Image by Hop-Frog via Flickr
από το Θ.ΓιαλκέτσηΜε την επιλογή του πολέμου, η Δύση αρνείται τα ορθολογικά εργαλεία και επιστρέφει στο συμβολικό και στη βία. Ο ιταλός φιλόσοφος Ουμπέρτο Γκαλιμπέρτι αναλύει την παρούσα κρίση στο φως της Ιστορίας.
Ο Ουμπέρτο Γκαλιμπέρτι είναι καθηγητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Βενετίας και συγγραφέας πολλών έργων. Στη γλώσσα μας κυκλοφορεί το βιβλίο του «Τοπία ψυχής» (εκδ. «Ιταμος», 2001).
Το κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «La Repubblica» στις 25.9.2001, δηλαδή πριν από την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων στο Αφγανιστάν.
του ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΓΚΑΛΙΜΠΕΡΤΙ
Θα ήθελα να ξοδέψω λίγα ανώφελα λόγια ενάντια στον πόλεμο που η Δύση φαίνεται ότι ετοιμάζεται να εξαπολύσει ενάντια στον κόσμο του Ισλάμ. «Ανώφελα», επειδή είναι γνωστό σε όλους πόσο αδύναμα είναι τα εργαλεία του λόγου απέναντι στην ισχύ των συμβόλων που εκμηδενίζουν τις διαφορές, φλογίζουν τις καρδιές, αφού προηγουμένως έχουν ναρκώσει τα μυαλά. Η ανθρώπινη ιστορία έχει βγει από τη συμβολική διάσταση εδώ και δύο μόνον αιώνες και αυτό έχει συμβεί μόνο στη Δύση. Η Δύση με το Διαφωτισμό παραχώρησε τα πρωτεία στο Λόγο και σε εκείνο το παράρτημά του που είναι ο αθεϊσμός, ενώ ο Θεός ήταν το θεμέλιο κάθε συμβολικής διάστασης. Πριν από αυτήν την εξέλιξη, ο «ιερός πόλεμος» ή, όπως λένε οι Αραβες, ο «τζιχάντ», ήταν κοινός τόσο στον ισλαμικό κόσμο όσο και στη χριστιανική Δύση και άπλωνε τις ρίζες του στον παλιό εβραϊκό πολιτισμό, ο Θεός του οποίου ήταν ένας θεός του πολέμου, ικανός να εξαπολύει ανέμους και καταιγίδες, βροντές και αστροπελέκια, θεομηνίες κάθε είδους, προκειμένου να βοηθήσει τους ανθρώπους που είχαν τεθεί υπό την προστασία του. Ο εβραϊκός «ιερός πόλεμος» τελείωσε το 70 μ.Χ. με την καταστροφή του ναού της Ιερουσαλήμ, αλλά ο χριστιανισμός, που περισυνέλεξε την κληρονομιά του εβραϊσμού, ήδη με την «Αποκάλυψη» του Ιωάννη ξεθάβει την εικονογραφία του ιερού πολέου και απεικονίζει το Χριστό με ακονισμένο δρεπάνι στο χέρι, με έναν άγγελο στις διαταγές του, για να θερίσει τη γη και να την παραδώσει στη θεϊκή οργή.
Ο χριστιανισμός θα γίνει θρησκεία της Δύσης στον αστερισμό του πολέμου, όταν ο Κωνσταντίνος είδε στον ουρανό κάτι που έμοιαζε με το σημείο του σταυρού: «Εν τούτω νίκα». Στον αστερισμό του πολέμου θα προσηλυτιστούν στη συνέχεια οι λαοί του Βορρά, οι λεγόμενοι «βάρβαροι» που είχαν εισβάλει στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Κάτω από αυτόν τον αστερισμό θα συνενωθούν τα στρατεύματα του Καρλομάγνου, από τα οποία θα γεννηθεί η Αγία Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, η διαχωρισμένη από την αυτοκρατορία της Ανατολής με την ορθόδοξη πίστη και από το Ισλάμ που είχε κάνει την εμφάνισή του τον 7ο αιώνα στη Σαουδική Αραβία με τον Μωάμεθ.
Ο τότε γνωστός κόσμος διαιρέθηκε σε τρία μέρη: η Ορθοδοξία, εκκινώντας από την Κωνσταντινούπολη, εξαπλώθηκε και στο σλαβικό κόσμο, ενώ στη Μεσόγειο συνέχισαν τη διαμάχη τους οι χώρες του Ισλάμ και ο χριστιανισμός και οι δυο τους με «ιερούς πολέμους» ή «σταυροφορίες». Αυτή η νοοτροπία δεν εξαλείφθηκε στο χριστιανικό κόσμο με το Μεσαίωνα, αλλά εγκαινιάζει και τη σύγχρονη εποχή με τον Χριστόφορο Κολόμβο, ο οποίος στο δικό του «ταξιδιωτικό ημερολόγιο» καθορίζει τους στόχους του εγχειρήματός του. Ο πρώτος είναι εκείνος ενός αφοσιωμένου τέκνου της χριστιανοσύνης, το οποίο θέλει να σώσει τον κόσμο φέρνοντας το βάπτισμα στους ειδωλολάτρες. Ο δεύτερος είναι εκείνος στον οποίο ο σύγχρονος κόσμος θα αναγνωρίσει τον εαυτό του: να φέρει στην πατρίδα πολύ χρυσάφι («Ο Κύριος με την καλοσύνη του με βοηθάει να βρω αυτό το χρυσάφι», 23 Δεκεμβρίου 1492). Το τίμημα του εγχειρήματος: εκείνο το «πλήθος των γυμνών και ανυπεράσπιστων», όπως το αποκαλεί ο Κολόμβος στο ταξιδιωτικό του ημερολόγιο, που ήσαν εφτά εκατομμύρια τη στιγμή της άφιξής του και που θα γίνουν μόλις δεκαπέντε χιλιάδες έπειτα από δεκάξι χρόνια.
Το να εξάγει βαπτίσματα και να εισάγει πλούτο, αυτό ήταν το νόημα εκείνου του χριστιανικού ιερού πολέμου. Και παρ' όλες τις μεταβολές στα ονόματα και στις μορφές, αυτό ήταν επίσης το νόημα της «νεωτερικότητας» που προωθήθηκε με την αποικιοκρατία, η οποία αρχικά ήταν εδαφική και σήμερα είναι οικονομική.
Από αυτήν τη σύντομη ιστορική αναδρομή γίνεται προφανές ότι ο «ιερός πόλεμος» ή ο «τζιχάντ» δεν είναι ένα αποκλειστικό προνόμιο του ισλαμικού κόσμου ούτε και μια μεσαιωνική καθυστέρηση (αφού διατρέχει όλο το τόξο της σύγχρονης ιστορίας), αλλά είναι ένα τυπικό γνώρισμα των μονοθεϊστικών θρησκειών, που με ήσυχη συνείδηση βρίσκουν στο Θεό τη δικαιολόγηση των πιο ειδεχθών εγκλημάτων που διαπράττονται στο όνομά του.
Τίποτα λοιπόν δεν είναι πιο ευεργετικό από το «Θάνατο του Θεού» που διακήρυξε ο Νίτσε και που είχε αναγγελθεί, έναν αιώνα πριν, από τον αθεϊσμό του Διαφωτισμού. Ενα θάνατο (εδώ χρειάζεται να προσέξουμε πολύ) που δεν αφήνει μόνον ορφανά αλλά και κληρονόμους. Και μεταξύ αυτών των κληρονόμων είναι και εκείνοι οι οποίοι, αφού εγκαταλείφθηκε ο «ιερός πόλεμος», προσεγγίζουν σήμερα τον «δίκαιο πόλεμο». Οπου η έννοια της «δικαιοσύνης» στη διαμάχη δύο πλευρών χωρίς διαιτησία δύσκολα μπορεί να διακριθεί από την έννοια της «εκδίκησης», που περιπλέκει την ιστορία σε ένα φαύλο κύκλο, του οποίου τις τραγικές συνέπειες κανείς δεν μπορεί να φανταστεί. Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι, στο δικό τους μικρό χώρο, μας έχουν ήδη αφηγηθεί το μέλλον. Αν αποφασίσαμε ότι αυτό θα είναι το μέλλον μας, δεν έχουμε παρά να ακολουθήσουμε παθητικά την ιστορία.
Το Ισλάμ είναι ακόμα βυθισμένο στη συμβολική διάσταση, την πιο τρομερή, επειδή τα σύμβολα λειτουργούν με το νόμο τού όλα ή τίποτα, με μια θρησκευτική λογική που προβλέπει μόνο σωτηρία ή καταδίκη. Η Δύση μόλις έχει βγει από τη συμβολική διάσταση και έχει προσεγγίσει τη διαφωτιστική χρήση του λόγου, όχι χάρη στο χριστιανισμό, που μιλάει για ειρήνη χωρίς να έχει τους τίτλους γι' αυτό, αλλά χάρη στην αποχριστιανοποίηση της Δύσης, η οποία αφού εγκατέλειψε τις αποκαλυπτικές μορφές της πίστης, άρχισε να κινείται στους πιο στενούς, πιο μετριοπαθείς αν θέλετε, αλλά πιο αποτελεσματικούς δρόμους του λόγου. Ενός λόγου ο οποίος, χωρίς να διαθέτει μια προκαθορισμένη αλήθεια, δεν παραιτείται από τη σκληρή εργασία της έρευνας και της κατανόησης.
Τώρα είναι αναγκαίο η Δύση να μην αρνηθεί τον εαυτό της και τα ορθολογικά εργαλεία που κέρδισε με κόπο στη διαδρομή της ιστορίας της και να μην ξαναπέσει στο συμβολικό και στη βία, που πάντοτε συνόδευαν αυτήν την πεποίθηση για την οποία το καλό βρίσκεται όλο από τη μια μεριά και το κακό από την άλλη: «Ή με μας ή εναντίον μας», όπως λέει άστοχα ο πρόεδρος Μπους, με σαφή αναφορά στο βιβλικό γράμμα και πνεύμα που είναι πατέρας και μητέρα όλων των «τζιχάντ».
Η θεοκρατική χριστιανοσύνη του Μεσαίωνα από τη μια μεριά και η ισλαμική θεοκρατία από την άλλη είχαν μεταβιβάσει στη «νεωτερικότητα» το δικό τους οικουμενιστικό παράδειγμα. Χάρη σε ένα προνόμιο που παραχώρησε ο Θεός, ήταν καθήκον του Ισλάμ από τη μια πλευρά και της χριστιανοσύνης από την άλλη να διαδώσουν τις δικές τους πολιτισμικές μορφές ώς τα πέρατα της Γης. Δεν θα ήθελα η Δύση, η οποία θεωρεί ότι έχει απελευθερωθεί από αυτή τη λογική, χάρη στη διαδικασία της αποχριστιανοποίησης, που συντελείται εδώ και δύο αιώνες στους κόλπους της, να επαναλάβει σήμερα, με νέες μορφές και με νέες μεθόδους, τη μεσσιανική τάση με την οποία αναπτύχθηκε επί δεκαοκτώ αιώνες.
Και να επιλέξει έτσι, με τη δύναμη των όπλων και του χρήματος, μπροστά σε μια τρομερή επίθεση, το δρόμο της καταστροφής και της αφομοίωσης, προτείνοντας τον εαυτό της ως «ολότητα», αντί να συλλάβει τη δυνατότητα ανθρώπινης ανάπτυξης που ενυπάρχει στην επικοινωνία με τη «διαφορετικότητα». Σε αυτήν την περίπτωση, ο πόλεμος που προετοιμάζει η Δύση, ακόμη και αν δεν αποκληθεί «ιερός πόλεμος», σε τίποτα δεν θα διαφέρει από έναν αληθινό «τζιχάντ», γιατί όταν το καλό είναι όλο από τη μια μεριά και το κακό είναι όλο από την άλλη, το συμβολικό έχει ήδη κάνει την πιο καταστροφική ζημιά του.
ΠΗΓΗ: εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 21/10/2001
Το κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «La Repubblica» στις 25.9.2001, δηλαδή πριν από την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων στο Αφγανιστάν.
του ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΓΚΑΛΙΜΠΕΡΤΙ
Θα ήθελα να ξοδέψω λίγα ανώφελα λόγια ενάντια στον πόλεμο που η Δύση φαίνεται ότι ετοιμάζεται να εξαπολύσει ενάντια στον κόσμο του Ισλάμ. «Ανώφελα», επειδή είναι γνωστό σε όλους πόσο αδύναμα είναι τα εργαλεία του λόγου απέναντι στην ισχύ των συμβόλων που εκμηδενίζουν τις διαφορές, φλογίζουν τις καρδιές, αφού προηγουμένως έχουν ναρκώσει τα μυαλά. Η ανθρώπινη ιστορία έχει βγει από τη συμβολική διάσταση εδώ και δύο μόνον αιώνες και αυτό έχει συμβεί μόνο στη Δύση. Η Δύση με το Διαφωτισμό παραχώρησε τα πρωτεία στο Λόγο και σε εκείνο το παράρτημά του που είναι ο αθεϊσμός, ενώ ο Θεός ήταν το θεμέλιο κάθε συμβολικής διάστασης. Πριν από αυτήν την εξέλιξη, ο «ιερός πόλεμος» ή, όπως λένε οι Αραβες, ο «τζιχάντ», ήταν κοινός τόσο στον ισλαμικό κόσμο όσο και στη χριστιανική Δύση και άπλωνε τις ρίζες του στον παλιό εβραϊκό πολιτισμό, ο Θεός του οποίου ήταν ένας θεός του πολέμου, ικανός να εξαπολύει ανέμους και καταιγίδες, βροντές και αστροπελέκια, θεομηνίες κάθε είδους, προκειμένου να βοηθήσει τους ανθρώπους που είχαν τεθεί υπό την προστασία του. Ο εβραϊκός «ιερός πόλεμος» τελείωσε το 70 μ.Χ. με την καταστροφή του ναού της Ιερουσαλήμ, αλλά ο χριστιανισμός, που περισυνέλεξε την κληρονομιά του εβραϊσμού, ήδη με την «Αποκάλυψη» του Ιωάννη ξεθάβει την εικονογραφία του ιερού πολέου και απεικονίζει το Χριστό με ακονισμένο δρεπάνι στο χέρι, με έναν άγγελο στις διαταγές του, για να θερίσει τη γη και να την παραδώσει στη θεϊκή οργή.
Ο χριστιανισμός θα γίνει θρησκεία της Δύσης στον αστερισμό του πολέμου, όταν ο Κωνσταντίνος είδε στον ουρανό κάτι που έμοιαζε με το σημείο του σταυρού: «Εν τούτω νίκα». Στον αστερισμό του πολέμου θα προσηλυτιστούν στη συνέχεια οι λαοί του Βορρά, οι λεγόμενοι «βάρβαροι» που είχαν εισβάλει στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Κάτω από αυτόν τον αστερισμό θα συνενωθούν τα στρατεύματα του Καρλομάγνου, από τα οποία θα γεννηθεί η Αγία Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, η διαχωρισμένη από την αυτοκρατορία της Ανατολής με την ορθόδοξη πίστη και από το Ισλάμ που είχε κάνει την εμφάνισή του τον 7ο αιώνα στη Σαουδική Αραβία με τον Μωάμεθ.
Ο τότε γνωστός κόσμος διαιρέθηκε σε τρία μέρη: η Ορθοδοξία, εκκινώντας από την Κωνσταντινούπολη, εξαπλώθηκε και στο σλαβικό κόσμο, ενώ στη Μεσόγειο συνέχισαν τη διαμάχη τους οι χώρες του Ισλάμ και ο χριστιανισμός και οι δυο τους με «ιερούς πολέμους» ή «σταυροφορίες». Αυτή η νοοτροπία δεν εξαλείφθηκε στο χριστιανικό κόσμο με το Μεσαίωνα, αλλά εγκαινιάζει και τη σύγχρονη εποχή με τον Χριστόφορο Κολόμβο, ο οποίος στο δικό του «ταξιδιωτικό ημερολόγιο» καθορίζει τους στόχους του εγχειρήματός του. Ο πρώτος είναι εκείνος ενός αφοσιωμένου τέκνου της χριστιανοσύνης, το οποίο θέλει να σώσει τον κόσμο φέρνοντας το βάπτισμα στους ειδωλολάτρες. Ο δεύτερος είναι εκείνος στον οποίο ο σύγχρονος κόσμος θα αναγνωρίσει τον εαυτό του: να φέρει στην πατρίδα πολύ χρυσάφι («Ο Κύριος με την καλοσύνη του με βοηθάει να βρω αυτό το χρυσάφι», 23 Δεκεμβρίου 1492). Το τίμημα του εγχειρήματος: εκείνο το «πλήθος των γυμνών και ανυπεράσπιστων», όπως το αποκαλεί ο Κολόμβος στο ταξιδιωτικό του ημερολόγιο, που ήσαν εφτά εκατομμύρια τη στιγμή της άφιξής του και που θα γίνουν μόλις δεκαπέντε χιλιάδες έπειτα από δεκάξι χρόνια.
Το να εξάγει βαπτίσματα και να εισάγει πλούτο, αυτό ήταν το νόημα εκείνου του χριστιανικού ιερού πολέμου. Και παρ' όλες τις μεταβολές στα ονόματα και στις μορφές, αυτό ήταν επίσης το νόημα της «νεωτερικότητας» που προωθήθηκε με την αποικιοκρατία, η οποία αρχικά ήταν εδαφική και σήμερα είναι οικονομική.
Από αυτήν τη σύντομη ιστορική αναδρομή γίνεται προφανές ότι ο «ιερός πόλεμος» ή ο «τζιχάντ» δεν είναι ένα αποκλειστικό προνόμιο του ισλαμικού κόσμου ούτε και μια μεσαιωνική καθυστέρηση (αφού διατρέχει όλο το τόξο της σύγχρονης ιστορίας), αλλά είναι ένα τυπικό γνώρισμα των μονοθεϊστικών θρησκειών, που με ήσυχη συνείδηση βρίσκουν στο Θεό τη δικαιολόγηση των πιο ειδεχθών εγκλημάτων που διαπράττονται στο όνομά του.
Τίποτα λοιπόν δεν είναι πιο ευεργετικό από το «Θάνατο του Θεού» που διακήρυξε ο Νίτσε και που είχε αναγγελθεί, έναν αιώνα πριν, από τον αθεϊσμό του Διαφωτισμού. Ενα θάνατο (εδώ χρειάζεται να προσέξουμε πολύ) που δεν αφήνει μόνον ορφανά αλλά και κληρονόμους. Και μεταξύ αυτών των κληρονόμων είναι και εκείνοι οι οποίοι, αφού εγκαταλείφθηκε ο «ιερός πόλεμος», προσεγγίζουν σήμερα τον «δίκαιο πόλεμο». Οπου η έννοια της «δικαιοσύνης» στη διαμάχη δύο πλευρών χωρίς διαιτησία δύσκολα μπορεί να διακριθεί από την έννοια της «εκδίκησης», που περιπλέκει την ιστορία σε ένα φαύλο κύκλο, του οποίου τις τραγικές συνέπειες κανείς δεν μπορεί να φανταστεί. Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι, στο δικό τους μικρό χώρο, μας έχουν ήδη αφηγηθεί το μέλλον. Αν αποφασίσαμε ότι αυτό θα είναι το μέλλον μας, δεν έχουμε παρά να ακολουθήσουμε παθητικά την ιστορία.
Το Ισλάμ είναι ακόμα βυθισμένο στη συμβολική διάσταση, την πιο τρομερή, επειδή τα σύμβολα λειτουργούν με το νόμο τού όλα ή τίποτα, με μια θρησκευτική λογική που προβλέπει μόνο σωτηρία ή καταδίκη. Η Δύση μόλις έχει βγει από τη συμβολική διάσταση και έχει προσεγγίσει τη διαφωτιστική χρήση του λόγου, όχι χάρη στο χριστιανισμό, που μιλάει για ειρήνη χωρίς να έχει τους τίτλους γι' αυτό, αλλά χάρη στην αποχριστιανοποίηση της Δύσης, η οποία αφού εγκατέλειψε τις αποκαλυπτικές μορφές της πίστης, άρχισε να κινείται στους πιο στενούς, πιο μετριοπαθείς αν θέλετε, αλλά πιο αποτελεσματικούς δρόμους του λόγου. Ενός λόγου ο οποίος, χωρίς να διαθέτει μια προκαθορισμένη αλήθεια, δεν παραιτείται από τη σκληρή εργασία της έρευνας και της κατανόησης.
Τώρα είναι αναγκαίο η Δύση να μην αρνηθεί τον εαυτό της και τα ορθολογικά εργαλεία που κέρδισε με κόπο στη διαδρομή της ιστορίας της και να μην ξαναπέσει στο συμβολικό και στη βία, που πάντοτε συνόδευαν αυτήν την πεποίθηση για την οποία το καλό βρίσκεται όλο από τη μια μεριά και το κακό από την άλλη: «Ή με μας ή εναντίον μας», όπως λέει άστοχα ο πρόεδρος Μπους, με σαφή αναφορά στο βιβλικό γράμμα και πνεύμα που είναι πατέρας και μητέρα όλων των «τζιχάντ».
Η θεοκρατική χριστιανοσύνη του Μεσαίωνα από τη μια μεριά και η ισλαμική θεοκρατία από την άλλη είχαν μεταβιβάσει στη «νεωτερικότητα» το δικό τους οικουμενιστικό παράδειγμα. Χάρη σε ένα προνόμιο που παραχώρησε ο Θεός, ήταν καθήκον του Ισλάμ από τη μια πλευρά και της χριστιανοσύνης από την άλλη να διαδώσουν τις δικές τους πολιτισμικές μορφές ώς τα πέρατα της Γης. Δεν θα ήθελα η Δύση, η οποία θεωρεί ότι έχει απελευθερωθεί από αυτή τη λογική, χάρη στη διαδικασία της αποχριστιανοποίησης, που συντελείται εδώ και δύο αιώνες στους κόλπους της, να επαναλάβει σήμερα, με νέες μορφές και με νέες μεθόδους, τη μεσσιανική τάση με την οποία αναπτύχθηκε επί δεκαοκτώ αιώνες.
Και να επιλέξει έτσι, με τη δύναμη των όπλων και του χρήματος, μπροστά σε μια τρομερή επίθεση, το δρόμο της καταστροφής και της αφομοίωσης, προτείνοντας τον εαυτό της ως «ολότητα», αντί να συλλάβει τη δυνατότητα ανθρώπινης ανάπτυξης που ενυπάρχει στην επικοινωνία με τη «διαφορετικότητα». Σε αυτήν την περίπτωση, ο πόλεμος που προετοιμάζει η Δύση, ακόμη και αν δεν αποκληθεί «ιερός πόλεμος», σε τίποτα δεν θα διαφέρει από έναν αληθινό «τζιχάντ», γιατί όταν το καλό είναι όλο από τη μια μεριά και το κακό είναι όλο από την άλλη, το συμβολικό έχει ήδη κάνει την πιο καταστροφική ζημιά του.
ΠΗΓΗ: εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 21/10/2001
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου