Ένα από τα ωραιότερα έθιμα των ημερών είναι τα κάλαντα. Οι παιδικές φωνές που γεμίζουν τον αέρα με αστείες επωδούς, με ευχές και μελωδίες, και τους νοικοκυραίους με παινέματα, μεταφέρουν μια πανανθρώπινη και πανάρχαια λαχτάρα. Την ευτυχία. Μια ευτυχία που φτιάχνεται από απλά υλικά, από καθημερινές ανάγκες, όπως ένα καλό μεροκάματο, ένας καλός γάμος, ένα παιδί, η καλή σοδειά... `Η από καημούς, όπως ο γυρισμός του ξενιτεμένου, η υγεία στην αρρώστια, η τύχη στη δυστυχία...spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius, Dec 2009
Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2009
Καθ'οδόν:Σε λαϊκά έθιμα των ημερών
Ελεγε κάλαντα ο Ομηρος;
Image via Wikipedia
1 Γιατί είναι πολλά;
Γιατί όχι, δηλαδή, «Χριστούγεννο»; Γιατί πληθυντικός και όχι ενικός αριθμός; Εύλογη η απορία για κάποιον που δεν ασπάζεται το δόγμα «πίστευε και μη ερεύνα». Ως εκ τούτου ερευνώντας φθάνει κανείς σε δύο διαφορετικές απαντήσεις. Η πρώτη θέλει την προέλευση του πληθυντικού να βρίσκεται στον ελληνορωμαϊκό κόσμο και στις εορτές του: στα Κρόνια για τους αρχαίους Ελληνες και στα Σατουρνάλια για τους Ρωμαίους (προς τιμήν του θεού Σατούρνους, που αντιστοιχούσε στον Κρόνο). Η άλλη απάντηση βρίσκεται σε μια αρχαία ιουδαϊκή εορτή, τα Πουρείμ (από το όνομα Πουρ), η οποία εορταζόταν από τον 5ο αιώνα π.Χ.
2 Ελατο ή βελανιδιά;
Η ιστορία έχει ως εξής: περί το 750 ο μετέπειτα Αγιος Βονιφάτιος, προστάτης των Γερμανών- τότε ήταν απόστολος-, ξεκίνησε να προσηλυτίσει στον χριστιανισμό τους κατοίκους της Φριζίας (Κάτω Σαξονία), που ήταν ακόμη παγανιστές. Οι Φρίζιοι, οι οποίοι μιλούσαν μια αρχαία αγγλική διάλεκτο, γεγονός που δυσκόλευε τη συνεννόηση μαζί τους, λάτρευαν την αιωνόβια βελανιδιά, ιερό δέντρο του θεού τους Θωρ, επάνω στην οποία έκαναν θυσίες. Προκειμένου να τους πείσει ο Αγιος Βονιφάτιος άρχισε, σύμφωνα με τον θρύλο, να πριονίζει τη βελανιδιά για να την κόψει, κάτι όχι πολύ εύκολο βεβαίως, ώσπου φύσηξε ένας πολύ δυνατός άνεμος και την ξερίζωσε. Αυτό θεωρήθηκε θαύμα και έκανε τους ανθρώπους να στραφούν ομαδικά στον χριστιανισμό, ενώ στη θέση της βελανιδιάς φύτρωσε αργότερα ένα έλατο το οποίο οι χριστιανοί θεώρησαν ευλογημένο. (Παρεμπιπτόντως, ο Αγιος Βονιφάτιος μαρτύρησε μερικά χρόνια αργότερα από τους εναπομείναντες φρίζιους παγανιστές.) Αξίζει να αναφερθεί πάντως ότι η ιερή βελανιδιά λατρευόταν και στην αρχαία Ελλάδα και συγκεκριμένα στο αρχαιότερο ελληνικό ιερό, της Δωδώνης, όπου οι ιερείς μάλιστα προμήνυαν τα μελλούμενα ανάλογα με το θρόισμά της!
3 Ποιο ήταν το πρώτο χριστουγεννιάτικο δέντρο που στολίστηκε στην Ελλάδα;
Ηταν το δέντρο ενός Βαυαρού, του Οθωνα βεβαίως, και δεν στολίστηκε στην Αθήνα αλλά κατά πρώτον στο Ναύπλιο, όπου διέμεινε για περίπου έναν χρόνο, από το 1833, ο νεαρός βασιλιάς, έχοντας φέρει μαζί του από το Μόναχο και τα έθιμα της πατρίδας του. Τον επόμενο χρόνο το δέντρο στολίστηκε στην αθηναϊκή βασιλική κατοικία- ακόμη δεν είχαν χτιστεί τα ανάκτορα-, από όπου περνούσαν όλοι οι Αθηναίοι κάνοντας ουρές για να το θαυμάσουν. Εκεί στην πατρίδα του Οθωνα στόλιζαν έλατο από το 1539, αλλά τα πρώτα στολίδια του ήταν τρόφιμα, ενδύματα και άλλα χρήσιμα είδη, τα οποία με την πάροδο του χρόνου εξελίχθηκαν σε διακοσμητικά αντικείμενα.
4 Να στολίσω καραβάκι, δηλαδή;
Γερμανικό το έθιμο, χωρίς αμφιβολία, από την άλλη όμως το καραβάκι τι δουλειά είχε στη Στερεά Ελλάδα και επάνω στα βουνά της Θεσσαλίας ή της Ηπείρου; Επιπλέον υπάρχει και άλλη εκδοχή. Την λένε «ειρεσιώνη» και στην αρχαία Ελλάδα ήταν ένα κλαδί ελιάς ή δάφνης στο οποίο έπλεκαν λευκές ή κόκκινες μάλλινες κορδέλες και κρεμούσαν φθινοπωρινούς καρπούς. Την περιέφεραν παιδιά από σπίτι σε σπίτι, τοποθετώντας μάλιστα επάνω της ψωμί, μέλι, λάδι, κρασί και τελικώς την αφιέρωναν στους θεούς. Πολύ συχνά όμως την κρεμούσαν έτσι στολισμένη στις πόρτες των σπιτιών, προς τιμήν του Ηλίου και των Ωρών. Οπωσδήποτε επρόκειτο για ένα σύμβολο ευφορίας με το οποίο επικαλούνταν τη συνδρομή των θεών για να έχουν καλή σοδειά και ευγονία στο σπιτικό τους. Οι ειρεσιώνες έμεναν μάλιστα έξω από τα σπίτια ακόμη και όταν είχαν ξεραθεί. Ας θυμηθούμε τον Αριστοφάνη στον «Πλούτο», όπου μια ηλικιωμένη γυναίκα φωνάζει σε έναν προσβλητικό νέο:«Λυπήσου με,μη φέρνεις τον δαυλό σου τόσο κοντά στο πρόσωπό μου».Για να επέμβει ο Χρεμύλος:«Εχει δίκιο γιατί,αν αρπάξει μια σπίθα, θα καεί σαν παλιά ειρεσιώνη!».
5 Ελεγε ο Ομηρος κάλαντα;
«Παίδες αμφιθαλείς» τραγουδούσαν την ειρεσιώνη στην αρχαία Ελλάδα, παιδιά είναι σήμερα και οι καλαντιστές. Στη Θράκη μάλιστα λέγονται «μανοκυρουδάτοι» και κρατούν στο χέρι στολισμένα ραβδιά! Και όσο για τους στίχους των τραγουδιών πρώτος διδάξας είναι ο Ομηρος:
«Ερχόμαστε στο σπίτι ενός πλούσιου νοικοκύρη.Αφήστε τις πόρτες ανοιχτέςγιατί μπαίνει ο Πλούτος και μαζί του η Χαρά και η Ειρήνη.Να ΄ναι γεμάτα πάντα τα σταμνιά τουκαι στη σκάφη του ζυμώματος το ζυμάρι να φουσκώνει ψηλά».Αλλως «Στο σπίτι ετούτο που ΄ρθαμε του πλουσιονοικοκύρη...»κτλ., κτλ.
6 Να τα πούμε ή να τα παραπέμψουμε στις καλένδες;
Είτε μας αρέσει είτε όχι, από τις ρωμαϊκές «καλένδες» πήραν το όνομά τους τα κάλαντα. Χρειάστηκε βέβαια μακρός δρόμος ώσπου να γίνει αυτό. Οι καλένδες- από τη λέξη calo, που σήμαινε καλώ, ονομάζωσυνδέονταν με την έναρξη κάθε μήνα η οποία ανακηρυσσόταν από τον Ποντίφικα με τη φράση «Calo Juno novella»- ήταν οι πρώτες ημέρες του μήνα, οι νεομηνίες δηλαδή. Και ειδικά αυτές του Ιανουαρίου ήταν οι περιφημότερες γιατί τότε γιορταζόταν η έλευση του νέου έτους. Δώρα, όπως μέλι, ξερά σύκα, χουρμάδες αλλά και μικρά νομίσματα, τις συνόδευαν και βεβαίως ευχές και ανταλλαγές επισκέψεων μεταξύ φίλων και συγγενών.
Στους πρώτους αιώνες του χριστιανισμού οι καλένδες είχαν διατηρηθεί ως εορτές και πανηγύρεις της 1ης Ιανουαρίου. Η Στ Δ Οικουμενική Σύνοδος της Κωνσταντινούπολης, όμως, το 662, τις απαγόρευσε. Αλλά, δεδομένου ότι επρόκειτο για έθιμο αιώνων που η διακοπή του μπορούσε να δημιουργήσει μεγάλη αναστάτωση και δυσαρέσκεια στον κόσμο, βρέθηκε μια συμβιβαστική λύση: τα κάλαντα, τα δημοτικά ευχητικά τραγούδια που διατηρήθηκαν ως σήμερα. Οσο για τη φράση «παραπέμπεται στις καλένδες», που σημαίνει κάτι το οποίο διαρκώς αναβάλλεται, προέρχεται από το γεγονός ότι στους Ελληνες δεν υπήρχαν καλένδες, άρα δεν υπήρχε και καμία περίπτωση το όποιο ζήτημα να τακτοποιηθεί.
7 Γιόρταζαν τα γενέθλια του Χριστού οι πρώτοι χριστιανοί;
Οχι, διότι τα γενέθλια θεωρούνταν παγανιστική εορτή και ως εκ τούτου ήταν ανεπίτρεπτο για τους χριστιανούς να τα γιορτάζουν. Η Εκκλησία διακήρυττε ότι ήταν αμαρτία το να σκοπεύει κάποιος να τηρήσει τα γενέθλια του Χριστού «σαν να ήταν ο βασιλιάς Φαραώ»! Και ο Ωριγένης μάλιστα τον 3ο αιώνα πίστευε ότι«ο φαύλος τα γενέσεως αγαπών πράγματα εορτάζει γενέθλιον»και ότι«επ΄ ουδεμιάς γραφής εύρομεν υπό δικαίου γενέθλιον αγομένην». Ετσι επί τέσσερις αιώνες μετά τον θάνατο του Χριστού ουδείς εγνώριζε πότε ακριβώς γεννήθηκε. Αλλωστε ακόμη δεν είχαν καταλήξει στο έτος γέννησης... Επιπλέον η ημέρα του θα νάτου που θα έφερνε την ανάσταση του Θεανθρώπου ήταν η σημαντική.
8 Και γιατί στις 25 Δεκεμβρίου;
Το γεγονός είναι ότι η επιλογή της 25ης Δεκεμβρίου για τη γέννηση του Χριστού είναι κι αυτή μια σύμβαση όπως πολλές άλλες. Και αυτό παρ΄ ότι η Εκκλησία κατά τον 4ο και 5ο αιώνα πρέσβευε πως πράγματι ο Χριστός είχε γεννηθεί τη συγκεκριμένη ημερομηνία. Ο Χρυσόστομος μάλιστα επικαλείται προς τούτο την ημερομηνία της απογραφής του Κυρηνίου που διατηρούνταν στα ρωμαϊκά αρχεία. Εκ των υστέρων όμως θεωρείται βέβαιον ότι οι χριστιανοί θέλησαν να αντιδράσουν με αυτόν τον τρόπο στη ρωμαϊκή ειδωλολατρική εορτή των Σατουρναλίων (ή να την υπερκαλύψουν), που εορταζόταν από 17 ως 23 Δεκεμβρίου, δηλαδή την περίοδο του χειμερινού ηλιοστασίου. Και αυτό γιατί η συγκεκριμένη γιορτή είχε εκπέσει πολύ από την αρχική μορφή της και είχε καταλήξει σε ακραίες διασκεδάσεις με άφθονη οινοποσία και ακολασίες.
Η 25η του μήνα, από την άλλη, ήταν πολύ σημαντική για τον παγανιστικό κόσμο αφού ήταν η γιορτή του Ηλίου. Πιστεύεται λοιπόν ότι η επιλογή της από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο για τον εορτασμό των Χριστουγέννων έγινε επίτηδες ως μια προσπάθεια σύνδεσης του Ηλίου με τον Χριστό.
9 Φθινόπωρο, χειμώνα ή άνοιξη γεννήθηκε ο Χριστός;
Oδιευθυντής του Ευγενιδείου Πλανηταρίου κ. Διονύσης Σιμόπουλος στο βιβλίο τουΤο άστρο των Χριστουγέννων ανατρέπει τα καθιερωμένα: «Σε μία μόνο εποχή του έτους οι βοσκοί “φυλάσσουν φυλακάς της νυκτός επί την ποίμνην αυτών”,όπως αναφέρεται στο Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο:την άνοιξη,όταν τα νεογέννητα αρνάκια χρειάζονται τη βοήθειά τους.Οπότε η γέννηση του Χριστού έγινε μάλλον την άνοιξη»λέει. Αλλωστε, σύμφωνα με ειδικούς επιστήμονες, η Βηθλεέμ τον Δεκέμβριο ήταν βυθισμένη στην παγωνιά και στη βροχή. Δεν θα ήταν λοιπόν λογικό να παραμένουν με τέτοιες συνθήκες βοσκοί και πρόβατα στην ύπαιθρο.
10 Ποια η σχέση του Χριστού με τον Δία;
Κάθε χρόνο γεννιόταν ο Δίας στο περίφημο Ιδαίο Αντρο της Κρήτης και κάθε χρόνο πέθαινε για να ξαναγεννηθεί. «Βηθλεέμ του αρχαίου κόσμου» το αποκαλεί μάλιστα σε άρθρο του («Το Βήμα», 30 Δεκεμβρίου 2007) ο κ. Μιχάλης Τιβέριος, καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Προγενέστερο ενδεχομένως ήταν το Δικταίο Αντρο. Σε αυτόν τον Δικταίο Δία, νεαρό και αγένειο, αναφέρεται μάλιστα ένας αρχαίος ύμνος που βρέθηκε χαραγμένος επάνω σε λίθο.
Οπως γράφει ο κ. Τιβέριος,«στην αρχή του ύμνου οι ασπιδοφόροι νέοι χαιρετούν τον “παντοδύναμο νεανίσκο” (“μέγιστε κούρε,χαίρε”) και τον ικετεύουν να αφήσει τον ουράνιο θρόνο του, εκεί όπου είναι πρώτος ανάμεσα στους άλλους θεούς,και να επαναλάβει την ετήσια κάθοδό του στον ιερό τόπο της γέννησής του».Στη συνέχεια τον ευχαριστούν για τα καλά που έκανε για τους ανθρώπους τη χρονιά που πέρασε και δέονται να φροντίσει τα ανάλογα και για την ερχομένη. Είναι ένας ύμνος που παρουσιάζει χτυπητές ομοιότητες με αντίστοιχες ευχές της Εκκλησίας. _ΠΗΓΗ:εφημ.ΤΟ ΒΗΜΑ, 25-12-2009
Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2009
Το βιβλίο και ο υπολογιστής
Image by Extra Ketchup via Flickr
του Στ.Αλαχιώτη, καθηγητή ΓενετικήςΟ κάθε δρόμος έχει πολλά πλεονεκτήματα, αλλά και μειονεκτήματα, γεγονός που έχει ανοίξει μια μεγάλη συζήτηση πάνω από αυτό το σταυροδρόμι. Πολλοί ήδη υποστηρίζουν ότι το χειρόγραφο και το έντυπο βιβλίο ίσως μετατραπούν σύντομα σε μουσειακά είδη. Αυτή η μορφή γραφής δηλαδή που έφερε τον πολιτισμό μας ως εδώ τον οδηγεί στο σημείο να σκέφτεται να την καταργήσει; Αναμφίβολα το πέρασμα στον δρόμο του υπολογιστή είναι ελκυστικό, περισσότερο για τους νέους, και παρέχει πολλές διευκολύνσεις· ενέχει ωστόσο και μερικές παγίδες.
Ο υπολογιστής παίζει σημαντικό ρόλο στη μάθηση, ακόμη και παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες· όπως και στη γρήγορη διαχείριση της άπειρης πληροφορίας της εποχής μας και των συναφών μέσων επικοινωνίας και κοινωνικής δικτύωσης (ιστοσελίδες, ηλεκτρονικά μηνύματα, Facebook, Μyspace, Τwitter κ.ά.). Μήπως όμως μας οδηγεί σε μια ηλεκτρονική μοναξιά; Με τον δρόμο αυτόν αναμφίβολα υποβαθμίζεται η καλλιέργεια της κοινωνικής δεξιότητας, που εμφανίστηκε από τις πρώτες εξελικτικά ως εγγενής ικανότητα και συμβάλλει στη μορφοποίηση του εγκεφάλου μας.
Υποστηρίζεται επίσης ότι με την υπέρμετρη και κυρίαρχη χρήση της ηλεκτρονικής γραφής δεν αναπτύσσεται σωστά η μάθηση της γλώσσας· γι΄ αυτό ακόμη και πολύ καλοί μαθητές/φοιτητές κάνουν σοβαρά ορθογραφικά λάθη· φτωχαίνει ακόμη το λεξιλόγιό τους και οδηγεί πολλούς νέους να επικοινωνούν συνθηματικά, να μην κατανοούν πλήρως μιαν αφήγηση και να χάνουν την αυτοπεποίθησή τους. Πολλοί νέοι έχουν σήμερα και πρόβλημα γραπτής έκφρασης, δεν μπορούν να αναπτύξουν, να οργανώσουν και να συστηματοποιήσουν τις σκέψεις τους, ενώ επηρεάζεται ακόμη και ο γραφικός τους χαρακτήρας. Η κατάχρηση του υπολογιστή βρέθηκε επίσης να σχετίζεται με όχι ικανοποιητικές επιδόσεις και στα μαθηματικά.
Από την άλλη μεριά, η σχέση με το χαρτί και το βιβλίο ενέχει μιαν αμεσότητα με τον χρήστη, μια περισσότερο προσωπική σχέση, που έχει σημασία για τη συστηματοποιημένη οργάνωση της σκέψης. Δεν πρόκειται όμως για μια ρομαντική εκδοχή του θέματος, καθώς το χαρτί και το μολύβι, το έντυπο βιβλίο, φαντάζει πια παραδοσιακό, ενώ ο ηλεκτρονικός αλφαβητισμός γοητεύει, όπως συμβαίνει με κάθε νεωτερισμό. Πρόκειται περισσότερο για το διπλό δίλημμα ποιο από τα δύο και σε ποιον βαθμό βρίσκεται σε περισσότερη αρμονία με τη φύση μας, και ποιο θα προκαλέσει μεγαλύτερη πρόοδο.
Υπό το πρίσμα αυτό υποστηρίζεται ότι η γραφή με το μολύβι και η ανάγνωση με το βιβλίο στις μικρές ηλικίες συμβάλλουν περισσότερο στη συστηματοποιημένη και σφαιρικότερη εξάσκηση του εγκεφάλου, σε σχέση με τη διάχυτη πληροφορία του υπολογιστή· όπως και στην ενδυνάμωση της μνήμης· εξακολουθεί δε να αποτελεί ικανότερο εργαλείο της καλλιέργειας μιας άλλης εγγενούς ικανότητας, της πρώτης που εμφανίστηκε κατά την εξέλιξή μας, της τεχνολογικής, η οποία λειτουργεί υποστρωματικά για την ανάπτυξη της κοινωνικής δεξιότητας, μετά της γλωσσικής, ακόμη και της αριθμητικής/θεωρητικής μετέπειτα, που εμφανίστηκε στην Παλαιολιθική εποχή. Η σημασία τέτοιων απόψεων ενισχύεται από τα πορίσματα νευροαπεικονιστικών μελετών του εγκεφάλου, κατά τα οποία βραχύχρονη εκπαίδευση στην ανάγνωση και στη γραφή ενεργοποιεί μια περιοχή του βρεγματικού λοβού.
Εχοντας λοιπόν μια τέτοια εικόνα πάνωαπό το εν λόγω σταυροδρόμι, με το χαρτί να χαϊδεύεται σαν μετάξι στο χέρι μας και τη φανταχτερή οθόνη του υπολογιστή, που μπορεί να σηκώσει τις πληροφορίες σχεδόν όλης της Γης, σαν έναν σύγχρονο Ατλαντα, πολλά παιδιά παρασύρονται εύκολα στην απόφαση να παραδοθούν στα χέρια αυτού του Ατλαντα. Οσον αφορά όμως τους μεγάλους που πέρασαν και από τον δρόμο του «μεταξιού»-μολυβιού, ο δρόμος του Ατλαντα δεν ήταν μονόδρομος. Για τα μικρά παιδιά ωστόσο, τους μαθητές, οι οποίοι πρέπει να ασκούν τον εγκέφαλό τους σφαιρικά, υπάρχει πρόβλημα. Εδώ βρίσκεται όμως και ο ρόλος των μεγάλων, που θα πρέπει να καθοδηγούν τους μαθητές με την κατάλληλη πυξίδα και με μέτρο, με τη σωστή ξενάγηση σε όλους τους δρόμους του συζητούμενου σταυροδρομιού.
Οπως συμβαίνει βέβαια, η αλήθεια δεν είναι ούτε μαύρη ούτε άσπρη· δεν είναι μόνο με το μολύβι, ούτε μόνο με τον υπολογιστή. Ο ηλεκτρονικός αλφαβητισμός πρέπει να καλλιεργείται στα σχολεία· όχι όμως σε υπερθετικό βαθμό, οδηγώντας τον σε υπερβολή, σε «μονοκαλλιέργεια». Το έντυπο εκπαιδευτικό υλικό στα σχολεία, αλλά και στο σπίτι/οικογένεια, θα πρέπει να βρίσκεται σε μια αρμονική συμβίωση με το ηλεκτρονικό και να διασχίσει οριζόντια-διαθεματικά τη σχολική γνώση· όπως ισχύει από το 2003 με το δυνητικά βελτιούμενο νέο παιδαγωγικό-εκπαιδευτικό σύστημα της υποχρεωτικής εκπαίδευσης· διαφορετικά θα επέλθει διαζύγιο υπέρ του υπολογιστή και θα το πληρώσουν τα μικρά παιδιά. ΠΗΓΗ:εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 25-12-2009
Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2009
Γιατί χαρίζουμε δώρα τα Χριστούγεννα
Image by © Luisanto via Flickr
της ΜARGARET VISSER, συγγραφέα του βιβλίου «Το δώρο ενός Ευχαριστώ: Οι ρίζες και οι τελετουργίες της ευγνωμοσύνης»Ο πολιτισμός μας διαιρεί τον κόσμο σε δύο σφαίρες: στη δημόσια και στην ιδιωτική. Η δημόσια αφορά επιχειρήσεις, καθετί απρόσωπο, συμβόλαια, ψυχρή λογική, πολιτική, γραφειοκρατία, χρήματα και υποχρεώσεις εκ του νόμου. Η ιδιωτική είναι ό,τι δεν είναι η δημόσια: αφορά τα συναισθηματικά δεσμά με την οικογένεια και τους φίλους, την αγάπη, το ανεπίσημο, το απρογραμμάτιστο. Τοποθετούμε την πράξη τού να χαρίζουμε ή να δεχόμαστε ένα προσωπικό δώρο στην ιδιωτική σφαίρα. Γι΄ αυτό και ένα «υποχρεωτικό δώρο» μάς φαίνεται αντιφατικό.
Και όμως τα Χριστούγεννα χαρίζουμε πολλά πράγματα σε ανθρώπους τους οποίους γνωρίζουμε λίγο ή για τους οποίους νιώθουμε ελάχιστη ζεστασιά: πελάτες, συναδέλφους, καθηγητές των παιδιών μας ή κάποιους που θα έπρεπε να θυμόμαστε, αλλά το κάνουμε σπάνια. Σε αυτές τις περιπτώσεις το «δωρίζειν» περνάει στο υπολογιστικό, στο δημόσιο, είναι αποτέλεσμα κοινωνικής πίεσης και υποχρέωσης. Παρ΄ όλα αυτά αποκαλούμε «δώρα» αυτά τα αντικείμενα, αν και κάτι που δεν χαρίζεται ελεύθερα δεν είναι δώρο. Αντιφάσεις στις οποίες αποδίδουμε ελάχιστη σημασία γίνονται εκνευριστικά εμφανείς τα Χριστούγεννα. Οι γιορτές μάς κάνουν να κοντοσταθούμε και να το ξανασκεφτούμε.
Ε, λοιπόν, σε πολλούς πολιτισμούς το υποχρεωτικό «δωρίζειν» είναι απολύτως φυσιολογικό. Οι άνθρωποι γνωρίζουν ακριβώς τι να χαρίσουν σε κάθε περίσταση και πόσο πρέπει να κοστίζει το δώρο. Συνεπώς είναι αποδεκτό να αφήσει κανείς το αυτοκόλλητο με την τιμή επάνω στο δώρο, όπως και το να μεταβιβάσει ένα συμβατικό δώρο σε κάποιον άλλο. Τα προσωπικά δώρα ουδόλως αφορούν την ιδιωτική σφαίρα, δεν κατηγοριοποιούνται ως απαραιτήτως ελεύθερα και «από καρδιάς», ούτε ως αιτίες για το (εξίσου ελεύθερο) δώρο της ευγνωμοσύνης.
Στον δικό μας δυτικό πολιτισμό δεν υπάρχει μια λέξη που να περιγράφει «κάτι που δεν είναι δώρο». Η έλλειψη αυτή έχει γίνει αισθητή κυρίως από τους χρήστες της αγγλικής γλώσσας όπως ομιλείται στην Αμερική. Το παλαιό- στην αγγλική γλώσσα- ρήμα «δωρίζω» («to gift», όπως χρησιμοποιούνταν τον 16ο αιώνα) βγήκε από το χρονοντούλαπο και έλαβε νέα σημασία. Λέμε πολύ συχνά ότι «δωρίζουμε» («gifting») εννοώντας ότι δίνουμε σε κάποιους αντικείμενα «μεταμφιεσμένα» σε δώρα για κοινωνικά επιβεβλημένες υποχρεώσεις και συμβάσεις. Κίνητρα και συναισθήματα σπανίως είναι αγνά ή απλά. Πολλοί θεωρούμε ότι το να «χαρίσουμε ξανά» ή να μεταβιβάζουμε ένα ανεπιθύμητο δώρο υπερβαίνει τα εσκαμμένα. Αυτό το καταλαβαίνουμε από τον τρόπο με τον οποίο αυτός που «χαρίζει ξανά» φροντίζει ώστε να μην αντιληφθεί την πράξη του ο αρχικός δωρητής. Ωστόσο στην Ιαπωνία, αν ο αποδέκτης ενός υποχρεωτικού δώρου το εκχωρήσει σε κάποιον άλλο, το κάνει ανοιχτά και χωρίς αυτό να θεωρείται προσβλητικό. Σε τέτοιες περιπτώσεις η ευγνωμοσύνη είναι ανάρμοστη.
Γιατί άραγε δεν έχει βρεθεί ένα εναλλακτικό ουσιαστικό για τα «δώρα»; Ισως διότι έχουμε ανάγκη κάποια αοριστία πίσω από την οποία καλύπτονται ευτελή κίνητρα για χάρη των συναισθημάτων των άλλων, αλλά και των δικών μας. Δεν μπορούμε να απαιτήσουμε «αγάπη» και «ευγνωμοσύνη» από κανέναν. Και όμως μερικές φορές, για παράδειγμα τα Χριστούγεννα, επιθυμούμε ή ακόμη και έχουμε ανάγκη να δείξουμε ότι τρέφουμε συναισθήματα τα οποία στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν. Αν προσφέρει κανείς ένα δώρο αποκλειστικά λόγω υποχρέωσης ή κοινωνικής σύμβασης, ας μην περιμένει ευγνωμοσύνη: οι παραλήπτες συνήθως γνωρίζουν τι αντιπροσωπεύει το δώρο.
Παρ΄ όλα αυτά, σε εποχές κατά τις οποίες το καθήκον και η ευγένεια μοιάζουν να μαραζώνουν, οι σκεπτόμενοι άνθρωποι μπορούν να φανούν ευγνώμονες και για τα τυπικά χριστουγεννιάτικα δώρα.
Ας μην ξεχνάμε ότι τα δώρα ταιριάζουν με τα Χριστούγεννα διότι κουβαλούν μνήμη, αφήγηση και φροντίδα. Το αν είναι ακριβά ή φτηνά δεν έχει μεγάλη σημασία. Ο γιος μας, ως παιδί, μας χάρισε κάποτε έναν μικρό χειροκίνητο λεμονοστύφτη για τα Χριστούγεννα. Επί 30 χρόνια τον σκεφτόμαστε λίγοπολύ κάθε φορά που στύβουμε ένα λεμόνι. Τις προάλλες ο στύφτης έπεσε από τον πάγκο της κουζίνας και έσπασε. Εγώ και ο σύζυγός μου ήμαστε πολύ στενοχωρημένοι. Φυσικά θα αγοράσουμε άλλο λεμονοστύφτη, αλλά ο τρόπος με τον οποίο φτιάχναμε σαλάτα στο σπίτι μας δεν θα είναι ποτέ ο ίδιος. ΠΗΓΗ:εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 24-12-2009
Στη σκιά του Πλάτωνα
Image via Wikipedia
I found this fascinating quote today:
You should read the whole article.Ποιος ήταν, τελικά, ο Πλάτων; Ήταν ο θεωρητικός πατέρας του ολοκληρωτισμού, όπως τον παρουσίασε ο Πόπερ, ή μήπως ήταν ο ουτοπιστής στοχαστής που ονειρεύτηκε έναν διαφορετικό κόσμο, όπως τον ερμήνευσε ο Καντ; Πιθανότατα δεν ήταν ακριβώς ούτε το ένα, ούτε το άλλο.spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius
Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2009
Το μήνυμα του Ντίκενς
Image via Wikipedia
I found this fascinating quote today:
Ο Ντίκενς τα ανέδειξε αυτά, όπως και χαρακτήρες στους οποίους η φτώχεια δεν διέβρωνε τη χαρά της ζωής, αλλά ούτε καν τα αγαθά αισθήματά τους απέναντι στον ανελέητο κροίσο. Ωστόσο, μέσα από την έκρηξη κεφιού που προκαλούν τα δώρα του αναγεννημένου Εμπενίζερ το παραμύθι των φαντασμάτων του βρετανού συγγραφέα αναδεικνύει το «φάντασμα» και μιας άλλης ιδέας: ότι η χαρά συνδέεται με την υλική απόλαυση - και ότι αυτή η τελευταία είναι ανάλογη με τα γενικά μέτρα της κοινωνίας . Δεν εξαρτάται μονάχα από το να διαθέτει κανείς τα στοιχειώδη, αλλά και από τη δυνατότητά του να αποκτήσει τα λαμπερά αγαθά που βλέπει στις βιτρίνες.spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius
Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2009
Ο "Φιλοκτήτης" του Ρίτσου
Image via Wikipedia
I found this fascinating quote today:
Κάθε πολιτική ανάγνωση του ποιήματος πρέπει να απαντήσει στο κρίσιμο ερώτημα : Γιατί ο Ρίτσος προβάλλει τόσο τον Νεοπτόλεμο καθιστώντας αυτόν, και όχι τον Φιλοκτήτη, πρωταγωνιστή του μονολόγου; Μια πιθανοφανής απάντηση θα ήταν ότι ο Νεοπτόλεμος συμβολίζει τη νεότητα δεδομένου ότι στο ποίημα αναφέρεται ως «Νέος» και σε αντίθεση με τον Φιλοκτήτη δεν μπορεί να συνδεθεί με προηγούμενα ιστορικά ή πολιτικά γεγονότα. Αντιπροσωπεύοντας τη νεολαία, ο Νεοπτόλεμος δεν αγνοεί το παρελθόν, επιδιώκει όμως και τη χειραφέτησή του από τους νεκρούς. Ανακαλεί την παιδική του ηλικία και τον φόβο του πατέρα για να αναδείξει την εσωτερική του μοναξιά. spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius, Dec 2009
You should read the whole article.
Ο «ιερός πόλεμος» της Δύσης
Image by Hop-Frog via Flickr
από το Θ.ΓιαλκέτσηΤο κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «La Repubblica» στις 25.9.2001, δηλαδή πριν από την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων στο Αφγανιστάν.
του ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΓΚΑΛΙΜΠΕΡΤΙ
Θα ήθελα να ξοδέψω λίγα ανώφελα λόγια ενάντια στον πόλεμο που η Δύση φαίνεται ότι ετοιμάζεται να εξαπολύσει ενάντια στον κόσμο του Ισλάμ. «Ανώφελα», επειδή είναι γνωστό σε όλους πόσο αδύναμα είναι τα εργαλεία του λόγου απέναντι στην ισχύ των συμβόλων που εκμηδενίζουν τις διαφορές, φλογίζουν τις καρδιές, αφού προηγουμένως έχουν ναρκώσει τα μυαλά. Η ανθρώπινη ιστορία έχει βγει από τη συμβολική διάσταση εδώ και δύο μόνον αιώνες και αυτό έχει συμβεί μόνο στη Δύση. Η Δύση με το Διαφωτισμό παραχώρησε τα πρωτεία στο Λόγο και σε εκείνο το παράρτημά του που είναι ο αθεϊσμός, ενώ ο Θεός ήταν το θεμέλιο κάθε συμβολικής διάστασης. Πριν από αυτήν την εξέλιξη, ο «ιερός πόλεμος» ή, όπως λένε οι Αραβες, ο «τζιχάντ», ήταν κοινός τόσο στον ισλαμικό κόσμο όσο και στη χριστιανική Δύση και άπλωνε τις ρίζες του στον παλιό εβραϊκό πολιτισμό, ο Θεός του οποίου ήταν ένας θεός του πολέμου, ικανός να εξαπολύει ανέμους και καταιγίδες, βροντές και αστροπελέκια, θεομηνίες κάθε είδους, προκειμένου να βοηθήσει τους ανθρώπους που είχαν τεθεί υπό την προστασία του. Ο εβραϊκός «ιερός πόλεμος» τελείωσε το 70 μ.Χ. με την καταστροφή του ναού της Ιερουσαλήμ, αλλά ο χριστιανισμός, που περισυνέλεξε την κληρονομιά του εβραϊσμού, ήδη με την «Αποκάλυψη» του Ιωάννη ξεθάβει την εικονογραφία του ιερού πολέου και απεικονίζει το Χριστό με ακονισμένο δρεπάνι στο χέρι, με έναν άγγελο στις διαταγές του, για να θερίσει τη γη και να την παραδώσει στη θεϊκή οργή.
Ο χριστιανισμός θα γίνει θρησκεία της Δύσης στον αστερισμό του πολέμου, όταν ο Κωνσταντίνος είδε στον ουρανό κάτι που έμοιαζε με το σημείο του σταυρού: «Εν τούτω νίκα». Στον αστερισμό του πολέμου θα προσηλυτιστούν στη συνέχεια οι λαοί του Βορρά, οι λεγόμενοι «βάρβαροι» που είχαν εισβάλει στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Κάτω από αυτόν τον αστερισμό θα συνενωθούν τα στρατεύματα του Καρλομάγνου, από τα οποία θα γεννηθεί η Αγία Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, η διαχωρισμένη από την αυτοκρατορία της Ανατολής με την ορθόδοξη πίστη και από το Ισλάμ που είχε κάνει την εμφάνισή του τον 7ο αιώνα στη Σαουδική Αραβία με τον Μωάμεθ.
Ο τότε γνωστός κόσμος διαιρέθηκε σε τρία μέρη: η Ορθοδοξία, εκκινώντας από την Κωνσταντινούπολη, εξαπλώθηκε και στο σλαβικό κόσμο, ενώ στη Μεσόγειο συνέχισαν τη διαμάχη τους οι χώρες του Ισλάμ και ο χριστιανισμός και οι δυο τους με «ιερούς πολέμους» ή «σταυροφορίες». Αυτή η νοοτροπία δεν εξαλείφθηκε στο χριστιανικό κόσμο με το Μεσαίωνα, αλλά εγκαινιάζει και τη σύγχρονη εποχή με τον Χριστόφορο Κολόμβο, ο οποίος στο δικό του «ταξιδιωτικό ημερολόγιο» καθορίζει τους στόχους του εγχειρήματός του. Ο πρώτος είναι εκείνος ενός αφοσιωμένου τέκνου της χριστιανοσύνης, το οποίο θέλει να σώσει τον κόσμο φέρνοντας το βάπτισμα στους ειδωλολάτρες. Ο δεύτερος είναι εκείνος στον οποίο ο σύγχρονος κόσμος θα αναγνωρίσει τον εαυτό του: να φέρει στην πατρίδα πολύ χρυσάφι («Ο Κύριος με την καλοσύνη του με βοηθάει να βρω αυτό το χρυσάφι», 23 Δεκεμβρίου 1492). Το τίμημα του εγχειρήματος: εκείνο το «πλήθος των γυμνών και ανυπεράσπιστων», όπως το αποκαλεί ο Κολόμβος στο ταξιδιωτικό του ημερολόγιο, που ήσαν εφτά εκατομμύρια τη στιγμή της άφιξής του και που θα γίνουν μόλις δεκαπέντε χιλιάδες έπειτα από δεκάξι χρόνια.
Το να εξάγει βαπτίσματα και να εισάγει πλούτο, αυτό ήταν το νόημα εκείνου του χριστιανικού ιερού πολέμου. Και παρ' όλες τις μεταβολές στα ονόματα και στις μορφές, αυτό ήταν επίσης το νόημα της «νεωτερικότητας» που προωθήθηκε με την αποικιοκρατία, η οποία αρχικά ήταν εδαφική και σήμερα είναι οικονομική.
Από αυτήν τη σύντομη ιστορική αναδρομή γίνεται προφανές ότι ο «ιερός πόλεμος» ή ο «τζιχάντ» δεν είναι ένα αποκλειστικό προνόμιο του ισλαμικού κόσμου ούτε και μια μεσαιωνική καθυστέρηση (αφού διατρέχει όλο το τόξο της σύγχρονης ιστορίας), αλλά είναι ένα τυπικό γνώρισμα των μονοθεϊστικών θρησκειών, που με ήσυχη συνείδηση βρίσκουν στο Θεό τη δικαιολόγηση των πιο ειδεχθών εγκλημάτων που διαπράττονται στο όνομά του.
Τίποτα λοιπόν δεν είναι πιο ευεργετικό από το «Θάνατο του Θεού» που διακήρυξε ο Νίτσε και που είχε αναγγελθεί, έναν αιώνα πριν, από τον αθεϊσμό του Διαφωτισμού. Ενα θάνατο (εδώ χρειάζεται να προσέξουμε πολύ) που δεν αφήνει μόνον ορφανά αλλά και κληρονόμους. Και μεταξύ αυτών των κληρονόμων είναι και εκείνοι οι οποίοι, αφού εγκαταλείφθηκε ο «ιερός πόλεμος», προσεγγίζουν σήμερα τον «δίκαιο πόλεμο». Οπου η έννοια της «δικαιοσύνης» στη διαμάχη δύο πλευρών χωρίς διαιτησία δύσκολα μπορεί να διακριθεί από την έννοια της «εκδίκησης», που περιπλέκει την ιστορία σε ένα φαύλο κύκλο, του οποίου τις τραγικές συνέπειες κανείς δεν μπορεί να φανταστεί. Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι, στο δικό τους μικρό χώρο, μας έχουν ήδη αφηγηθεί το μέλλον. Αν αποφασίσαμε ότι αυτό θα είναι το μέλλον μας, δεν έχουμε παρά να ακολουθήσουμε παθητικά την ιστορία.
Το Ισλάμ είναι ακόμα βυθισμένο στη συμβολική διάσταση, την πιο τρομερή, επειδή τα σύμβολα λειτουργούν με το νόμο τού όλα ή τίποτα, με μια θρησκευτική λογική που προβλέπει μόνο σωτηρία ή καταδίκη. Η Δύση μόλις έχει βγει από τη συμβολική διάσταση και έχει προσεγγίσει τη διαφωτιστική χρήση του λόγου, όχι χάρη στο χριστιανισμό, που μιλάει για ειρήνη χωρίς να έχει τους τίτλους γι' αυτό, αλλά χάρη στην αποχριστιανοποίηση της Δύσης, η οποία αφού εγκατέλειψε τις αποκαλυπτικές μορφές της πίστης, άρχισε να κινείται στους πιο στενούς, πιο μετριοπαθείς αν θέλετε, αλλά πιο αποτελεσματικούς δρόμους του λόγου. Ενός λόγου ο οποίος, χωρίς να διαθέτει μια προκαθορισμένη αλήθεια, δεν παραιτείται από τη σκληρή εργασία της έρευνας και της κατανόησης.
Τώρα είναι αναγκαίο η Δύση να μην αρνηθεί τον εαυτό της και τα ορθολογικά εργαλεία που κέρδισε με κόπο στη διαδρομή της ιστορίας της και να μην ξαναπέσει στο συμβολικό και στη βία, που πάντοτε συνόδευαν αυτήν την πεποίθηση για την οποία το καλό βρίσκεται όλο από τη μια μεριά και το κακό από την άλλη: «Ή με μας ή εναντίον μας», όπως λέει άστοχα ο πρόεδρος Μπους, με σαφή αναφορά στο βιβλικό γράμμα και πνεύμα που είναι πατέρας και μητέρα όλων των «τζιχάντ».
Η θεοκρατική χριστιανοσύνη του Μεσαίωνα από τη μια μεριά και η ισλαμική θεοκρατία από την άλλη είχαν μεταβιβάσει στη «νεωτερικότητα» το δικό τους οικουμενιστικό παράδειγμα. Χάρη σε ένα προνόμιο που παραχώρησε ο Θεός, ήταν καθήκον του Ισλάμ από τη μια πλευρά και της χριστιανοσύνης από την άλλη να διαδώσουν τις δικές τους πολιτισμικές μορφές ώς τα πέρατα της Γης. Δεν θα ήθελα η Δύση, η οποία θεωρεί ότι έχει απελευθερωθεί από αυτή τη λογική, χάρη στη διαδικασία της αποχριστιανοποίησης, που συντελείται εδώ και δύο αιώνες στους κόλπους της, να επαναλάβει σήμερα, με νέες μορφές και με νέες μεθόδους, τη μεσσιανική τάση με την οποία αναπτύχθηκε επί δεκαοκτώ αιώνες.
Και να επιλέξει έτσι, με τη δύναμη των όπλων και του χρήματος, μπροστά σε μια τρομερή επίθεση, το δρόμο της καταστροφής και της αφομοίωσης, προτείνοντας τον εαυτό της ως «ολότητα», αντί να συλλάβει τη δυνατότητα ανθρώπινης ανάπτυξης που ενυπάρχει στην επικοινωνία με τη «διαφορετικότητα». Σε αυτήν την περίπτωση, ο πόλεμος που προετοιμάζει η Δύση, ακόμη και αν δεν αποκληθεί «ιερός πόλεμος», σε τίποτα δεν θα διαφέρει από έναν αληθινό «τζιχάντ», γιατί όταν το καλό είναι όλο από τη μια μεριά και το κακό είναι όλο από την άλλη, το συμβολικό έχει ήδη κάνει την πιο καταστροφική ζημιά του.
ΠΗΓΗ: εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 21/10/2001
Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2009
Μονομαχία ανάμεσα σε δύο γίγαντες
Image via Wikipedia
I found this fascinating quote today:
Δύο από τους πιο σημαντικούς στοχαστές του εικοστού αιώνα, ο Καρλ Πόπερ και ο Λούντβιχ Βιτγκενστάιν, συναντήθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο μία μόνο φορά στη ζωή τους, στις 25 Οκτωβρίου 1946, μόνο για δέκα λεπτά και η φραστική φιλονικία τους σε εκείνη την περίσταση υπήρξε τόσο έντονη ώστε προσέλαβε μυθικές διαστάσεις.spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius,Dec 2009
Γλωσσική αναρχία και πολιτική
Ζούμε στην Ελλάδα, όπως και αλλού, υπό καθεστώς γλωσσικής αναρχίας. Δεν είναι δυνατόν να αναζητείται η αιτία για αυτό σε μια γενικότερη παρακμή που καταγγέλλουν τα συντηρητικά πνεύματα, συχνά υπό το ένδυμα μιας «προοδευτικού» χρώματος πολιτιστικής απογοήτευσης. Ούτε βρίσκεται η κύρια αιτία για αυτό στην εισαγωγή ξένων όρων στην ελληνική, μια πρακτική που είναι αναπόφευκτη, αν και συχνά καταχρηστική.
Χτυπητά παραδείγματα της τελευταίας είναι η χρήση του όρου «γκάλοπ» για κάθε σφυγμομέτρηση της κοινής γνώμης και όχι εκείνη που αναφέρεται στη μέθοδο και στην εταιρεία που ανήκει στον George Gallup (1901-84), του «νον-πέιπερ» για την ανεπίσημη πολιτική δήλωση και του «ντιμπέιτ» για τη συζήτηση μεταξύ πολιτικών αρχηγών. Και ο λόγος ασφαλώς βρίσκεται στην κυριαρχία μιας πλάνης: ότι ο επείσακτος όρος προσδίδει ιδιότυπο εννοιολογικό κύρος σε κάτι που είναι άλλως κοινότοπο. Αυτή την πλάνη δημιουργεί η πολιτική, κατά κύριο λόγο, και εκεί θα ήθελα να εστιάσω την προσοχή μου σε αυτό που ακολουθεί.
Βέβαια η πολιτική δεν ευθύνεται άμεσα για την έλλειψη γλωσσικής παιδείας που αναπαράγεται μέσα από το σχολείο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση και που είναι η αιτία της ακυρολεξίας, των ασυνταξιών και των σολοικισμών πάσης φύσεως. H πολιτική όμως σχετίζεται άμεσα με τη χρήση εκφράσεων κενών νοήματος και τη χαλαρότητα των εννοιών.
Πολλά έχουν γραφτεί κατά καιρούς κατά της «ξύλινης γλώσσας» ενός ορισμένου είδους πολιτικού λόγου. Ομως η κοινή γλώσσα ήταν επαρκώς εύρωστη για να αντιπαρατεθεί σε αυτήν. Σήμερα η κοινή γλώσσα έχει υπονομευθεί σε σημείο να έχει παραιτηθεί ο μέσος άνθρωπος από την ανάγκη να αποφεύγει ή να κριτικάρει ή απλώς να παρατηρεί γλωσσικά αμαρτήματα. Λίγοι παρατηρούν ότι μια φήμη διαρρέει και δεν «διαρρέεται» από ορισμένους κύκλους ή ότι τα κρασιά μιας περιοχής είναι ερυθρά στη μεγάλη τους πλειονότητα και όχι στη μεγάλη τους «πλειοψηφία», εφόσον τα κρασιά δεν ψηφίζουν. Εχουμε εθισθεί στο να ακούμε τέτοιες εκφράσεις στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο, ώστε να μην τις προσέχουμε καν.
Ο George Orwell είχε επισημάνει ήδη από το 1946 την ευθύνη της πολιτικής για τη φθορά της γλώσσας. Πολλά από όσα έγραφε δεν αφορούν την ελληνική γλώσσα στη δική μας εποχή. Σε ένα πράγμα όμως η διάγνωση του άγγλου συγγραφέα ισχύει και για τα καθ' ημάς και αυτό είναι η σύνδεση που διαπιστώνει ανάμεσα στη νοηματική ρευστότητα με την πολιτική. Πότε είναι εσκεμμένα ρευστός ή δυσνόητος ο λόγος μας; Οταν επιδιώκουμε να επιτύχουμε απόκρυψη ή συγκάλυψη σκέψεων, γεγονότων και πράξεων. Οταν δεν έχουμε έλεγχο των γνώσεων που προβάλλουμε. Οταν δεν έχουμε σκεφθεί καλά αυτό που εννοούμε. Αυτό συμβαίνει κατά καιρούς σε όλους γι' αυτό και ο καθένας μας, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, καταφεύγει και στον ασαφή και ρευστό λόγο. Αλλά η πολιτική επαγγελία είναι πολύ πιο πιεστική στην υιοθέτηση αυτής της πρακτικής, διότι πολιτική σημαίνει άσκηση και συγχρόνως δικαιολόγηση της εξουσίας - πράγματα που συχνά δεν συμβιβάζονται. Οπότε η γλωσσική ασάφεια βολεύει. Προσαρμόζεται σε αυτήν τόσο ο πολιτικός όσο και ο ψηφοφόρος. Και η γλωσσική αναρχία μεταβάλλεται σε καθεστώς όσο περισσότερο εθίζονται σε αυτήν οι μετέχοντες στο πολιτικό παιχνίδι.
Σε αυτό συμβάλλει το φαινόμενο της παν-πολιτικοποίησης, και μάλιστα της ενθάρρυνσής της: ο καθένας εγκαλείται να είναι πολιτικοποιημένος. Και πράγματι το «πολιτικό» εισχωρεί παντού. H τάση αυτή να βλέπει κανείς την παρουσία της πολιτικής παντού οδηγεί στην υπαγωγή της γλώσσας στις ανάγκες της πολιτικής και επομένως στη σκόπιμη ρευστότητα των νοημάτων και στην ασάφεια και απώτερα στο καθεστώς της γλωσσικής αναρχίας και της ακυρολεξίας.
Υπάρχει διέξοδος. Μπορεί και πρέπει η ελληνική κοινωνία να αποκτήσει ή να ανακτήσει την ευαισθησία που κάποτε έδειχνε για την ελληνική γλώσσα - μια μοναδικά πλούσια σε λήμματα γλώσσα, αντλώντας από μια μακραίωνη γραπτή και επομένως σύνθετη πολιτιστική παράδοση. Αυτή η παράδοση και αυτός ο πλούτος δεν αφήνονται έρμαιο στα καπρίτσια της γλωσσικής αναρχίας. Χρειάζονται θεσμικές παρεμβάσεις για τη διατήρηση και την κραταίωσή της. Χρειάζεται ίσως να επιτελέσει το χρέος της και η πολιτική, δηλαδή ο ίδιος ο πολιτικός κόσμος, εφόσον η προσοχή του κόσμου είναι συνεχώς στραμμένη στον λόγο του. Χρειάζεται και η πολιτεία να δείξει κάποια μέριμνα. Το 1989 είχε δημιουργήσει το υπουργείο Παιδείας μια Επιτροπή για την Ελληνική Γλώσσα, στην οποία μετείχαν εξέχουσες προσωπικότητες των γραμμάτων. H σύσταση αυτής της Επιτροπής είχε βασιστεί στην ανάγκη παρέμβασης σε όλους τους χώρους μέσα από τους οποίους παράγεται και αναπαράγεται η ζώσα γλώσσα, ώστε να παραμείνει πράγματι ζώσα, αλλά και πράγματι γλώσσα. H προσπάθεια αυτή ατόνησε, διότι υπερίσχυσαν τα «επείγοντα» που κάθε φορά ήταν «σπουδαία». Μήπως πρέπει κάποτε να πάψουμε να αναβάλλουμε για αύριο τα πραγματικά σπουδαία; ΠΗΓΗ:εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 17 Οκτωβρίου 2004
Βιολογία εναντίον Ιστορίας;
Image via Wikipedia
I found this fascinating quote today:
Στη νέα χιλιετία, που βιάστηκε να διαδεχθεί την προηγούμενη, διαφαίνεται μια νέα ερωτική στάση, δηλαδή μια διαφορετική ανάγνωση των ορίων μας, εφόσον με τις επιτεύξεις της Γενετικής Μηχανικής και της Βιοτεχνολογίαςδιαστέλλεται εντελώς η ερωτική πράξη από την αναπαραγωγική λειτουργία με απρόσμενες απελευθερωτικές δυνατότητες ως προς τα δύο σημεία της διαστολής. Μάλλον το ανθρώπινο ον θα επαυξήσει, κινούμενο στον διευρυνόμενο πράγματι ορίζοντά του, τόσο την έκπληξη όσο και τον έρωτα. Γενικότερα, η επιστημονική γλώσσα του νέου αιώνα είναι η γλώσσα της Βιολογίας, καθώς διατείνεται ο Fukuyama; Προφανώς, τώρα που πραγματοποιήθηκε η σχεδόν πλήρης αποκωδικοποίηση τουτου DNA , θα χρειασθεί και ο αναστοχασμός για την εκφραστική που αποδίδει αυτή τη διαδικασία: μηχανισμός «αντιγραφής» και «μεταγραφής» των RNA, «πλαίσιο ανάγνωσης» του mRNA κτλ. καθίσταται βάσιμη η κατάψυξη γονιμοποιημένων ωαρίων, η παραγωγή ιστών ορισμένου γονότυπου ή οργάνων και η κλωνοποίηση. ...spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius, Dec 2009
You should read the whole article.