Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2009

ΜΜΕ και Κοινωνία των Πολιτών

Livro ou TV?

του Παύλου Σούρλα, καθηγητή στο Παν/μιο Αθηνών

Η κοινωνία των πολιτών είναι η μόνη που μπορεί να αναλάβει τον έλεγχο της λειτουργίας των ηλεκτρονικών ΜΜΕ

Δύο σημαντικές αλλαγές που σημειώθηκαν τα τελευταία χρόνια στον τομέα των μέσων μαζικής ενημέρωσης (ΜΜΕ) μας αναγκάζουν να ξανασκεφθούμε ορισμένους βασικούς πολιτικούς θεσμούς μας που έχουν άμεση σχέση με το δημοκρατικό μας πολίτευμα. Η πρώτη ήταν η εξέλιξη της ηλεκτρονικής τεχνολογίας, που επαύξησε σε ιλιγγιώδη βαθμό τη δυνατότητα και την ταχύτητα διάδοσης των πληροφοριών που είχαν ήδη πετύχει ο έντυπος λόγος και τα ερτζιανά κύματα. Η δεύτερη ήταν συνέπεια της πρώτης. Η συνεχής τεχνολογική εξέλιξη απαίτησε ανθρώπους ικανούς να την παρακολουθήσουν και να εκμεταλλευθούν τις εφαρμογές της αλλά και να εισφέρουν τα απαραίτητα κεφάλαια για την ανάπτυξη των υποδομών και τη δημιουργία των απαιτούμενων οργανωτικών σχημάτων, τομείς στους οποίους η ιδιωτική πρωτοβουλία αποδείχθηκε υπέρτερη της κρατικής προσαρμοστικής ικανότητας και επενδυτικής προθυμίας. Συνέπεια ήταν η λειτουργία ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών να περάσει κατά το μεγαλύτερο μέρος της από το κρατικό μονοπώλιο, όπου ανήκε ως τότε, στα χέρια ιδιωτών προσλαμβάνοντας μορφές οργάνωσης που έχουν ως βασικό τους σκοπό το οικονομικό κέρδος.
Η εξέλιξη αυτή είχε θετικές και αρνητικές επιπτώσεις. Για να τις αντιληφθούμε πρέπει πρώτα να σχηματίσουμε σαφή εικόνα της κοινωνικοπολιτικής λειτουργίας των ΜΜΕ, ιδίως των ηλεκτρονικών. Τα ΜΜΕ γενικά μας πληροφορούν για το τι συμβαίνει στον δημόσιο χώρο και στην κοινωνία, προσφέροντας μάλιστα, πέρα από τα ίδια τα γεγονότα, επεξηγηματικές αναλύσεις αλλά και αξιολογήσεις τους. Επιπροσθέτως προσφέρουν ψυχαγωγία και εκπαίδευση. Οι τρεις αυτές λειτουργίες είναι κατά κανόνα αλληλένδετες. Πέρα από την ψυχαγωγία και την εκπαίδευση, η γενικότερη αξία των οποίων είναι προφανής, η κυρίως ενημέρωση συνδέεται άμεσα με τη λειτουργία των θεσμών και μάλιστα των δημοκρατικών. Δεν είναι μόνο ότι η δημοκρατία χρειάζεται ενεργούς και αυτό προϋποθέτει ενήμερους πολίτες. Είναι, ίσως ακόμη σημαντικότερο, ότι η δημοκρατία συνδέεται άρρηκτα όχι μόνο με τυπικές πλειοψηφικές διαδικασίες αλλά και με τον δημόσιο διάλογο, την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών και την ανοιχτή διαβούλευση, δηλαδή την προσιτή σε όλους ανταλλαγή επιχειρημάτων με σκοπό την καλύτερη διαμόρφωση των συλλογικών αποφάσεων και τον κριτικό έλεγχο όσων έχουν ήδη ληφθεί. Η διαβούλευση αφορά το σύνολο των πολιτών και μελών της κοινωνίας και ανήκει σε έναν ξεχωριστό δημόσιο χώρο, ανοιχτό σε όλους, τον οποίο αποκαλούμε κοινωνία των πολιτών και στον οποίο
διαμορφώνεται η λεγόμενη κοινή γνώμη, καθώς και, σε μεγάλο βαθμό, οι ατομικές απόψεις και οι ηθικές και πολιτικές αξίες. Στον δημόσιο αλλά μη κρατικό και μη ευθέως θεσμικό αυτόν χώρο τα ΜΜΕ κατέχουν καίρια θέση. Τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ προσέθεσαν μάλιστα ένα στοιχείο αμεσότητας και δύναμης που δεν διέθετε ο έντυπος λόγος. Αυτό δεν οφείλεται μόνο στην υποβλητικότητα της ζωντανής εικόνας αλλά και στη συνεχή παρουσία της, πολλές φορές χωρίς ενσυνείδητη επιλογή μας, στους ιδιωτικούς μας χώρους.
Πώς επέδρασαν λοιπόν οι αλλαγές που αναφέραμε εισαγωγικά στην ενημέρωση και στις θεσμικές προεκτάσεις της; Η πρώτη επίπτωση που πρέπει να τονιστεί είναι αναμφίβολα θετική: είναι η χειραφέτηση της ενημέρωσης από το κράτος. Επειδή οι εκάστοτε κατέχοντες την εξουσία ρέπουν πάντα προς κατάχρησή της, ισχύει γενικά ότι όσο λιγότερο κράτος στη ραδιοτηλεόραση τόσο λιγότεροι κίνδυνοι για την ελευθερία του λόγου και για την κοινωνία των πολιτών. Εδώ μάλιστα το Σύνταγμά μας παρέχει ελλιπή προστασία με το να εξαιρεί ρητά τη ραδιοτηλεόραση από τη διευρυμένη προστασία με την οποία περιβάλλει κατά τα λοιπά την ελευθερία του Τύπου. Ο περιορισμός αυτός θεσμικής προστασίας αφήνει ανοιχτή μια χαραμάδα κρατικής χειραγώγησης και δεν δικαιολογείται επ΄ ουδενί από τους κινδύνους που συνοδεύουν τα ιδιωτικά ηλεκτρονικά ΜΜΕ.
Οι κίνδυνοι αυτοί είναι βέβαια υπαρκτοί και η ιδιωτική ραδιοτηλεόραση έλυσε ασφαλώς προβλήματα κρατικής (κυβερνητικής) χειραγώγησης αλλά όχι και το σύνολο των προβλημάτων λειτουργίας της δημόσιας διαβούλευσης και της κοινωνίας των πολιτών, από τα οποία όξυνε μάλιστα ορισμένα. Ο βασικός λόγος είναι ότι το οικονομικό κέρδος και ο επιχειρηματικός ανταγωνισμός δεν αποτελούν την καλύτερη εγγύηση ορθής λειτουργίας του δημόσιου λόγου, στη θέση της οποίας μπαίνει η αύξηση της ακροαματικότητας και μέσω αυτής η αύξηση των εσόδων από τις διαφημίσεις. Τα πράγματα μπορούν να γίνουν ακόμη χειρότερα αν οι ιδιοκτήτες ραδιοτηλεοπτικών σταθμών αρχίσουν να διεκδικούν, σε άλλες δραστηριότητές τους, μερίδιο από τη (δυστυχώς στη χώρα μας δυσανάλογα διογκωμένη) κρατική διανομή του πλούτου, με συνέπεια να χρησιμοποιούν τα ΜΜΕ ως μοχλούς πολιτικής πίεσης δι΄ ίδιον όφελος. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, αν προσδιορισθούν επακριβώς από τον νόμο τα κριτήρια ορθής λειτουργίας και αν η τήρησή τους αφεθεί στο κράτος, επανέρχονται εμμέσως οι κίνδυνοι κρατικής χειραγώγησης, αυτή τη φορά μάλιστα ενισχυμένοι με κινδύνους αμφίπλευρης συμπαιγνίας σε βάρος της κοινωνίας των πολιτών.
Τέλειες λύσεις στα προβλήματα αυτά δεν υπάρχουν. Τα πράγματα θα ήσαν απλούστερα μόνο αν το επίπεδο της παιδείας και του πολιτικού πολιτισμού μας ήταν πραγματικά ψηλό. Τότε και οι πολίτες-αποδέκτες της ενημέρωσης θα ήσαν πιο απαιτητικοί και λιγότερο ευάλωτοι και οι πολιτικοί καλύτεροι και οι επιχειρηματίες πιο υπεύθυνοι. Αυτό που πάντως μπορούμε ευκολότερα να βελτιώσουμε είναι η ειδική παιδεία του τηλεθεατή, ίσως με εισαγωγή μαθημάτων τηλεθέασης στα σχολεία. Και βέβαια είναι απαραίτητο να ενισχύσουμε θεσμικά την κοινωνία των πολιτών.
Η κοινωνία των πολιτών είναι η μόνη που μπορεί να αναλάβει τον έλεγχο της λειτουργίας των ηλεκτρονικών ΜΜΕ. Αυτό γίνεται ήδη ως έναν βαθμό, αφού το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης είναι μια ανεξάρτητη αρχή που δεν εκπροσωπεί κανέναν άλλον παρά απευθείας τους πολίτες (κάτι που πρέπει και η ίδια να έχει συνεχώς κατά νου). Γι΄ αυτόν τον λόγο όμως πρέπει να γίνει πιο ανεξάρτητη από ό,τι είναι σήμερα. Ισως να πρέπει να αλλάξει κάπως ο τρόπος επιλογής των μελών της, με μεγαλύτερη συναίνεση των πολιτικών κομμάτων αλλά και με δυνατότητα ενός περιορισμένου βέτο των άλλων από τη λίστα που θα προτείνει το κάθε κόμμα. Ιδίως όμως πρέπει να μειωθεί δραστικά η εξάρτησή της από το κράτος. Εντελώς αναγκαία είναι η ανάθεση σε αυτήν της αποκλειστικής ευθύνης για την εκτέλεση των επιβαλλόμενων κυρώσεων (είσπραξη των προστίμων), κάτι που θα της εξασφαλίσει και τους πόρους λειτουργίας της, με πλήρη απεξάρτηση από τον κρατικό προϋπολογισμό.
ΠΗΓΗ:ΒΗΜΑ ΙΔΕΩΝ, 3-10-2008
Reblog this post [with Zemanta]

Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2009

reBlog from spoudasterion.pblogs.gr: Ludus Literarius

I found this fascinating quote today:

ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

του Δ.Τζιόβα

Οσο πιο καθημερινή γίνεται η κουλτούρα, τόσο χάνει το αξιακό της φορτίο καθώς προσδιορίζεται λιγότερο καλλιτεχνικά και περισσότερο πολιτικάspoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius, Sept 2009

You should read the whole article.

Οι αριθμοί είναι κατασκευή του ανθρώπινου μυαλού ή προϋπήρχαν;

Square root of x formula. Symbol of mathematics.Image via Wikipedia

της Λαλίνας Φαφούτη
Η διαμάχη αυτή είναι πολύ παλιά, ανάγεται στην αρχαιότητα και ίσως ακόμη πιο πέρα. Οι αριθμητικοί υπολογισμοί και τα Μαθηματικά έχουν μια ιστορία εκατοντάδων χιλιάδων ετών στον πολιτισμό μας και πρόσφατα οι νευροβιολόγοι απέδειξαν ότι η αίσθηση των αριθμών είναι έμφυτη, εγγεγραμμένη βαθιά στον εγκέφαλο όχι μόνο των ανθρώπων αλλά και πολλών ζώων. Τι ακριβώς είναι όμως αυτοί καθεαυτοί οι αριθμοί; Αποτελούν μια ανθρώπινη επινόηση ή ξεχωριστές υπαρκτές οντότητες, τις οποίες ο άνθρωπος απλώς ανακάλυψε;


Η απάντηση στο ερώτημα αυτό αγγίζει τη μεταφυσική και απασχολεί τους φιλοσόφους τουλάχιστον από την εποχή του Πυθαγόρα. Ο συρακούσιος μαθηματικός πίστευε ότι οι αριθμοί αποτελούν την έκφραση του Σύμπαντος και οι ιδέες του βρήκαν απήχηση στη φιλοσοφία του Πλάτωνα και του ιδεατού κόσμου του, στον οποίο τα μαθηματικά αντικείμενα συνιστούν ένα απολύτως συνεκτικό σύμπαν, το οποίο παραπέμπει σε μια τέλεια πραγματικότητα ανεξάρτητη από τον άνθρωπο. Από τις ιδέες του Πλάτωνα γεννήθηκε η σύγχρονη σχολή του μαθηματικού ρεαλισμού, η οποία πρεσβεύει ότι οι μαθηματικές οντότητες δεν πηγάζουν από το ανθρώπινο μυαλό, αλλά υπάρχουν ανεξάρτητα από αυτό.

Η θεωρία αυτή συμβαδίζει απόλυτα με την καθημερινή πρακτική των μαθηματικών: όσοι έχουν ασχοληθεί με αυτή την επιστήμη, προχωρώντας στο έργο τους έχουν πάντοτε την εντύπωση ότι ανακαλύπτουν αλήθειες οι οποίες προϋπήρχαν του συλλογισμού τους. Η εντύπωση αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι τα μαθηματικά φαίνεται να διέπουν όλη τη λειτουργία του κόσμου. Ολα τα φυσικά φαινόμενα, από την απλή δύναμη της βαρύτητας ως τις κβαντικές αφαιρέσεις, τον ηλεκτρομαγνητισμό και τις κινήσεις των άστρων, υπακούουν σε μαθηματικούς νόμους.

Μία ακόμα διαπίστωση που συνηγορεί υπέρ του μαθηματικού ρεαλισμού είναι το γεγονός ότι τα μαθηματικά υπάρχουν, ίδια και αναλλοίωτα, σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης και σε όλους τους πολιτισμούς. Το «δύο συν δύο» ισούται με «τέσσερα» για όλους τους ανθρώπους και, ακόμα και όταν μιλούν διαφορετικές γλώσσες και δεν μπορούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους με λέξεις, μπορούν να καταλάβουν ο ένας τον άλλον μέσω των μαθηματικών.

Η «πλατωνική» σχολή του μαθηματικού ρεαλισμού συνάντησε ισχυρό αντίλογο στα τέλη του 19ου αιώνα με την εμφάνιση των μη Ευκλείδειων Γεωμετριών. Υπερβαίνοντας το Πέμπτο Θεώρημα του Ευκλείδη, οι μαθηματικοί ανακάλυψαν καινούργιους ιδεατούς κόσμους, οι οποίοι αν και δεν ανταποκρίνονταν στις ως τότε διαδεδομένες αντιλήψεις και έρχονταν σε αντίθεση με την αίσθηση που έχουμε για τα πράγματα, είχαν παρ' όλα αυτά νόημα και απόλυτη συνοχή. Αυτές οι νέες μαθηματικές οντότητες φαίνονταν να εξαρτώνται από αυθαίρετους κανόνες, οι οποίοι διατυπώνονται εκ των προτέρων. Αυτό, υποστήριξαν οι αντίπαλοι του μαθηματικού ρεαλισμού, σημαίνει ότι τα μαθηματικά δεν έχουν δική τους, ανεξάρτητη και αυθύπαρκτη υπόσταση, αλλά γεννιούνται από το ανθρώπινο μυαλό.

Η διαμάχη δεν λύθηκε φυσικά με αυτές τις ανακαλύψεις ενώ, προς χαρά των ρεαλιστών, σύντομα αποκαλύφθηκε ότι οι νέες, αφηρημένες μαθηματικές κατασκευές που αρχικά φαίνονταν να μην είναι τόσο πραγματικές, εκφράζονταν τελικά μέσα σε μια φυσική πραγματικότητα, αφού χρησιμοποιήθηκαν ως βάση για τη διατύπωση της Θεωρίας της Γενικής Σχετικότητας του Αϊνστάιν και την περιγραφή της δύναμης της βαρύτητας. Οι δύο πλευρές δεν εγκατέλειψαν ποτέ τον αγώνα, επιμένοντας η κάθε μία από τη δική της σκοπιά. Ο αρχικά «πλατωνικός» μαθηματικός ρεαλισμός εμπλουτίζεται διαρκώς ως σήμερα, βρίσκοντας νέους εκφραστές ακόμη και ως τις μέρες μας. Πριν από μερικά χρόνια ο κοσμολόγος Μαξ Τέγκμαρκ, καθηγητής στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ), έχει διατυπώσει την Υπόθεση του Μαθηματικού Σύμπαντος ή Θεωρία του Απόλυτου Συνόλου, σύμφωνα με την οποία όλες οι μαθηματικές δομές έχουν φυσική υπόσταση.

Στον αντίποδα, οι πρόσφατες θεωρίες των ενσώματων μαθηματικών, με πιο γνωστή αυτή των Τζορτζ Λάκοφ και Ραφαέλ Νούνιες, ξεκινούν από τις γνωσιακές επιστήμες για να υποστηρίξουν ότι τα μαθηματικά αποτελούν μια κατασκευή του ανθρώπινου μυαλού, το οποίο καθοδηγείται από το φυσικό Σύμπαν στη διατύπωση δομών οι οποίες μπορούν να το ερμηνεύσουν. Το ζήτημα τού αν οι αριθμοί είναι πραγματικοί ή απλώς μια επινόησή μας κάθε άλλο παρά έχει λυθεί. Σύμφωνα δε με πολλούς θεωρητικούς και μαθηματικούς, ίσως δεν βρει ποτέ την απάντησή του.

ΠΗΓΗ: εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 24/08/2008
Reblog this post [with Zemanta]

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2009

reBlog from spoudasterion.pblogs.gr: Ludus Literarius

I found this fascinating quote today:

Σε αντίθεση προς τους στοχαστές που οραματίστηκαν τη διαρκή ειρήνη και την επιβολή κανόνων δικαιοσύνης στις διεθνείς σχέσεις, υπάρχει και μια άλλη παράδοση σκέψης, εκείνη του πολιτικού ρεαλισμού, που ερμήνευε πάντοτε τις σχέσεις ανάμεσα στα κράτη (όπως εξάλλου και τις σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους) υπό το πρίσμα της σύγκρουσης, της καχυποψίας, του φόβου και της αμοιβαίας εχθρότητας. ... ... ...spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius, Sept 2009



You should read the whole article.

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2009

Παν.Κονδύλης, Η Παγκοσμιοποίηση ως ιδεολογική κατασκευή

Panajotis Kondylis' only published picture.  D...Image via Wikipedia

Ο Π. Κονδύλης αναλύει γιατί η διχοτομία μεταξύ πολιτικής και οικονομίας είναι αβάσιμη από ιστορική και κοινωνιολογική άποψη

Κύκλοι με απτά υλικά συμφέροντα, αλλά και διάφοροι καλόπιστοι, οι οποίοι εξ ιδιοσυγκρασίας ενστερνίζονται τις ελπιδοφόρες προοπτικές, προπαγανδίζουν την άποψη ότι η προϊούσα παγκοσμιοποίηση θα επιφέρει όλο και μεγαλύτερη εξίσωση των συλλογικών συνθηκών ζωής και των συλλογικών σκοπών, δημιουργώντας έτσι κοινά σημεία μεταξύ των ανθρώπων και καθιστώντας περιττές τις αιματηρές συγκρούσεις· γιατί, όπως λέγεται, η παγκοσμιοποίηση θα εξασθενήσει ή ίσως και θα καταργήσει τις υποτιθέμενες αιτίες αυτών των συγκρούσεων, δηλαδή τα έθνη και τα κράτη. Η αντίληψη αυτή αναγορεύθηκε, προπαντός μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού, σε αυταπόδεικτη αλήθεια και άρθρο πίστεως, έτσι ώστε δεν διερευνώνται επαρκώς οι προϋποθέσεις της και η λογική συνοχή της.

Ως φορέας της παγκοσμιοποίησης και της εξίσωσης των συνθηκών και των σκοπών (αξιών) δεν θεωρείται βέβαια οποιαδήποτε δραστηριότητα, π.χ. το κήρυγμα της αδελφοσύνης και της αγάπης, αλλά μια δραστηριότητα εντελώς συγκεκριμένη: η διευρυνόμενη και διαπλεκόμενη οικονομία. Μια πρώτη προϋπόθεση της παραπάνω αντίληψης είναι λοιπόν η πίστη στην πρωτοκαθεδρία της οικονομίας ­ και μάλιστα της οικονομίας στην αντίθεσή της προς την πολιτική, η οποία λίγο – πολύ ταυτίζεται με την «πολιτική της ισχύος» και αντιπαρατίθεται προς την υποτιθέμενη εγγενή ειρηνικότητα της οικονομίας. Αυτή όμως η διχοτομία μεταξύ πολιτικής και οικονομίας είναι δυνατή μόνο αν οι δύο αυτοί τομείς οριστούν τόσο στενά (αν δηλαδή η οικονομία περιοριστεί στην τεχνική διαδικασία της παραγωγής και η πολιτική περισταλεί στη διοίκηση και στη διαχείριση), ώστε χάνεται κάθε ουσιαστική σχέση με την κοινωνική πράξη και πραγματικότητα.

Το «ζωτικό συμφέρον»

Από ιστορική και κοινωνιολογική άποψη η διχοτομία είναι επίσης αβάσιμη· αποτελεί μια ιδεολογική κατασκευή και ένα ιδεολογικό όπλο που, καθώς είναι γνωστό, πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον ανερχόμενο αστικό φιλελευθερισμό εναντίον του απολυταρχικού κράτους, ενώ και σήμερα παραμένει προσφιλές επιχείρημα διαφόρων οικονομικών κύκλων, οι οποίοι βέβαια την ίδια στιγμή κάνουν ό,τι μπορούν προκειμένου να επιστρατεύσουν την πολιτική για δικούς τους σκοπούς και διόλου δεν περιφρονούν επικερδείς κρατικές παραγγελίες και πιστώσεις. Κατά τα λοιπά, η ιδεολογική αυτή κατασκευή συνδέθηκε ήδη από τον 17ο αιώνα με την κοσμοϊστορική πρόβλεψη ότι το εμπόριο θα υποκαταστήσει τον πόλεμο. Τι έγινε έκτοτε, το γνωρίζουμε καλά.

Ο γενικός λόγος για τον οποίο πολιτική και οικονομία ­ με την οποιαδήποτε κοινωνικά βαρύνουσα έννοια των όρων ­ παραμένουν αδιαχώριστες είναι προφανής. Η οικονομία και η πολιτική αφορούν εξίσου τις συγκεκριμένες σχέσεις συγκεκριμένων ανθρώπων και κάθε οικονομική αλλαγή προκαλεί μια μετατόπιση του συσχετισμού δυνάμεων προς όφελος ορισμένων ανθρώπων και εις βάρος άλλων. Οι οικονομικοί σκοποί ούτε επιδιώκονται ούτε επιτυγχάνονται μέσα σε ένα κοινωνικό κενό, παρά μετριούνται με κριτήριο την απόδοση των ανταγωνιστών, και ανάλογα αξιολογούνται. Ο,τι όλοι μπορούν να παραγάγουν και ό,τι όλοι μπορούν να απολαύσουν δεν έχει ούτε οικονομική ούτε πολιτική αξία ­ γιατί αξία σημαίνει πάντα: ιδιαίτερη αξία. Γι’ αυτό τα απόλυτα κέρδη, δηλαδή όσα σημαίνουν βελτίωση σε σχέση με την προγενέστερη δική μας κατάσταση, φαίνονται πολύ λιγότερο σημαντικά από τα σχετικά κέρδη, δηλαδή εκείνα που επιτυγχάνονται σε σύγκριση με την τωρινή κατάσταση των ανταγωνιστών μας.

Αν μια πλευρά πιστεύει ότι τα σχετικά της μειονεκτήματα είναι αδύνατο να υπερκαλυφθούν στο προβλεπτό μέλλον με οποιαδήποτε προσπάθεια, τότε είναι αναγκασμένη να επιλέξει ανάμεσα στη συνθηκολόγηση μπροστά στη δύναμη της «αόρατης χειρός» (Α. Smith) και στην πολιτικοποίηση της οικονομικής σύγκρουσης. Γιατί από καταβολής κόσμου υπάρχουν μόνο δύο δυνατότητες για να αποκτήσει κανείς αγαθά: να τα παραγάγει ο ίδιος ή να τα πάρει από όποιον τα παράγει, αδιάφορο αν αυτό το κάνει με το ξίφος ή μέσω εμπορικών ποσοστώσεων. Η έννοια του «ζωτικού συμφέροντος» υπάρχει εξίσου στην οικονομία και στην πολιτική, και μάλιστα θα μπορούσαμε να τη θεωρήσουμε ως τον μεγάλο κοινό τους παρονομαστή.

Η κατάσταση αυτή μπορεί να συγκεφαλαιωθεί ως εξής: η πολιτική διεισδύει στην οικονομία όχι τόσο μέσω των διαδικασιών της παραγωγής και της επικοινωνίας όσο μέσω του προβλήματος της κατανομής. Είναι άκρως χαρακτηριστικό ότι η συζήτηση για την παγκοσμιοποίηση στρέφεται γύρω από διαδικασίες και προτάσεις οι οποίες αφορούν τη διαπλοκή της παγκόσμιας βιομηχανίας και του παγκοσμίου εμπορίου καθώς και την πύκνωση των παγκοσμίων επικοινωνιακών δικτύων ­ το μυστικό μιας παγκόσμια αποδεκτής κατανομής των πόρων και του πλούτου δεν το έχει αποκαλύψει ως σήμερα κανείς. Η ειρήνη όμως μεταξύ πολιτικών μονάδων και ανθρώπων γενικά δεν μπαίνει τόσο σε κίνδυνο λόγω του τρόπου παραγωγής και επικοινωνίας όσο λόγω των όρων και των ανισοτήτων της κατανομής.

Η παγκοσμιοποίηση της παραγωγής και της οικονομίας θα οξύνει το πρόβλημα της κατανομής από δύο απόψεις. Στο εσωτερικό των ανερχομένων οικονομικών δυνάμεων θέτει σε κίνηση διαδικασίες οι οποίες γρηγορότερα μπορούν να πολλαπλασιάσουν παρά να ικανοποιήσουν τις προσδοκίες για σχετικά κέρδη ­ και ως γνωστόν ο μισοχορτασμένος είναι πιο επιθετικός παρά ο μισοπεθαμένος από την πείνα. Ακόμη και η περιορισμένη ικανοποίηση τέτοιων προσδοκιών δημιουργεί πάντως, καθώς πίσω της στέκουν τεράστιες ανθρώπινες μάζες, έναν πλούτο σημαντικό, οπότε το σχετικό μερίδιο των ανεπτυγμένων χωρών στον παγκόσμιο πλούτο μειώνεται συνεχώς. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο αγώνας κατανομής μεταφέρεται και στο εσωτερικό των πλουσίων χωρών, οι οποίες αναγκάζονται να σφίξουν το ζωνάρι (τουλάχιστον ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων) προκειμένου να παραμείνουν ανταγωνιστικές.

Θεώρηση made in USA

Οποιος φαντάζεται ότι αυτό αποτελεί απλώς μια βραχυπρόθεσμη ή μεσοπρόθεσμη αναπροσαρμογή, η οποία οπωσδήποτε θα πετύχει αρκεί να επιδείξουμε κάποια υπομονή και επιδεξιότητα ­ όποιος το φαντάζεται αυτό, ασφαλώς δεν έχει κατανοήσει την έκταση της μεταβολής που επιτελείται σήμερα σε πλανητική κλίμακα. Η βιομηχανικά ανεπτυγμένη «Δύση» συνεχίζει να βλέπει τη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης από την άτρομη και παραπλανητική σκοπιά του τμήματος εκείνου του πλανήτη το οποίο ακόμη κατέχει πάνω από τα τρία τέταρτα του παγκοσμίου πλούτου και της παγκόσμιας ενέργειας. Και πρέπει να προσθέσουμε ότι καθοριστική εδώ είναι η αμερικανική θεώρηση των πραγμάτων, η οποία βέβαια, παρά τις ιδεολογικές ομολογίες πίστεως προς την αυτοματική της οικονομίας, στηρίζεται πρωταρχικά στο σημερινό στρατιωτικό και διπλωματικό προβάδισμα των Ηνωμένων Πολιτειών. Οποιος υπερέχει (προς το παρόν) τόσο πολύ έχει τη φυσική τάση να βλέπει την παγκοσμιοποίηση πρώτα – πρώτα ως διεύρυνση του δικού του πεδίου δράσεως και δεν μπορεί ή δεν θέλει να βάλει με τον νου του τις μακροπρόθεσμες συνέπειες της αναστροφής του ρεύματος.

Ωστόσο, μέσα στην αυτοπεποίθηση της «Δύσης» έχει ήδη εμφιλοχωρήσει η πρώτη αμφιβολία, αλλά και το πρώτο ρίγος, προπαντός στην Ευρώπη, όπου συνειδητοποιείται όλο και εντονότερα ότι η βαθύτερη αιτία της μόνιμης κρίσης είναι η ένταση του παγκοσμίου ανταγωνισμού και η συνεχής πτώση του ειδικού ευρωπαϊκού βάρους μέσα στην παγκόσμια οικονομία. Οι αμφιβολίες και τα ρίγη θα επιταθούν κάτω από την πίεση εισαγομένων και ενδογενών δημογραφικών και οικολογικών παραγόντων. Τότε τα σύνορα, τα οποία έχει γκρεμίσει στο μεταξύ η παγκοσμιοποίηση, θα ανεγερθούν και πάλι εξαιτίας της όξυνσης των αγώνων κατανομής, μολονότι δεν γνωρίζουμε επακριβώς ποιος και πού θα τα χαράξει αυτή τη φορά.

Η όξυνση τούτη πρέπει να αναμένεται ακόμη περισσότερο επειδή η δεύτερη προϋπόθεση της αντίληψης που αναφέραμε στην αρχή, ότι δηλαδή η εξίσωση των συνθηκών και των σκοπών της ζωής θα αμβλύνει τις συγκρούσεις, απλούστατα είναι εσφαλμένη. Η κοινότητα των σκοπών γεννά φιλία μεταξύ δύο πλευρών όταν ο σκοπός πρόκειται να επιτευχθεί εναντίον ενός τρίτου· σπέρνει όμως την έχθρα όταν η επίτευξη του κοινού σκοπού από μέρους της μιας πλευράς είτε κάνει αδύνατη είτε καθιστά άνευ αξίας την επίτευξή του από μέρους της άλλης. Η φιλία λοιπόν δεν προκύπτει από τον κοινόν σκοπό καθ’ εαυτόν, αλλά από τη συμφωνία δύο πλευρών για το ποια σειρά θα κατέχει η καθεμιά τους κατά την επιδίωξη του κοινού σκοπού και ποια οφέλη θα αντλήσει από την επίτευξή του. Αν στο κρίσιμο αυτό σημείο δεν επιτευχθεί συμφωνία, τότε η σύγκρουση θα οξυνθεί ακριβώς επειδή ο σκοπός είναι κοινός ­ για τον ίδιο λόγο για τον οποίο ο χασάπης δεν εχθρεύεται τον μανάβη απέναντί του παρά τον χασάπη δίπλα του. Κοινότητα σκοπών σημαίνει αγώνα με τους ίδιους πόρους, τις ίδιες αγορές, τους ίδιους χώρους και τα ίδια έπαθλα. Και αν η κοινότητα των σκοπών επεκταθεί και στους σκοπούς της κατανάλωσης, τότε ο Ινδός και ο Κινέζος θα πρέπει να καταναλώσουν τόση ενέργεια και άλλες τόσες πρώτες ύλες όσες ο Βορειοαμερικανός. Ποιες θα είναι οι συνέπειες για τον πλανήτη;

Οι εμφύλιοι πόλεμοι

Η εξίσωση συνθηκών και σκοπών ζωής εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης θεωρείται και υπό μιαν άλλη έννοια ως πρόδρομος ειρηνικών εξελίξεων. Λέγεται ότι οι ψυχοπνευματικές συνέπειες θα συμβάλουν στην αποδυνάμωση των εθνικών πολιτισμών και επομένως των συγκρούσεων που οφείλονται σε εθνικές και πολιτισμικές αιτίες. Αν η οικουμενική εξίσωση του τρόπου ζωής των ανθρώπων θα διαμορφώσει αναγκαστικά έναν ενιαίο παγκόσμιο πολιτισμό, δεν χρειάζεται να το εξετάσουμε εδώ. Πάντως ο παγκόσμιος αυτός πολιτισμός θα αποτελούσε εγγύηση για την ειρήνη μονάχα αν στο παρελθόν οι αιματηρές συγκρούσεις είχαν γίνει αποκλειστικά μεταξύ εθνικά και πολιτισμικά διαφορετικών συλλογικών υποκειμένων.

Η Ιστορία όμως γνώρισε και πάμπολλους εμφυλίους πολέμους, και αυτοί συχνά ήσαν και οι χειρότεροι. Ωστε το μόνο που μπορεί να εγγυηθεί η οικονομική και πολιτισμική παγκοσμιοποίηση είναι η μετατροπή όλων των πολέμων σε εμφυλίους πολέμους.

Οποιος προσδοκά την παγκόσμια ειρήνη από την εξασθένηση ή τη διάλυση των εθνικών κρατών καθ’ εαυτήν λησμονεί ότι οι πόλεμοι είναι φαινόμενο πολύ παλαιότερο από τα εθνικά κράτη. Λησμονεί ότι το εθνικό κράτος διόλου δεν συνιστά το μόνο δυνατό κυρίαρχο πολιτικό υποκείμενο, επομένως η κατάργηση του εθνικού κράτους δεν συνεπάγεται αυτόματα την κατάργηση της έννοιας του κυρίαρχου κράτους και των κυριαρχικών δικαιωμάτων. Και τέλος λησμονεί ότι πολύ χειρότερος από κάθε σύγκρουση μεταξύ οργανωμένων πολιτικών μονάδων μπορεί να είναι ο άμεσος αγώνας ανθρώπου προς άνθρωπο υπό συνθήκες παγκόσμιας ανομίας.

ΠΗΓΗ: εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ,16 Μαρτίου 1997.
Reblog this post [with Zemanta]

reBlog from spoudasterion.pblogs.gr: Ludus Literarius

MIAMI - MAY 20:  Alain Filiz shows off some of...

I found this fascinating quote today:

του Θανάση Γιαλκετσή

Η τωρινή πιστωτική κρίση δεν είναι αποτέλεσμα της αποτυχίας των τραπεζών. Αντίθετα, είναι ο εντελώς προβλέψιμος αν και συνολικά απρόσμενος καρπός της εξαιρετικής επιτυχίας τους· επιτυχίας στο να μετατρέψουν μια πελώρια πλειονότητα ανδρών και γυναικών, γέρων και νέων σε ένα συρφετό οφειλετών. Μόνιμων οφειλετών, επειδή τα πράγματα έγιναν έτσι ώστε η κατάσταση του οφειλέτη να αυτοδιαιωνίζεται και να συνεχίζουν να προσφέρουν νέα δάνεια ως μοναδικό ρεαλιστικό τρόπο για να σωθούν από αυτά που ήδη έχουν συνάψει. Και ακριβώς όπως η εξαφάνιση όσων βαδίζουν με γυμνά πόδια είναι μια συμφορά για τη βιομηχανία υποδημάτων, έτσι και η εξαφάνιση των προσώπων χωρίς χρέη είναι μια καταστροφή για τη βιομηχανία του δανεισμού.spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius, Aug Sept 2009

You should read the whole article.

Reblog this post [with Zemanta]

Κυριακή 30 Αυγούστου 2009

Σωκρατικά «παράδοξα»

NYC - Metropolitan Museum of Art - Death of So...

του Μάριου Πλωρίτη

Διόλου σπάνια, η θεωρία διαψεύδεται οικτρά από την πράξη όπως στην περίπτωση του Σωκράτη και μερικών «επιφανών» μαθητών του

ΣΤΟ «Βήμα» της 28.1.2001 (Νέες Εποχές), δημοσιεύθηκε ένα ενδιαφέρον άρθρο της καθηγήτριας της Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, κυρίας Μυρτώς Δραγώνα - Μονάχου, με τίτλο «Ο φιλόσοφος που ανακάλυψε την πολιτική» και με θέμα την διδασκαλία του Σωκράτη για τις σχέσεις πολιτικής και ηθικής.

Ας μου επιτραπεί μια παρέμβαση, όχι για το περιεχόμενο του άρθρου αλλά για την διόλου σπάνια διάψευση της θεωρίας (φιλοσοφικής, πολιτικής) από την πράξη.

ΟΠΩΣ παρατηρεί η αρθρογράφος, «κύριο μέλημα του Σωκράτη ήταν η ηθική θωράκιση και αναμόρφωση των πολιτών»... «η καλλιέργεια της ηθικής ακεραιότητάς τους». Και ο «σοφώτατος των Ελλήνων» υποστήριζε πως «δεν γνωρίζει κανέναν που να έχει σταθεί άξιος πολιτικός σ' αυτή την πόλη» («Ουδένα ημείς ίσμεν άνδρα αγαθόν γεγονότα τα πολιτικά εν τήδε τη πόλει»1. Μ' άλλα λόγια, χαρακτήριζε «ανάξιους πολιτικούς» τον Σόλωνα, τον Κλεισθένη, τον Θεμιστοκλή, τον Μιλτιάδη, τον Περικλή, τον Κίμωνα ­ τους θεμελιωτές της ελληνικής δημοκρατίας, ελευθερίας και δόξας. Και τούτο, επειδή εκείνοι δεν δίδαξαν τους πολίτες να γίνουν καλύτεροι, ηθικότεροι.

Ειδικά τον Περικλή τον κατηγορούσε πως «διέφθειρε» τους Αθηναίους, «τους έκανε φυγόπονους, δειλούς, φλύαρους, φιλοχρήματους, επειδή πρώτος καθιέρωσε την πληρωμή μισθών σε όσους πολίτες προσφέρουν υπηρεσίες στην πόλη»2.

Αντίθετα ­ διατεινόταν ­ πως «με λίγους Αθηναίους, για να μην πω μόνος εγώ, ασκώ την πραγματική πολιτική τέχνη, και μόνος από τους σημερινούς πολιτικούς πολιτεύομαι σωστά» («Οίμαι μετ' ολίγων Αθηναίων, ίνα μη είπω μόνος, επιχειρείν τή ως αληθώς πολιτική τέχνη και πράττειν τα πολιτικά μόνος των νυν»)3.

Ενώ, λοιπόν, όλοι οι παλαιότεροι και σύγχρονοί του πολιτικοί ήταν «ανίκανοι», μόνος «αγαθός» ήταν ο ίδιος που δίδασκε πώς οι πολίτες και οι πολιτικοί θα αρθούν στο δέον ηθικό ύψος.

ΤΟ δυστύχημα είναι πως οι θεωρίες κρίνονται από τα αποτελέσματά τους. Και, στην περίπτωση του Σωκράτη, μερικοί από τους γνωστότερους μαθητές του τον διαψεύσανε οικτρά. Οχι μόνο δεν προσέγγισαν το ηθικο-πολιτικό ιδεώδες που κήρυττε ο δάσκαλός τους, αλλά και έγιναν τύραννοι κι εγκληματίες και προδότες.

Πρώτος και χειρότερος, ο Κριτίας. Γόνος παλιάς «επιφανούς» οικογένειας ­ ο παππούς του ήταν ανιψιός του Σόλωνα και μια δική του ανιψιά ήταν μητέρα του Πλάτωνα ­ στάθηκε αβυσσαλέος εχθρός της δημοκρατίας, λάτρης της ολιγαρχίας (και της Σπάρτης), και περιφρονούσε βαθύτατα τον αθηναϊκό δήμο, τον «όχλο» (όπως κι ο δάσκαλός του, άλλωστε). Συνεργάστηκε με τους ολιγαρχικούς πραξικοπηματίες το 411 και, μετά την ήττα της πατρίδας του απ' τη Σπάρτη (404), εκλέχθηκε από τους ολιγαρχικούς, ένας απ' τους Τριάκοντα Τυράννους (που είχαν, φυσικά, την αμέριστη υποστήριξη των Σπαρτιατών) και αναδείχθηκε στον πιο αποτρόπαιο απ' όλους τους εν τυραννία ομολόγους του.

Διαδήλωνε πως «όποιος θέλει να κυριαρχεί, πρέπει να βγάζει απ' τη μέση όσους θα μπορούσαν να του σταθούν εμπόδιο» και πως «όπου γίνεται αλλαγή πολιτεύματος είναι αναγκαίο να γίνονται εκτελέσεις των αντιπάλων»4.

Και, συνεπής στις «αρχές» του, εξαπέλυσε κύμα φοβερής τρομοκρατίας και φρόντισε να θανατωθούν πολλοί δημοκρατικοί, αλλά και ο μετριοπαθής ολιγαρχικός Θηραμένης, που διαφωνούσε με τις μεθόδους του και που οι μπράβοι του Κριτία τον απόσπασαν απ' τον βωμό όπου είχε καταφύγει και τον σφαγίασαν. Πιστεύεται, επίσης, πως ο ίδιος οργάνωσε δολοφονία του φίλου του Αλκιβιάδη...

Ακόμα και ο ολιγαρχικός Ξενοφών αναφέρει πως ο Κριτίας ήταν «ο πιο αρπακτικός, ο πιο βίαιος και ο πιο φονικός από όλους τους ολιγαρχικούς» («πλεονεκτίστατός τε και βιαιότατος και φονικώτατος των εν τη ολιγαρχία πάντων»5. Και προσθέτει ­τι ειρωνεία! ­ πως άμα ο Κριτίας άρπαξε την αρχή, απαγόρευσε με νόμο στους φιλοσόφους να διδάσκουν την τέχνη του λόγου («λόγων τέχνην διδάσκειν») και, αυτό, για να εκδικηθεί τον άλλοτε δάσκαλό του Σωκράτη, που τον είχε κατηγορήσει για τον έρωτά του με τον Ευθύδημο6...

ΕΝΑΣ άλλος μαθητής του Σωκράτη, ο νεαρός, ωραιότατος Χαρμίδης ­ κι αυτός «ευπατρίδης», κι αυτός συγγενής του Πλάτωνα (αδερφός της μητέρας του) ­ «παρασύρθηκε» απ' τον Κριτία, συνεργάστηκε με τους Τριάκοντα κι έγινε ένας από τους δέκα «δοτούς» άρχοντες του Πειραιά.

Τελικά, οι «ευγενείς» τύραννοι κατατροπώθηκαν απ' τους δημοκρατικούς στη Μουνιχία (το σημερινό Μικρολίμανο και Καστέλλα), όπου σκοτώθηκαν ο Κριτίας, ο Χαρμίδης και ο Ιππόμαχος.

Αλλά οι αμετανόητοι οπαδοί τους έστησαν στον τάφο τους μνημείο, που εικόνιζε την Ολιγαρχία να βάζει με δαυλό φωτιά στη Δημοκρατία, και που είχε την επιγραφή:

«Μνήμα τόδ' εστ' ανδρών αγαθών, οί των κατάρατον δήμον Αθηναίων ολίγον χρόνο ύβριος έσχον»

«Αυτό εδώ είναι αφιέρωμα σε άνδρες αγαθούς, που έβαλαν, για λίγο, χαλινάρι στην αλαζονεία του καταραμένου λαού της Αθήνας»7...

ΚΙ όμως, σ' αυτούς τους «ηθικότατους» πολιτικούς, ο Πλάτων αφιέρωσε δυο διαλόγους του, που φέρουν το όνομά τους: ο «Χαρμίδης» εξαίρει τη σωφροσύνη του περικαλλούς νέου, ενώ στον «Κριτία», ο «φονικότατος» τύραννος επωμίζεται την περιγραφή του ιδανικού πολιτεύματος της μυθικής Ατλαντίδας!..

Μόνο στο τέλος της ζωής του, ο Πλάτων θα παραδεχθεί πως «οι άνθρωποι εκείνοι (οι Τριάκοντα Τύραννοι), μέσα σε λίγο καιρό, έκαναν να φανεί χρυσάφι το προηγούμενο πολίτευμα» (η δημοκρατία) («Εώρων δή που τους άνδρας, εν χρόνω ολίγω, χρυσήν αποδείξαντας την πρόσθεν πολιτείαν»8.

Αλλά ο Πλάτων διαψεύστηκε δραματικά και αλλού: όταν προσπάθησε να εφαρμόσει τη γνωστή θεωρία του πως «οι πολιτείες θα κυβερνηθούν άριστα μόνο αν βασιλεύσουν οι φιλόσοφοι ή αν οι βασιλείς φιλοσοφήσουν». Για το «πείραμά» του, διάλεξε τους τυράννους των Συρακουσών Διονύσιο Α' και Β'. Αλλά η απόπειρά του είχε οικτρό τέλος: όχι μόνο οι βασιλο-τύραννοι δεν φιλοσόφησαν, αλλά ο Πλάτων διώχτηκε απ' τον πρώτο και κινδύνεψε να πουληθεί δούλος, και φυλακίστηκε από τον δεύτερο...

Και για να συμπληρώσω τα περί ηθικοπολιτικής μαθητείας, θα θυμίσω πως δυο άλλοι σωκρατικοί, ο Αλκιβιάδης και ο Ξενοφών, ανάμεσα σε πολλά άλλα, δεν δίστασαν, να αυτομολήσουν στους εχθρούς της Αθήνας, Σπαρτιάτες...

Τοιούτοι έδοξαν τη σωκρατική ηθικοπολιτική ιερείς...

1. Πλάτων, Γοργίας, 517Α. ­
2. Οπου πριν, 515Ε και 516D. ­
3. Οπου πριν, 521D. ­
4. Ξενοφών, Ελληνικά, ΙΒ,γ,16. ­
5. Ξενοφών, Απομνημονεύματα, Α,β,12.
6. Οπου πριν, 31. ­
7. Diels-Kranz, Τα αποσπάσματα των προσωκρατικών, 88,13. ­
8. Εβδόμη επιστολή, 324D. Μετάφρ. Ηρώς Κορμπέτη, Στιγμή, 1997.

ΠΗΓΗ
:εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ,11 Φεβρουαρίου 2001

Reblog this post [with Zemanta]

reBlog from spoudasterion.pblogs.gr: Ludus Literarius

I found this fascinating quote today:

της ΜΑΡΙΑΣ ΘΕΡΜΟΥ

Ο καθηγητής κ. Νίκος Σταμπολίδης μιλάει για τον πρωτοφανή θησαυρό του 8ου αιώνα π.Χ. που ήρθε προ ημερών στο φως στην αρχαία Ελεύθερνα spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius

You should read the whole article.

Reblog this post [with Zemanta]

Παρασκευή 28 Αυγούστου 2009

reBlog from spoudasterion.pblogs.gr: Ludus Literarius

LONDON, ENGLAND - MAY 06:  Victor Valdes of Ba...

I found this fascinating quote today:

του Γιώργη Γιατρομανωλάκη

«Φίλους αλλάζεις, και μάλιστα εύκολα. Φύλο αλλάζεις. Δύσκολα, αλλά με λίγη θέληση γίνεται. Πατρίδα, θρησκεία, κόμμα, όλα τα αλλάζεις. Γυναίκα αλλάζεις. Πανεύκολο. Ομάδα δεν αλλάζεις , όπως δεν αλλάζεις τη μάνα σου. Ο,τι και να ΄ναι: στρίγκλα, μητριά, χαμένη και πουλημένη. Η Ομάδα είναι η μήτρα που σε ξεπετά κάθε Σαββατοκύριακο, σε τρέφει, σε πληγώνει και σε πωρώνει». spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius, Aug 2009

You should read the whole article.

Ο πολιτισμός κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου

The World According to Homer

Πολιτισμός
Τα μεσοπολεμικά χρόνια είναι μια περίοδος που την επισκίασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και που χαρακτηρίστηκε από μεταβολές και ανακατατάξεις οι οποίες εξέβαλαν με ιδιαίτερα γόνιμο τρόπο στον τομέα του πολιτισμού. Νέα ήθη, νέα καλλιτεχνικά ρεύματα, και καινούργιες, διαφορετικές οπτικές με τις οποίες βλέπει ο άνθρωπος τον εαυτό του κάνει την εμφάνισή τους.

Στον ελληνικό χώρο η Μικρασιατική Καταστροφή αποτέλεσε το κορυφαίο γεγονός που μετασχημάτισε δραματικά το γεωγραφικό, πληθυσμιακό και ιδεολογικό χάρτη. Η τραγωδία πολλών χιλιάδων ανθρώπων, που ακολούθησαν το δρόμο της προσφυγιάς, επαναπροσδιόρισε τις συνθήκες ζωής τους αλλά και τον τρόπο με τον οποίο προσέλαβαν την πραγματικότητα οι ίδιοι και όσοι τους υποδέχτηκαν.
Τα αστικά κέντρα έγιναν πυρήνας συγκέντρωσης πολλών πληθυσμιακών στρωμάτων με διαφορετικές καταβολές. Οι πολιτισμικές εκφράσεις που παράχθηκαν, χαρακτηρίστηκαν, λοιπόν, από τους χρωματισμούς όλων αυτών των φωνών που συγκρότησαν τον αστικό κυρίως κόσμο. Oι άμεσες ανάγκες των ανθρώπων αλλά και οι επιταγές μιας νέας πολεοδομικής αντίληψης κατέστησαν το αστικό τοπίο αντικείμενο ιδιαίτερου ενδιαφέροντος. Η πόλη έγινε ένας κόμβος επικοινωνίας μέσα από τον οποίον διαχέονταν τα μηνύματα της νεοτερικότητας σε όλη την ελληνική κοινωνία.
Νέα καλλιτεχνικά ρεύματα που άνθιζαν στον ευρωπαϊκό χώρο απέκτησαν σημαντική απήχηση στην Ελλάδα και αναπροσανατόλισαν τις αναζητήσεις καλλιτεχνών και λογοτεχνών, ενώ ο λόγος της κριτικής κλήθηκε να συνδιαλλαγεί με τα νέα ιδιώματα που διαμορφώνονταν.
Τα δισεπίλυτα προβλήματα της εκπαίδευσης οξύνθηκαν ακόμη περισσότερο με τη ραγδαία αύξηση των μαθητών αλλά και τα υψηλά ποσοστά του αναλφαβητισμού που παρατηρούνταν. Η πολιτεία προσπάθησε να δώσει ορισμένες λύσεις θέτοντας σε εφαρμογή την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση.
Η ελληνική κοινωνία, μετά το μικρασιατικό τραύμα, άρχισε να ανιχνεύει τους δρόμους μέσα από τους οποίους προσδιορίστηκε η ταυτότητά της. Eπισημαίνεται ένας συνεχής προβληματισμός για τον ορισμό της “ελληνικότητας” στην καλλιτεχνική δημιουργία, τον θεωρητικό λόγο και τη λαογραφική έρευνα.

Ελληνική κοινωνία και νεοτερικότητα κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 διαμορφώθηκε ένα κλίμα πολιτικής αναταραχής και οικονομικών και κοινωνικών ανακατατάξεων. Η κινητικότητα αυτή ευνόησε
την εισροή μηνυμάτων και ιδεών, που η αποδοχή τους οριοθετήθηκε από το βαθμό εκσυγχρονισμού της ελληνικής κοινωνίας. Νέα ήθη αλλά και νέα καλλιτεχνικά ρεύματα, που κυριαρχούσαν στη δυτική Ευρώπη, κατέκλυσαν τον ελληνικό αστικό, κυρίως, χώρο και οι μεταβολές που προέκυψαν εκδηλώθηκαν σε τομείς όπως η ψυχαγωγία, η μόδα, η άθληση.
Εμφανίστηκε το ραδιόφωνο, επικράτησε ο κινηματογράφος, εντάθηκαν οι αθλητικές δραστηριότητες, άλλαξε η εμφάνιση των γυναικών. Η νεοτερικότητα, που επικεντρώθηκε στην έννοια του ατόμου ως αυτόνομης φυσικής αξίας, προσδιόρισε ένα νέο τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι αντιλαμβάνονταν τον εαυτό τους και τα πράγματα.
Στον καλλιτεχνικό χώρο η “ακαδημαϊκή” ζωγραφική έδωσε σταδιακά τη θέση της σε καλλιτέχνες που έρχονταν σε επαφή με τις νέες τάσεις. Οι καλλιτέχνες αυτοί επηρεάστηκαν από τα κινήματα του κυβισμού, του υπερρεαλισμού και του εξπρεσιονισμού, κινήματα που όριζαν με διαφορετικό τρόπο το καθένα τη θέση του ατόμου μέσα στον κόσμο. Στο λόγο περί αισθητικής της εποχής όσο και στην καλλιτεχνική δημιουργία, η προσπάθεια αυτή συνδέθηκε και με μια άλλη τάση, την αναζήτηση και τον προσδιορισμό της ελληνικότητας, που σε πολλούς καλλιτέχνες του Μεσοπολέμου εντοπίστηκε σε μια προσπάθεια επιστροφής στις πηγές και ρίζες του Ελληνισμού.
Το δικτατορικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου προσπάθησε να επιβάλει με τη λογοκρισία του ένα συνολικό έλεγχο στην πνευματική ζωή που, ωστόσο, δεν επηρέασε καθοριστικά την καλλιτεχνική δημιουργία. Στον ιδεολογικό τομέα υιοθέτησε την έννοια της ελληνικότητας και
το κλίμα επιστροφής στην παράδοση συνδέοντάς τα μ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο με την εθνικιστική στροφή του καθεστώτος.

Πολιτισμικές εκφράσεις στο Μεσοπόλεμο, 1923-1940

Η ελληνική κοινωνία του Μεσοπολέμου, μετά την αποτυχημένη μικρασιατική εκστρατεία και στο πλαίσιο της πολιτικής και κοινωνικής κρίσης που την ακολούθησε, βρισκόταν σε συνεχή μεταβολή. Υπήρχε μια αδιάκοπη ροή ιδεών και νοοτροπιών, ενώ η πόλη έγινε ένας κόμβος επικοινωνίας πληθυσμιακών στρωμάτων, που προέρχονταν από διαφορετικά κοινωνικά και πολιτισμικά περιβάλλοντα. Αυτή η κινητικότητα εξέβαλλε, ανάλογα με τον χώρο που την υποδεχόταν, σε διαφορετικές πολιτισμικές εκφράσεις. Κάποιες από αυτές σχετίζονταν με τη λογοτεχνική παραγωγή, ποίηση και πεζογραφία, που κατά τη δεκαετία του ’20 πέρασε ένα στάδιο έντονης κρίσης. Ένα καινούργιο ανανεωτικό πνεύμα εμφανίστηκε, ωστόσο, με τη δράση και την παραγωγή της γενιάς του ’30. Με την έκφραση “γενιά του ’30”, στο ευρύτερό της νόημα, εννοούμε όσους νέους λογοτέχνες και ποιητές ωρίμασαν ανάμεσα στα 1930 και τα 1940. Πρόκειται για μια ομάδα ανθρώπων του πνεύματος που είχαν τη διάθεση να έρθουν σε ρήξη με το παρελθόν ή τουλάχιστον να διαφοροποιηθούν από αυτό. Η γενιά του ’30 συνδιαλεγόταν με άλλες κατευθύνσεις και καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής και έκανε την είσοδό της στο προσκήνιο της ελληνικής πολιτισμικής δραστηριότητας ως πρωτοποριακό κίνημα, καλλιεργώντας και τον προβληματισμό για την έννοια της ελληνικής ταυτότητας. Στα πλαίσια αυτού του προβληματισμού αναπτύχθηκε ένας λόγος για κάποιες εκδηλώσεις άλλων πολιτισμικών χώρων. Πρόκειται για το ενδιαφέρον σ’ αυτό που ονομάστηκε πρωτόγονη ή λαϊκή έκφραση και την οποία αναζήτησαν στο έργο “ναΐφ” (αυτοδίδακτων, απλοϊκών) ή λαϊκών καλλιτεχνών όπως ο Μακρυγιάννης, ο Θεόφιλος, οι καραγκιοζοπαίχτες ή οι λαϊκοί τεχνίτες και τα τοπικά εργαστήρια. Παράλληλα, νέα καλλιτεχνικά δημιουργήματα, όπως το θέατρο σκιών και το ρεμπέτικο τραγούδι, παράγονταν και απευθύνονταν κυρίως σε λαϊκά και περιθωριακά στρώματα, βρίσκονταν σε στενή συνάρτηση μεταξύ τους και συνδιαλέγονταν στο πλαίσιο του κοινωνικού χώρου απ’ όπου προέρχονταν και όπου απέληγαν.

Πεζογραφία
Στην περίοδο του Μεσοπολέμου και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’30 η πεζογραφική παραγωγή κατέδειξε τη πρόθεση των δημιουργών της να ανταποκριθούν, ο καθένας με τον τρόπο του, στο γενικό αίτημα για ανανέωση. Οι πολλαπλές κατευθύνσεις που αναδείχθηκαν συνδέθηκαν με την προσωπική εξέλιξη, τα βιώματα, αλλά και την υποδοχή των επιδράσεων των λογοτεχνικών ρευμάτων του εξωτερικού.
Από το σύνολο των συγγραφέων που πρωτοδημοσίευσαν κείμενά τους αυτή την περίοδο κάποιοι αξιοποίησαν τις προσωπικές τους μνήμες από το βίαιο ξεριζωμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Το έργο τους, έχει δυναμική μαρτυρίας και το χαρακτηρίζει ωμός ρεαλισμός. Πρόκειται για τους Στράτη Μυριβήλη, Ηλία Βενέζη, Φώτη Κόντογλου και Στρατή Δούκα, που η κοινή τους καταγωγή, το βορειοανατολικό Αιγαίο, έδωσε και το όνομα “αιολική σχολή” στην τάση που εκπροσώπησαν.
Περισσότερο στο μέλλον, παρά στο παρελθόν, προσέβλεπαν οι συγγραφείς που στοιχίζονταν γύρω από τη “σχολή του αστικού ρεαλισμού”. Η υπόθεση των μυθιστορημάτων τους εκτυλισσόταν στο σύγχρονο αστικό περιβάλλον και συχνά σχολίαζε τις πρόσφατες αλλαγές στην ελληνική κοινωνία. Μερικοί από τους συγγραφείς αυτούς είναι ο Γιώργος Θεοτοκάς, ο Άγγελος Τερζάκης, ο Κοσμάς Πολίτης, o Πέτρος Χάρης, ο Θράσος Καστανάκης και ο Μ. Καραγάτσης. Στην ίδια περίοδο εξέδωσε τα παιδικά της μυθιστορήματα η Πηνελόπη Δέλτα.
Μια άλλη ομάδα συγγραφέων που το έργο τους χαρακτηρίζουν στοιχεία κοινωνικού προβληματισμού, αποτελείται από τους Έλλη Αλεξίου, Θέμο Κορνάρο, Μενέλαο Λουντέμη, Γιώργο Ζάρκο και Γιώργο Δενδρινό. Σ’ αυτή την ομάδα θα μπορούσε ακόμα να τοποθετηθεί η Λιλίκα Νάκου και η Τατιάνα Σταύρου. Πρόκειται για συγγραφείς που εντάχθηκαν στο αριστερό κίνημα και υπέστησαν ταλαιπωρίες και διώξεις. Ανάμεσα σ’ αυτούς τους συγγραφείς και την προηγούμενη ομάδα, βρίσκονται οι Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος και Γιάννης Σφακιανάκης, που θεωρείται ότι εξέφρασαν πιο καθαρά τη μεταβατική περίοδο της νεοελληνικής κοινωνίας, τη μετάβαση από ένα μίζερο χωριό σε μια μίζερη πόλη.
Τέλος, οι “μοντερνιστές” είναι συγγραφείς που αδιαφόρησαν για την ακριβή αναπαράσταση της πραγματικότητας και υιοθέτησαν έναν καινούργιο και πιο ριζοσπαστικό τρόπο γραφής. Το γεωγραφικό κέντρο αυτής της ομάδας ήταν η Θεσσαλονίκη και κυριότερα μέλη της, ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, ο Γιώργος Δέλιος και ο Στέλιος Ξεφλούδας. Στενή συγγένεια συνδέει αυτή την ομάδα με το Γιάννη Σκαρίμπα και το Γιάννη Μπεράτη, ενώ και η Μέλπω Αξιώτη βρίσκεται στο ίδιο περίπου κλίμα, καθώς προσπάθησε να συγκροτήσει τη σύγχρονη εμπειρία μέσα από τη γλώσσα και τις αντιλήψεις της προφορικής παράδοσης.

Ποιητές του Μεσοπολέμου

Το ποιητικό κλίμα της δεκαετίας 1920-1930 χαρακτηρίζεται από μια διάθεση διάχυτης ηττοπάθειας. Ποιητές όπως ο Μήτσος Παπανικολάου, ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, η Μαρία Πολυδούρη και κυρίως ο Κώστας Καρυωτάκης εξέφρασαν με τους στίχους τους μια κατάσταση πνιγηρού αδιεξόδου. Η κρίση αυτή, που συνδέθηκε με το παρελθόν του αθηναϊκού ρομαντισμού, επανήλθε στο προσκήνιο με τη βοήθεια του συμβολισμού και επιτάθηκε ακόμη περισσότερο μέσα στο πλαίσιο της πολιτικής και κοινωνικής κρίσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ποιητής που θεωρείται ότι συμπυκνώνει ευκρινέστερα το δράμα της γενιάς του, ο Κώστας Καρυωτάκης, τελείωσε το έργο του με μια σφαίρα· αυτοκτόνησε στην Πρέβεζα το 1928.
Η νέα ποιητική δημιουργία, που έκανε την εμφάνισή της στο κατώφλι της δεκαετίας του ’30 προσδιορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την κληρονομιά του ύστερου συμβολισμού και του καρυωτακισμού της προηγούμενης περιόδου. Παράλληλα, όμως, η καβαφική ποίηση κέρδιζε ολοένα και περισσότερο έδαφος στην κλίμακα των επιδράσεων, ενώ μεγάλες μορφές, όπως ο Κωστής Παλαμάς, εξακολουθούσαν να συγκινούν με την παραγωγή τους. Ποιητές σαν τους Νίκο Καζαντζάκη, Άγγελο Σικελιανό και Κώστα Βάρναλη βρήκαν μεγάλη απήχηση. Ο Γιώργος Σεφέρης έκανε την εμφάνισή του αυτή την περίοδο με τη συλλογή Στροφή (1931), που για πολλούς θεωρήθηκε η στροφή στην ελληνική ποιητική δημιουργία. Αξιοποιώντας κατακτήσεις του συμβολισμού αλλά και επιδράσεις από τον T.S. Eliot, ο Σεφέρης διατύπωσε μια νέα ποιητική γλώσσα, που ωρίμασε κατά την μεταπολεμική περίοδο. Ένας άλλος σημαντικός δημιουργός είναι ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος, ο οποίος έκανε την εμφάνισή του με την ποιητική συλλογή Tρακτέρ (1934). Ο Ρίτσος, ο οποίος σε όλη του τη ζωή υπήρξε μέλος του Κομουνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΚΚΕ) ακολούθησε τα χνάρια του Βάρναλη και του Καρυωτάκη, αλλά και την κληρονομιά του Κωστή Παλαμά. Το Μάιο του 1936, μετά τη βίαιη καταστολή των εργατικών συλλαλητηρίων στη Θεσσαλονίκη, έγραψε τον Επιτάφιο για να εκφράσει τον πόνο και τη διαμαρτυρία ενός ολόκληρου λαού. Άλλοι πρωτοεμφανιζόμενοι, όπως ο Τάκης Παπατσώνης, ο Νικόλαος Κάλας, ο Γιώργος Σαραντάρης, ο Γιώργος Βαφόπουλος, ο Νικηφόρος Βρεττάκος, και λίγο αργότερα ο Νίκος Καββαδίας, ο Αντρέας Εμπειρίκος, ο Νίκος Εγγονόπουλος και ο Οδυσσέας Ελύτης οδηγήθηκαν βαθμιαία σε νέες αναζητήσεις και αναπροσανατόλισαν τα σημεία του ελληνικού ποιητικού ορίζοντα. Η επικράτηση του ελεύθερου στίχου, χαρακτηριστικού της ανανέωσης αυτής, οριστικοποιήθηκε στο μεταγενέστερο έργο των περισσοτέρων και συμπληρώθηκε από τη γόνιμη αποδοχή των διδαγμάτων τόσο της ελληνικής ποιητικής παράδοσης όσο και της ευρωπαϊκής καλλιτεχνικής παραγωγής.

Περιοδικά τέχνης και αισθητικής και λαϊκά αναγνώσματα
Καθώς η λογοτεχνική και η καλλιτεχνική κίνηση κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου μεγάλωνε, παρουσιάστηκαν ορισμένα περιοδικά που ανέλαβαν να κάνουν γνωστή στο ελληνικό κοινό την ευρωπαϊκή λογοτεχνική και καλλιτεχνική παραγωγή. Τα πιο γνωστά από αυτά είναι η Νέα Εστία (1927), τα Νεοελληνικά γράμματα, τα Νέα γράμματα (1935-1945), η Πνευματική ζωή, οι Πρωτοπόροι (1930), οι Νέοι Πρωτοπόροι (1931), οι Μακεδονικές Ημέρες (1932), που κυκλοφόρησαν στη Θεσσαλονίκη, και το Νέον Κράτος που εμφανίστηκε μετά την εγκαθίδρυση του μεταξικού καθεστώτος. Το περιεχόμενο αυτών των εντύπων ήταν κυρίως λογοτεχνικό, ενώ περισσότερο καλλιτεχνικά θέματα πραγματευόταν το περιοδικό Το 3ο Μάτι (1935-36). Σ’ αυτά περιλαμβάνονταν πολλές μεταφράσεις ξένων λογοτεχνών, κριτικές και κείμενα τέχνης, ενώ προβάλλονταν και πολλοί πρωτοεμφανιζόμενοι συγγραφείς. Εκτός από τις εφημερίδες, τα περιοδικά και τα λογοτεχνικά έργα, ελληνικά και ξένα, πολύ δημοφιλή εξακολούθησαν να είναι τα λαϊκά αναγνώσματα -κυρίως ληστρικά, κατά τη δεκαετία του ’20- αστυνομικά και ιστορίες φρίκης.

Η δράση του Εκπαιδευτικού Ομίλου

Ήδη από την πρώτη δεκαετία του αιώνα, μεγάλες προσωπικότητες συγκεντρώθηκαν γύρω από ένα ιστορικό σωματείο, τον Εκπαιδευτικό Όμιλο, που ιδρύθηκε το 1910 και δραστηριοποιήθηκε στους αγώνες για την επικράτηση του δημοτικισμού. Οι τρεις προσωπικότητες, που για πολλά χρόνια υπήρξαν οι ηγετικές φυσιογνωμίες του, ο Αλέξανδρος Δελμούζος, ο Δημήτρης Γληνός και ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης, σύνδεσαν το όνομά τους με τη γλωσσική και εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Οι γενικότερες όμως εξελίξεις στον ελληνικό χώρο κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου λειτούργησαν καταλυτικά στο πεδίο αυτό. Ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης αποχώρησε σιωπηρά το 1921. Τα “Μαρασλειακά”, η δυσάρεστη δηλαδή έκβαση και η τελική ακύρωση των προσπαθειών για την εποικοδομητική λειτουργία του Μαράσλειου Διδασκαλείου (1923) και της Παιδαγωγικής Ακαδημίας (1924), με διευθυντή τον Αλέξανδρο Δελμούζο και το Δημήτρη Γληνό αντίστοιχα, ενέτεινε το αρνητικό κλίμα που είχε δημιουργηθεί από τις αποτυχημένες απόπειρες στην εκπαίδευση. Η συνολικότερη κρίση, που απέρρεε από τις ιδεολογικές διαφορές μεταξύ των μελών του εκπαιδευτικού ομίλου, οδήγησε στη διάσπαση του 1927. Η διαφωνία επικεντρώθηκε στη σχέση σχολείου-κοινωνίας και αντανακλούσε τις ευρύτερες ιδεολογικές ζυμώσεις στην ελληνική κοινωνία της εποχής. Το 1929, ο Αλέξανδρος Δελμούζος επιλέχθηκε στην έδρα της Παιδαγωγικής στη Φιλοσοφική Σχολή της Θεσσαλονίκης και διηύθυνε το Πειραματικό σχολείο του εκεί Πανεπιστημίου.
Απολύθηκε το 1935 και επανήλθε αργότερα για να υποβάλει την παραίτησή του επί Μεταξά. Ο Δημήτρης Γληνός ενέτεινε την πνευματική και πολιτική του δράση, υπέστη όμως διώξεις στα τέλη της περιόδου του Μεσοπολέμου.
ΠΗΓΗ:http://www.komvos.edu.gr/fryktories/modules/book/ch1.pdf
Reblog this post [with Zemanta]

Τετάρτη 26 Αυγούστου 2009

Γ.Βιζυηνός

Books_0459

της Αφροδίτης Αθανασοπούλου

Η παρουσίαση του "άλλου εαυτού" στο αυτοβιογραφικό διήγημα.
Παράλλαξη και αποσιώπηση στο Αμάρτημα της μητρός μου του Γ.Βιζυηνού







Γ.ΒΙΖΥΗΝΟΣ


Reblog this post [with Zemanta]

Τρίτη 25 Αυγούστου 2009

reBlog from spoudasterion.pblogs.gr: Ludus Literarius

I found this fascinating quote today:



Από την αδιαφορία και τη σιωπή, όσον αφορά το περιβάλλον, η χώρα μας έχει περάσει σε ένα επίπεδο γενικευμένης φλυαρίας. Η σημασία του υπογραμμίζεται παντού: σε λόγους πολιτικών και σε εκδηλώσεις κοινωνικές, στις τηλεοπτικές εκπομπές και σε δημοσιεύματα των εφημερίδων. Μεγάλες εταιρίες, τράπεζες και οργανισμοί ανακηρύσσονται υπέρμαχοι του περιβάλλοντος, ενώ τα δεινά που μας επιφυλάσσει το μέλλον περιγράφονται από όλους με μελανά χρώματα. Δεν αμφισβητείται ότι το καινοφανές αυτό ενδιαφέρον δημιουργεί κάποιες νέες προοπτικές. Όπως όμως παρατήρησε από παλιά ο Θουκυδίδης, οι Έλληνες είμαστε «θεατές των λόγων και ακροατές των έργων». Η πικρή αυτή διαπίστωση δεν εξαιρεί τα προβλήματα του περιβάλλοντος και κάνει τον δρόμο δύσβατο και μακρύ.spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius, Dec 2006



You should read the whole article.

Δευτέρα 24 Αυγούστου 2009

reBlog from spoudasterion.pblogs.gr: Ludus Literarius

Yannis RitsosImage by Egui_ via Flickr

I found this fascinating quote today:


Γιάννης Ρίτσος


Ο ποιητής της τελευταίας προ Ανθρώπου εκατονταετίαςspoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius, Oct 1999

You should read the whole article.

Reblog this post [with Zemanta]

Ιερές μορφές της λογοτεχνίας

kafka 2Image by dev null via Flickr

Του ΖΑΝ ΣΤΑΡΟΜΠΙΝΣΚΙ
Χρειάζεται να θέσουμε εδώ ένα πρόβλημα επίδρασης; Ο Kafka αναμφίβολα είχε διαβάσει τον Dostoevsky, όπως είχε διαβάσει και τον Κίρκεγκορ. Και αν θα 'πρεπε να αναζητήσουμε μια πνευματική καταγωγή για τη «Δίκη», θα 'πρεπε να αναφέρουμε ταυτόχρονα το «Φόβος και τρόμος» και το «Εγκλημα και τιμωρία». Αλλά το έργο τού Κάφκα διεκδικεί την ανεξαρτησία του. Μπορεί να υπάρχει συγγένεια, αλλά δεν υπάρχει μίμηση. Τίποτε δεν είναι τόσο εκνευριστικό όσο εκείνη η κριτική που επικαλείται τις πηγές μόνο και μόνο για να απαλλαγεί από μιαν υπερβολικά επιβλητική πρωτοτυπία.
Ο Κάφκα και ο Ντοστογιέφσκι είναι συγγραφείς που οικοδομούν (ή καταστρέφουν) τον κόσμο μέσα από το προσωπικό βάσανο της ζωής τους. Αυτό το βάσανο συγκροτεί το πεπρωμένο τους. Δεν αρνήθηκαν τίποτε απ' αυτό, δεν θέλησαν να απωθήσουν τίποτε απ' αυτό.
Υπήρξαν πλήρεις πεπρωμένου. Σε όλη τη ζωή τους αντιμετώπιζαν δυσκολίες με κάποιο πράγμα (ή με κάποιον) και δεν ήσαν από εκείνους που θα μπορούσαν να εγκαταλείψουν την πάλη με τη θέλησή τους. Μαχητές, όχι από τους επιδέξιους, αλλά από τους πεισματάρηδες. Που τους έλειπε πάντοτε κάτι: τους έλειπαν αποδείξεις, τους έλειπε πραγματικότητα, τους έλειπε Θεός. Που αναζητούσαν ένα στήριγμα για να παλέψουν και το αναζητούσαν ακόμη και στον αντίπαλό τους, που ήταν άλλοτε ο Θεός και άλλοτε η Αμαρτία. Στην ελληνική τραγωδία, ο άνθρωπος στον οποίο ξεσπάει με μανία η εκδίκηση των Θεών, αυτός που βρίσκεται «πιασμένος στα δίχτυα της μοίρας», είναι το αντικείμενο μιας μοναδικής λατρείας από μέρους όσων τον προσεγγίζουν. Οι Θεοί τον έχουν πλήξει και η οργή τους δρα ως εύνοιά του, προκαλεί το συγκλονισμό. Το θύμα γίνεται ιερό πρόσωπο. Ο Κάφκα και ο Ντοστογιέφσκι είναι στον απόλυτο βαθμό οι ιερές μορφές της σύγχρονης λογοτεχνίας.

* Η ομοιότητα ανάμεσά τους αρχίζει με αφετηρία το γεγονός ότι δεν μπορούν να δεχτούν έναν κοινό παρονομαστή. Η αληθινή ομοιότητά τους βρίσκεται στο μοναχικό θάρρος που τους καθιστά μοναδικούς, τον καθένα με το δικό του τρόπο. Δεν πρέπει επομένως να περιμένουμε επιφανειακές συμπτώσεις. Οι αναλογίες σε βαθύτερο επίπεδο δεν θα είναι άμεσες, αλλά μετατεθειμένες, όπως από μια τονικότητα σε μιαν άλλη πολύ απομακρυσμένη. Ταυτόσημα σύμβολα δεν θα εμφανιστούν με το ίδιο φως. Θα είναι τροποποιημένα από έναν ανεξάλειπτο συντελεστή προσωπικής πρωτοτυπίας. Αλλά αν εξετάζαμε με αρκετή προσοχή τη συγγένεια που συνδέει τα κύρια κατευθυντήρια θέματα του έργου τού Κάφκα και του μυθιστορηματικού σύμπαντος του Ντοστογιέφσκι, θα βρίσκαμε μοναδικές αποδείξεις υπέρ της οικουμενικότητας και της πανταχού παρουσίας των «αρχετύπων» της φαντασίας.

Θα διακρίναμε, στο επίπεδο της πιο μεγάλης μοναξιάς, μια δεκτικότητα ανοιχτή στην επίδραση των πνευματικών συνθηκών μιας εποχής ή μιας κατάστασης του πολιτισμού. Και αυτή η μεγάλη ευαισθησία απέναντι στο «συλλογικό ασυνείδητο» θα είναι ίσως τόσο πιο αξιοσημείωτη όσο θα έρχεται να αναπληρώνει την επικοινωνία που διακόπηκε στην επιφάνεια από μια συνείδηση που αναδιπλώνεται στη μοναξιά της.

* Δεν λείπουν, ωστόσο, και οι διαφορές και πρώτα απ' όλα, στην ίδια τη ζωή τους. Το κάτεργο, τα τυχερά παιχνίδια, ο γάμος: έχουμε εδώ ένα σύνολο εμπειριών και παθών, που ο Κάφκα δεν γνώρισε καθόλου, ένα σύνολο κινδύνων που δεν διέτρεξε. Παρέμεινε μακριά απ' αυτά. Το δικό του μερίδιο δοκιμασίας φαίνεται να υπήρξε μικρότερο. Αντί για το «σπίτι των πεθαμένων», αυτός δεν σύχναζε παρά στα μεγάλα κτίρια της διοίκησης. Αλλά αυτά τα κτίρια υπήρξαν γι' αυτόν το εξασθενημένο ισοδύναμο ενός «σπιτιού των πεθαμένων». Τα ένιωθε σαν κάτεργο. Το ίδιο ισχύει και για τα υπόλοιπα. Βλέπω τον Κάφκα παντού λιγότερο δεσμευμένο, λιγότερο στραμμένο προς τα πράγματα, λιγότερο βασανισμένο από την υλική αναγκαιότητα, αλλά υπερβολικά ευάλωτο και πληγωμένο σχεδόν από τα ίδια τραύματα με εκείνα του Ντοστογιέφσκι, στις πιο διαφορετικές καταστάσεις.

Αυτό που τους έφερνε κοντά πάνω απ' όλα είναι το πλήγμα της αρρώστιας, είναι το φυσικό κακό, που προσπάθησαν και ο ένας και ο άλλος να το νικήσουν μετατοπίζοντάς το στο επίπεδο της έκφρασης. Μπορούμε να δεχθούμε ότι η αρρώστια υπήρξε γι' αυτούς ένας παράγοντας ευαισθητοποίησης, που κατέστρεψε ορισμένες άμυνες ή ορισμένες αντιστάσεις, οι οποίες προφυλάσσουν το «φυσιολογικό» άνθρωπο από την υπερβολική αγωνία.

Αυτό που τους έφερνε κοντά επίσης είναι η σύγκρουση με τον πατέρα, με την οποία συνδέεται το κύριο βάσανο των χρόνων της νεότητάς τους και πάνω στο οποίο έρχεται να προστεθεί η δραματική σχέση με μιαν άλλη πατρική μορφή, εκείνη του Θεού.

* Στις απαρχές των δύο έργων τους υπάρχει μια κατάσταση εξορίας. Ο Κάφκα ανήκει σε έναν εξόριστο λαό, αλλά στο εσωτερικό της εξορίας του Ισραήλ είναι γι' ακόμη μια φορά εξόριστος. Η εξορία του Κάφκα είναι διπλή εξορία, είναι μια εξορία μέσα στην εξορία. Ο συμβολισμός του Κάφκα δεν είναι ένα λογοτεχνικό μέσο, αλλά είναι μια μορφή εξορίας. Για τον Ντοστογιέφσκι, ο ρωσικός λαός είναι ένας εξόριστος Μεσσίας, διαχωρισμένος ακόμα από τον εαυτό του εξαιτίας της αμαρτίας και διαχωρισμένος από το δυτικό κόσμο εξαιτίας ενός «ευρωπαϊκού πνεύματος» που δεν αναγνωρίζει πλέον τις μεταμορφωμένες θρησκευτικές αξίες. Εκτοπισμένος στο κάτεργο ο Ντοστογιέφσκι, υπήρξε επομένως και ο ίδιος ένας εξόριστος στους κόλπους ενός εξόριστου λαού.

* Για ένα μέρος του κοινού ο Κάφκα και ο Ντοστογιέφσκι μοιάζουν χάρη στην ταυτόσημη δυσθυμία που επιβάλλουν στον αναγνώστη τους. Οι έντιμοι άνθρωποι, αλαφιασμένοι, δεν έχουν πάψει να κραυγάζουν για το νοσηρό και να αποδίδουν στην «παθολογική διαστροφή» τα ανησυχητικά στοιχεία, των οποίων θα έπρεπε μάλλον να αμφισβητήσουμε την αλήθεια παρά να χάσουμε την ηρεμία του πνεύματός μας. Πώς επέρχεται αυτή η δυσθυμία; Σε ένα σύμπαν που φαίνεται να προσφέρει όλες τις εγγυήσεις ομοιότητας με το δικό μας, τα οικεία στοιχεία παύουν να εμφανίζουν καθησυχαστικά σημεία αναφοράς, δεν μας προστατεύουν πλέον, δεν μπορούμε πλέον να βασιζόμαστε σε αυτά. Στον κόσμο του Κάφκα και του Ντοστογιέφσκι η πιο μηχανική χειρονομία παράγει απρόβλεπτες συνέπειες, ενώ όλη η συνήθης ασφάλειά μας θεμελιώνεται στην υπόθεση ορισμένου αριθμού απλών ενεργειών, των οποίων πιστεύουμε ότι ελέγχουμε τις συνέπειες.

* Αυτή η δυσθυμία, στις έσχατες απηχήσεις της, δεν θέτει υπό αμφισβήτηση μόνον τη δομή της καθημερινής πραγματικότητας, αλλά και παροξύνει μέσα μας τα ερωτήματα που αγγίζουν το νόημα της ύπαρξης: το ερώτημα για την απουσία του Θεού, το ερώτημα για τη δικαιοσύνη. Η αναμενόμενη απάντηση, μέσα από την αφηγηματική εμπειρία, παραμένει σε εκκρεμότητα, τυλίγεται σε σιωπή, ενώ το ερώτημα βαραίνει και επιμένει με όλο του το βάρος. Αυτή η εκκρεμότητα καθορίζει την εσωτερική ένταση της αφήγησης. Σε αυτούς τους δύο μυθιστοριογράφους, που αποφεύγουν να γίνουν θεωρητικοί φιλόσοφοι, το μεταφυσικό πρόβλημα δεν έρχεται να προστεθεί στην αφήγηση, δεν χρησιμεύει για να φωτίσει την αφήγηση ούτε και η αφήγηση προορίζεται να φωτίσει το πρόβλημα. Αντιθέτως, βαθιά αναμεμιγμένα και περιπλεγμένα με έναν τρόπο πυκνό και θλιβερό, το αφηγηματικό υλικό και το πνευματικό νόημα της αφήγησης δέχονται το ένα από το άλλο ένα συμπλήρωμα αδιαφάνειας, που αντιστέκεται σε κάθε προσπάθεια συστηματικής ερμηνείας ή ορθολογικής μετάφρασης.

Βρισκόμαστε μπροστά σε συγκεκριμένα γεγονότα και προαισθανόμαστε ότι αυτά τα γεγονότα θέλουν να πουν περισσότερα από όσα φαίνεται να λένε. Είναι δύσκολο να γνωρίσουμε περισσότερα. Αδιαπέραστο, αλλά μυστικά υπαινικτικό, το ακατέργαστο γεγονός δεν μας επιτρέπει να το διαβάσουμε ούτε σαν ένα διαφανές σημείο ούτε σαν ένα αδρανές αντικειμενικό δεδομένο. Το σύμβολο είναι προφανές, αλλά είναι υπερβολικά υλικό για να είναι μόνο σύμβολο. Ο ρεαλισμός είναι έκδηλος, αλλά διαπερνιέται από πάρα πολλούς πνευματικούς υπαινιγμούς για να είναι μόνο ρεαλισμός.

* Από τα πρόσωπα του Ντοστογιέφσκι δεν υπάρχει σχεδόν κανένα που να μην προσπαθεί να φωτίσει τα αινίγματά του. Ολοι τους βιάζονται να τα διατυπώσουν και να τα εξηγήσουν στους εαυτούς τους. Στους μονολόγους ή στους διαλόγους τους αναζητούν πυρετωδώς τη συνδρομή του λόγου και της λογικής. Θέλουν να ρυθμίσουν τη ζωή τους με βάση κάποια «μεγάλη ιδέα». Τους βρίσκουμε να ασχολούνται με τα πιο ποικίλα θέματα: μεταφυσική, ηθική, θεολογία, κοινωνιολογία, ιστορία... Κατατρύχονται σχεδόν όλοι τους από τα προβλήματα της εποχής τους, στα οποία αναζητούν λύσεις με όλες τους τις δυνάμεις.

Τίποτε το παρόμοιο δεν υπάρχει στον Κάφκα. Η διανοητικότητα είναι μια διάσταση που λείπει εξ ολοκλήρου από το μυθιστορηματικό του σύμπαν. Μια «γνώση του εαυτού» είναι εδώ στην κυριολεξία αδιανόητη. Ποτέ δεν φτάνει κανείς να αμφισβητήσει τον εαυτό του με έναν τρόπο που θα επιτρέπει να ελπίζουμε σε κάποια αποφασιστική υπέρβαση. Αν είναι βέβαιο ότι ο Κάφκα προσπαθεί να γνωρίσει τον εαυτό του μέσα από τους ήρωές του, αυτοί οι τελευταίοι, αντιθέτως, δεν έχουν ποτέ τη δύναμη να αναρωτηθούν ουσιαστικά για τους εαυτούς τους. Αυτοί κατοικούν σε έναν κόσμο όπου δεν υπάρχει ποτέ καμία εσωτερική δυνατότητα. Αυτοί βασίζονται στη μεταβολή των περιστάσεων και όχι στο δικό τους μετασχηματισμό. Δεν σκέφτονται να αλλάξουν τους εαυτούς τους. Αρκούνται στο να ελπίζουν συγκεχυμένα ότι «αυτό θα αλλάξει». Κανείς δεν μπορεί εδώ να ανατρέψει το μέλλον του, κανείς δεν μπορεί να σκέφτεται μια αποτελεσματική πρόοδο ή μιαν ηθική μεταστροφή. Αυτή θα μπορούσε να παραχθεί μόνον αν η συνείδηση κατόρθωνε να αναπαραστήσει τις δυνατότητές της. Απαιτείται η ενεργοποίηση μιας απεριόριστης ελευθερίας. Ομως, δεν είναι αυτή ακριβώς η κατάσταση των προσώπων του Κάφκα, τα οποία βρίσκονται πάντα σε μια κατάσταση περιορισμένης ελευθερίας. Ο ήρωας του Κάφκα δεν μπορεί να προσδοκά τίποτε από τον ηθικό στοχασμό για τον εαυτό του. Για τα πρόσωπα του Ντοστογιέφσκι, αντιθέτως, τα θεμελιώδη γεγονότα παράγονται μέσα από τις ανατροπές της συνείδησης...
ΠΗΓΗ:Ε-ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, 14-6-2002


Reblog this post [with Zemanta]

Κυριακή 23 Αυγούστου 2009

reBlog from spoudasterion.pblogs.gr: Ludus Literarius

Konstantinos KavafisImage via Wikipedia

του Μανόλη Λαμπρίδη


Γλώσσα και Ποίηση στον Καβάφη


Reblog this post [with Zemanta]

reBlog from spoudasterion.pblogs.gr: Ludus Literarius

I found this fascinating quote today:


"Τα ομηρικά έπη αποσκοπούν στη μαγεία των αισθήσεων ενώ η Βίβλος καλλιεργεί την αίσθηση του βάθους"spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius, Dec 2006



You should read the whole article.

Σάββατο 22 Αυγούστου 2009

Βίλχεμ Ράιχ, Άκου Ανθρωπάκο

Αναλογίστηκες ποτέ σου, ανθρωπάκο, πως είναι να' σαι αετός και η φωλιά σου να 'ναι γεμάτη αυγά κότας;... ... ...


Διαβάστε το στο: www.spoudasterion.pblogs.gr

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2009

Ο Χάντινγκτον και τα «χαντάκια» του

του Παναγιώτη Νούτσου, καθηγητή Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

Ο Samuel Ηuntington, ως παράδειγμα σκέψης που επηρέασε την εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών, προφανώς είναι ό,τι προηγήθηκε του θορυβωδώς δημοσιευμένου βιβλίου του Η σύγκρουση των πολιτισμών (1996) και ό,τι το ακολούθησε. Ετσι θα μπορούσε κανείς να σταθεί στον αναδυόμενο αστέρα της αμερικανικής δημοσιολογίας, ήδη από το 1968, με μικρότερα δημοσιεύματα για την «ordre international» και τη βία σε συνθήκες «ολοκληρωτικού πολέμου» που πιθανολογεί ακόμη και το βιολογικό «μεγαθάνατον». Οσο όμως ο Ηuntington όδευε προς τη σκιαγράφηση των όρων «σύγκρουσης των πολιτισμών», με επίσης μικρότερα δημοσιεύματα που προετοίμαζαν την πολυσέλιδη μονογραφία του που γνώρισε αρκετές επανεκδόσεις, τόσο οι αντιλήψεις του αντιμετωπίστηκαν από τη «γεω-ιστορική» στροφή της κοινωνικής ανθρωπολογίας, με μονάδα αναφοράς τα εθνικά ως «πολιτιστικά σύνολα» (στο περιοδικό που επόπτευε ο Ι. Wallerstein Review ήδη από το 1994 ο Η.R. Αlker αποτίμησε σ΄ αυτό το θεωρητικό συγκείμενο τη θεώρηση των «πολιτισμών» του Ηuntington).

Εναν χρόνο νωρίτερα, το 1993, εμφανίστηκε σειρά αντεγκλήσεων στο περιοδικό Foreign Αffairs, με την προσφυγή στο σύνδρομο «kincountry» και με περισσή «ανατολικοφοβία» στον τρόπο ανάδυσης ενός «universal civilisation». Στο φωτογραφικό συμπλήρωμα των κειμένων πέρασε και ιπτάμενος Αγιατολάχ χωρίς χαλί και σε μαύρο χάλι! Ως προς τον πυρήνα των αντιλήψεων του Ηuntington αυτό που υπογραμμίζεται είναι, ως συνέπεια των πανοραμικών κατοπτεύσεων του «μεταψυχροπολεμικού κόσμου», ότι ο «πολιτισμός» εκτιμάται ταυτόχρονα ως «διαχωριστική γραμμή» και ως «ενοποιητική δύναμη». Δηλαδή προβάλλεται ως οργανωτικό στοιχείο της συμπαγούς διαφοράς με ζύμη τη θρησκεία που συνιστά την «εκδίκηση του θεού» μετά το «τέλος των ιδεολογιών». Μ΄ αυτόν τον τρόπο συντίθεται η «διεθνής τάξη βασισμένη στους πολιτισμούς». Με δεδομένη την αντίληψη του Ηuntington την «πρωτοκαθεδρία» των Ηνωμένων Πολιτειών, που συμπυκνώνουν τον «μοναδικό» πολιτισμό που τον υπερασπίζονται «απέναντι στις μη δυτικές κοινωνίες», ποιος θα «πρέπει» να εκλαμβάνεται ως Ευρωπαίος, δηλαδή ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, του ΝΑΤΟ και των ομόλογων οργανισμών; Για τον «χειρούργο» των διεθνών σχέσεων, που διέθετε ερείσματα και εκτός αυτού του πεδίου αναφοράς, δηλαδή στους λογής ομφαλοσκόπους της «Ανατολής», η Δύση τελειώνει με τα όρια του «δυτικού Χριστιανισμού» και συνεπώς «εκεί που αρχίζει το Ισλάμ και η Ορθοδοξία».

Εκείνο που συντελέστηκε μ΄ αυτή τη δέσμη των θεωρήσεων ήταν η μετακίνηση από τον «βιολογισμό» της ιστορίας προς τον πολιτιστικό ρατσισμό, με την ίδια ακριβώς λειτουργία να κατευθύνεται στο σύνολο του πλανήτη. Αν δηλαδή ο ρατσισμός ως σχέση ανισότιμων μερών της ίδιας κοινωνίας μετατρέπει την «ετερότητα» σε εχθρότητα, με την εμπέδωση «προκαταλήψεων» και «ξενοφοβίας», με τον ίδιο τρόπο ο «πολιτισμός» ανάγεται σε χαντάκι που ξεχωρίζει και δεν ενώνει.

Ο άνωθεν κατευθυνόμενος ρατσισμός έχει υποστεί, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, μετά τη γενικευμένη αντίθεση προς τις ναζιστικές θηριωδίες και παρά τις θνησιγενείς απόπειρες αποενοχοποίησης και απώθησης του «Ολοκαυτώματος», μια ορισμένη μεταλλαγή. Δηλαδή έθεσε σε δεύτερη μοίρα τη «φυλή» για να προτάξει τις πολιτιστικές διαφορές των εθνικών ή εθνοτικών ομάδων που από ιστορικό δημιούργημα αντιμετωπίζονται σαν η δεύτερη «φύση» τους. Διαφορές έτσι γλωσσών, εθίμων και ιδίως θρησκειών αποτέλεσαν το εφαλτήριο εκρατσισμού του «δικαιώματος στη διαφορά».

Αυτή ακριβώς η αξίωση, την οποία ο Ηuntington είδε από την πλευρά των Ηνωμένων Πολιτειών, ως της μόνης «Υπερδύναμης» στη «μεταδιπολική εποχή», είχε λοιπόν και την άλλη όψη του ίδιου όμως νομίσματος. Οι μηχανισμοί μετασχηματισμού της «διαφορετικότητας» σε «εχθρότητα», που κάποτε ονομάστηκαν θιασώτες του «cultural absolutism», κυκλοφορούν τις ιδέες-δυνάμεις για τα «χρωμοσώματα» και τα «αρχέτυπα» του πολιτισμού που «αυθεντικά» οι ίδιοι διαχειρίζονται. Ετσι στα ίχνη του Ηuntington μεταβολίζουν το «δικαίωμα στη διαφορά» σε «περιχαράκωση στη διαφορά».

ΠΗΓΗ: εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 3 Αυγούστου 2008

Reblog this post [with Zemanta]

reBlog from spoudasterion.pblogs.gr: Ludus Literarius

I found this fascinating quote today:



Έ­να α­πό τα παραγγέλ­μα­τα των Πυ­θα­γο­ρεί­ων α­πα­γό­ρευε να τρυ­πούν ί­χνη α­πό πα­τη­μα­σιές αν­θρώ­πων με καρ­φί ή με μα­χαί­ρι (Fragmenta Philosophorum Graecorum, Mullach, I, 510). Έ­να άλ­λο ζη­τού­σε να σβή­νουν τ' α­πο­τυ­πώ­μα­τα που ά­φη­νε η χύ­τρα στη στά­χτη, ό­ταν τη σή­κω­ναν α­πό την ε­στί­α. Κι έ­να τρί­το συ­νι­στού­σε, ό­ταν κά­ποιος ση­κω­νό­ταν α­πό το κρε­βά­τι, ν' α­πα­λεί­φει α­πό το στρώ­μα τ' α­πο­τυ­πώ­μα­τα του σώ­μα­τός του.spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius



You should read the whole article.



Reblog this post [with Zemanta]

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails

AddThis

| More