Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2010

Ποιοι πραγματικά είμαστε


του Τίτου Πατρίκιου

Η συζήτηση και οι συνακόλουθες αντιπαραθέσεις για την ελληνική ταυτότητα κρατούν, όπως ξέρουμε, από δω και πάρα πολλά χρόνια. Ομως η με ιδιαίτερη ένταση επαναφορά τους γίνεται κάθε που εμφανίζεται μια οξεία, και πολλαπλή, κρίση σ΄ αυτόν τον τόπο. Οπότε οι αντίπαλες θεωρητικές προσεγγίσεις, δηλαδή κατ΄ ουσίαν οι αντίπαλες πολιτικές και κοινωνικο-οικονομικές δυνάμεις τις οποίες εκφράζουν, δίνουν τη διαφορετική τους απάντηση.

Οι συντηρητικές δυνάμεις δίνουν την αναχρονιστική τους απάντηση, οι προοδευτικές την εκσυγχρονιστική, και, από μιαν εποχή κι έπειτα, οι επαναστατικές τη δική τους ανατρεπτική απάντηση. Οι συντηρητικές απαντήσεις γρήγορα κρυσταλλώθηκαν σε στερεότυπα που η αμφισβήτησή τους χαρακτηρίστηκε από τους εκφραστές τους ως βαρύτατο, ακόμα και αντεθνικό, παράπτωμα, ενώ η διαιώνισή τους εξασφαλίστηκε με την καθιέρωση ενός πλέγματος φόβων και ενοχών, όπως θαυμάσια το έδειξε η Ρένα Σταυρίδη-Πατρικίου στο ύστατο βιβλίο της Οι φόβοι ενός αιώνα (2007).

Ωστόσο με τον καιρό παγιώθηκαν σε αντίδρομα, αλλά αντίστοιχα, στερεότυπα και οι άλλες απαντήσεις, κυρίως οι επαναστατικές, ή οι λεγόμενες επαναστατικές. Και αυτές δημιούργησαν ένα άλλο πλέγμα φόβων και ενοχών για όποιον έθιγε τις απόλυτες βεβαιότητές τους, και αυτών η αμφισβήτηση χαρακτηρίστηκε από τις δυνάμεις που ιερατικά τις εξέφραζαν ως βαρύτατο παράπτωμα, και μάλιστα αντεπαναστατικό.

Ετσι, κατά τη γνώμη μου, το πρόβλημα της ταυτότητας, ξεκινώντας από ιστορικό, πολιτικό ή ακόμα και υπαρξιακό, καταλήγει να γίνεται ιδεολογικό, με την έννοια που έδινε στην ιδεολογία ο νεαρός Μαρξ, δηλαδή όχι την κατανόηση της πραγματικότητας, αλλά την προβολή στην πραγματικότητα των προϋπαρχουσών ιδεών μας γι΄ αυτήν, τελικά την κίβδηλη συνείδηση. Γι΄ αυτό και νομίζω πως εκείνο που έχει σπουδαιότητα δεν είναι το τι ιδέα έχουμε για το ποιοι είμαστε αλλά το να είμαστε. Και δεν μπορούμε να είμαστε παρά μόνο αν παράγουμε πράγματα που να έχουν ταυτόχρονα αξία χρήσης και αξία ανταλλακτική, και μαζί να δημιουργούμε έργα που όμως αυτά να έχουν περισσότερο αξία χρήσης και λιγότερο αξία ανταλλακτική και εμπορευματική. Γίνεται όμως σήμερα αυτό; Ή μπορεί να γίνει; Δεν είμαι βέβαια αυτός που θα καταστρώσει σχετικά προγράμματα, που θα προτείνει συνταγολόγια ή έστω που θα διατυπώσει ευχολόγια.

Πάντως στον βαθμό που αυτό μπορεί να γίνει πιστεύω πως έναν καίριο ρόλο έχει να παίξει ο λόγος, στις πολλαπλές εκφράσεις του, την ιστορική, τη φιλοσοφική, τη δοκιμιακή, την ποιητική, την πεζογραφική, τη θεατρική.

Αλλιώς, όσο η κρίση συνεχίζεται, ή οξύνεται, τόσο το κενό που δημιουργείται θα καλύπτεται από έναν ασυγκράτητο και αχόρταγο καταναλωτισμό, συχνά καλυμμένο με το ένδυμα των συντεχνιακών διεκδικήσεων, και μαζί από μιαν εξίσου ασυγκράτητη και αχόρταγη ηδονιστική ψυχαγωγία, καλυμμένη με το ένδυμα της καλλιτεχνικής ή ακόμα και της λογοτεχνικής δημιουργίας. Και τόσο περισσότερο θα βολευόμαστε σ΄ έναν κόσμο όχι απλώς άρτου και θεαμάτων, αλλά αμβροσίας και show business, εξιδανικευμένου από κάθε λογής εικόνες περί της σπουδαίας και μοναδικής στον κόσμο ταυτότητάς μας.
Ο κ. Τίτος Πατρίκιος είναι ποιητής.
ΠΗΓΗ:εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ,17-1-2010
Reblog this post [with Zemanta]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails

AddThis

| More