You should read the whole article.- Δεν είναι μια ιδέα που μου προξενεί έκπληξη, επειδή είναι ήδη παρούσα στην κριτική της καταναλωτικής κοινωνίας που ασκεί ο νεαρός Καστοριάδης. Κατά τη γνώμη μου, ο Κορνήλιος εμβάθυνε την επεξεργασία του για την καταναλωτική κοινωνία στο εσωτερικό της ιστορίας της αλλοτρίωσης: το σύστημα εξαπατά τα πρόσωπα παρέχοντάς τους κάθε ικανοποίηση και τα καθιστά κενά. Είναι μια αυταπάτη. Δεν είναι μια συνωμοσία, αλλά υπάρχει μια αντικειμενική λειτουργία της κατανάλωσης που αποβλακώνει τα πρόσωπα, εμποδίζοντας γενικά την ανάπτυξη οποιασδήποτε δυνατότητας για την πολιτική. spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius, Jan 2010
Σελίδες
Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2010
Ο θεωρητικός λαβύρινθος του Καστοριάδη
Πίσω στις «πρώτες έννοιες» των λέξεων
Read more: http://spoudasterion.pblogs.gr/2010/01/565374.html
Under Creative Commons License: Attribution
Εδώ γράφουμε αυτά που θέλουμε να εμφανίζονται μετά το "Διαβάστε περισσότερα".
«Κουκουλοφόροι»
Μερικοί αριθμοί είναι εφιαλτικοί: σύμφωνα με τον ΟΗΕ, το ετήσιο εισόδημα των «υπερεθνικών» εγκληματικών οργανώσεων και οργανισμών είναι της τάξεως του ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων. Ποσό που υπερβαίνει το αθροιστικό εθνικό εισόδημα όλων των υπανάπτυκτων χωρών, στις οποίες συνωθούνται τρία δισεκατομμύρια άνθρωποι, έξι δηλαδή στους δέκα κατοίκους του πλανήτη. Και ταυτόχρονα ξεπερνά επίσης τον αθροιστικό κύκλο εργασιών των 500 μεγαλύτερων επιχειρήσεων του κόσμου, όπως αναφέρονται από το περιοδικό «Fortune».
Τέτοιας όμως τάξης εισοδήματα δεν «τρώγονται» ούτε και «μοιράζονται» με οποιοννήποτε τρόπο στους πολυάριθμους υπαλλήλους, συμμετόχους και συνεργούς. Σαν το κεφάλαιο εν γένει, πρέπει να «επενδυθούν», να διακινηθούν και να συσσωρευθούν στο μεγαλύτερο μέρος τους. Και αυτό θα γίνει βέβαια κατά προτίμηση στη ρευστή, ανώνυμη και ανεξέλεγκτη υπερεθνική οικονομία, η οποία μετά από μια λιγότερο ή περισσότερο περίπλοκη διαδικασία «ξεπλύματος» αποδίδει τους νέους κεφαλαιούχους στην άσπιλη κοινωνία των «καθαρών» μεγιστάνων. Οι «δημοσιονομικοί παράδεισοι» των ευλογημένων νησιών της Καραϊβικής, που δεν θέλουν να γνωρίζουν το χρώμα του χρήματος ή των καταθετών, διακινούν ήδη πάνω από 15% του ακαθάριστου παγκόσμιου προϊόντος. Το περισσότερο από αυτό είναι υπό μεταβάπτισιν. Ετσι, τα τερατώδη ποσά που διακινούνται από το «έγκλημα» θα πρέπει να αντιπροσωπεύουν ένα μικρό μόνο μέρος από τα ποσά που διακινούνται από τους «εγκληματίες» και τους νόμιμους ή παράνομους διαδόχους τους. Ως βρώμικο, υπό καθαρισμόν ή ήδη απαστράπτον, το μεγαλύτερο ίσως μέρος του υπερεθνικού κεφαλαίου είναι σαφέστατα και απερίφραστα «εγκληματογενές.
Από τη μεριά τους, εγκλωβισμένες στις δικές τους αναχρονιστικές κανονιστικές προϊδεάσεις, οι έννομες Πολιτείες προτάσσουν και προστατεύουν τις έστω αμφιλεγόμενες «αξίες» τους. Αιχμάλωτες της υπερεθνικής ανταγωνιστικότητας, αρκούνται στο να ψελλίζουν τον περί δικαιοσύνης, δικαίου, αξιοκρατίας και επιείκειας λόγο. Υποτασσόμενες στα συλλογικά κελεύσματα των σε μεγάλο βαθμό εγκληματολάγνων ή, στην καλύτερη περίπτωση, πραγματιστικά ανεκτικών κατεχόντων, εμφανίζονται αδέκαστες έναντι όλων των ορατών μικροπαραβατών. Εκλιπαρούν επενδύσεις από τους νόμιμους διαδόχους των μεγαλεμπόρων ηρωίνης και καταδιώκουν τους απλούς χρήστες κάνναβης. Διακινούν και επινέμουν το ανεξέλεγκτο και ολοένα διογκούμενο ιθαγενές «πολιτικό χρήμα» πατάσσοντας επιδεικτικά όσα φαινόμενα μικροδιαφθοράς θα εκβρασθούν παρ' ελπίδα στην επιφάνεια της (ελεγχόμενης) δημοσιότητας. Σαν τον Σολομώντα κηρύσσουν ακατάπαυστα την αρετήν «ενώπιον τριακοσίων γυναικών και επτακοσίων παλλακίδων». Αντίθετα όμως με τον φιλήδονο βασιλέα, και ακολουθώντας ίσως τη συνταγή του Αγίου Τερτυλλιανού, «πιστεύουν» ή προσπαθούν να πείσουν ότι η αρετή αυτή μπορεί πράγματι, κάποτε, να πρυτανεύσει, επειδή κάτι τέτοιο είναι απίστευτο. Credo quia absurdum.
Εν τω μεταξύ βέβαια οι Πολιτείες και οι πολίτες αντιμετωπίζουν τα εφιαλτικά απόνερα του παγκόσμιου ζόφου. Εξουθενωμένες από τις σωρευτικές επενέργειες του συστήματος, οι άνεργες και ανοικονόμητες μάζες μετακινούνται, απειλούν, απελπίζονται και αρπάζουν. Ακόμη και αν φτάνουν στα αφτιά τους τα κηρύγματα περί αρετής και αξιοκρατίας, δεν είναι βέβαια δυνατόν να ηχήσουν πειστικά. Ως μόνοι εναπομένοντες Θωμάδες «αυτοί» δεν πιστεύουν στην αγγελική αξιοκρατία. Και χωρίς να το ξέρουν, άγονται απλώς στο να μιμηθούν τους πραγματικούς εμπνευστές της απόγνωσής τους, μεταφέροντας τη βία και τον φόβο στην καθημερινότητα των καλών νοικοκυραίων.
Αυτοί οι τελευταίοι όμως «πιστεύουν», ή τουλάχιστον υποκρίνονται ότι πιστεύουν. Και γι' αυτό ίσως θα αφήσουν τον εαυτό τους να εμπνευσθεί και αυτός από τον δίκαιο Σολομώντα, υπερβαίνοντάς τον βέβαια. Η δική τους βία είναι συμβολικά «δικαιωμένη». Και προκειμένου να εξορύξουν επί πιστώσει τους κατά τεκμήριο απειλητικούς οφθαλμούς, οπλίζονται με τα δίκαννά τους και την αγανάκτησή τους, απειλούν να αυτοδικήσουν, οργανώνουν πογκρόμ και διατρανώνουν ότι θα πάρουν το κράτος και τον «νόμο» (ποιον;) στα χέρια τους: με τις ευλογίες βέβαια των ΜΜΕ, που ολοένα και περισσότερο τρέφονται με τη βία την οποία καταδικάζουν και υποθάλπουν. Τα αποτελέσματα είναι τερατώδη. Οπως δήλωσε προσφυώς ο υπεραμυνόμενος του προσωπικού του αντιρατσισμού δήμαρχος της Ραφήνας, «πρέπει να γίνουμε ρατσιστές» (sic!). Και όχι μόνο. Οι «κουκουλοφόροι» ληστές θα αποτελέσουν τον καταλύτη που θα ενεργοποιήσει σε οικουμενικό επίπεδο τη «θεμελιώδη προτεραιότητα των αυθόρμητων και επιθετικών δυνάμεων», για τις οποίες μιλούσε ο Νίτσε.
Ποιοι όμως είναι οι πραγματικοί «κουκουλοφόροι»; Οι απάτριδες «Αλβανοί χωρίς όνομα» που ενεργοποιούν την υστερική βία των πολιτών ή οι υπερεθνικοί «καταθέτες χωρίς όνομα» που καταστρέφουν την αξιοπιστία των Πολιτειών; Των μεν πρώτων τα ίχνη είναι προσπελάσιμα. Αργά ή γρήγορα οι «εγκέφαλοι» θα συλληφθούν, αν δεν έχει προλάβει να τους «ξεκοιλιάσει» το αυθόρμητο κοινό. Τα ίχνη όμως των δεύτερων θα καλυφθούν με επιμέλεια. Ουδείς γνωρίζει ούτε θα στοιχειοθετήσει ποτέ με την απαιτούμενη πραγματολογική ακρίβεια τις συγκεκριμένες αιτιακές αλυσίδες που συνδέουν από τη μια μεριά τις «επενδυτικές» μετακινήσεις των δισεκατομμυρίων δολαρίων των εμπόρων κοκαΐνης από το Χονγκ Κονγκ στα Μπαρμπάντος και από την άλλη τις ληστείες των «Θρακομακεδόνων». Αυτών των αλυσίδων οι «εγκέφαλοι» θα εξακολουθήσουν να λιάζονται ξένοιαστα στις τροπικές ακτές.
Από τη θεωρία του χάους γνωρίζουμε ότι το φτερούγισμα μιας πεταλούδας στο Πεκίνο αρκεί για να ενεργοποιήσει τους κυκλώνες του Ειρηνικού. Οπως όμως και η μετεωρολογική, έτσι και η κοινωνική αιτιοκρατία δεν είναι πια προφανής. Εξαπολύοντας τις οικονομικές, κοινωνικές και κανονιστικές διαδικασίες που αλλάζουν τη μορφή του κόσμου, το οικουμενικό «έγκλημα» δεν γνωρίζει καν τις συνέπειες, για τις οποίες άλλωστε δεν μπορεί παρά να αδιαφορεί παχυλότατα. Πολύ περισσότερο που οι πραγματικοί «κουκουλοφόροι» δεν είναι αθώες πεταλούδες. Είναι τα αόρατα όρνια που θα ενεργοποιήσουν τα θύματα και τους θύτες, οι οποίοι καλούνται να αλληλοσφαγούν στο όνομα των «αντικειμενικών» παρενεργειών του συστήματος. Από τη θεωρία του χάους έχουμε ήδη φθάσει στην υπερεθνική κοινωνία του χάους. ΠΗΓΗ: εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 19-1-1997
Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2010
Μάνης και μανιχαϊσμός
Image via Wikipedia
Ο Μάνης υπήρξε πρόσωπο ιστορικό: γεννήθηκε περί τις αρχές του 3ου μ.Χ. αιώνα, όταν πια επισφραγιζόταν ο οικουμενικός χαρακτήρας του ρωμαϊκού κράτους. Ωστόσο και τούτο πρέπει να προσεχθεί δεν «είδε το φως» σε μέρος της ρωμαϊκής επικράτειας. Πράγματι, καταγόταν από χωριό κοντά στις όχθες του Τίγρη, σε ζώνη περίπου συνοριακή του μεγάλου περσικού κράτους· εκεί κοντά άλλωστε μεγάλωσε, σε μικρό δάσος από φοινικόδεντρα, όπου κατοικούσε κοινότητα είδους ασκητών, τους οποίους είχαν θεωρήσει χριστιανούς.
Τούτο έχει σημασία. Η εποχή ήταν περίοδος έντονου πνευματικού αναβρασμού. Ο τόνος που επικρατούσε στις σκέψεις των φιλοσοφημένων τουλάχιστον ανθρώπων προσφυώς αποδίδεται με τη ρήση από περίφημο χριστιανικό ύμνο της εποχής: «Vergente mundi vespere» (= Το βράδυ του κόσμου [μας] που πάει να σβήσει). Ο κόσμος τελείωνε. Λοιπόν, τι έμελλε να ακολουθήσει;
Σε αυτό το ερώτημα ο Μάνης έδωσε εμμέσως δική του απάντηση. Και βέβαια η απάντησή του ήταν, κατά πρώτο λόγο, δυνατόν να διαβαστεί στην περιπέτεια της ίδιας του της ζωής. Αρχικά η περιπέτεια αυτή εντοπίζεται στην παιδική του ηλικία: ο πατέρας του τον πήρε από τη μάνα του και τον ενέταξε, νήπιο ακόμη, στους κόλπους της κοινότητας που προαναφέρθηκε, μέλος της οποίας ήταν και ο ίδιος. Ο μικρός όμως γρήγορα ένιωσε αποστροφή για τον σκληρότατο τρόπο ζωής που ακολουθούσαν οι «μοναχοί» αυτοί και έτσι, μόλις μεγάλωσε, σηκώθηκε και έφυγε. Ο πατέρας του τον ακολούθησε αρχικά για να τον «συνετίσει», τελικά επειδή τον πίστεψε.
Πρώτος σταθμός του Μάνη προς τους ανθρώπους ήταν η ξεχασμένη σήμερα Κτησιφώντα. Η μεγαλούπολη αυτή ήταν πρωτεύουσα του περσικού κράτους και αυτό παρουσιάζει ενδιαφέρον, διότι η πολιτική κατάσταση του τότε φθίνοντος κόσμου δεν γίνεται σήμερα τουλάχιστον αντιληπτή από τον άνθρωπο της Δύσης. Πράγματι, η Ρώμη ούτε τότε αλλά ούτε και πριν ήταν αήττητη. Η ισχύς των λεγεώνων είχε καμφθεί λόγω της στρατιωτικής δύναμης του περσικού κράτους και έτσι ο γνωστός κόσμος της εποχής αποτελούσε μέγα ψηφιδωτό, τα κύρια τμήματα του οποίου ήταν η Ρώμη, το Ιράν, η Κίνα και το βασίλειο της Αιθιοπίας (που μόνο στις ημέρες μας καταλύθηκε). Οι περιοχές που δεν υπάγονται σε αυτές τις κρατικές ενότητες αποτελούσαν είδος no man's land με αποτέλεσμα οι κάτοικοί τους να υφίστανται τις συνέπειες πολεμικής κατάστασης η οποία απλώς σιγόκαιε, χωρίς βέβαια να σβήνει ποτέ.
Υπό τις συνθήκες αυτές, ο Μάνης πήγε να κάνει στην επικράτεια του Ιράν ό,τι οι χριστιανοί στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Αρχικά το κήρυγμά του αντιμετωπίστηκε με δυσπιστία· όταν όμως κατέδειξε τις ιατρικές ικανότητές του προς όφελος μέλους της οικογένειας του Βασιλέως των βασιλέων, τότε οι ιδέες του άρχισαν να γίνονται αντικείμενο προσοχής και ολόκληρο το «μέγα των Περσών βασίλειο» παραλίγο να υιοθετήσει το θρησκευτικό σύστημα που αυτός επαγγελλόταν.
Γιατί όμως αυτό τελικά δεν έγινε; Η ιστορική απάντηση είναι απλή. Ο Βασιλεύς των βασιλέων ήταν τότε σε σύγκρουση με τον ρωμαίο αυτοκράτορα. Οι Ρωμαίοι έβγαιναν νικημένοι από τις κατά καιρούς συρράξεις και τελικώς βρέθηκαν υποχρεωμένοι να δεχθούν την καταβολή φόρου υποτελείας. Αυτό βέβαια ήταν με δυσκολία υποφερτό. Τελικώς, όταν αυτοκράτορας έγινε ο Βαλεριανός, άρχισε νέος πόλεμος, «πόλεμος αμφισβήτησης» στην ουσία, εφόσον η Ρώμη επιχειρούσε άπαξ διά παντός να αποσείσει την υποτέλεια που της είχε επιβληθεί. Και πάλι όμως οι λεγεώνες νικήθηκαν· ο Βαλεριανός πιάστηκε αιχμάλωτος και με αυτό τον τρόπο παγιώθηκε στην ουσία κατάσταση η οποία δεν έμελλε να ανατραπεί παρά αιώνες αργότερα, χάρη στη μεγαλοφυΐα του Ηρακλείου, μονάρχη της καθ' ημάς Ανατολής. Οπως και να έχει πάντως, καίριο σημείο είναι το εξής: ο Μάνης, αν και σαφώς προστατευόταν από τον ιρανό βασιλέα, δεν θέλησε να συμβάλει στη νικηφόρα για αυτόν τον τελευταίο σύγκρουση.
Γιατί; Διότι όπως φαίνεται και φαίνεται πως επί του θέματος μπορούν να αναπτυχθούν πολλές απόψεις ο Μάνης, όσον αφορά το θεμελιώδες ερώτημα «Ποιος είναι υπεύθυνος για το κακό σε αυτό τον κόσμο;» έδινε απάντηση εμμέσως κατηγορηματική: «Οχι ο άνθρωπος». Με άλλα λόγια, έριχνε στον όποιο Θεό την ευθύνη του κακού και έτσι, «αθωώνοντας» γενικώς τους ανθρώπους, δεν ήταν δυνατόν να συμμετάσχει σε οποιαδήποτε πράξη βίας.
Η στάση αυτή γοήτευσε αρκετούς στο παρελθόν και, όπως είναι σαφές, γοητεύει σήμερα ακόμη περισσότερους. Το θέμα όμως δεν είναι κατά πόσον μια «τοποθέτηση» είναι γοητευτική ή όχι· το ζήτημα είναι κατά πόσον είναι λογική. Και επί του προκειμένου ο παραδοσιακός χριστιανισμός είναι σαφής: «Τα μεν άνω μόνον Θεού. Τα δε κάτω και ημών» ή, για να θυμηθεί κανείς και τους Πατέρες: «[Δει] και πραγμάτων άπτεσθαι πολιτικών». Ο άνθρωπος, λόγω της πτώσης του, απομακρύνθηκε από τον Θεό και είναι έτσι υπεύθυνος του κακού που τον περιβάλλει, αντικείμενο αλλά και υποκείμενο του οποίου συνήθως γίνεται. Είναι βέβαιο ότι από την ορθολογική αυτή τοποθέτηση δεν απορρέει προτροπή γενικευμένης αποχής από τον κόσμο γενικώς και τα κοινά ειδικότερα...
Λεσβιακό παραμύθι
Image by murplej@ne - shit/fuck/dammit/crap via Flickr
Εδώ γράφουμε αυτά που θέλουμε να εμφανίζονται μετά το "Διαβάστε περισσότερα".
Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2010
Η καταγωγή της ελληνικής γλώσσας
Image by Tet_Sy via Flickr
του Ιωάννη Κ. Προμπονά, καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Η ελληνική, μια από τις πέντε χιλιάδες περίπου γλώσσες που μιλιούνται σήμερα στον κόσμο, κατέχει ένα μοναδικό χαρακτηριστικό. Είναι η μόνη ζωντανή γλώσσα της οποίας μπορεί κανείς να παρακολουθήσει την εξέλιξη επί τριανταεπτά αιώνες. Από την άποψη αυτή, η Ελληνική νικά την Αιγυπτιακή (η οποία γραπτώς μαρτυρείται για περισσότερο χρονικό διάστημα αλλά είναι γλωσσικά νεκρή) και την Κινεζική, που είναι και αυτή ζωντανή αλλά τα αρχαιότερά της κείμενα είναι κατά τι νεότερα από τον 16ο π.Χ. αιώνα. Η διαπίστωση ανήκει στους διαπρεπείς γλωσσολόγους Humbert, Risch, και Duhoux και είναι ορθή.
Το αρχαιότερο γραπτό μνημείο της ελληνικής γλώσσας είναι μια σχεδόν κυκλική κροκάλη που κυριολεκτικά μπορείς να την κρατήσεις μες στην παλάμη σου: οι διαστάσεις της είναι
Τα υπόλοιπα κείμενα που είναι γραμμένα σε Γραμμική γραφή Β, στην πρώτη ελληνική γραφή, χρονολογούνται στον 15ο–13ο π.Χ. αιώνα, είναι χαραγμένα πάνω σε πήλινες πινακίδες ή ζωγραφισμένα πάνω σε αγγεία (αμφορείς) και βρέθηκαν στα μυκηναϊκά ανάκτορα της Κνωσού, της Πύλου, των Μυκηνών, της Τίρυνθας, των Θηβών και ακόμη στα Χανιά. Χάρη στην αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής γραφής Β, το 1952, από τον Άγγλο αρχιτέκτονα M.Ventris και τον συμπατριώτη του ελληνιστή J. Chadwick τα αρχαιότερα γραπτά μνημεία της ελληνικής γλώσσας δεν είναι πια τα ομηρικά έπη αλλά τα μυκηναϊκά κείμενα. Και μολονότι το περιεχόμενό τους είναι λογιστικό και διοικητικό, μας διδάσκουν πολλά, πρώτιστα για την ιστορία της γλώσσας μας. Από τη μελέτη των κειμένων αυτών συνάγεται με βεβαιότητα ότι στα μυκηναϊκά χρόνια η ελληνική γλώσσα είναι πλήρως διαμορφωμένη και πλουσιότατη: απαντούν σ’ αυτά πλείστοι τεχνικοί όροι (βλ. Σαλή-Αξιώτη) και η σύνταξη δεν είναι μόνο παρατακτική. Είναι χαρακτηριστική η ακόλουθη πρόταση: ὅ Fίδε Φύγεβρις, ὅτε Fάναξ θῆκε ΑὐγὴFαν δαμοκόρον (= αυτό είδε ο Φύγεβρις, όταν ο ανώτατος άρχοντας τοποθέτησε τον Αυγεία φροντιστή του Δήμου). Καθώς τώρα η γλώσσα ανήκει στα πολιτιστικά φαινόμενα «μακράς διαρκείας», είναι αυτονόητο ότι η ελληνική δεν διαμορφώθηκε μέσα σε λίγους αιώνες. Διαμορφώθηκε πολλούς αιώνες πριν από τον 17ο π.Χ. αιώνα, στον οποίον χρονολογείται το «βότσαλο της Καυκανιάς».
Εκείνο όμως που ενδιαφέρει περισσότερο είναι τούτο: στα μυκηναϊκά κείμενα απαντούν πλείστες λέξεις που επιβιώνουν στη σημερινή ελληνική (βλ. Probonas). Παραθέτω μερικά παραδείγματα ξεκινώντας από τα κύρια ονόματα, ανθρωπωνύμια και τοπωνύμια. Πρώτα πρώτα δυο γυναικεία ονόματα, που συμβαίνει μάλιστα να έχουν παγκόσμια διάδοση, τα Ἀλεξάνδρα και Θεοδώρα. Απαντούν σε μια πινακίδα των Μυκηνών. Το τοπωνύμιο Θῆβαι διαβάζεται σε πινακίδες των Μυκηνών και των Θηβών. Το όνομα έχει επιβιώσει ως τις μέρες μας μέσω της προφορικής παράδοσης με τον τύπο Φήβα (για την τροπή της συλλαβής –Θη σε –Φη πβ. φηκάρι από το θηκάρι, φηλιάζω από το θηλιάζω κλπ). Βλακωδώς, οι Νεοέλληνες λόγιοι το γνήσιο Φήβα της λαϊκής παράδοσης, που ξεκινάει χωρίς διακοπή από τα μυκηναϊκά, τουλάχιστον, χρόνια, αντικαταστήσαμε με το ψεύτικο Θήβα, που έχει λόγια προέλευση, δεν μαρτυρεί, επομένως, την συνέχεια της γλωσσικής και εθνικής μας παράδοσης. Το τοπωνύμιο Τύλισος διαβάζεται σε πινακίδες της Κνωσού. Το όνομα με τον ίδιο ακριβώς τύπο έχει επιβιώσει ως τις μέρες μας στην Κρήτη.
Μερικά παραδείγματα από τα προσηγορικά: ἀγρός (η λέξη επιβιώνει ως τοπωνύμιο σε πολλούς τόπους), ἄνεμος, ἄργυρος, δεσμός, δῶρα (ονομ. πληθ.), θεός, κύπελλα (ονομ. πληθ.), ξίφος, ὄρος (η λέξη επιβιώνει ως τοπωνύμιο σε πολλούς τόπους), πέδιλα (ονομ. πληθ.), κύμινον, μέλι, σέλινον, σκέλος, τέμενος (η λέξη έχει επιβιώσει ως τοπωνύμιο), φάρμακον, φεάλα (με τον τύπο φιάλα επιβιώνει η λέξη στην Μεσσηνία), χαλκός, χρυσός.
Μερικά παραδείγματα από τα επίθετα: ἐλεύθερος, ἐρυθρός, ἱερός, ἄγριος, κακός, λεπτός, λευκός, ξανθός, παλαιός, πολύς.
Μερικά παραδείγματα από τα ρήματα: δέχομαι, ἔχω, καίω, λείπω, ὀφείλω, φέρω.
Μυκηναϊκό είναι και το: ἕνεκα
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η επιβίωση στη σημερινή Ελληνική όχι μόνο λεξιλογικών αλλά και μορφολογικών μυκηναϊκών στοιχείων. Ιδού μερικά παραδείγματα:
1) ονόματα θηλυκά σε -τρια, δηλωτικά επαγγέλματος, όπως ἀσκήτρια, ῥάπτρια κ.λ.π. Το ῥάπτρια μάλιστα απαντά με συνίζηση, δηλαδή ως ῥάπτρja. Πβ. νεοελληνικά ἀνυφάντρα, θερίστρα, μαζώχτρα, μαθήτρια αλλά και μαθήτρα, πλουμίστρα, ράφτρα, τραγουδίστρια κλπ.
2) ονόματα ουδέτερα σε -τρον, δηλωτικά οργάνων, όπως πύραυστρον (=μασιά). Πβ. ελληνικό ζύμωτρον, ξύστρο, σήμαντρο, σκιάχτρο κλπ.
3) ονόματα σύνθετα σε -φόρος, όπως κλαFιφόρος (=κλειδούχος). Πβ. πληθώρα νεοελληνικών συνθέτων σε -φόρος, όπως νεροφόρος κλπ.
Επομένως, με βάση τις γραπτές μαρτυρίες, οι ρίζες της νέας Ελληνικής πηγαίνουν πίσω στα μυκηναϊκά χρόνια.
Από πού όμως κατάγεται η αρχαία ελληνική γλώσσα που γραπτώς μαρτυρείται από τον 17ο αιώνα ως σήμερα;
Η Ελληνική γλώσσα δεν είναι «ανάδελφη». Είναι μέλος της μεγάλης οικογένειας των Ινδοευρωπαϊκών γλωσσών.
Αυτό σημαίνει ότι παρουσιάζει φωνητικές, μορφολογικές, λεξιλογικές και συντακτικές αντιστοιχίες με πολλές άλλες γλώσσες που κατάγονται από την Ινδοευρωπαϊκή μητέρα γλώσσα. Οι γλώσσες αυτές είναι οι εξής: Ελληνική, Ιταλική, Γερμανική, Κελτική, Αλβανική, Θρακική, οι Βαλτοσλαβικές γλώσσες, Ινδοϊρανική, Χεττιτική, Αρμενική, και Τοχαρική. Δηλαδή, από την ινδοευρωπαϊκή μητέρα γλώσσα κατάγονται σχεδόν όλες οι γλώσσες της Ευρώπης (πλην της Βασκικής, Ουγγρικής, Φινλανδικής και Τουρκικής) και ακόμη μερικές της Ασίας, η Αρμενική, η Ιρανική, η Ινδική, η Χεττιτική και η Τοχαρική.
Πρέπει όμως να τονισθεί ότι η Ινδοευρωπαϊκή μητέρα γλώσσα δεν είναι γλώσσα μαρτυρημένη αλλά επανασυνθεμένη με βάση την συγκριτική μέθοδο. Η σύγκριση αυτή βασίζεται σε γλωσσικούς νόμους (π.χ. στην Ινδική, τα φωνήεντα α, ο, e συγχωνεύτηκαν σε α). Η θεωρία για την Ινδοευρωπαϊκή μητέρα γλώσσα ξεκίνησε το 1786 από τον Άγγλο δικαστή στις Ινδίες Sir William Jones και από τον Γερμανό γλωσσολόγο Franz Bopp (1791- 1867) και ενισχύθηκε στη συνέχεια από άλλους.
Ιδού μερικά παραδείγματα χαρακτηριστικά της συγγένειας των Ινδοευρωπαϊκών γλωσσών.
1) Οι αριθμοί 2,3,7,8,9 στην Ελληνική, Ινδική και Λατινική·
Ελληνική | Ινδική | Λατινική | Ιαπωνική |
δύο | dνa | duo | futatsu |
τρεῖς | trayas | trēs | mittsu |
ἑπτὰ | sapta | septem | nanatsu |
ὀκτώ | asta | octo | yattsu |
ἐννέα | nava | novem | kokonotsu |
Οι αριθμοί 2,3,7,8,9 στην Ιαπωνική, η οποία δεν είναι Ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, δηλώνονται με εντελώς διαφορετικές λέξεις.
2) Η λέξη ὄνομα στην Ελληνική, Ινδική, Λατινική, Γερμανική και Αρμενική είναι αντίστοιχα: ὄνομα nama nomen namen anum
Οι ποικίλοι αυτοί τύποι επήγασαν από αρχικό ινδοευρωπαϊκό *nŏmn.
3) Η λέξη καρδιά στην Ελληνική, Λατινική, Λιθουανική, Σλαβική, Αγγλική, Γερμανική είναι αντίστοιχα:
καρδιά cor,cordis širdis srŭdice heart Herz
Οι ποικίλοι αυτοί τύποι επήγασαν από αρχικό ινδοευρωπαϊκό *krd.
4) To γ΄ ενικό του ρήματος εἰμί στη Ελληνική, Ινδική, Λατινική, Γερμανική, Ρωσσική είναι αντίστοιχα:
ἐστί astί est ist jestĭ
Οι ποικίλοι αυτοί τύποι επήγασαν από αρχικό ινδοευρωπαϊκό *esti
Φυσικά, οι φωνητικές, μορφολογικές, συντακτικές και λεξιλογικές αντιστοιχίες ανάμεσα στην Ελληνική και σε άλλες Ινδοευρωπαϊκές γλώσσες αφθονούν και είναι αυτές που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι υπήρξε μια αρχική μητέρα γλώσσα, η καλούμενη Ινδοευρωπαϊκή. Από αυτήν κατάγονται οι διάφορες Ινδοευρωπαϊκές γλώσσες.
Ποια ήταν όμως η κοιτίδα των Ινδοευρωπαίων προτού διασπαρούν στον τεράστιο γεωγραφικό χώρο, που απλώνεται από την Ισλανδία ως την Ινδία (πεδιάδα του Γάγγη ποταμού), και για πόσο χρονικό διάστημα παρέμειναν ενωμένοι; Πότε αυτοί, που πολύ αργότερα ονομάστηκαν Έλληνες, αποσπάστηκαν από τον αρχικό ινδοευρωπαϊκό πυρήνα;
Από εδώ και πέρα κινούμεθα στο αχανές βασίλειο των υποθέσεων.
Κατά κανόνα, η αρχική κοιτίδα των Ινδοευρωπαίων τοποθετείται στη Βόρεια Ευρώπη. Κατά τη γνώμη μου, όχι ο αφιλόξενος βορράς, αλλά ο χώρος εκατέρωθεν του Αιγαίου με το προνομιούχο κλίμα, όμοιο από το 8.000 π.Χ. (βλ. Θεοχάρη, ΙΕΕ τ. Α΄, σ. 44), και την ιδεώδη γεωμορφολογία θα ήταν ο πιο κατάλληλος να θεωρηθεί ως η αρχική κοιτίδα των Ινδοευρωπαίων. Φυσικά, μια τέτοια θεωρία χρειάζεται τεκμηρίωση γλωσσική, αρχαιολογική και ανθρωπολογική.
Ως προς την ηλικία της ελληνικής γλώσσας, θα αποτολμήσω μια υπόθεση βασιζόμενος κυρίως στη συγκριτική μελέτη της μυκηναϊκής Ελληνικής με τη νέα Ελληνική.
Οι γλωσσολόγοι έχουν διαπιστώσει ότι η Αρχαία Ελληνική συγγένευε προπάντων με την Ινδοϊρανική (16 ισόγλωσσες) και κατά δεύτερο λόγο με την Αρμενική (10 ισόγλωσσες). Για την Αρμενική αρχαίες γραπτές πηγές δεν έχουμε. Έχουμε όμως και για την Ελληνική και για την Ινδοϊρανική. Εάν τώρα συγκρίνουμε την μυκηναϊκή Ελληνική από τη μια με την νέα Ελληνική και από την άλλη με την Ινδοϊρανική, θα διαπιστώσουμε ότι η μυκηναϊκή Ελληνική είναι πολύ πιο κοντά στην νέα Ελληνική από την οποία απέχει περίπου τρεισήμισυ χιλιετίες. Ο παρατιθέμενος πίνακας είναι χαρακτηριστικός.
Μυκ. Ελληνική | Νέα ελληνική | Ινδικη |
ἀγρός | ἀγρός | ajras |
δεξιFός | δεξιός | dáksinah |
ἐρυθρός | ἐρυθρός | rudhiráh |
ζεῦγος | ζεῦγος | yoktá |
ἱερός | ἱερός | isiram |
λείπω | λείπω | rίnákti |
λευκός | λευκός | rocáh |
μήν | μήνας | mās |
νέFος | νέος/νιός | návah |
πατήρ | πατέρας | pitā |
φέρω | φέρω/φέρνω | bhárāmί |
Η μυκηναϊκή Ελληνική λοιπόν είναι πολύ πιο κοντά στην νέα Ελληνική από ό,τι στην Ινδοϊρανική. Η διαπίστωση αυτή υποδεικνύει ότι το χρονικό διάστημα που χωρίζει την αρχαία Ελληνική και την Ινδοϊρανική από την Ινδοευρωπαϊκή μητέρα γλώσσα θα είναι μεγαλύτερο από τρεισήμισυ χιλιετίες, από το διάστημα δηλαδή που χωρίζει τη μυκηναϊκή Ελληνική από την νέα Ελληνική. Οι σημαντικές διαφορές, που παρουσιάζουν η αρχαία Ελληνική και η Ινδοϊρανική ήδη τον 15ο π.Χ. αιώνα, προϋποθέτουν παρέλευση χιλιετιών από τη χρονική στιγμή της απόσπασής τους από την Ινδοευρωπαϊκή μητέρα γλώσσα. Εάν η Ελληνική και η Ινδοϊρανική είχαν αποσπασθεί από την Ινδοευρωπαϊκή μητέρα γλώσσα τρεισήμισυ περίπου χιλιετίες πριν από το 1500 π.Χ., οι δύο αυτές γλώσσες θα παρουσίαζαν συγγένεια ανάλογη με αυτήν που παρουσιάζει η μυκηναϊκή Ελληνική και η νέα Ελληνική, που απέχουν μεταξύ τους τρεισήμισυ χιλιετίες. Αυτό σημαίνει ότι Ελληνική και Ινδοϊρανική θα αποσπάσθηκαν από την Ινδοευρωπαϊκή μητέρα γλώσσα πολύ πριν από το 5.000 π.Χ. Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγεί και η συγκριτική μελέτη της Ελληνικής με την Χεττιτική, της οποίας τα γραπτά μνημεία χρονολογούνται στον 17ο-16ο αιώνα π.Χ.
Με βάση όλα τα παραπάνω, η γραπτή παράδοση της Ελληνικής γλώσσας αρχίζει από τον 17ο π.Χ. αιώνα και η προφορική της τουλάχιστον από το 6.000 π.Χ.
Το συμπέρασμα αυτό, που βασίζεται σε γλωσσικά δεδομένα, δεν απέχει πολύ από το συμπέρασμα του διακεκριμένου Άγγλου αρχαιολόγου και προϊστοριολόγου Colin Renfrew, ο οποίος πρόσφατα υπεστήριξε ότι η Ελληνική γλώσσα άρχισε να διαμορφώνεται στην ελληνική χερσόνησο γύρω στο 6.500 π.Χ. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι η γνώμη του ίδιου σοφού ότι οι διαδοχικοί πολιτισμοί του ελληνικού χώρου είναι προϊόντα τοπικών ανελίξεων. Η κοινώς κρατούσα επιστημονική γνώμη ότι η ελληνική γλώσσα διαμορφώθηκε ανάμεσα στο 2100 με 1900 π.Χ. χρειάζεται αναθεώρηση.
Κοινή επίσης είναι η γνώμη ότι οι Ινδοευρωπαίοι που εγκαταστάθηκαν σ’ αυτήν εδώ τη γωνιά της γης με το προνομιούχο κλίμα, αυτοί που στα ιστορικά χρόνια ονομάζονται Έλληνες, συνάντησαν άλλους λαούς. Οι παλαιότεροι αυτοί κάτοικοι ονομάζονται «Προέλληνες» και η γλώσσα που μιλούσαν «Προελληνική». Τα τελευταία χρόνια οι «Προέλληνες» διακρίνονται σε «Προέλληνες Ινδοευρωπαίους» και σε «Προέλληνες μη Ινδοευρωπαίους». Δηλαδή γίνεται λόγος για «Προέλληνες» παλαιότερους και νεότερους.
Πρέπει όμως να παρατηρηθεί και να υπογραμμισθεί ότι λέξεις ή κατηγορίες λέξεων που μέχρι πριν λίγα χρόνια χαρακτηρίζονταν ως «προελληνικές» αποδείχτηκε στη συνέχεια ότι είναι γνήσιες ελληνικές. Π.χ. η συνηθέστατη αρχαία ελληνική κατάληξη –ευς (βασιλεύς κ.λπ) απέδειξε ο Perpillou ότι έχει ελληνική και όχι προελληνική καταγωγή. Το κύριο όνομα Ἀχιλ(λ)εύς έχει πειστικά αποδειχτεί ότι παράγεται από τις λέξεις ἄχος (=λύπη, θλίψη) και λαός (=πολεμική ομάδα): έτσι ονομάστηκε ο πρωταγωνιστής της Ιλιάδας γιατί με την μῆνιν του (=τον θυμό του) προκάλεσε θλίψη στους άλλους πολεμιστές. Ελληνική και όχι προελληνική καταγωγή έχει και το θεωνύμιο Ἀπόλλων (που μαρτυρείται τώρα στα μηκηναϊκά κείμενα με τον τύπο Ἀπέλλων), όπως έδειξε ο Heubeck (βλ. Συντομογραφίες). Ελληνικό και όχι προελληνικό είναι και το μέγαρον (βλ. Ruijgh).
Κατά τη γνώμη μου, η θεωρία περί «Προελλήνων Ινδοευρωπαίων» αλλά, ενδεχομένως, και η θεωρία περί «Προελλήνων μη Ινδοευρωπαίων» χρειάζεται επανεξέταση και αναθεώρηση. Μήπως η καλούμενη «Προελληνική» δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια πρωϊμότατη φάση της Ελληνικής; Την αφορμή για μια τέτοια σκέψη δίνει, σε μένα τουλάχιστον, η εξελικτική πορεία της ελληνικής γλώσσας με βάση την μακραίωνη γραπτή της παράδοση.
Όσο και αν εκ πρώτης όψεως φαίνεται παράδοξο, η νέα ελληνική διδάσκει πόσο πρέπει να αποφεύγουμε να χαρακτηρίζουμε ως «προελληνικές» λέξεις της αρχαίας ελληνικής των οποίων αγνοείται η ετυμολογία. Γιατί ενδέχεται οι λέξεις αυτές να είναι πανάρχαιες ελληνικές, τις οποίες αδυνατούμε να ετυμολογήσουμε, επειδή βυθίζονται σε μέγα βάθος χρόνου και έχουν πλήρως συσκοτισθεί, καθώς η σημασία των μορφολογικών στοιχείων από τα οποία απαρτίστηκαν έχει λησμονηθεί. Διδασκαλικό είναι, νομίζω, το ακόλουθο παράδειγμα. Στη νέα ελληνική (κυρίως στα νησιά του Αιγαίου) απαντά μια σειρά τοπωνυμίων που λήγουν σε -οῦντα, -ούντας π.χ. Ἀλιμοῦντα (ἡ) στην Κάρπαθο και στη Χάλκη, Ἀμιθοῦντα (ἡ) στη Χίο, Δαφνοῦντα (ἡ) στην Άνδρο, Ἐλαιοῦντα (ἡ) στη Χίο, Ἐρεικοῦντα (ἡ) στη Χίο, Κυπεροῦντα (ἡ) στην Κύπρο, Μακοῦντα (ἡ) στην Κύπρο, Μαλοῦντα (ἡ) στην Κύπρο, Μαραθοῦντα (ἡ) στην Κύπρο και στη Σύμη, Μερικοῦντα (ἡ) στη Χίο, Πιπεροῦντα (ἡ) στην Κύπρο, Πισπιλοῦντα (ἡ) στη Χίο, Σαμακοῦντα (ἡ) στη Ρόδο, Σκαμνιοῦντα (ἡ) στη Λέσβο, Σπαρτοῦντα (ἡ) στην Κέα, Σ(υ)κοῦντα (ἡ) στη Λέσβο και στη Χίο, Σχινοῦντα (ἡ) νησάκι κοντά στη Φωκίδα, Σκινούντας (ὁ) στην Αστυπάλαια, Φαγοῦντα (ἡ) στη Σύμη, Φτεροῦντα (ἡ) στη Λέσβο κ.λπ. (βλ. Κίγκα 177-181). Εκτός από τα τοπωνύμια απαντά και το προσηγορικό παχοῦντα (ἡ) στη Γαύδο και σημαίνει είδος φαγητού (βλ. Γ. Χατζηδάκις, Γλωσσ. Ερ. Α΄ 108-109 και Β΄ 484). Η κατάληξη -οῦντα, καθώς δεν είναι παραγωγική σήμερα, είναι εντελώς ακατανόητη στους μη ειδικούς. Οι ειδικοί βέβαια γνωρίζουν την προέλευσή της. Γιατί όμως; Γιατί τα προστάδιά της μαρτυρούνται γραπτώς στη μυκηναϊκή και ομηρική ελληνική: -Fεις, γενική -Fεντος> -όFεις, γενική -όFεντος > -όεις, γενική -όεντος > -οῦς, γενική -οῦντος με αιτιατική -οῦντα απόπου νέα ονομαστική -ούντας (αρσενικό) και -οῦντα (θηλυκό). Η σημερινή λοιπόν κατάληξη -οῦντα, -ούντας μας είναι κατανοητή, γιατί μπορούμε να παρακολουθήσουμε την εξελικτική της πορεία. Ας σημειωθεί ότι η κατάληξη –όεις στην κλασική εποχή είχε χάσει την παραγωγικότητά της. Ήδη στον Όμηρο ο πόλεμος χαρακτηρίζεται πολύδακρυς, υποκατάστατο του αρχαιπρεπέστερου δακρυόεις «γεμάτος δάκρυα».
Και από τα γνωστά μεταβαίνουμε τώρα στα άγνωστα. Το τοπωνύμιο Κόρινθος γίνεται κοινώς παραδεκτό ότι είναι προελληνικό. Είμαστε βέβαιοι ότι η κατάληξη –ινθος είναι προελληνική; Μήπως έχουμε να κάνουμε με ένα μορφολογικό απολίθωμα της Ελληνικής, του οποίου τη σημασία αδυνατούμε να ανιχνεύσουμε ελλείψει παλαιοτέρων γραπτών μαρτυριών; Έστω όμως ότι η άγνωστης προέλευσης κατάληξη –ινθος είναι προελληνική. Το τοπωνύμιο Κόρινθος είναι υποχρεωτικό να χαρακτηρισθεί προελληνικό; Και πάλι η νέα ελληνική μπορεί να μας βοηθήσει. Σ’ αυτήν απαντά πληθώρα λέξεων που έχουν σχηματισθεί με την κατάληξη –τζής π.χ. βιολιτζής, γανωτζής, καταφερτζής, παλιατζής, πλακατζής, ταξιτζής, ψιλικατζής κ.λπ κ.λπ. Η κατάληξη –τζης αναμφισβήτητα έχει τουρκική προέλευση (<-ci). Οι παραπάνω όμως λέξεις είναι τουρκικές; Τουρκική προέλευση έχει και η κατάληξη –λίκι (<-lικ). Οι λέξεις όμως αρχονταλίκι, βουλευτιλίκι και ακόμη αντριλίκι, αρχηγιλίκι, γοητιλίκι κ.λπ. είναι τουρκικές;
Επανερχόμαστε στο Κόρινθος. Ανεξάρτητα από την καταγωγή της κατάληξης –ινθος, το τοπωνύμιο είναι προελληνικό ή ελληνικό; Όποιος γνωρίζει ότι αρχικά Κόρινθος ονομαζόταν όχι η γνωστή πόλη αλλά ο τεράστιος πέτρινος στρογγυλός όγκος που δεσπόζει της περιοχής, δύσκολα θα αρνηθεί να σχετίσει το τοπωνύμιο με τις αρχαίες ελληνικές λέξεις κόρυς, -θος (ήδη στα μυκηναϊκά) «περικεφαλαία», κόρυδος, κορυδαλός (το γνωστό πτηνό με το χαρακτηριστικό λοφίο), κορόνη «ρόπαλο με σιδερένιο περίβλημα στο ένα άκρο», Κόρυμβος «κορυφή», κορυφή κλπ. Το τοπωνύμιο, λοιπόν, Κόρινθος δεν είναι προελληνικό αλλά παμπάλαιο ελληνικό, σχηματισμένο από τη ρίζα κορ- «στρογγυλός, αυτός που έχει στρογγυλή κορφή» και την άγνωστης σημασίας κατάληξη –ινθος. Της ίδιας ετυμολογικής αρχής είναι το τοπωνύμιο Τρικόρυθος (ἡ) της περιοχής του Μαραθώνα, που συγκαταλέγεται στα «προελληνικά». Το Τρικόρυθος είναι σύνθετο με α΄ συνθετικό το τρία και β΄ το ουσιαστικό κόρυς, -υθος «περικεφαλαία». Η περιοχή ονομάστηκε από την ομοιότητα τριών λόφων με περικεφαλαίες.
Αυτά εν πάση συντομία και υπό μορφήν πρόδρομης ανακοίνωσης περί των καλουμένων «Προελλήνων» προσθέτοντας ότι συμμερίζομαι τη διαπίστωση του Χρ. Δάλκου (2001, σ. 6) ότι «η λεγόμενη ‘προ’ ελληνική είναι στην ουσία πρωτοελληνική».
Αυτονόητο είναι ότι η ελληνική γλώσσα περιέχει και λέξεις δάνεια από άλλους μη ινδοευρωπαϊκούς λαούς, με τους οποίους οι δαιμόνιοι Έλληνες ήρθαν σε επαφή και «έδωσαν κι επήραν».
Αυτή είναι, κατά τη γνώμη μου, η καταγωγή της ελληνικής γλώσσας, η καταγωγή της γλώσσας ενός λαού, ο οποίος τρεις φορές στη διάρκεια της ιστορίας του, στη μυκηναϊκή περίοδο, στα κλασικά χρόνια και στην εποχή της ακμής της βυζαντινής αυτοκρατορίας, ανέλαβε, όπως παρατηρεί ο C. Blegen (βλ. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους τ. Α΄, σ. 9), την παγκόσμια πολιτιστική και πνευματική ηγεσία.
Συντομογραφίες
Αραπογιάννη: Πολυξένη Αραπογιάννη, Jörg Rambach, L. Godart, “Η μυκηναϊκή επιγραφή της Καυκανιάς”, Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών 70, 1995, 251-254. Πβ. και των ίδιων, “L’ inscription en linéaire B de Kafkania – Olympie” (OL Zh 1 στο: FLOREANT STUDIA MYCENAEA. Akten des X. internationalen mykenologischen Colloqviums in
Δάλκος 2001: Χρ. Δάλκος, Καλικάντζαροι… Αθήνα 2001.
Duhoux: Yves Duhoux, “Les révélations des nouvelles tablettes en linéaire de Thèbes”, στο: Séminaires de Delphes (4-16 août 1997) σσ. 16-19.
Ηeubeck: A.Heubeck, “Noch einmal zum Namen des Apollon”, Glotta 65, 1987, 179-182.
Humbert: Jean Humbert, Histoire de la langue grecque.
Κίγκα: Ελένη Κίγκα, Μορφολογία των νεοελληνικών περιεκτικών τοπωνυμίων, Ιωάννινα 1982.
Perpillou: J. - L. Perpillou, Les substantifs grecs en –εύς.
Probonas: Ioannis Probonas, “Mots mycéniens survécus en grec moderne”, στο: Αtti
Renfrew: Colin Renfrew, Archaeology and Language,
Risch: Ernst Risch, Il miceneo nella storia della lingua greca, QUCC 23, 1976,9.
Ruijgh: C.J. Ruijgh, L’ étymologie de l’ adjectif αγαθός, στο: Palaeograeca et Mycenaea Antonino Bartonêk oblata.
Σαλή - Αξιώτη: Τέση Σαλή - Αξιώτη, Λεξικό μυκηναϊκών τεχνικών όρων, Αθήνα 1996.
ΠΗΓΗ: περιοδικό ΑΡΔΗΝ, τ.52
Οι ακτινογράφοι της κοινωνίας
Εδώ γράφουμε αυτά που θέλουμε να εμφανίζονται μετά το "Διαβάστε περισσότερα".
Τετάρτη 6 Ιανουαρίου 2010
Νεολαία- κράτος μια επικίνδυνη σχέση
I found this fascinating quote today:
Ανέκαθεν η Ελλάδα διακρίνεται για την ταξική της ρευστότητα , έπασχε όμως και πάσχει από έντονη πατερναλιστική ιεράρχηση και «κατά σειράν αρχαιότητας» νοοτροπία , που προκαλούν τεράστια απογοήτευση στους νέους, ωθώντας τους ενίοτε στα όρια της οργής . Προσέξτε πόσες φορές το επίθετο «νέος» χρησιμοποιείται συγκαταβατικά για ελπιδοφόρους δημιουργούς ή ακόμη και πολιτικούς για να τους υπενθυμίσει έμμεσα την επετηρίδα και ότι θα πρέπει να περιμένουν. Η ελληνική κοινωνία τιμά ρητορικά τους αγώνες της νεολαίας, είναι ωστόσο κατά βάση αντι-νεολαιίστικη .... Πρόκειται για μια κοινωνία σταθερά προσανατολισμένη και βασισμένη στις μεγαλύτερες ηλικίες ....spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius
Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2010
Ευχετικόν Θεοφανείων Λέσβου
I found this fascinating quote today:
Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού / υπό Ν. Γ. Πολίτου.You should read the whole article.
Ιδώ μας είπαν κι ήρταμι σι τούτα τα παλάτια,τα δίπατα, τα τρίπατα, μαρμαρουστουλισμένα,οπού τα χτίζαν Έρουτις, κι όλου καλαντρουμένοι.Βάζανι, μόλου του ψηφί κι αράδα του λουγάρι,βάζαν κι μισουχάλικα αδρύ μαργαριτάρι.
Είπαμι τα παλάτια μας, ας πούμι τουν αφέντη.
Αφέντ' αφέντη λόφιντι, πέντι βουλές αφέντη,αφέντης εισ' απ' του θϊό, κι φαίνισ' απ' του σώμα,καμαρουτά πατείς στη γη κι ζυγιστά στου χώμα
... ... ...spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius
Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2010
ΦΩΤΑ: Το ξανάνιωμα της φύσης
Με αυτό το τετράστιχο περιγράφει η λαϊκή μας παράδοση τον τρόμο των καλικάντζαρων από την έλευση των Θεοφανείων, την τελευταία γιορτή του Δωδεκαήμερου. Την παραμονή λοιπόν αυτής της μέρας, ο παπάς γύριζε από σπίτι σε σπίτι κι έκανε αγιασμό έτσι ώστε να φύγουν τα κακά πνεύματα και βέβαια τους καλικάντζαρους, ψάλλοντας το «Εν Ιορδάνη...». Αλλωστε, οι καλικάντζαροι ήταν αυτοί που σε όλη τη διάρκεια του Δωδεκαήμερου «μαγάριζαν» τα νερά και τα φαγητά των ανθρώπων, έτσι, για να κρυφτούν από την τρομερή αγιαστούρα του παπά, επέστρεφαν τρομαγμένοι από κει που ήρθαν: Από τον Κάτω Κόσμο. Από όπου, βέβαια, θα επέστρεφαν και πάλι στο τέλος της χρονιάς.
Η αγιαστούρα και... η μαγκούρα!
Μάλιστα στα Μέθανα, ο παπάς κυνηγούσε τα καλικαντζάρια ακόμη κι έξω από το χωριό, γιατί μια χρονιά βαρέθηκε να κάνει αγιασμό και όταν επέστρεψε στην εκκλησία ήταν μαζεμένα όλα τα καλικαντζάρια, ρίχτηκαν πάνω του και άρχισαν να τον χτυπούν. Τότε ο παπάς προτίμησε πιο αποτελεσματικά και... επίγεια «καθαρτήρια» μέσα, άφησε την αγιαστούρα, άρπαξε τη μαγκούρα του και... τους άλλαξε τα φώτα.
Αλλά επειδή ο λαός ήξερε πως τα κακά πνεύματα και τα καλικαντζάρια δε βρίσκονταν μόνο στα σπίτια του, αλλά και σε χαλάσματα, ρεματιές και ακατοίκητα σπίτια, «έδιναν» ένα χεράκι στον εκπρόσωπο του Θεού, δημιουργώντας τελετές, κατά τις οποίες οι φωνές και τα κουδούνια τρόμαζαν τους ανεπιθύμητους επισκέπτες από τον Κάτω Κόσμο, τους ανάγκαζαν να βγουν από τις κρυψώνες τους και να εξαφανιστούν. Την παραμονή των Φώτων, επίσης, ο κόσμος άδειαζε το παλιό νερό από τα δοχεία για να βάλει «αγιασμένο» την επόμενη, αφού πίστευαν ότι τα καλικαντζάρια είχαν κατουρήσει το παλιό, άρα δεν ήταν πόσιμο. Αν δεν ήθελε να «κορακιάσει» κάποιος από τη δίψα εκείνο το βράδυ, θα έπρεπε να πάει μέχρι τη βρύση του χωριού, γιατί στα σπίτια δεν υπήρχε ούτε σταγόνα...
Μάλιστα, ο λαός μας ήταν τόσο σίγουρος πως τα καλικαντζάρια εξαφανίζονταν εκείνη τη μέρα, που ετοιμάζονταν για τα Φώτα κάνοντας μπάνιο και πλένοντας τα ρούχα. Δραστηριότητες που επί δώδεκα μέρες απαγορεύονταν, αφού, όπως είπαμε, το νερό ήταν «μαγαρισμένο», άρα θα λέρωνε τον άνθρωπο αντί να τον καθαρίσει. Ακόμη και τα λουκάνικα άρχιζαν να τρώνε, αφού μέχρι να περάσει ο παπάς και να κάνει αγιασμό δεν τα αγγίζανε, επειδή τα είχαν κατουρήσει τα καλικαντζάρια! Ηταν οι εποχές που ακόμη και οι παπάδες περίμεναν εκείνη τη μέρα να τους προσφέρει ο κόσμος λουκάνικα και άλλα φαγώσιμα, γιατί οι ίδιοι ήταν άμισθοι. Εκτός των άλλων, ο κόσμος έδινε στους παπάδες και σιτάρι, το οποίο το ονόμαζαν «χρονιάτικο», επειδή το πρόσφεραν μια φορά το χρόνο, αλλά και «στεφανιάτικο» γιατί το υπολόγιζαν στα στεφανωμένα ζευγάρια κάθε σπιτιού.
Βέβαια, υπήρχαν και παπάδες που δεν έμεναν ευχαριστημένοι με αυτά που τους πρόσφερε ο λαός από το λιγοστό βιος του και ήθελαν κι άλλα. Σαν απάντηση, ο λαός τους «στόλιζε» με σατυρικά τραγούδια: «Φωτίζω, ραντίζω, τσέργες και βελέντζες/ σταφύλια κρεμασμένα, συτζιούκια αραδιασμένα/ δερμάτια φουσκωμένα, με τυριά γεμάτα. Δώ' μ' κι εμένα ένα»! `Η «φωτίζω, ραντίζω, σκόρδα, λάχανα, κρομμύδια/ συτζιούκια μουστωμένα, να 'χα να 'τρωγα κανένα»!
Η γιορτή της κάθαρσης
Να σημειωθεί ότι για τους ορθόδοξους τα Φώτα έρχονται πρώτα σε σημασία από τις γιορτές του Δωδεκαήμερου, γιατί «βαφτίζονται», καθαγιώνονται και «καθαρίζονται» από το κακό τα πάντα γύρω. Ανθρωποι, ζώα, πράγματα και όλη η φύση. Πίστευαν μάλιστα πως το βράδυ πριν τα Φώτα «ανοίγουν οι ουρανοί» και όποιος κατάφερνε να ζητήσει κάτι από τον Θεό εκείνη τη στιγμή, αυτό θα γινόταν. Το αποτέλεσμα ήταν να μην κοιμάται σχεδόν κανείς εκείνο το βράδυ. Πίστευαν επίσης πως εκτός από το νερό, «βαφτίζονται» και οι άνεμοι. Συνεπώς, όποιος αέρας φυσούσε τη μέρα των Φώτων, θα ήταν αυτός που θα κυριαρχούσε όλη την επόμενη χρονιά. Για τους ορθόδοξους, η γέννηση ενός παιδιού, αποτελεί μεν ένα χαρμόσυνο γεγονός, αλλά η βάπτιση είναι αυτή για την οποία προβλέπεται ολόκληρο τελετουργικό που γιορτάζεται με τη συμμετοχή πολλών γνωστών και συγγενών. Ετσι, η βάπτιση του Χριστού είχε περισσότερη σημασία από τη γέννησή του, σε αντίθεση με τους καθολικούς που ρίχνουν το περισσότερο βάρος στη γέννηση. Μάλιστα, τα πρωτοχριστιανικά χρόνια, μέχρι το τέλος του 4ου αιώνα, η βάπτιση και η γέννηση του Χριστού γιορτάζονταν μαζί. Για πολλούς αιώνες μετά, οι Μακεδόνες και οι Θεσσαλοί γιόρταζαν τα Φώτα σαν τη μεγαλύτερη γιορτή του χρόνου.
Τα Φώτα ήταν και η εποχή που προτιμούσαν οι άνθρωποι να φτιάχνουν καινούρια ρούχα, έτσι ώστε να «φωτιστούν» κι αυτά. Το ρίξιμο του σταυρού στο νερό, σε συνδυασμό με το «ξανάνιωμα» των πάντων λόγω του καθαγιασμού τους, ήταν και μια καλή εποχή για να ξεκινούν τα ταξίδια τους οι έμποροι και οι ναυτικοί. Μέσα σε αυτά τα «πάντα» που «ξανανιώνουν» περιλαμβάνονται ακόμη και οι εικόνες της εκκλησίας, αφού, όπως πιστευόταν παλιά, αλλά και σήμερα, με την αλλαγή του χρόνου χάνουν την αρχική τους δύναμη όλα τα πράγματα, άρα πρέπει να καθαρίζονται για να την ξαναβρούν.
Το «μπάνιο» των θεών
Οσο κι αν μοιάζει «τραβηγμένο από τα μαλλιά», ακόμη κι αυτό το πλύσιμο των εικόνων αποτελεί επιβίωση αρχαίας τελετουργίας. Οι αρχαίοι αφιέρωναν ειδικές γιορτές και τελετουργίες, που ονόμαζαν «Πλυντήρια», στο πλύσιμο των αγαλμάτων των θεών. Μάλιστα, οι Αθηναίοι κατέβαζαν με πομπή το άγαλμα της Αθηνάς από την Αθήνα στο Φάληρο για να το πλύνουν με θαλασσινό νερό και με αυτό το τρόπο να ανανεωθούν οι δυνάμεις της θεάς. Το έθιμο παρέλαβαν οι βυζαντινοί και με αυτό τον τρόπο έφτασε μέχρι τις μέρες μας. Υπάρχουν και έθιμα των Φώτων που κρατούν ακόμη και από τη Μινωική εποχή. Σε ορισμένες περιοχές της πατρίδας μας, μετά το πλύσιμο των εικόνων επέστρεφαν με πομπή στην εκκλησία. Την πομπή οδηγούσε μια νιόπαντρη γυναίκα που είχε γίνει και μητέρα για πρώτη φορά. Στο κεφάλι της κρατούσε το δοχείο με τον αγιασμό. Κατά διαστήματα, η γυναίκα ράντιζε με αγιασμό το δρόμο, για να γίνει το καλαμπόκι. Ο συμβολισμός παραπέμπει στη μινωική λατρεία της «Μητέρας Θεάς». Η γυναίκα, γεμάτη γάλα, παραπέμπει στον καρπό του καλαμποκιού, που έπρεπε να είναι γεμάτος και πλούσιος όπως η κοπέλα. Με αγιασμό ράντιζαν επίσης τα βόδια και τα άλογα. Οταν η πομπή έφτανε στην εκκλησία, οι άντρες άρχιζαν το χορό.
Ετσι, τα Φώτα, ο λαός μας πλένει και καθαρίζει τις εικόνες της εκκλησίας και του σπιτιού. Οπου μάλιστα υπήρχε η δυνατότητα έπλεναν τις εικόνες με θαλασσινό νερό. Τέτοια δυνατότητα υπήρχε φυσικά στα νησιά. Ετσι, στη Λήμνο και την Ικαρία, όταν ο παπάς έριχνε το σταυρό στη θάλασσα και έπεφταν οι βουτηχτάδες να τον βρουν, οι νοικοκυρές έπαιρναν θαλασσινό νερό για να πλύνουν τις εικόνες. Το νερό το μάζευαν σε τενεκέδες ή νεροκολοκύθες κομμένες από πάνω και βέβαια δεν έπρεπε να μιλούν καθ' όλη τη διαδικασία, αφού το νερό έπρεπε να ήταν «αμίλητο».
Οπου η θάλασσα ήταν μακριά, οι εικόνες «βαφτίζονταν» στα ποτάμια και τις ρεματιές. Στα Γρεβενά έπλεναν ακόμη και τις ξύλινες αγιογραφίες του ιερού των εκκλησιών που της κουβαλούσαν μέχρι το ποτάμι. Μάλιστα, στα χωριά της Θεσσαλίας και της Δ. Μακεδονίας οι εικόνες γίνονταν αντικείμενο... «δημοπρασίας», για το ποιος θα τις πάρει και θα τις πλύνει. Ο παπάς, μετά τη λειτουργία, έβγαινε από το ιερό, κρατώντας την εικόνα της «Βάφτισης» και ρωτούσε ποιος θα την πάρει. Ο κόσμος άρχιζε τότε να τάζει από χρήματα, μέχρι λάδι και κατσίκια. Οποιος έδινε τα πιο πολλά, έπαιρνε και την εικόνα. Ανάλογη ήταν η διαδικασία και για τις άλλες εικόνες.
Τα κάλαντα της λευτεριάς
Αξίζει τελειώνοντας να πούμε πως στην πολυτάραχη ιστορία του, ο λαός μας, στις σκοτεινές εποχές, χρησιμοποιούσε τέτοιου είδους γιορτές για να εκφράσει - εμμέσως πλην σαφώς - την αντίστασή του. Ετσι, επί τουρκοκρατίας, στην Ηπειρο είχαν επινοήσει τα παρακάτω κάλαντα των Φώτων, έτσι ώστε να εκφράζουν μέσω συμβολισμών, άρα άφοβα, τον πόθο για λευτεριά:
«Σήμερα είν' τα Φώτα/ καρκαλιέται η κότα (δηλαδή ο υπόδουλος Ρωμιός)/ πίσω από την πόρτα/ τη φωνάζει ο πέτος (συμβολικά ο Τούρκος)/ δεν απολογιέται/ παίρνει ένα λιθάρι/ τσίγκι το ποδάρι/ Ωι λελέ το πόδι μου/ και το παραπόδι μου!/ Φέρτε μου τη σέλα/ να καβαλικέψω/ να πανώ στα Γιάννινα/ να φωνάζω ντριμιτζή (εδώ εννοείται ο επίσκοπος Τρίκκης και Σταγών Διονύσιος, πρωτεργάτης της επανάστασης των Ηπειρωτών το 1612)/ ντριμιτζή καλόγερε/ και ντραγκατζιοκέφαλε (με κεφάλι δράκου)/ τα παιδιά που βάφτισες/ στην κυρά την Παναγιά/ πο 'χει ανήλια και καντήλια/ και κλειδιά στα παραθύρια/ έσκασαν και πλάνταξαν».
Σ.Σ.: Τα στοιχεία είναι παρμένα από τα βιβλία του Κώστα Καραπατάκη «Παλιά χριστουγεννιάτικα ήθη και έθιμα», (εκδόσεις Παπαδήμας) και της Γιάννας Σεργή «Να τα πούμε;» (εκδόσεις Φιλιππότη).
ΠΗΓΗ:εφημ. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 6-1-2001
2012: Αρχαίες προφητείες, σύγχρονες ανοησίες
Image by labguest via Flickr
της ΜΑΡΙΑΣ ΘΕΡΜΟΥ
Χρόνος υπάρχει ακόμη. Για την ακρίβεια δύο χρόνια παρά κάτι ημέρες ως την πολυσυζητημένη καταστροφή του κόσμου, την οποία κάποιοι πιστεύουν ότι είχαν προβλέψει οι Μάγιας. Ηδη μάλιστα αυτόκλητοι προφήτες, μάντεις και μυστικιστές διαφόρων ειδών, ακολουθούμενοι από τους «πιστούς» τους, ετοιμάζονται να ζήσουν όλοι μαζί στις 21 Δεκεμβρίου του 2012 το γεγονός της συντέλειας. Γιατί τότε ο «Μεγάλος Χιλιομετρητής» των Μάγιας θα φθάσει στο «Σημείο Μηδέν» προκειμένου να αρχίσει ένας νέος κύκλος 1.872.000 ημερών (5.125,37 χρόνια). Και ένα τέτοιο κοσμοϊστορικό γεγονός, βέβαια, δεν θα μπορούσε να συμβεί... αναίμακτα. Εξ ου και η κατάρρευση των πάντων! Επειδή όμως μεσολαβούν ακόμη δύο χρόνια, ας πάρει ο καθείς τα μέτρα του. Και ως τότε καλό είναι να ειπωθούν ορισμένες αλήθειες.
Αθελά τους, λοιπόν, έδωσαν τροφή οι αρχαίοι Μάγιας σε όλη αυτήν την κοσμική μωρολογία η οποία βασίστηκε κατά μεγάλο βαθμό σε κατάλοιπα του πολιτισμού τους, όπως η περίφημη εγχάρακτη πλάκα, η γνωστή ως «Στήλη 25» της Ιζάπα (400 π.Χ.). Ο λόγος είναι ότι επάνω σε αυτήν χαρτογραφείται, κατά κάποιους μελετητές, η γαλαξιακή ευθυγράμμιση που θα σηματοδοτήσει το τέλος του «Μεγάλου Χιλιομετρητή».
Διότι, όπως πολλές προβλέψεις αρχίζουν από το Διάστημα, έτσι και η συγκεκριμένη εκμεταλλεύεται μια πραγματική κατάσταση: Οτι στο κέντρο του Γαλαξία μας υπάρχει μια μαύρη τρύπα και ότι το 2012 ο Ηλιος θα ευθυγραμμιστεί με το επίπεδο του Γαλαξία για πρώτη φορά ύστερα από 26.000 χρόνια. Τότε, σύμφωνα με τους καταστροφολόγους, η μαύρη τρύπα θα οδηγήσει το ηλιακό μας σύστημα σε κατάρρευση.
Ο συγγραφέας του βιβλίου «Αποκάλυψη 2012» Λόρενς Ι. Τζόζεφ μιλάει για γιγαντιαίες εκρήξεις που θα συμβούν στην επιφάνεια του Ηλίου, εκτινάσσοντας προς τη Γη ένα ασυνήθιστα μεγάλο νέφος ακτινοβολίας. Το αποτέλεσμα θα είναι να αναστραφεί το μαγνητικό πεδίο της Γης και να ξεσπάσουν τρομακτικά φυσικά φαινόμενα. Αυτή είναι η κακή είδηση. Γιατί υπάρχει και καλή: Ορισμένοι μελλοντολόγοι δεν αναμένουν κατακλυσμό αλλά μια ξαφνική κοσμική αφύπνιση κατά την οποία θα επικρατήσει μια φωτισμένη συλλογική συνείδηση η οποία θα επιλύσει τα προβλήματα του κόσμου.
Αυτές οι ιδέες, βέβαια, μετά βίας αντέχουν σοβαρής κριτικής. Κατ΄ αρχάς ελάχιστα είναι τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι Μάγιας νοιάζονταν τόσο πολύ για τον Γαλαξία. Αλλωστε, όταν αναφέρονται σε αυτόν, τον φαντάζονται συνήθως ως δρόμο. Από επιστημονικής άποψης, εξάλλου, αυτός ο κύκλος των 26.000 ετών περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον έλληνα αστρονόμο Ιππαρχο το 128 π.Χ. Εκείνος ήταν που παρατήρησε τη μικρή διαφορά μεταξύ του ηλιακού έτους (ο χρόνος που χρειάζεται η Γη για να περιστραφεί γύρω από τον Ηλιο) και του αστρικού έτους (ο χρόνος που χρειάζεται ο Ηλιος για να ευθυγραμμιστεί εκ νέου με τα αστέρια). Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι η θέση του Ηλίου σε ισημερίες και ηλιοστάσια, που σηματοδοτούν τις εποχές, αλλάζει σε σχέση με τους αστερισμούς του ζωδιακού κύκλου.
Τ ο σίγουρο είναι ότι οι Μάγιας κατείχαν τον ζωδιακό κύκλο, οπότε θα μπορούσαν να έχουν σημειώσει τη διαφορά μεταξύ των αστρικών και ηλιακών ετών. Ωστόσο δεν υπάρχουν πειστικές αποδείξεις ότι το έκαναν. Επιπλέον, ο «μοναδικός» δήθεν προσανατολισμός ΒορράΝότου με τον Γαλαξία, ο οποίος πιστεύεται ότι απεικονίζεται στη «Στήλη 25», συμβαίνει κάθε χρόνο. Και το πιο σημαντικό: Δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι οι Μάγιας χρησιμοποιούσαν χάρτες του ουρανού.
Τέλος, είναι άγνωστο αν γνώριζαν οτιδήποτε σχετικό με... ηλιακές εκρήξεις, ηλιακές κηλίδες ή μαγνητικά πεδία. Μια προφητεία, λοιπόν, που βασίζεται αποκλειστικά και μόνο σε ένα αρχαίο μνημείο («Στήλη 25») δεν μπορεί παρά να κάνει επιλεκτική επιλογή στοιχείων- συχνά ελλιπών, ασαφών ή ανεφάρμοστων-, προκειμένου να δικαιολογήσει μια προσχεδιασμένη ιδέα. Τα μεγάλα επιτεύγματα των Μάγιας και άλλων πολιτισμών του αρχαίου κόσμου είναι γοητευτικά από μόνα τους. Δεν χρειάζονται την επιστράτευση ευφάνταστων προφητειών.
Ο χιλιομετρητής του χρόνου
Ως το 200 μ.Χ. οι Μάγιας είχαν μάθει να καλλιεργούν τη γη και είχαν αρχίσει να χτίζουν μεγάλες πόλεις με χαρακτηριστική μνημειακή αρχιτεκτονική. Μερικές εκατοντάδες χρόνια νωρίτερα, μάλιστα, οι ηγεμόνες τους είχαν αναθεωρήσει το ημερολόγιό τους ώστε να συνδέεται η άνοδος του κράτους με τους μύθους της καταγωγής τους. Κείμενα των Μάγιας που έχουν διασωθεί χαραγμένα σε επιτύμβιες στήλες αναφέρονται συχνά στον «Μεγάλο Χιλιομετρητή», ο οποίος αντιστοιχεί σε μια σειρά από πέντε αριθμούς (ο αριθμός 12.8.0.1.13, για παράδειγμα, αντιστοιχεί στις 4 Ιουλίου 1776). Οι δείκτες αυτοί, όμως, ήταν μια μορφή πολιτικής και θρησκευτικής προπαγάνδας. Διότι οι κυβερνήτες των Μάγιας τους χρησιμοποιούσαν προκειμένου να συνδέσουν εγκόσμια γεγονότα και προσωπικές ιστορίες τους- ημερομηνίες στέψης, συμμαχίες, γάμους, στρατιωτικές νίκεςμε διάφορα αστρονομικά συμβάντα.
Οσο για την αρχή του «Μεγάλου Χιλιομετρητή», τη δημιουργία του κόσμου δηλαδή, οι Μάγια την τοποθετούσαν στο μυθικό παρελθόν τους. Συγκεκριμένα, η «Ημέρα Μηδέν» ήταν για αυτούς η 11η Αυγούστου του 3114 π.Χ. Αγνωστο, όμως, είναι το γιατί ο «Μεγάλος Χιλιομετρητής» άρχισε να γράφει από το 3114 π.Χ., πολύ προτού αρχίσει ο πολιτισμός των Μάγιας. Αλλά κάτι παρόμοιο δεν έχει συμβεί με τις μηδενικές ημερομηνίες και άλλων ημερολογίων- χριστιανικό, ρωμαϊκό, σανσκριτικό; Είναι δε διασκεδαστικό ότι οι «προφήτες» του 2012 βασίζονται σε μια ημερομηνία που μπορεί να μην είχε καμία ιστορική σημασία για τους Μάγιας.
ΠΗΓΗ:εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 1-1-2010