσβηνε ποτέ. Πού θα ευρεθή ένας σαν τον Τρικούπην, μονολογούσε ο Συγγρός, να μην έχη ώρας ύπνου, ώρας αναπαύσεως, καλέ να μη κοιμάται σας λέω...
Συστηματικός και οργανωμένος από τη φύση του, δεν έχανε πολύτιμο χρόνο ψάχνοντας. Ταξινομούσε μόνος του όλα τα χαρτιά του σε φακέλους και τα φύλαγε προσεκτικά στα συρτάρια του και σε ένα ντουλάπι με πολλές θυρίδες, που είχε σχεδιάσει μόνος του. Το γραφείο του επάνω το ήθελε καθαρό και τακτοποιημένο, χωρίς όγκους χαρτιών. Και ό,τι χρειαζόταν το εύρισκε αμέσως.
Εχοντας ζήσει πολλά χρόνια της νεότητάς του στο Λονδίνο, επηρεάστηκε τόσο από την αγγλική πολιτική όσο και από τον βρετανικό τρόπο ζωής και τη βρετανική ψυχραιμία και αυτοσυγκράτηση. Χαρακτηριστική είναι η διήγηση της αδελφής του Σοφίας για τον θάνατο της μητέρας τους, που πνίγηκε στην Αίγινα. Βλέποντάς την η νεαρή Σοφία έβγαλε μια σπαρακτική κραυγή που παρέλυσε τους πάντες και σταμάτησε μόνο κάτω από το επιτακτικό βλέμμα του Χαρίλαου. Το ίδιο βράδυ, μόλις βρέθηκαν μόνοι, εμβρόντητη τον άκουσε να της λέει ότι δεν περίμενε ποτέ από εκείνη παρόμοια συμπεριφορά. «Εις τοιαύτας στιγμάς δεν σκέπτεταί τις περί εαυτού, αλλά περί του τι οφείλει να πράξη», της είπε.
Δεχόταν τους φίλους του πάντοτε όρθιος, κρατώντας τα χέρια πίσω από την πλάτη του. Απέφευγε, έλεγαν, τις πολλές χειραψίες. Οταν όμως έδινε το χέρι του, η χειραψία ήταν θερμή, γενναία και αγγλική. Ετσι, χωρίς εναγκαλισμούς, αποχαιρέτησε και την αδελφή του, όταν έφυγε για το τελευταίο του ταξίδι στην Ευρώπη, μετά τη μεγάλη του εκλογική ήττα.
Παρά το αγέρωχο ύφος του, ήταν προσηνής με όλους. Στο σπίτι του όμως τους πολιτικούς του φίλους τους δεχόταν και τους εξυπηρετούσε η Σοφία. Στα χρόνια της μεγάλης ακμής του Τρικούπη, το σαλόνι της Σοφίας, που επί χρόνια δεν έβγαινε καθόλου έξω από το σπίτι, ήταν ανοιχτό από το πρωί ως το βράδυ. Οι πιο οικείοι περίμεναν ως τα μεσάνυκτα που εμφανιζόταν ο Τρικούπης για να απολαύσουν τη συντροφιά του και το πνεύμα του. Στο σαλόνι, στον πρώτο όροφο, κόσμος έμπαινε και έβγαινε συνεχώς. Στο ισόγειο, στο γραφείο του, επικρατούσε άκρα ησυχία και ηρεμία.
Αρχικά ο Τρικούπης έμενε στην Ομόνοια, στην οικία Σαρόγλου. Τα 13 τελευταία χρόνια της ζωής του τα έζησε στην οδό Ακαδημίας και Μαυρομιχάλη σε ένα νοικιασμένο σπίτι. Την περιουσία που του άφησε ο πατέρας του ο Τρικούπης είχε αναγκαστεί σιγά σιγά να την πουλήσει και πέθανε φτωχός. Είχε κληρονομήσει ένα ακίνητο στην Αθήνα, το σημερινό Ασυλο Ανιάτων, ένα σπίτι στην Αίγινα, που πουλήθηκε στον άγγλο πρεσβευτή Εγκερτον, ένα στο Μεσολόγγι, ένα στο Αργος και άλλο στο Ναύπλιο.
Ζούσε σπαρτιατικά. Κοιμόταν λίγο και ξυπνούσε νωρίς το πρωί. Του άρεσε να πίνει τσάι, ενώ απέφευγε τα οινοπνευματώδη, έτρωγε γρήγορα και πολύ λίγο και δεν κάπνιζε. Του άρεσαν τα μπιφτέκια, τα φρούτα και τα γλυκά. Συνήθιζε να μην κρατάει χρήματα επάνω του και δεν ήταν σπάταλος. Στα ταξίδια που έκανε στο εξωτερικό ως ιδιώτης έμενε, έλεγαν, προσδιορίζοντας έτσι το μέγεθος και την πολυτέλεια των δωματίων, σε δωμάτια με ένα μόνο παράθυρο.
Οταν ήρθε να εγκατασταθεί στην Ελλάδα, είχε έναν ξενικό τόνο στην ομιλία του, τον οποίο προσπάθησε να αποβάλει. Χρειάστηκε να κάνει μεγάλη προσπάθεια, σαν άλλος Δημοσθένης, για να γίνει ένας καλός ρήτορας. Διατήρησε, όμως, παρά τη βαριά φωνή του, μια περίεργη προφορά στο και. Ακούραστος, παρακολουθούσε ατέλειωτες ώρες τις συνεδριάσεις της Βουλής και φρόντιζε όταν έπαιρνε τον λόγο να είναι άριστα προπαρασκευασμένος.
Χρησιμοποιούσε αγέλαστη και αλύγιστη καθαρεύουσα, όπως έλεγε ο Παλαμάς, θεωρώντας την απλή γλώσσα κατάλληλη για την ποίηση μόνο και όχι τον πεζό λόγο. Στην ίδια γλώσσα έγραφε ακόμη και τα προσωπικά του γράμματα στην αδελφή του, που τα υπέγραφε ο αδελφός. Λιγόλογος και φλεγματικός, όταν η αδελφή του τον ρώτησε αν η μητέρα τους ήταν νεκρή, της απήντησε Το φοβούμαι, ενώ είναι γνωστές οι φράσεις του Δυστυχώς επτωχεύσαμεν και Ανθ' ημών λοιπόν βουλευτής ο κύριος Γουλιμής. Καληνύχτα σας.
Προσαρμοζόταν εύκολα στις περιστάσεις και αδιαφορούσε για το ότι τον ονόμαζαν Πετρέλαιο, Φορομπήχτη, Μογγόλο, Ξένο, Αγγλο, Εγγλέζικο κεφάλι και Μυλόρδο. Θα με ανεχθούν μέχρι να αρχίσω να τους φορολογώ και μετά θα με ρίξουν, είχε πει σε έναν φίλο του άγγλο δημοσιογράφο, και κατέθεσε στη Βουλή σωρεία φορολογικών νομοσχεδίων. Οταν αποφάσιζε κάτι που θεωρούσε σωστό, δεν τον σταματούσε τίποτε.
Ηταν, όμως, όντως ο Τρικούπης τόσο αυστηρός και δύσκαμπτος; Παρά τη γενικώς κρατούσα άποψη, φαίνεται πως όχι.
Γελούσε συχνά και το γέλιο του ήταν ζεστό και ηχηρό. Καλό και ζωηρό τον περιγράφει στα νεανικά του χρόνια ο ξάδελφός του Νικόλαος Μαυροκορδάτος. Αργότερα, διαβάζοντας τις εφημερίδες της εποχής, διαπιστώνουμε ότι δεν έλειπε από κανένα χορό που στις αρχές του χρόνου και στις απόκριες γίνονταν σχεδόν σε καθημερινή βάση και ότι μάλιστα διασκέδαζε ιδιαίτερα αστειευόμενος με τις κυρίες, που κυριολεκτικά τον πολιορκούσαν, και χορεύοντας. Και αν δεν πήγε σε κάποιο χορό του Συγγρού, αυτό έδειχνε απλώς και μόνο την αποδοκιμασία του που ο Συγγρός τις περασμένες μέρες δεν τάχθηκε μαζί του στη Βουλή...
Απορροφημένος από την πολιτική, δεν παντρεύθηκε ποτέ. Στη δεκαετία όμως του 1880, όταν είχε πια συμπληρώσει τα 50 του χρόνια, φαίνεται ότι ερωτεύθηκε την 25χρονη ωραία βαρόνη φον Τράουτενμπεργκ, τη σύζυγο του αυστριακού πρεσβευτή, και ο τρυφερός αυτός δεσμός που πιθανώς να ήταν και μόνο πλατωνικός κράτησε ως τον θάνατό του. Δεν είναι τυχαίο ότι το ζεύγος φον Τράουτενμπεργκ βρισκόταν δίπλα του στις Κάννες τις τελευταίες στιγμές του, ότι η βαρόνη ήταν εκείνη που συνεννοείτο με τον γιατρό και ότι στη βαρόνη ανέθεσε ο Τρικούπης να κάψει ορισμένα χαρτιά του λίγο προτού πεθάνει. Ούτε είναι τυχαίο ότι στα δύο - τρία γράμματά του προς τη βαρόνη που σώζονται η αδελφή του Σοφία φρόντισε να κόψει με το ψαλίδι οποιαδήποτε προσωπική αναφορά και να σβήσει επιμελέστατα το όνομά της, όπου ήταν γραμμένο, πράγμα που δεν έχει κάνει σε κανένα άλλο έγγραφό του. Διαφωνούσε με τον δεσμό; Δεν ήθελε να εκθέσει την αδυναμία του αδελφού της στις επόμενες γενιές; Ποιος ξέρει... Στην ωραία βαρόνη αναφέρεται και ο Σουρής όταν γράφει:
Επιθυμώ αλήθεια να δω και τον Τρικούπη
που τούχει γίνη τώρα ο έρωτας κουνούπι...
Σε νεότερα δημοσιεύματα έχουν αναφερθεί και άλλοι δεσμοί του, με παντρεμένες πάντα γυναίκες: με τη σύζυγο του λόρδου Πάλμερστον στα νεανικά του χρόνια και με τη σύζυγο άλλου αυστριακού πρεσβευτή, του βαρόνου Κότζεκ, αργότερα. Οι αναφορές όμως αυτές γίνονται χωρίς την παράθεση κάποιου αξιόπιστου στοιχείου και έχουμε κάθε λόγο να μην τις πιστέψουμε: στα νεανικά του χρόνια ο Τρικούπης διαπραγματεύθηκε την ένωση των Ιονίων και κατάφερε να τροποποιήσει ορισμένους όρους, έτσι ώστε η συνθήκη που υπογράφηκε να θεωρηθεί μεγάλη διπλωματική του επιτυχία. Η επίκληση ενός δεσμού με την λαίδη Πάλμερστον και η απόδοση της διπλωματικής του επιτυχίας στην παρέμβασή της αποσκοπεί μάλλον στη μείωση της σημασίας των προσωπικών ικανοτήτων του. Δεν φαίνεται να στηρίζεται σε κανένα γεγονός παρά μόνο στο ότι ο νεαρός Τρικούπης διατηρούσε κοινωνικές σχέσεις με την οικογένεια Πάλμερστον. Οσον αφορά δε τον δεσμό του με τη βαρόνη Κότζεκ, πέρα από το ότι προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι φέρεται να δημιουργεί διαδοχικά δεσμό με όλες τις γυναίκες των αυστριακών πρεσβευτών, η σαφής χρονική του τοποθέτηση πριν από αυτόν με τη βαρόνη Τράουτενμπεργκ αποδεικνύει από μόνη της το ανυπόστατον του δεσμού, καθώς ο Κότζεκ ήρθε στην Αθήνα μετά τον Τράουτενμπεργκ.
Ολα του τα χρόνια ο Τρικούπης τα έζησε με την αδελφή του Σοφία, που τον αγαπούσε υπερβολικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι όχι μόνο στα γράμματά της προς τρίτους αλλά και στις προσωπικές της σημειώσεις, όποτε αναφερόταν σε αυτόν, έγραφε το Αδελφός με Α κεφαλαίο.
Η Σοφία είχε εξαιρετική ανατροφή και μόρφωση και με την ευφυΐα της, τη γλυκύτητά της και την καλοσύνη της βοηθούσε πολλαπλά τον Χαρίλαο στις πολιτικές του επιδιώξεις. Ηταν γι' αυτόν αδελφή και φίλη, οικοδέσποινα, γραμματέας και συνεργάτις.
Του Τρικούπη του άρεσε η ζωή στην εξοχή, το κολύμπι, το ψάρεμα κυρίως η συρτή και το κυνήγι. Κυνηγούσε αγριοπερίστερα στην Αίγινα και πάπιες στη λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου. Η Σοφία Τρικούπη σε προσωπικές σημειώσεις της τον περιγράφει να στέκεται ασπροντυμένος στη μέση της βάρκας τους και να κοιτάζει χαμογελώντας τα σκυλιά του να κολυμπούν με τη λεία τους στο στόμα, ενώ δίπλα του η ίδια λυπόταν τα ωραία περιστέρια.
Αγαπούσε πολύ τα σκυλιά και διηγούνται ότι σε κάποιο ταξίδι του βλέποντας έναν σκύλο να πέφτει στη θάλασσα και να κινδυνεύει να πνιγεί ζήτησε από τον καπετάνιο να σταματήσει για να τον μαζέψουν. Ο καπετάνιος δεν φάνηκε τόσο πρόθυμος και ο Τρικούπης για να τον εξαναγκάσει να σταματήσει έβγαλε το σακάκι του και πήδηξε και ο ίδιος στο νερό.
Του άρεσε πολύ το διάβασμα, διάβαζε καθημερινά τις κυριότερες ελληνικές εφημερίδες και καταβρόχθιζε τις αγγλικές. Στις συναναστροφές όπου ήταν περιζήτητος, καθώς ήταν δεινός causeur, εντυπωσίαζε τους συνομιλητές του με τις γνώσεις του γύρω από καλλιτεχνικά θέματα, τις κρίσεις του για τα μυθιστορήματα του Ζολά ή τις αναλύσεις του για τον Φάουστ του Γκαίτε. Στις παρέες του ήταν ομιλητικός και εύχαρις, μιλούσε ακόμη και για τη γυναικεία μόδα, έλεγε αστεία, γελούσε. Ηξερε τέλεια αγγλικά και γαλλικά και καλά γερμανικά και ιταλικά. Παρακολουθούσε με ενδιαφέρον τις θεωρίες του Δαρβίνου και του Σπένσερ, του άρεσε όμως και να αφήνεται στη φλυαρία του γέροντα Ξύδη, του κουρέα του.
Σε στιγμές απολογισμού του έργου του και της ζωής του ο ίδιος σκεπτόταν ότι μετά από έναν αιώνα όλη αυτή η περίοδος της προσωπικής του κυριαρχίας στον πολιτικό βίο της Ελλάδας θα αναφέρεται στην παγκόσμια ιστορία με λίγες μόνο γραμμές. Και στις γραμμές αυτές το όνομά του ούτε που θα αναφέρεται!
Φαντάζομαι ότι θα αισθανόταν δικαίωση μαθαίνοντας ότι η Βουλή κήρυξε το 1996 έτος Τρικούπη και ότι οι έλληνες ιστορικοί εξετάζουν επισταμένως την περίοδο αυτή από όλες τις πλευρές: την οικονομία, την πολιτική, τα κοινωνικά ρεύματα, τις πνευματικές ενασχολήσεις. Το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα είναι τα τρικουπικά χρόνια. Το όνομά του αναφέρεται παντού και ακόμη και όσοι διαφωνούν με ορισμένες πολιτικές ή οικονομικές επιλογές του αναγνωρίζουν ότι αυτός ήταν η μορφή που δέσποζε στην εποχή του. (ΠΗΓΗ: εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου