Σελίδες
Σάββατο 27 Ιουνίου 2009
Απόψεις & Κριτικές για το έργο του Μίλτου Σαχτούρη
O ποιητής
ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ
Η απόρριψη της διακοσμητικής χρήσης της ποιητικής γλώσσας και η μέγιστη δυνατή συμπύκνωση ως πάγια μέθοδος παραγωγής ύφους συνοδεύουν τον Μίλτο Σαχτούρη στις περισσότερες συλλογές του. Τα πράγματα και οι χρήσεις τους περιγράφονται με σχετική πιστότητα, η ποιητική δράση προωθείται διαμέσου της ταχείας διαδοχής των εικόνων-επεισοδίων, ενώ το περιγραφικό μέρος της αφήγησης (διάταξη του χώρου, λεπτομέρειες για τα σημεία που τον ορίζουν) μειώνεται στο ελάχιστο δυνατόν.
Η διαύγεια των εικόνων (ο Σαχτούρης δεν παρεμβάλλει ψυχολογικές περιγραφές και αποφεύγει την ιδεολογική σήμανση) και ο στρόβιλος της διαδοχής τους στην οθόνη μετατρέπουν τη φθαρμένη ιδέα του απολεσθέντος παραδείσου σε δραστικό μοτίβο, υποστηρίζοντας εκ του συστάδην την καταχρηστική λειτουργία του. Ο Σαχτούρης δημιουργεί ιδεοπλαστικές εικόνες με καθ' όλα αυθύπαρκτη αξία. Μακριά από το να αντιπροσωπεύουν εικονοποιημένες ιδέες, προσφέρουν το υλικό περίγραμμα για τη δέουσα υποδοχή των νοητικών παραστάσεων.
Ο Σαχτούρης μας καλεί να ψαύσουμε τα τραύματα και τις πληγές του και να αναλογιστούμε το μέλλον του. Μας απαγορεύει, ωστόσο, πιστεύοντας ότι το ζήτημα δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητά του, να σκεφτούμε τρόπους θεραπείας ή να εξηγήσουμε, άχαρα και εκβιαστικά, τα δεινά του. Η υπόδειξη των συμπτωμάτων αρκεί - τα υπόλοιπα είναι φιλολογία.
Εκείνο που προέχει είναι η εικόνα. Η υπεροχή της είναι αδιαμφισβήτητη με την έννοια όχι μόνον μιας δομικής μονάδας αλλά και ενός προτεταμένου, ανεξάρτητου φορέα νοήματος, που έλκει ευθέως την καταγωγή του από την εξπρεσιονιστική θεωρία και πράξη.
Η χρήση της εικόνας οφείλει να πηγαίνει πέρα από τη στεγνή καταγραφή της εξωτερικής πραγματικότητας. Η εικόνα αποκτά αυτόνομη ισχύ, που την απεγκλωβίζει από το περιοριστικό καθεστώς του κατόπτρου. διαμέσου των συμβολικών αποχρώσεων, που θα της προσδώσει ο εξπρεσιονιστής, δημιουργεί ένα εσωτερικό τοπίο, το οποίο, μολονότι εξακολουθεί να αντανακλά εμπειρίες και βιώματα της καθημερινής ζωής, πόρρω απέχει από τον ρεαλισμό της κοινωνικής παρακμής ή από το λυρικό ύφος της προσωπικής εξομολόγησης. Το αλλόκοτο και το υπερβολικό, που διακρίνουμε στις εξπρεσιονιστικές εικόνες, εκπροσωπούν τα πάγια - αν και μη ορατά δια γυμνού οφθαλμού - χαρακτηριστικά ενός κόσμου που πάσχει σε όλη του την έκταση.
Οι εικόνες του εξελίσσονται σε αυτοδύναμες συμβολικές ενότητες, που αγνοούν το μεμονωμένο επεισόδιο και, γενικότερα, την περιπτωσιολογία, δημιουργώντας ένα παρατονισμένο, εσωστρεφές σύμπαν, όπου αντικείμενα, ζώα, άνθρωποι και μηχανές, χωρίς να αποβάλλουν τις κοινώς αποδεκτές ιδιότητές, βαθμιαία εκπίπτουν σε διεστραμμένα υποκατάστατα του πραγματικού.
Ο Σαχτούρης βλέπει στην Κατοχή, στον Εμφύλιο και στον κοινωνικό ή πολιτικό αμοραλισμό των πρώτων μετά τον πόλεμο δεκαετιών την αδυναμία του συλλογικού σώματος να προκρίνει ορισμένες ηθικές αξίες και λύσεις ως αντίδοτο στην κρίση της εποχής. Παρατηρώντας, όμως, όσα παρατηρούν και οι υπόλοιποι της γενιάς του, οδηγείται σε κάπως διαφορετικά συμπεράσματα: οι νεκροί της εμπόλεμης σύγκρουσης και της εμφύλιας σύρραξης δεν είναι οι αδικαίωτοι πεσόντες μιας έντιμης υπόθεσης, αλλά οι τρομώδεις ήρωες ενός έπους στο οποίο θύτες και θύματα λαμβάνουν εξίσου μέρος. Η ιστορία δεν μετατρέπεται σε ανεξάλειπτη μνήμη, αλλά σε σύγχρονη τραγωδία, που παίζεται με την ίδια πάντοτε ένταση ως τις ημέρες μας. Τέλος, διάψευση δεν σημαίνει απώλεια κάποιου θολού ονείρου αλλά επίγνωση του τρέχοντος -ο παράδεισος δεν υφίσταται, κατά πάσα πιθανότητα, μάλιστα, δεν υπήρξε ποτέ.
Βαγγέλης Χατζηβασιλείου
κριτικός λογοτεχνίας
Τι έγραψε ο Τύπος για τα βιβλία του
ΜΙΛΤΟΥ ΣΑΧΤΟΥΡΗ
(αποσπάσματα από κριτικές)
Ο Σαχτούρης έχει δημιουργήσει ένα δικό του κόσμο, με θεμέλια, αρχιτεκτονική διάρθρωση, ενότητα ύφους και περιεχόμενο. Έναν αποκλειστικά δικό του κόσμο, Μπορείς να τον αναγνωρίσεις όχι μόνον από οποιοδήποτε ποίημα αλλά κι από οποιονδήποτε στίχο. Ο κόσμος του Σαχτούρη φαίνεται κλειστός και σε μερικούς, ίσως στενά ατομικός. Κι όμως συνεχώς υπάρχει μια ευαίσθητη ακοή που αφουγκράζεται, κι ένα μάτι που βλέπει άγρυπνα, ό,τι γίνεται απ' έξω…
Νόρα Αναγνωστάκη
Κριτικός λογοτεχνίας
Περ. ΚΡΙΤΙΚΗ, Νο 10, 7-8-1960
Η λησμονημένη, Αθήνα, Ίκαρος, 1945. Σελ. 48
Ανάμεσα στην ψευδώνυμη συλλογή του Η μουσική των νησιών μου και την πρώτη επώνυμη Η λησμονημένη μεσολαβεί διπλή δοκιμασία: ατομική - η αρρώστια του - και συλλογική - η κατοχή.
Η διπλή αυτή δοκιμασία περνά στην ποίησή του σε μικρές έμμονες δόσεις. Αυτή η εμμεσότητα και το κερμάτισμα του προσωπικού και συλλογικού δράματος - του γίνεται γρήγορα ο ποιητικός χαρακτήρας του. Και ταυτόχρονα η περιρρέουσα ατμόσφαιρα που συμπιέζει την ποιητική του συνείδηση.
Γιάννης Δάλλας
Ποιητής, δοκιμιογράφος
Καθηγητής, Ιόνιο Παν/μιο
Περ. Ο ΠΟΛΙΤΗΣ, Νο 32. 1-2, 1980
Με το πρόσωπο στον τοίχο, Αθήνα, 1952. Σελ. 54
…Με το Πρόσωπο στον Τοίχο, οι κατακτήσεις του εκτείνονται σε βάθος ενώ κερδίζουν και σε ένταση. Ο λόγος του, γυμνός από επισημότητες, διαθέτει μια σπάνια λειτουργικότητα. Η λιτότητα των εκφραστικών του μέσων δεν εμποδίζει να αποδοθούν βαθύτατες καταστάσεις. Τα πράγματα εδώ έχουν αποκτήσει ένα γήινο βάρος. Μπροστά μας αναπτύσσεται ένας κόσμος κλειστός αλλά διακεκριμένος…
Αλέξανδρος Αργυρίου
Κριτικός λογοτεχνίας
Περ. ΑΓΓΛΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, Νο 7
Χειμώνας, 1954-1955
Τα φάσματα ή η χαρά στον άλλο δρόμο, Αθήνα, 1958. Σελ. 15.
Η καινούργια συλλογή του Μίλτου Σαχτούρη, προάγει το έργο του ε σ ω τ ε ρ ι κ ά, και επεξεργάζεται περαιτέρω σε βάθος, τον μονογραμμικό, αλλά και τόσο εντατικό κόσμο του. Οι πάγιες αρετές ενός έργου μοναχικού, ιδιότυπου και φροντισμένου, διατρέχουν σταθερά και το βιβλίο τούτο: Αμεσότητα, αφαίρεση, συμπαγής λυρισμός, έντονη και αλλόκοτη υποβλητικότητα…
Βασίλης Νησιώτης
(= Πάνος Θασίτης)
Ποιητής
Περ. ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ, Νο 48/49, 2-3-1959
Ο περίπατος, Αθήνα, 1960. Σελ. 48
Ο Περίπατος του Μίλτου Σαχτούρη, είναι το πιο προχωρημένο βιβλίο του.
…έχει ενδιαφέρον η προσωπική αίσθηση του Σαχτούρη, ο τρόπος της ποιητικής διάκρισης των πραγμάτων. Όχι πως δεν υπάρχει ο εξωτερικός κόσμος, υπάρχει, αλλά από στιγμή σε στιγμή παίρνει τη μορφή διαφόρων εφιαλτικών φαντασιώσεων, υπακούοντας στο νήμα μιας κεντρικής εσωτερικής του αναταραχής, […].
Νικηφόρος Βρεττάκος
Ποιητής
Περ. ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΕΧΝΗΣ, Νο 65-66
5-6-1960
Τα στίγματα, Αθήνα, 1962. Σελ. 48
Β΄ ΚΡΑΤΙΚΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΟΙΗΣΗΣ
…Η ποίηση του Σαχτούρη, μια ποίηση αποκλειστικά ιδιωτικού χώρου, είναι μονόχορδη και μονοτονική, μα τούτο ακριβώς της δίνει και τον ιδιαίτερο της τόνο. Πρόκειται για μια ιδιότυπη έκφραση άγχους, που αντλεί την πρωτοτυπία της απ' την ατομικότητα του ποιητή κι αποτελεί διασταύρωση της ελεύθερης συνειρμικής του υπερρεαλισμού με τα σύμβολα του μετασυμβολισμού…
Κώστας Στεργιόπουλος
Ποιητής
Περ. ΕΠΟΧΕΣ, Νο 2, Ιούνιος 1963
Τα στίγματα, Αθήνα, 1962. Σελ. 48
Β΄ ΚΡΑΤΙΚΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΟΙΗΣΗΣ
Είναι, επίσης, από τους σύγχρονους Έλληνες ποιητές ο περισσότερο εντυπωσιακός..
[…] Ο Σαχτούρης δεν βασανίζεται ούτε από το υπαρξιακό άγχος, ούτε από την αναζήτηση μιας μεταφυσικής εξόδου. Ανήκει σ' ένα τρίτο είδος εκφυγής. Πρόκειται για τυπική περίπτωση καλλιεργημένης παραισθητικής, με αιτιολογικό, όπως προσπάθησα ν' αποδείξω, την αυτοπροστασία. Θα μπορούσε ίσως να θυμηθεί κανείς τον Κάφκα, με την μέγιστη όμως διαφορά ότι στον Τσέχο συγγραφέα, αντίθετα με τον Έλληνα ποιητή, όλα τα σύμβολα, παρά τον εφιαλτικό χαρακτήρα τους, έχουν όχι μόνο κοινωνική καταγωγή, αλλά και κοινωνικό στόχο.
Τάσος Λειβαδίτης
Ποιητής
Εφ. Η ΑΥΓΗ, 11-6-1963
Ποιήματα (1945-1971), συγκεντρωτική έκδοση.
Αθήνα, Κέδρος, 1977. Σελ. 276. ISBN: 960-04-425-9
Στην περίπτωση του, που είναι ίσως η πιο μοναχική μετά τον πόλεμο, έχουμε μια προσωπική μυθολογία, έναν κόσμο συμβόλων δηλαδή, αποτελούμενο από ελάχιστες λέξεις και εικόνες που επαναλαμβάνονται με εκπληκτική συνέπεια σε όλο του το έργο μέσα στα τελευταία 34 χρόνια…
…Το έργο του Σαχτούρη εξελίσσεται σαν ένα ποίημα σ' ένα σ υ ν ε χ έ ς - μια καμπύλη δίχως μεταπτώσεις, με εξαίρεση τη σποραδική κορύφωση τριών τόνων που υποδεικνύουν την ύπαρξη δύο κόσμων: Ο ε δ ώ και τ ώ ρ α της έκπτωσης. Ο π έ ρ α και π ά ν ω της ανάστασης του ανθρώπινου…
Στέφανος Μπεκατώρος
Ποιητής
Περ. ΔΙΑΒΑΖΩ, Νο 14, 10-11-1978
Χρωμοτραύματα, Αθήνα, Γνώση, 1980. Αθήνα, Κέδρος 1995. σελ. 40 ISBN: 960-041-137-9
…είναι χαρακτηριστικός ο τίτλος Χρωμοτραύματα. Η έννοια ζωγραφισμένη ποίηση" προεξαγγέλλεται από κορυφής της συλλογής εδώ, συνεπτυγμένη: σημαίνει πως απεικονίζει σε όλα τα ποιήματά του τραύματα της ύπαρξης και των καιρών, με μια εικαστική, που ο ποιητής τη θεωρεί ανώτερη αντίληψη και απόδοση του κόσμου…
Ο Σαχτούρης είναι ένας ποιητής που ανεβάζει τη βαθύτερη και πανανθρώπινη παράδοση ως την πιο επίκαιρη και ερμητική πρωτοπορία. Ή καλύτερα, που, εν ονόματι της ποίησης, της μιας και αδιαίρετης, καταργεί αυτόματα τα όρια μεταξύ πρωτοπορίας και παράδοσης.
Γιάννης Δάλλας
Ποιητής, δοκιμιογράφος
Περ. ΠΟΛΙΤΗΣ, Νο 32. 1-2,1980.
Εκτοπλάσματα, Αθήνα, Στιγμή, 1986. Αθήνα, Κέδρος, 1989. Σελ. 40 ΙSBN: 960-040-287-7
Α΄ ΚΡΑΤΙΚΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΟΙΗΣΗΣ
Μόλις δεκαεπτά ποιήματα πήραν τον παράξενο τίτλο Εκτοπλάσματα.
Καθώς το δείχνει κιόλας ο δίσημος τίτλος, πρόκειται για τις εκτός "πλάσματος" ορατές προβολές ενός ποιητή, που έγινε στο μεταξύ medium του εαυτού του.
Γενικότερα ο ποιητικός κόσμος στα Εκτοπλάσματα είναι διπλός: πάνω, κάτω. μισός στο σκοτάδι και μισός στο φως. στάσιμος και αναχωρητικός. θανάσιμος και αναστάσιμος. Αντιφατικός και φατικός.
Δ.Ν. Μαρωνίτης
Καθηγητής Παν/μίου Θεσσαλονίκης
Εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 19-1-1980
Ποιήματα (1941-1972), συγκεντρωτική έκδοση.
Αθήνα, Κέδρος, 1996. Σελ. 32. ISBN: 960-040-041-5
…η συνταύτιση υποκειμενικού και αντικειμενικού, λογικού και παράλογου, υπαρκτού και ανύπαρκτου, είναι μια χαρακτηριστική συνθήκη σ' όλο το φάσμα της ποίησης του Μ. Σαχτούρη και δεν οφείλεται τόσο στην επίδραση του υπερρεαλισμού όσο γενικότερα σε μια προσωπική σχέση με τη λογοτεχνία και την τέχνη, που αναζήτησαν μια "λογική" των πραγμάτων έξω από την τρέχουσα, καθιερωμένη λογική. Είναι, λ.χ. ποιήματα του Γκ. Απολλινέρ και του Ν. Εγγονόπουλου, πεζά του Φρ. Κάφκα και του Ντ. Τόμας. Και, ακόμα, εικαστικές συνθέσεις του Ιερώνυμου Μπος και του Πάμπλο Πικάσο.
Αλέξης Ζήρας
Κριτικός λογοτεχνίας
Περ. Η ΛΕΞΗ, Νο 123/124, 9-12-1994
Ανάποδα γύρισαν τα ρολόγια, Αθήνα, Κέδρος, 1998. Σελ. 32. ΙSBN: 960-04-1556-0
Βασίλης Κ. Καλαμαράς: Η τελευταία ποιητική συλλογή σας, βλέπετε να έχει κοινά στοιχεία τόσο με τον συγκεντρωτικό τόμο που φτάνει ως το 1971 όσο και με τα μεταγενέστερα ποιήματα; Βλέπετε να υπάρχουν δύο περίοδοι;
Μίλτος Σαχτούρης: Ωραία το θέσατε το θέμα. Όλη η ποίησή μου, από τη Λησμονημένη ως σήμερα, είναι μια εξομολόγηση του ασυνειδήτου μου. Είναι συνέχεια. Μια ιστορία είναι. Είναι μια συνέχεια του ασυνειδήτου μου. Βγαίνουνε μόνα τους, χωρίς να κάνω καμιά προσπάθεια. Ένας φίλος μου, ο Θεός να τον συγχωρέσει, που ήταν καλός ποιητής, μου έλεγε: "Το πρωί κάθομαι και θα γράψω κάτι". Εμένα μου ερχόντουσαν τα ποιήματα βράδυ που κοιμόμουνα, στο δρόμο, στα καφενεία. Μια φορά σ' εάν καφενείο έγραψα μέσα σ' ένα μήνα μία συλλογή.
Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 23-12-1998
ΗΘΟΓΡΑΦΙΑ
ΗΘΟΓΡΑΦΙΑ: η αναπαράσταση με αληθοφανή τρόπο των ηθών, των εθίμων, της συμπεριφοράς, της ιδεολογίας και εν γένει του συλλογικού τρόπου ζωής μιας ορισμένης (αστικής ή αγροτικής) κοινωνίας. Η ηθογραφική μυθοπλασία έλκεται από το σύνολο του κοινωνικού σώματος, αναζητά μέσους όρους και ζωγραφίζει αντιπροσωπευτικούς χαρακτήρες. Καθώς διακριτικό γνώρισμα της ηθογραφίας είναι και ο "συγχρονικός" (παροντικός) χαρακτήρας της αφήγησης, ο αφηγηματικός λόγος βασίζεται κατά κανόνα στην άμεση εποπτεία και στην προσωπική μαρτυρία ή ανακαλεί στο παρόν προηγούμενες εμπειρίες. Στη νεοελληνική πεζογραφία του 19ου αιώνα εκδηλώνεται από το 1840 περίπου και εξής ποικίλες ηθογραφικές εκδοχές, οι οποίες παρά τις μεταξύ τους διαφορές συστήνουν μια ενιαία και πολυσύνθετη αφηγηματική περιοχή, καθώς εμφανίζουν πολλά κοινά θεματικά γνωρίσματα και αφηγηματικές τεχνικές όπως:
α) η προσγείωση της αφήγησης στο παρόν και σε χώρους λίγο ή πολύ γνωστούς και οικείους,
β) η προγραμματική πρόθεση απεικόνισης των ηθών, της εθιμικής συμπεριφοράς και του συλλογικού εν γένει τρόπου ζωής,
γ) η απεικόνιση χαρακτηριστικών ανθρώπινων τύπων,
δ) η σκηνοθετημένη αληθοφάνεια της αφήγησης, η οποία στηρίζεται συνήθως στη συστηματική χρήση του πρώτου αφηγηματικού προσώπου (τεχνική που σκοπεύει στην εξίσωση της αφήγησης με τη μαρτυρική κατάθεση) και στην εκτεταμένη χρήση των διαλόγων στους οποίους αποτυπώνεται η ιδιωματική έκφραση των ηρώων (τεχνική που σκοπεύει στη δημιουργία εντύπωσης φωνογραφικής πιστότητας). Ειδικότερα, στη νεοελληνική πεζογραφία του 19ου αιώνα εμφανίζονται οι εξής ηθογραφικές εκδοχές:
1. Η αστική ηθογραφία. Πρόκειται για τη σημαντικότερη, τουλάχιστον από την άποψη της συνέχειας και της διάρκειας, ηθογραφική τάση. Στο πλαίσιο της αστικής ηθογραφίας είναι δυνατόν να οριστούν μερικές σχετικά αυτοδύναμες ενότητες, όπως: η σατιρική ηθογραφία του Παλαιολόγου (Ο πολυπαθής 1839, Ο ζωγράφος 1842) και του Πιτζιπιού (Ο πίθηκος Ξουθ 1841) και τα αστικά απόκρυφα ή μυστήρια, που γράφονται συστηματικά από τα μέσα του 19ου αιώνα ως το 1930 περίπου. Ως ξεχωριστή ενότητα, με βάση το κριτήριο του χώρου, θα μπορούσε να θεωρηθεί και η αθηναιογραφία [τα διηγήματα -ενδεικτικά- των Άγγ. Βλάχου, Μ. Μητσάκη, Αλ. Παπαδιαμάντη και τα μυθιστορήματα -και πάλι ενδεικτικά- του Γρ. Ξενόπουλου (Ο άνθρωπος του κόσμου 1888, Νικόλας Σιγαλός 1890), Οι άθλιοι των Αθηνών 1894, του Ι. Κονδυλάκη, Η Αθήνα μας 1893, του Ν. Σπανδωνή]. Είναι προφανές ότι τα όρια ανάμεσα στις δύο πρώτες ενότητες και στην τελευταία είναι κάθε άλλο παρά στεγανά, αφού στην πραγματικότητα τα περισσότερα μυθιστορικά κείμενα του 19ου αιώνα τοποθετούν τη δράση τους -εξολοκλήρου ή εν μέρει- στην ελληνική πρωτεύουσα.
2. Η ειδυλλιακή αγροτική ηθογραφία. Εκδηλώνεται στα 1883 με το διαγωνισμό διηγήματος της Εστίας και "εξαντλείται" μερικά χρόνια αργότερα, γύρω στα 1890. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της ενότητας αυτής που εκπροσωπείται από τους Δροσίνη, Χρηστοβασίλη, Εφταλιώτη, Κρυστάλλη κ.ά., είναι το λαογραφικό ενδιαφέρον και η εξιδανίκευση της ζωής στην ελληνική ύπαιθρο.
3. Η ρεαλιστική αγροτική ηθογραφία. Τα κείμενα που εντάσσονται σ' αυτή την ενότητα, κατορθώνουν να υποτάξουν στον ευρύτερο αφηγηματικό σχεδιασμό τα λαογραφικά στοιχεία και να αντιμετωπίσουν κριτικά τα κοινωνικά φαινόμενα και την ψυχολογική συμπεριφορά των ανθρώπινων χαρακτήρων. Εδώ ανήκουν τα διηγήματα του Βιζυηνού, πολλά σκιαθίτικα διηγήματα του Παπαδιαμάντη, οι δύο νουβέλες του Καρκαβίτσα (Η λυγερή και Ο ζητιάνος) κ.ά. Στην ενότητα αυτή θα μπορούσαν να ενταχθούν, ως πρώιμα και προδρομικά δείγματα ρεαλιστικής αγροτικής ηθογραφίας και ορισμένα από τα διηγήματα του Δ. Αινιάνος.
ΠΗΓΗ: Παντελής Βουτουρής, Ως εις καθρέπτην … Προτάσεις και υποθέσεις για την ελληνική πεζογραφία του 19ου αιώνα, Αθήνα, εκδ. Νεφέλη, 1995, σσ. 259-262.
Παρασκευή 26 Ιουνίου 2009
Μανόλης Αναγνωστάκης: α) Λίγα λόγια για τη ζωή και το έργο του, β) Κ. Γεωργουσόπουλος, Οι σωσίες και η σιωπή του…
α)
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης (Θεσσαλονίκη, 10 Μαρτίου 1925 – Αθήνα, 23 Ιουνίου 2005) ήταν έλληνας ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς.
Βιογραφικά στοιχεία
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου σπούδασε Ιατρική. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής συμμετείχε στην ΕΠΟΝ. Κατά την διετία 1943-1944 ήταν αρχισυντάκτης του περιοδικού Ξεκίνημα, που ανήκε στον εκπολιτιστικό όμιλο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Είχε έντονη πολιτική δράση στο φοιτητικό κίνημα, για την οποία φυλακίστηκε το 1948 ενώ το 1949 καταδικάστηκε σε θάνατο από έκτακτο στρατοδικείο. Βγήκε από τη φυλακή με την γενική αμνηστία το έτος 1951.
Την περίοδο 1955-1956 ειδικεύτηκε ως ακτινολόγος στη Βιέννη και κατόπιν άσκησε το επάγγελμα του ακτινολόγου για ένα διάστημα στη Θεσσαλονίκη ενώ το 1978 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.
Δημοσίευσε κείμενα του για πρώτη φορά στο περιοδικό Πειραϊκά Γράμματα (1942) και αργότερα στο το φοιτητικό περιοδικό Ξεκίνημα (1944), του οποίου υπήρξε και αρχισυντάκτης για μία περίοδο. Ποιήματα του, καθώς και και κριτικές δημοσιεύτηκαν αργότερα σε αρκετά περιοδικά. Την περίοδο 1959 - 1961 εξέδωσε το περιοδικό Κριτική ενώ υπήρξε μέλος της εκδοτικής ομάδας των Δεκαοκτώ κειμένων (1970), των Νέων Κειμένων και του περιοδικού Η Συνέχεια (1973).
Το 1986 του απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Ποίησης ενώ το 1997 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης.
Συνθέτες όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Θάνος Μικρούτσικος και ο Μιχάλης Γρηγορίου έχουν μελοποιήσει αρκετά ποιήματα του ενώ έργα του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά και τα ιταλικά.
Καταγόταν από το χωριό Ρούστικα Ρεθύμνης, όπου σώζεται το σπίτι του πατέρα του.
Έργα
- Εποχές, Θεσσαλονίκη, ιδιωτ. έκδοση, 1945, σσ. 32.
- Εποχές 2, Σέρρες, ιδιωτ. έκδοση, 1948, σσ. 24
- Εποχές 3, Θεσσαλονίκη, ιδιωτ. έκδοση, 1954, σσ. 16.
- Τα Ποιήματα (1941-1956) (Εποχές, Εποχές 2, Παρενθέσεις, Εποχές 3, Η Συνέχεια 2), Αθήνα, ιδιωτ. έκδοση, 1956.
- Η Συνέχεια 3, Θεσσαλονίκη, ιδιωτ. έκδοση, 1962, σσ. 32.
- Υπέρ και Κατά, Θεσσαλονίκη, Α.Σ.Ε., 1965, σσ. 112.
- Τα Ποιήματα (1941-1971), (Εποχές, Εποχές 2, Παρενθέσεις, Εποχές 3, Η Συνέχεια 2, Η Συνέχεια 3, Ο στόχος), Θεσσαλονίκη, ιδιωτ. έκδοση, 1971· Αθήνα, Πλειάς, 1976· Αθήνα, Στιγμή, 1985· Αθήνα, Νεφέλη, 2000, σσ. 192, ISBN 960-211-538-6.
- Αντιδογματικά: Άρθρα και σημειώματα (1946-1977), Αθήνα, Πλειάς, 1978· Αθήνα, Στιγμή, 1985, σσ. 232.
- Το περιθώριο '68-69, Αθήνα, Πλειάς, 1979· Αθήνα, Στιγμή, 1985· Αθήνα, Νεφέλη, 2000, σσ. 48, ISBN 960-211-552-1.
- Μανούσος Φάσσης: Παιδική Μούσα (τραγούδια για την προσχολική και σχολική ηλικία), Αθήνα, Αμοργός, 1980.
- Υ.Γ., Αθήνα, ιδιωτ. έκδοση, 1983· Αθήνα, Νεφέλη, 1992, σσ. 40.
- Τα Συμπληρωματικά (σημειώσεις κριτικής), Αθήνα, Στιγμή, 1985, σσ. 176.
- Ο ποιητής Μανούσος Φάσσης. Η ζωή και το έργο του. Μία πρώτη απόπειρα κριτικής προσέγγισης, Αθήνα, Στιγμή, 1987, σσ. 144. ISBN 960-269-029-1.
- Η χαμηλή φωνή: Τα λυρικά μιας περασμένης εποχής στους παλιούς ρυθμούς - μία προσωπική ανθολογία του Μανόλη Αναγνωστάκη, Αθήνα, Νεφέλη, 1990, σσ. 224.
ΠΗΓΗ: ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ,http://el.wikipedia.org/wiki/Μανόλης_Αναγνωστάκης
β)
ΠΗΓΗ: περιοδικό Η ΛΕΞΗ, τ. 186, Οκτ-Δεκ 2005
Πρωτοπορίες: στρατηγικές και αδιέξοδα
της NIKHΣ ΛOΪZIΔH
Καθηγήτριας Ιστορίας της Τέχνης
στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών Αθήνας
Σε ένα κείμενο που είχε δημοσιεύσει ο νεοεμπρεσιονιστής καλλιτέχνης Πωλ Σινιάκ στο αναρχικών τάσεων έντυπο La Revolte («Η εξέγερση») τόνιζε ότι ο φίλος του ο Σερά και ο ίδιος, αλλά και πολλοί από τους εμπρεσιονιστές ζωγράφους ήσαν «επαναστατικοί», μόνο και μόνο γιατί είχαν επιλέξει να εκφραστούν καλλιτεχνικά με μια τεχνική -τον «ντιβιζιονισμό»- την οποία οι «Φιλισταίοι αστοί» απέρριπταν ως απαράδεκτη. Το επιχείρημα του Πωλ Σινιάκ (επαναστατική τέχνη είναι αυτή που προκαλεί το γούστο του αστού) είναι τελικά πολύ λιγότερο απλοϊκό απ' όσο φαίνεται. Μια παράλληλη εξέταση φαινομένων που χαρακτηρίζουν τη λογοτεχνία και την τέχνη της εποχής μάς οδηγεί στη διαπίστωση ότι κατά την τελευταία εικοσαετία του 19ου αι. -κυρίως από το 1880 και έπειτα- οι νέοι δημιουργοί προχωρούν σε μια συνειδητά μαχητική δράση απέναντι στους θεσμούς και τη συντηρητική αστική ελίτ, χρησιμοποιώντας μορφές στρατηγικής και μέσα προπαγάνδας που δανείζονται από τον χώρο της πολιτικής. Το «κίνημα», ως μορφή συλλογικής καλλιτεχνικής έκφρασης, η σύνταξη μανιφέστων, οι διακηρύξεις και γενικότερα μορφές συλλογικού αγώνα που άγγιζαν μέχρι και τα όρια της ένοπλης τρομοκρατίας, αποτέλεσαν το βασικό πλαίσιο δράσης των αναρχο-συμβολιστών, το οποίο σε γενικές γραμμές υιοθετήθηκε και από τις καλλιτεχνικές πρωτοπορίες του 20ού αι.
Iδεολογική στράτευση
H μελλοντική «ηγεσία» του σουρεαλισμού, σε μια εκδρομή στον Άγιο Iουλιανό των Φτωχών, το 1921. Από αριστερά: Zαν Kροτί, δημοσιογράφος, Αντρέ Mπρετόν, Zακ Pιγκό, Πολ Eλιάρ, Zορζ Pιμπεμόν-Nτεσέν, Mπενζαμίν Περέ, Tεοντόρ Φρένκελ, Λουί Αραγκόν, Tριστάν Tζαρά, Φιλίπ Σουπό.
Κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αι., οι απολιτικές θέσεις των οπαδών του δόγματος της «τέχνης για την τέχνη» άρχισαν να εγκαταλείπονται, ενώ η διάθεση της πολιτικής και ιδεολογικής στράτευσης άρχισε να κατακτά συνεχώς έδαφος στο χώρο κυρίως των λογοτεχνών και των διανοουμένων. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου το γεγονός ότι οι λεγόμενες «ιστορικές πρωτοπορίες» του 20ού αι. (φουτουρισμός, ντανταϊσμός, σουρεαλισμός και μερικές από τις ομάδες των πολιτικοποιημένων Γερμανών εξπρεσιονιστών) έδρασαν ως αρχηγικού τύπου κινήματα με επικεφαλής έναν ηγέτη-διανοούμενο ή έναν ηγέτη-ποιητή. Το φαινόμενο αυτό της πολιτικοποίησης και της οργανικής αλληλεπίδρασης πολιτικής και λογοτεχνικής πρωτοπορίας, αποδόθηκε συχνά στην ολοένα και μεγαλύτερη ενίσχυση της δύναμης των σοσιαλιστών και κυρίως των αναρχικών κύκλων, με τους οποίους συνεργάστηκαν αρκετοί νέοι και επαγγελματικά περιθωριοποιημένοι καλλιτέχνες και συγγραφείς. Η ουσία ωστόσο του προβλήματος δεν είναι αυτή καθαυτή η αύξηση της δύναμης των αναρχικών ή των σοσιαλιστών (στο Παρίσι του τέλους του 19ου αι.) αλλά οι λόγοι που ώθησαν καλλιτέχνες, διανοούμενους, και διάσημους εκδότες -όπως π.χ. ο Φελίξ Φενεόν- να θεωρήσουν την πολιτική δράση, ακόμη και τις τρομοκρατικές βομβιστικές ενέργειες, ως «αισθητική έκφραση» της αναγκαίας κοινωνικής και καλλιτεχνικής εξέγερσης. Η φράση που είχε ξεστομίσει ο Αντρέ Mπρετόν το 1933, «η πιο απλή πράξη που μπορεί να ορίσει έναν σουρεαλιστή είναι να κατέβει με ένα ρεβόλβερ στον δρόμο και να πυροβολεί στα τυφλά όπου και όποιον βρει» ήταν και παρέμεινε ένα προκλητικό, ευφάνταστο και μεταφορικού χαρακτήρα ρητορικό σχήμα, ενώ αντίθετα, οι κύκλοι των αναρχικών συμβολιστών είχαν επανειλημμένα ενδώσει στην πραγματική ενεργό βία. Ο Φέλιξ Φένεον πίστευε μάλιστα ότι η βία ήταν η καλύτερη μορφή προπαγάνδας εναντίον της αστικής τάξης και της άρχουσας ιδεολογίας. «Οι αναρχικές πράξεις», είχε εξομολογηθεί στον ζωγράφο Πωλ Σινιάκ, «και η τρομοκρατική βία έδωσαν, στον χώρο της προπαγάνδας, πολύ περισσότερους καρπούς από την εικοσαετή και πλέον συγγραφική δραστηριότητα ενός Κροπότκιν ή ενός Ρεκλίς».
O αιώνας του μοντερνισμού
Η εισαγωγική αυτή αναφορά στις σχέσεις πολιτικής και λογοτεχνικής πρωτοπορίας κατά τα τέλη του εξαιρετικά σημαντικού -για τις θεσμικές και αισθητικές ζυμώσεις του- 19ου αι., ήταν, κατά τη γνώμη μου, αναγκαία για μια βαθύτερη κατανόηση της στρατηγικής αλλά και των αδιεξόδων που αντιμετώπισαν τα καλλιτεχνικά κινήματα στις αρχές του αιώνα του μοντερνισμού. Ποιητές, διανοούμενοι και συγγραφείς, όπως ο Φ. T. Mαρινέτι -θαυμαστής του Mπωντλέρ, του Πωλ Ανταμ και γνωστός στους κύκλους των Γάλλων αναρχο-συμβολιστών- o Mπρετόν, ο Αραγκόν και ο Tριστάν Tσάρα, υπήρξαν ηγέτες κινημάτων στα οποία η «ιδέα», το «κοινωνικό όραμα» και η «πολιτική ουτοπία» προϋπήρχε συχνά της καλλιτεχνικής πρακτικής. Το κυριότερο, υπήρξαν ηγέτες καλλιτεχνικών κινημάτων τα οποία επιχείρησαν να στηριχθούν στον κορμό μιας κοινωνικής και πολιτικής επανάστασης προκειμένου να επιβάλουν το δικό τους οικουμενικό όραμα. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η «μήτρα» όλων αυτών των κοινωνικών οραμάτων -ακόμα και αυτών που εμψύχωσαν τη ρωσική πρωτοπορία- ήταν η Επανάσταση του 1789. Η αμφιλεγόμενη πολιτική περιπέτεια του φουτουρισμού -η οποία ταλαντεύθηκε ανάμεσα στον σοσιαλισμό, τον αναρχισμό και την ψευδο-υποστήριξη του Mουσολίνι-, το άνοιγμα των σουρεαλιστών προς το κομμουνιστικό κόμμα της Γαλλίας, οι φιλο-αναρχικές αλλά κυρίως αντι-αστικές τάσεις των νταντά και η συμπόρευση των εξπρεσιονιστών με τους σπαρτακιστές, τους σοσιαλιστές, τους κοινωνικούς και οικονομικούς παρίες, είναι γεγονότα που πιστοποιούν ότι η λογοτεχνική και καλλιτεχνική πρωτοπορία του 20ού αι. συμπεριφέρθηκε και ως μαχόμενη κοινωνική εμπροσθοφυλακή. Ωστόσο, για ό,τι αφορά κυρίως τον ντανταϊσμό και τον σουρεαλισμό, θα έλεγα ότι και τα δύο αυτά κινήματα συνέχισαν, μέσα από αρκετές ομολογουμένως ταλαντεύσεις και αντιφάσεις, μια τακτική εξέγερσης η οποία, παρά τα πολλαπλά θεωρητικά της στηρίγματα, παρέμεινε ουσιαστικά αδέσμευτη και αυτόνομη. Αυτή ακριβώς η στάση της πρωτοπορίας η οποία θέλησε να κρατήσει για τον εαυτό της τον ρόλο του «πρωταγωνιστή», του «κοινωνικού αναμορφωτή» και του θεσμικού καταλύτη, δεν βρήκε εύκολα συμπαραστάτες από τον χώρο της πολιτικής, είτε αυτή είχε ρόλο κυρίαρχο -όπως η φασιστική ηγεσία του Mουσολίνι-, είτε ήταν προοδευτική, ή είχε εξαναγκασθεί σε έναν ρόλο περιθωριακής ταξικής πάλης. Για ό,τι αφορά ιδιαίτερα τις σχέσεις πρωτοπορίας και αναρχισμού, σωστά επισημαίνεται από τον Tζέημς Tσολ ότι «παράλληλα με τη δράση του Kροπότκιν ή του Mαλατέστα διαμορφώθηκε ένα είδος βίαιου, μποέμικου ατομιστικού αναρχισμού, τον οποίο οι οργανωμένοι αναρχικοί αντιμετώπιζαν συχνά με αισθήματα έντονης δυσφορίας».
H νέα μητρόπολη
'Ενα ερώτημα ωστόσο που γεννιέται σχετικά με την πολυκύμαντη σχέση τέχνης και πολιτικής στον 20ό αι., είναι γιατί ο μαχητικός -και εν πολλοίς μεσσιανικός και ουτοπικός χαρακτήρας- των επαναστατικών καλλιτεχνικών κινημάτων ατροφεί και βαθμιαία εξαφανίζεται κατά το δεύτερο μισό του 20ού αι. Ο όρος «πρωτοπορία» αποβάλλει επίσης το επικο-ηρωικό του περιεχόμενο και σηματοδοτεί, κυρίως και πάνω απ' όλα, το νεωτερικό στοιχείο και την «αενάως παραγόμενη» αισθητική καινοτομία. Μετά το 1950, οι τάσεις που διαμορφώθηκαν στον ευρωπαϊκό και διεθνή καλλιτεχνικό χώρο -με τη βαθμιαία και αποφασιστική πλέον επίδραση της Νέας Υόρκης ως νέας Μητρόπολης του μοντερνισμού - δεν έχουν τον χαρακτήρα συλλογικού κινήματος με κοινωνικό όραμα και επεμβατικές προθέσεις. Εξάλλου, η αναμέτρηση των άλλοτε επαναστατικών κινημάτων με τις τάξεις του «εχθρού» -δηλαδή της άρχουσας αστικής τάξης- μεταφέρεται πλέον σε ένα νέο «πεδίο μάχης» που ορίζεται από τις καθαρά ανταγωνιστικές σχέσεις κυκλωμάτων, θεσμών και μοντέλων αγοράς, σε μια όλο και περισσότερο διευρυμένη -και πολιτισμικά σαλατοποιημένη- παγκόσμια κοινωνία. Τα επαναστατικά κινήματα που έδρασαν στις αρχές του περασμένου αιώνα υιοθέτησαν τελικά ένα σχήμα κοινωνικής δράσης, το οποίο στις μέρες μας φαντάζει τουλάχιστον οξύμωρο: χρησιμοποιώντας ένα μεταφορικό σχήμα από το πεδίο της πολιτικής ή μάλλον της στρατιωτικής ορολογίας, θα έλεγα ότι η ύπαρξή τους είχε νόημα μόνον όσο κρατούσε σθεναρή αντίσταση ο «εχθρός», δηλαδή η αστική τάξη και οι σήμερα παρωχημένες αισθητικές και ηθικές αξίες της. Όπως τόνιζε πριν από μερικές δεκαετίες ο Nτάνιελ Mπελ εντοπίζοντας τα βαθύτερα αίτια των πολιτικο-κοινωνικών και πολιτισμικών συγκρούσεων που προέκυψαν στις δυτικές κοινωνίες κατά τη βιομηχανική φάση του καπιταλισμού, «ενώ η αστική κοινωνία προωθούσε στον καθαρά οικονομικό χώρο διάφορες μορφές εξέλιξης και ανάπτυξης του ριζοσπαστικού ατομικισμού και ενώ ήταν πρόθυμη να υπερβεί όλες τις συμβάσεις της παραδοσιακής κοινωνίας, στον τομέα του πολιτισμού αμφισβητούσε διαρκώς ό,τι είχε σχέση με τη ρηξικέλευθη πρωτοβουλία. Από την άλλη, οι ανανεωτές δημιουργοί, από τον Mπωντλέρ ως τον Pεμπώ και τον Αλφρέντ Zαρί, ενώ έσπευδαν να εξερευνήσουν τον χώρο των νέων εμπειριών, εκδήλωναν ταυτόχρονα φανερή αποστροφή και απέχθεια προς την τάξη των αστών». Ωστόσο, είτε θέλουμε να το παραδεχτούμε είτε όχι, τα επαναστατικά καλλιτεχνικά κινήματα υπήρξαν το θεσμικό και αισθητικό σύμπτωμα της ελεύθερης αστικής κοινωνίας -κατά τη βιομηχανική περίοδο του επιταχυνόμενου καπιταλισμού- και διήρκεσαν όσο ακριβώς διατηρήθηκε το αντίπαλο σχήμα κινηματία καλλιτέχνη και «Φιλισταίου αστού».
Ο Ιταλός θεωρητικός Ρενάτο Πόγκολι, πριν από τέσσερις περίπου δεκαετίες σημείωνε στην κλασική πλέον μελέτη του με τίτλο «Θεωρία της Πρωτοπορίας»: «Η πρωτοποριακή τέχνη θα χαθεί μόνον αν πρόκειται να χαθεί και ο ίδιος ο πολιτισμός μας. Και αυτό θα συμβεί αν ο σημερινός μας κόσμος υποκύψει σε μια νέα τάξη πραγμάτων που θα προσδιορίζεται κατά τρόπο μοναδικό από τη μαζική κουλτούρα και από μορφές πολιτισμικού ολοκληρωτισμού που θα καθιστούν αδύνατη την επιβίωση και την έκφραση οποιασδήποτε πνευματικής μειονότητας...».
«Η Ιστορία συμβαίνει στο Δι@δίκτυο»
του Mark Poster
Ο Mark Poster είναι καθηγητής Ιστορίας στο University of California, Irvine. Επίσης, διδάσκει στο Πρόγραμμα Κινηματογραφικών Σπουδών, στο Ινστιτούτο Κριτικής Θεωρίας και συνεργάζεται με το Τμήμα Επιστήμης της Πληροφορίας και των Υπολογιστών του ίδιου Πανεπιστημίου. Με τα βιβλία του (ενδεικτικά: The Information Mode, The Second Media Age, Cultural History & Postmodernity, What's the Matter with the Internet?) έχει ανοίξει το δρόμο για τη μελέτη των νέων ψηφιακών τεχνολογιών επικοινωνίας στο πλαίσιο των ανθρωπιστικών σπουδών. Βρέθηκε στην Αθήνα στις 30/11-2/12 προσκεκλημένος του περιοδικού Historein/Ιστορείν ως κεντρικός ομιλητής στο συνέδριο του περιοδικού με τίτλο «Η Ιστορία ως διακύβευμα: μορφές σύγχρονης ιστορικής κουλτούρας». Η συνέντευξη δόθηκε στη Δέσποινα Βαλατσού μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και μεταφράστηκε από την ίδια.
___
- Σ' έναν κόσμο που αλλάζει με ραγδαίες εξελίξεις, το Διαδίκτυο παίζει καθοριστικό ρόλο τόσο για την επικοινωνία όσο και για την πληροφόρηση. Πόσο επηρεάζουν τα ίδια τα χαρακτηριστικά της χρήσης του κυβερνοχώρου την εικόνα που μέσω αυτού αποκτούμε; Πόσο «δημοκρατικό μέσο» είναι και πώς αντιμετωπίζετε τις προσπάθειες που γίνονται για έλεγχο του μέσου, είτε αυτό αφορά σεξουαλικά εγκλήματα είτε, πρόσφατα, την πάταξη της τρομοκρατίας;
«Το Διαδίκτυο είναι ένα μέσο που λειτουργεί είτε στη λογική του ενός πομπού και ενός δέκτη, όπως το τηλέφωνο, είτε στη λογική του ενός πομπού και των πολλών δεκτών, όπως το ραδιόφωνο και η τηλεόραση. Έτσι, ευνοεί την ύπαρξη πολλαπλών «σημείων εκφοράς λόγου», ιδεών, εικόνων και ήχων, και αυξάνει ποιοτικά αλλά και ποσοτικά την επικοινωνία και τη διανομή πληροφοριών. Από τεχνικής άποψης, ως ψηφιακό μέσο επιτρέπει την τροποποίηση της πληροφορίας από τους δέκτες της και την αποθήκευση και αναδιανομή της τροποποιημένης πληροφορίας. Αυτά τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά της αρχιτεκτονικής δομής του Διαδικτύου προωθούν πιο δημοκρατικούς τρόπους επικοινωνίας. Είναι επίσης δημοκρατικό μέσο μια και ως νέα τεχνολογία ευνοεί τους νέους. Την ίδια στιγμή, είναι πράγματι αρκετές οι προσπάθειες από παροχείς διαδικτυακών υπηρεσιών όπως η AOL (σ.τ.μ.: ένας από τους μεγαλύτερους παροχείς διαδικτυακών υπηρεσιών στην Αμερική) ή και από κυβερνήσεις να περιορίσουν την πρόσβαση και να ελέγξουν το περιεχόμενο του Διαδικτύου. Παραμένει ανοιχτό το ερώτημα κατά πόσο αυτές οι προσπάθειες ελέγχου και περιορισμού θα υπερισχύσουν».
- Η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών στις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες έχει πυροδοτήσει συζητήσεις αναφορικά με το αντικείμενο και τις μεθόδους των επιστημών αυτών. Ποια νομίζετε ότι είναι η επίδραση των νέων τεχνολογιών στην επιστήμη της Ιστορίας; Πιστεύετε ότι η επιστήμη της Ιστορίας θα γνωρίσει αλλαγές μορφής ή περιεχομένου;
«Το γνωστικό αντικείμενο της Ιστορίας αντιμετωπίζει την πρόκληση του Διαδικτύου σε όλα τα επίπεδα. Πρώτον, βάσεις δεδομένων και αρχεία, που αποτελούν τη βάση της ιστορικής έρευνας, μεταναστεύουν μαζικά στο Διαδίκτυο. Οι ψηφιοποιημένες πια πληροφορίες αναμορφώνονται από τους χρήστες, προκαλώντας έτσι ερωτήματα σχετικά με το αμετάβλητο των κειμένων. Δεύτερον, η δυνατότητα να ψηφιοποιούνται στο Διαδίκτυο όχι μόνο κείμενα αλλά και εικόνες και ήχοι επηρεάζει την ιστορική έρευνα. Το γεγονός αυτό οδηγεί και ενθαρρύνει τους ιστορικούς να γράψουν νέα είδη κειμένων με οπτικό και ηχητικό περιεχόμενο. Τρίτον, το Διαδίκτυο προσφέρει ένα καινοτόμο χώρο δημοσίευσης ιστορικών έργων είτε ως άρθρα σε περιοδικά είτε ως αυτόνομα βιβλία. Το ιστορικό έργο υπόκειται στις ίδιες διαδικασίες στις οποίες υπόκειται κάθε είδους πληροφορία στο νέο αυτό χώρο, δηλαδή χάνει το αμετάβλητο στοιχείο του και ανοίγεται σε νέες δυνατότητες δημοσίευσης χωρίς τον περιορισμό εκδοτικών επιτροπών και άλλων μορφών ελέγχου. Ακόμα και φοιτητές Ιστορίας μπορούν πια να δημοσιεύσουν τη δουλειά τους σ' ένα εν δυνάμει παγκόσμιο κοινό. Τέταρτον, στο επίπεδο της διδασκαλίας της Ιστορίας, οι λίστες επικοινωνίας, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και οι ιστοσελίδες ενισχύουν το μοντέλο της «πρόσωπο-με-πρόσωπο» διδασκαλίας. Ολοκληρώνοντας, μετά την τυπογραφία, καμιά άλλη τεχνολογική καινοτομία δεν έχει ανοίξει τόσους νέους δρόμους στην Ιστορία όσους το Διαδίκτυο. Η ίδια η Ιστορία συμβαίνει στο Διαδίκτυο. Στο βαθμό που οι άνθρωποι "συναντιούνται" και επικοινωνούν στον κυβερνοχώρο, η σύγχρονη κοινωνική και ιστορική πρακτική διαδραματίζεται σε αρκετά μεγάλο βαθμό εκεί. Οι ιστορικοί αντιμετωπίζουν την πρόκληση της αναδιαμόρφωσης των μεθόδων και των τρόπων που χρησιμοποιούν για να μελετήσουν και να γράψουν γι' αυτά τα "γεγονότα"».
- Τα τελευταία χρόνια, έντονη είναι η προσπάθεια ενσωμάτωσης των νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση. Πώς προχωράει αυτή η διαδικασία στην Αμερική; Η είσοδος των νέων τεχνολογιών, συγκεκριμένα στη διδασκαλία της Ιστορίας, διαφοροποιεί τη σχέση ανάμεσα στον ιστορικό και το ερευνητικό του αντικείμενο, δηλαδή το παρελθόν; Ακόμη, πώς αλλάζει η σχέση ανάμεσα στον ιστορικό ως παραγωγό και στο μαθητή ως αποδέκτη ιστορικής γνώσης;
«Πολλές είναι οι εξελίξεις στην Αμερική σχετικά με την ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών στην ιστορική εκπαίδευση. Πολυάριθμοι κόμβοι παρουσιάζουν ιστορικές πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων κειμένων, εικόνων και ήχων. Υπάρχουν επίσης αρκετά παραδείγματα διδασκαλίας εξ αποστάσεως, πολλά εκ των οποίων αξιόλογα. Το δικό μου Τμήμα Ιστορίας οργανώνει τώρα το πρώτο μάθημα εξ αποστάσεως, προσφέροντας στους φοιτητές μας στο Δήμο του Orange τις ειδικές γνώσεις ενός επιστήμονα από το Los Angeles. Όλες οι τάξεις πλέον χρησιμοποιούν λίστες επικοινωνίας -οι οποίες ενεργοποιούνται αυτόματα στην αρχή κάθε διδακτικής περιόδου- καθώς και ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, εργαλεία που προσφέρουν σε διδάσκοντες και διδασκόμενους επιπλέον τρόπους επικοινωνίας. Εξετάσεις πραγματοποιούνται και βαθμοί ανακοινώνονται στο Διαδίκτυο. Οι μαθητές έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα πρόσβασης ο ένας στη δουλειά του άλλου. Εν ολίγοις, το Διαδίκτυο καταργεί τα φυσικά σύνορα της αίθουσας, τη μεταμορφώνει σ' ένα μη οριοθετημένο χώρο. Οι συνέπειες δεν είναι ακόμα ξεκάθαρες. Αυτή τη στιγμή, καθώς απαντώ στις ερωτήσεις σας, δέχτηκα ένα ηλεκτρονικό μήνυμα από τη διοίκηση του πανεπιστημίου μου, με το οποίο καλούμαστε να εξοικειωθούμε με τις ηλεκτρονικές μεθόδους βαθμολόγησης. Σίγουρα πρόκειται για μια άμεση απόδειξη της επικαιρότητας του ζητήματος».
- Οι νέες τεχνολογίες έχουν αναβαθμίσει τη σημασία της εικόνας ως μέσου αναπαράστασης του παρελθόντος. Τον 20ό αι. υπήρξαν πολλαπλές πολεμικές κριτικές ενάντια στην εικόνα. Συμμερίζεστε αυτή την εικονοκλαστική διάθεση, σε σχέση με τις νέες ψηφιακές εικόνες;
Ποια νομίζετε ότι είναι η επίδραση της ψηφιακής εικόνας στη διαδικασία παραγωγής και επικοινωνίας της Ιστορίας; Τι διαφορετικό προσφέρει η δυνατότητα ψηφιακής εικονοποίησης της Ιστορίας -είτε στο Διαδίκτυο είτε σε άλλες πολυμεσικές εφαρμογές, όπως τα CD-ROMs- ως μέθοδος αναπαράστασης του παρελθόντος, από τη φωτογραφία ή τον κινηματογράφο;
«Πιστεύω ότι οι οπτικές δυνατότητες του Διαδικτύου θα λυγίσουν την αντίσταση όλων όσοι αμφισβήτησαν και παλιότερες μορφές οπτικοποίησης του παρελθόντος, όπως τον κινηματογράφο. Η Ιστορία ως γνωστικό αντικείμενο δεν έχει και τόσο καλές σχέσεις με οπτικές δομές. Απόπειρες ιστορικών να αναπαραστήσουν οπτικά το παρελθόν, όπως για παράδειγμα στη δημόσια τηλεόραση στην Αμερική, συναντούν συχνά την έντονη κριτική των συναδέλφων τους. Ωστόσο, οι φοιτητές είναι πλέον «οπτικά προσανατολισμένοι», με άλλα λόγια ενδιαφέρονται ιδιαίτερα, γνωρίζουν, προτιμούν και εξοικειώνονται ολοένα και περισσότερο με οπτικούς τρόπους αναπαράστασης. Η Ιστορία, όπως και το σύνολο των ανθρωπιστικών και κοινωνικών σπουδών, πρέπει να ενσωματώσει το οπτικό και -να μην ξεχνάμε- το ακουστικό στοιχείο τόσο στις ερευνητικές όσο και στις εκπαιδευτικές της πρακτικές. Πολλά συμβαίνουν σε αυτό τον τομέα σήμερα στην Αμερική, αλλά σίγουρα υπάρχει ανάγκη για ακόμη μεγαλύτερη έρευνα.
Τα CD-ROM και οι διαδικτυακοί κόμβοι προωθούν ιδιαίτερα την ενσωμάτωση οπτικών μορφών τόσο στη διδασκαλία όσο και στην έρευνα. Επιτρέπουν στους «οπτικά προσανατολισμένους» φοιτητές να προσεγγίσουν το παρελθόν μέσα από οπτικές αναπαραστάσεις. Ταυτόχρονα όμως απαιτούν νέες κριτικές ικανότητες, νέους τρόπους αξιολόγησης των οπτικών τεκμηρίων, σε σχέση όχι μόνο με την αυθεντικότητά τους αλλά και με την παραγόμενη γνώση που προσφέρουν. Υποστηρίζω ότι κάθε μέσο -φωτογραφία, κινηματογράφος, τηλεόραση, Διαδίκτυο- χαρακτηρίζεται από συγκεκριμένους περιορισμούς και πλεονεκτήματα όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο γράφουμε και διδάσκουμε Ιστορία. Δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι οι φωτογραφίες, οι κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές, οι διαδικτυακοί κόμβοι ήταν και είναι ουσιαστικά συστατικά της καθημερινής εμπειρίας των ατόμων και των ομάδων. Με λίγα λόγια, είναι μέρος της ιστορικής εμπειρίας. Όχι μόνο είναι μέσα για την αναπαράσταση του παρελθόντος αλλά ακόμα περισσότερο είναι εκείνες οι μορφές μέσα από τις οποίες η Ιστορία βιώνεται στο παρόν.
- Τελευταία, είναι έντονη η συζήτηση για το τέλος της Ιστορίας. Ταυτόχρονα, παρατηρείται ανανεωμένο ενδιαφέρον για την παρουσία της Ιστορίας στο ευρύτερο κοινωνικό πεδίο. Θεωρείτε ότι η σύγχρονη ιστορική κουλτούρα, όπως αυτή παράγεται μέσω των ΜΜΕ και των νέων τεχνολογιών επικοινωνίας, οδηγεί στο τέλος της Ιστορίας (με την έννοια ότι αλλοιώνεται ο ακαδημαϊκός χαρακτήρας της) ή σημαίνει την αρχή της (με την έννοια ότι αναπροσδιορίζεται ο χώρος και ο τρόπος παραγωγής, διάχυσης και πρόσληψης μηνυμάτων και ερμηνειών για το παρελθόν);
«Η Ιστορία ήταν πάντα αντικείμενο αλλαγής και ανανέωσης, εξ ου και η εμφάνιση του γνωστικού αντικειμένου της ιστοριογραφίας ή αυτού της Ιστορίας της ιστορικής γραφής. Από τότε που άρχισε να γράφεται Ιστορία, νέες μορφές τεχνολογίας εμφανίζονται συνεχώς και κάθε μία από αυτές επιδρά ποικιλότροπα στη μέθοδο συγγραφής και μελέτης της Ιστορίας. Ωστόσο, το Διαδίκτυο θέτει ξεχωριστά ζητήματα στη συγγραφή της Ιστορίας. Αυξάνει τον όγκο των παρεχόμενων πληροφοριών πολύ περισσότερο από όσο η τυπογραφία ή ο κινηματογράφος. Φαίνεται ότι όλα πλέον καταγράφονται από ψηφιακές μηχανές και όλες οι καταγραμμένες πληροφορίες καταλήγουν στο Διαδίκτυο. Υπάρχει μάλιστα αρχείο για το ίδιο το Διαδίκτυο, το οποίο διαθέτει για πρώτη φορά την ιστορία του περιεχομένου του. Η υπερπληθώρα πληροφοριών έχει κάνει μερικούς ιστορικούς να προδικάζουν το τέλος της ιστοριογραφίας, και μερικούς άλλους να χαιρετίζουν την έκρηξη της πληροφορίας ως την αρχή της «πραγματικής» Ιστορίας.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, πιστεύω ότι πραγματοποιείται μια σαφής τομή στην Ιστορία. Το μοντέλο της ιστορικής γραφής του περασμένου αιώνα δεν είναι δυνατό να εξυπηρετήσει και τον επόμενο. Η μέθοδος συγγραφής της Ιστορίας σύμφωνα με τον Ράνκε, δηλαδή η ακριβής καταγραφή του παρελθόντος «όπως ακριβώς έγινε» δεν μπορεί να αποτελεί εσαεί τον Ιπποκράτειο Όρκο του επαγγέλματος της Ιστορίας. Η έννοια της αλήθειας ή η επιστημολογία της Ιστορίας θα πρέπει να αλλάξουν εάν οι ιστορικοί θέλουν να συνεχίσουν να αφηγούνται το παρελθόν με τρόπο που να ενδιαφέρει τον κόσμο.
Η οντολογική ερώτηση «Έχει έρθει το τέλος της Ιστορίας;» είναι τελείως διαφορετική. Πιστεύω ότι η Ιστορία είναι απλώς η ανθρώπινη εμπειρία στο χρόνο. Και εδώ παρατηρείται τομή, αλλά αυτή είναι διαφορετικής φύσης από το επιστημολογικό ζήτημα. Η ανθρώπινη ιστορία τώρα συνοδοιπορεί με τις μηχανές και η σύζευξη ανθρώπου-μηχανής έχει πλέον κεντρική θέση στην ανθρώπινη ζωή και εμπειρία. Η αρχή της νέας εποχής συνίσταται στη μετάβαση από μια περίοδο κατά την οποία ο άνθρωπος υπερίσχυσε της φύσης σε μια άλλη περίοδο, κατά την οποία άνθρωποι και μηχανές συμβιώνουν και αλληλεπιδρούν. Δεν είμαι σίγουρος για το βαθμό ετοιμότητας των συναδέλφων μου να αντιμετωπίσουν αυτή τη νέα κατάσταση.
Βία και θρησκεία
του ΜΑΡΙΟΥ ΜΠΕΓΖΟΥ, αν. καθηγητή Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας Πανεπιστημίου Αθηνών
Πέμπτη 25 Ιουνίου 2009
Τα ξένα πρότυπα της ελληνικής ηθογραφίας
B.AUERBACH Γ.ΒΙΖΥΗΝΟΣ
ΠΗΓΗ: Γιώργος Βελουδής, ΜΟΝΑ-ΖΥΓΑ, ΔΕΚΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ, Γνώση, Αθήνα, 1992
Παραδοσιακά νανουρίσματα της Λέσβου
ΠΗΓΗ: Σπ. Αναγνώστου (Σχολάρχου), ΛΕΣΒΙΑΚΑ ήτοι ΣΥΛΛΟΓΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΠΕΡΙ ΛΕΣΒΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΕΙΩΝ, Πανεπιστήμιο Αιγαίου – Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Μυτιλήνη 1996
Αντιπολεμική Λογοτεχνία
Του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου
Πόλεμος και αντιπολεμικό πνεύμα
Από τη «Ζωή εν τάφω» (1924) του Στρατή Μυριβήλη ως την «Πυραμίδα 67» (1950) του Ρένου Αποστολίδη
ΠΗΓΗ: εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, ένθετο ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 09/05/2003
Ο νέος ακροδεξιός λαϊκισμός
Αποφεύγοντας τις θεσμικές μεσολαβήσεις και βραχυκυκλώνοντας το πολιτικό σύστημα
Του Πιερ-Αντρέ Ταγκιεφ
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, σε πολλές δυτικο-ευρωπαϊκές χώρες, πολιτικά κινήματα που χαρακτηρίζονται λαϊκιστικά, νεο-λαϊκιστικά, εθνικο-λαϊκιστικά ή δεξιά λαϊκιστικά (ακόμα και λαϊκιστικά της ριζοσπαστικής Δεξιάς) επιβλήθηκαν στην πολιτική σκηνή, εκμεταλλευόμενα την κρίση εμπιστοσύνης έναντι των θεσμών και των κυβερνωσών ελίτ στις πλουραλιστικές δημοκρατίες. Τα νέα λαϊκιστικά κόμματα, όλα προσωποπαγή -διευθυνόμενα και ενσαρκωνόμενα από ταλαντούχους και ανησυχητικούς δημαγωγούς- εκμεταλλεύονται τα «αντιπολιτικά» αισθήματα, μέχρι του σημείου να παρουσιάζονται ως «αντικομματικά κόμματα», και μεταφράζουν στον δημαγωγικό τους λόγο την απόρριψη της μετανάστευσης (στιγματιζόμενης ως φορέα απώλειας της εθνικο-περιφερειακής ταυτότητας ή της εθνικής κυριαρχίας), ένα ισχυρό αίσθημα ανασφάλειας και το αίτημα αυταρχικής αποκατάστασης της τάξης, την εχθρότητα στην Ευρώπη και την παγκοσμιοποίηση (...).
Στη ρητορική του νέου λαϊκισμού, στην καταγγελία του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος προστίθεται αυτή του «παγκοσμισμού», που ερμηνεύεται ως «συνωμοσία» κατά των λαών και των εθνών. Ο αντι-ελιτισμός και ο αντι-παγκοσμισμός συγκροτούν έναν φαύλο κύκλο, τροφοδοτώντας το συνωμοτικό φαντασιακό. Οι περισσότεροι παρατηρητές εκκινούν από μία διαπίστωση: αυτή του ρήγματος ανάμεσα στον λαό και τις εξουσιαστικές ελίτ, της αυξανόμενης απόστασης μεταξύ του λαού και του πολιτικού συστήματος. Η συνηθισμένη διάγνωση είναι αυτή μιας κρίσης της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, που από τους πιο αισιόδοξους ερμηνεύεται ως κρίση ανάπτυξης. Στο εξής, το ρεμέδιο θα ήταν η συρρίκνωση της απόστασης ανάμεσα στους κυβερνώντες και τους κυβερνωμένους, πράγμα το οποίο μεταφράζει η πολιτική προσφορά για «περισσότερη εγγύτητα». Ωστόσο, η κρίση θα μπορούσε να κλονίσει την ίδια τη νομιμοποίηση του δημοκρατικού-αντιπροσωπευτικού συστήματος, που προκαλεί στους πολίτες ένα αίσθημα ανικανοποίητου και το οποίο δεν μπορεί να ξεπεραστεί με προσίδια μέσα. Εκδηλώνονται αιτήματα ταυτότητας και ασφάλειας, κοινοτικής αδελφότητας και σεβασμού του περιβάλλοντος, ριζώματος στο τοπικό και άμεσης δημοκρατίας, τα οποία ούτε οι διανοητικές ελίτ ούτε οι παραδοσιακοί πολιτικοί σχηματισμοί αναγνωρίζουν στην πληρότητά τους. Εξού και η κινητοποίηση του «λαού» κατά του πολιτικού και διανοητικού κατεστημένου, και η εμφάνιση αντι-συστημικών κομμάτων.
Τα σημερινά εθνικό-λαϊκιστικά κινήματα στην Ευρώπη παρουσιάζουν όλα τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
1) Την προσωπική έγκληση που απευθύνει ο ηγέτης στον λαό.
2) Την έγκληση σε όλο τον λαό-με την εξαίρεση των απονομιμοποιημένων ελίτ, που γίνονται αντικείμενο υποψίας ως «συνωμοτούσες» -άρα, τη θέαση του εθνικού συναγερμού.
3) Την άμεση έγκληση στον αυθεντικό λαό, που παρέμεινε ο «εαυτός του», που διατήρησε δηλαδή την εθνική του ταυτότητα.
4) Την έγκληση για αλλαγή, που εμπεριέχει μια καθαρτήρια ρήξη με το παρόν (το υποτιθέμενο «διεφθαρμένο σύστημα»), αξεχώριστη από μια αντιφορολογική διαμαρτυρία, ενίοτε συνδεδεμένη με την απαίτηση δημοψηφισμάτων λαϊκής πρωτοβουλίας.
5) Την έγκληση για την «κάθαρση» της χώρας από στοιχεία θεωρούμενα «αναφομοίωτα», πράγμα το οποίο ορίζει το πρόγραμμα ενός «εθνικισμού του αποκλεισμού» με αντι-μεταναστευτική δεσπόζουσα. Η παρόξυνση αυτού του τελευταίου χαρακτηριστικού βρίσκεται στην αφετηρία μιας παρέκβασης προς έναν μεικτό τύπο ρατσισμού, περισσότερο διαφοριστικού-πολιτισμικού, παρά ανισωτικού-βιολογικού. Στον πολλαπλασιασμό αυτών των νέων κομμάτων-κινημάτων μπορούμε να δούμε τον δείκτη της ανάδυσης μιας νέας ακροδεξιάς, την οποία ο Piero Ignazi ονόμασε «μετα-βιομηχανική». Αυτά τα εθνικο-λαϊκιστικά κόμματα ενσαρκώνουν περισσότερο «μετα-φασιστικούς» παρά «νεο-φασιστικούς» σχηματισμούς (ετικέτα που τους αποδίδουν οι «αντιφασίστες» μαχητές) [...].
Η συγκριτική ανάλυση των προγραμμάτων των διαφόρων λαϊκιστικών σχηματισμών επιτρέπει να υποστηρίξουμε ότι το νεο-λαϊκιστικό φαινόμενο στην Ευρώπη δεν προϋποθέτει την ύπαρξη ιδεολογικής συνοχής στο επίπεδο του δόγματος, κάτι που θα έμοιαζε με «λαϊκιστική ιδεολογία». Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει λαϊκιστική ιδεολογία, αλλά συνθέσεις ανάμεσα στις λαϊκιστικές διαμαρτυρίες και τη μία ή την άλλη ιδεολογική κατασκευή: ο λαϊκισμός αποτελεί πολιτικό ύφος που θεμελιώνεται στην έγκληση στον λαό, καθώς και στη λατρεία και την υπεράσπιση του λαού, συμβατό με όλες τις μεγάλες πολιτικές ιδεολογίες - φιλελευθερισμός, εθνικισμός, σοσιαλισμός, αναρχισμός κ.λπ. Σε αυτές τις κινητοποιήσεις, που συνιστούν ταυτόχρονα απειλή αλλά και πρόκληση για τις φιλελεύθερες δημοκρατίες, η έγκληση στον λαό από ηγέτες προικισμένους με χάρισμα και τηλεγενικές δεξιότητες, εκτός των ορίων του πολιτικού συστήματος, συμβαδίζει με την υπεράσπιση της εθνικής ταυτότητας που υποτίθεται ότι απειλείται: το λαϊκιστικό ύφος είναι αδιαχώριστο από τον εθνοτικό-εθνικιστικό προσανατολισμό. Αυτός ο «λαϊκισμός αποκλεισμού» παίρνει είτε το πρόσωπο μιας κινητοποίησης διαμαρτυρίας (στα αριστερά ή στα δεξιά, κατά προτίμηση στα άκρα) είτε αυτό μιας ταυτοτικής κινητοποίησης, η οποία αναφέρεται στην εθνική κυριαρχία-ανεξαρτησία ή στη συλλογική ταυτότητα που πρέπει να συντηρηθεί από κάθε απομάγευση (η αντίδραση είναι είτε περισσότερο «εθνικοκυριαρχική» είτε περισσότερο εθνοτικο-ρατσιστική). Ζήτημα δοσολογίας των συνιστωσών αντίστοιχα, διαμαρτυρίας (αντιφορολογισμός, αντιελιτισμός, «αντικομματισμός» κ.λπ.) και ταυτότητας (κλασικοί ξενόφοβοι εθνικισμοί, αποσχιστικοί μικροεθνικισμοί, εθνοτισμοί και εθνοτικοεθνικισμοί, κ.λπ.). Ο νέος ευρωπαϊκός λαϊκισμός παρουσιάζεται είτε με τη μορφή ενός μαχητικού εθνοτικο-εθνικο-λαϊκισμού, όταν προκρίνει την ταυτοτική διάσταση, είτε με αυτή ενός σχεδόν αποϊδεολογικοποιημένου νεο-λαϊκισμού, όταν σε αυτόν κυριαρχεί η προσφυγή στους πόρους της μιντιακής επικοινωνίας, προκειμένου να εγγυηθεί τα προσωπικά συμφέροντα του ηγέτη.
Η έγκληση στον λαό είναι λαϊκιστική όταν αποφεύγει θεσμικές μεσολαβήσεις και βραχυκυκλώνει το πολιτικό σύστημα. Αυτό που είναι αποφασιστικό στη συγκαιρινή αντιπολιτική πολιτική είναι ότι παράγεται στον μιντιακό χώρο: οι νέες τεχνολογίες της επικοινωνίας ευνόησαν την εφαρμογή νέων τελετουργιών στον πολιτικό αγώνα, όπου η προσωπικότητα του ηγέτη-δημαγωγού μετριέται από τη δημοτικότητα της τηλεοπτικής του εικόνας. Ο νεο-λαϊκισμός, τόσο στην Ευρώπη όσο και εκτός Ευρώπης, είναι ένας τηλε-λαϊκισμός. Στο εξής, ο δημόσιος χώρος τείνει να τοποθετείται εκτός του κοινοβουλευτικού πεδίου (...).
Εκφραση της δυσφορίας των πολιτών στο εσωτερικό της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, το νέο λαϊκιστικό κύμα μαρτυρά και την επανεπινόηση του εθνικισμού, ως προς το ότι οι εθνικο-λαϊκιστές ηγέτες πέτυχαν να μονοπωλήσουν την πολιτική μετάφραση των ταυτοτικών ανησυχιών συχνά με όρους εθνοτικούς και σε μια αυταρχική προοπτική. Απόδειξη γι' αυτό είναι ο πολλαπλασιασμός των προγραμμάτων που επικεντρώνονται στον αγώνα κατά της «μετανάστευσης-εισβολής» από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, και η αυξανόμενη ισλαμοφοβία, ριζοσπαστικοποιημένη μετά τις αντιαμερικανικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Ο «σοβινισμός της ευημερίας» εκφράζει την αφοσίωση των διαμαρτυρόμενων πολιτών στο κράτος-πρόνοιας, επομένως την παρουσία στο «λαϊκιστικό» ακροατήριο ενός προστατευτικού φαντασιακού, ενώ οι αντιφορολογικές κινητοποιήσεις βαίνουν προς την κατεύθυνση μιας ορισμένης αποδοχής των κανόνων του οικονομικού φιλελευθερισμού.
Στις κλασικές μορφές του λαϊκισμού, η «αντι-στάτους κβο» στάση θεμελίωνε το σύνολο των διαμαρτυριών και των διεκδικήσεων, οι οποίες περιλάμβαναν την απαίτηση αναγνώρισης της αξιοπρέπειας των «απλών ανθρώπων», που μπορούσε να πάρει τη μορφή εξιδανίκευσης των απόκληρων μαζών. Ο παλιός λαϊκισμός ήταν ένας ηθικισμός, δομημένος μέσω ενός μανιχαϊκού δυϊσμού που αντιπαρέθετε τους φορείς του Καλού και της Αρετής, τους «έντιμους ανθρώπους» που συγκροτούν την «ενάρετη κοινότητα των εργαζομένων» απέναντι στα ενεργούμενα του Κακού και της Διαστροφής, τους «καρπωτές», τα «παράσιτα» ή τους «πλουτοκράτες», οι οποίοι «πίνουν το αίμα των φτωχών», κοντολογίς τους εκπροσώπους της εκμεταλλεύτριας τάξης, ανήθικης και τρυφηλής. Στον νέο λαϊκισμό φαίνεται να κυριαρχεί η υπεράσπιση του στάτους κβο: οι προνομιούχοι κύκλοι ή οι μέχρι τώρα μάλλον ευνοημένοι εκφράζουν την ισχυρή τους προσήλωση στα κεκτημένα πλεονεκτήματα ή στην κοινωνική τους θέση, που απειλούνται από τα αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης (απώλεια κυριαρχίας των κρατών, άνοιγμα των συνόρων κ.λπ.), χωρίς να ενδιαφέρονται για την κατάσταση εκείνων οι οποίοι αποκλείονται από το σύστημα. Η διάκριση που εισήγαγε ο Γκι Ερμέ ανάμεσα στον «λαϊκισμό των αρχαίων» και τον «λαϊκισμό των συγχρόνων» είναι πολύ διαφωτιστική, αποτελώντας αναλυτική κατηγορία: οι σχηματισμοί και οι παρατηρούμενες λαϊκιστικές κινητοποιήσεις παρουσιάζονται ως υβρίδια παλαιο- και νεο-λαϊκισμού (...).
*
ΠΗΓΗ: εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - ένθετο ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 05/09/2008
Τετάρτη 24 Ιουνίου 2009
Τρίτη 23 Ιουνίου 2009
"Το κουκί", Παραμύθι από την Μυτιλήνη
ΠΗΓΗ: Άπαντα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Νεοελληνική Γραμματική – Ιστορική Εισαγωγή, Θεσ/κη 1981