Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2010

Το μηδέν σαν μακρόβιος επιθανάτιος ρόγχος


Του Στελιου Ραμφου

Από τις στάχτες της Αθήνας και των άλλων πόλεων της χώρας γεννιέται ένα ερώτημα: Πώς τόσος μηδενισμός σήμερα στην «ευρωπαϊκή» Ελλάδα; Θα ήταν εύκολη η απάντησι, εάν η ιστορία ακολουθούσε προκαθωρισμένα σχήματα· δεν ακολουθεί και γι’ αυτό τα γεγονότα αποκτούν διαστάσεις όχι τόσο αφ’ εαυτών, όσο από συνδυασμούς απείρων μικρών λόγων, που συγκυριακά τους προσδίδουν μοναδικότητα. Ολα παίζονται στην δυνατότητα ενεργοποιήσεως υφισταμένων κοινωνικοπολιτισμικών πλαισίων με τρόπο απροσδόκητο, στον τύπο αληθείας που αναδεικνύομε, ώστε να ξεγυμνώσουμε την κρατούσα «αλήθεια» και «λογική». Εξ ου και ενώ τα γεγονότα επιστρέφουν, η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Επομένως δεν σκοπεύω να καταθέσω την «γνώμη» ή «άποψί» μου περιγράφοντας τα διατρέξαντα των τελευταίων ημερών· με ενδιαφέρει η σκέψι να διασώζη τον ζητητικό χαρακτήρα και την ενέργεια που θα ευρύνη τον ορίζοντά τους με νέες δυνητικές προοπτικές.

Αιφνιδιασμένες από τις διαστάσεις που έλαβε ο θάνατος του άτυχου μαθητή σε όλη την επικράτεια, η κοινή γνώμη, η κυβέρνησι, οι πολιτικές ηγεσίες, η ηγεσία του αστυνομικού σώματος, ακόμη προσπαθούν να καταλάβουν. Το μέγεθος της μαθητικής εξεγέρσεως είναι τόσο μεγάλο, ώστε και αυτές οι αντιεξουσιαστικές κινήσεις να δηλώνουν επίσημα ότι δεν πρωτοστάτησαν. Το φαινόμενο δεν ανταποκρίνεται στη συνήθη αντιπολιτευτική πρακτική, οπότε δεν ερμηνεύεται με τα διαθέσιμα αναλυτικά εργαλεία. Αμηχανία και ανησυχία έχουν καταλάβει τους αρμοδίους παράγοντες, ενώ οι δυστυχείς καταστηματάρχες μετρούν αλαφιασμένοι τις ζημιές.

Να καταλάβουμε

Πώς να κατανοήσουμε την εκδικητική βία που απλώθηκε με ταχύτητα πυρκαγιάς και πρωταγωνιστές χιλιάδες θυμωμένα παιδιά ηλικίας 8 έως 18 ετών; Η εξήγησι χρειάζεται όχι τόσο πολιτικούς όρους όσο ποιητικούς και ψυχολογικούς, οι οποίοι τηρουμένων των αναλογιών, μου θυμίζουν τον γαλλικό Μάη του 1968. Τότε η δυσφορία των φοιτητών για ένα πανεπιστήμιο και μια κοινωνία που βυθίζονταν στο τέλμα των αρτηριοσκληρωτικών τους δομών εκφράσθηκε με καταλήψεις και οδοφράγματα, των οποίων η συμβολική ξεσήκωσε αλληλέγγυα το κοινό αίσθημα. Η απωθημένη στις ψυχές και συμβιβασμένη με τα στερεότυπα του αποπετρωμένου συστήματος δυσφορία εκλύθηκε δημιουργικά χάρι στους «λυσσασμένους» φοιτητές του «Κινήματος της 22ας Μαρτίου». Οι φοιτητές αυτοί, χωρίς να το συνειδητοποιούν, έδωσαν συμβολική μορφή στο ζωτικό αίτημα για ουσιαστικότερη δημοκρατία και το εξέπεμψαν χρησιμοποιώντας την παλιά γλώσσα για νέα πράγματα. Για την ακρίβεια «σκηνοθέτησαν» το σχήμα της αντιστάσεως στην κρατική βία στο πνεύμα του προτάγματος μιας συμμετοχικής πολιτείας, προσφέροντας στους πολίτες την δυνατότητα να εξωτερικεύσουν την απωθημένη δυσφορία τους θετικά στο πλαίσιο ενός πλατύτερου νοήματος. «Σκηνοθεσία» και «παράστασι» είχαν στην πνοή τους τέτοια δύναμη, ώστε το σύστημα να χάση την ηθική του νομιμοποίησι και να παραλύση μαζί με τους μηχανισμούς καταστολής και η ιστορία να λήξη με «συμβόλαιο» ενεργού συμμετοχής των πολιτών στο κοινωνικό γίγνεσθαι και ελευθερωτική ανατροπή του ήθους της καθημερινότητος.

Στην δική μας περίπτωσι ο εκρηκτικός μηχανισμός ήταν παρόμοιος αλλά το μήνυμα και ο συμβολισμός του μηδενιστικός. Η είδησι ότι αστυνομικός σκότωσε στα Εξάρχεια ένα γυμνασιόπαιδο λειτούργησε σαν θρυαλλίδα στις ψυχές των μαθητών ξυπνώντας πολύ σκοτεινά ένστικτα για να βγουν σαν προτάσεις. Τα σημερινά παιδιά πιέζονται ασφυκτικά για επιδόσεις χωρίς αντίκρυσμα, το δε μέλλον τους κρίνεται από μια πολιτεία στα μάτια τους ανυπόληπτη, καθώς η ανικανότητα επιβραβεύεται θρασύτατα και η ατιμωρησία βασιλεύει, την αξία αποφασίζουν οι προσωπικές σχέσεις, η δε ζωή αδειάζει από νόημα και κρύβει το κενό πίσω από αστραφτερές βιτρίνες. Η Εκκλησία βουλιάζει σε δεινή πνευματική παρακμή, η Δικαιοσύνη έχει στους κόλπους της κυκλώματα, οι συνδικαλιστές χρησιμοποιούν τα δικαιώματα με τη λογική της διαλύσεως, τη στιγμή που αποτελούν ευκαιρίες αυτοσυνειδησίας, ενώ η διαφθορά ως επηρμένη ευτέλεια καγχάζει μνησίκακα και μας θέλει όλους ίδιους.

Ταυτίσθηκαν με τον μαθητή

Σ’ αυτό το κλίμα ο σπαρακτικός θάνατος έλαβε στις ψυχές των μαθητών συμβολικές διαστάσεις. Αναγνώρισαν ταυτιστικά τον δικό τους θάνατο σαν στερημένη ελπίδα, πράγμα που ενεργοποίησε εκρηκτικά μέσα τους την αγωνία του μηδενός και γύρισε το αίσθημα της αδυναμίας σε βουβή εκδικητική μανία, οπότε άρχισαν να σπάζουν τις βιτρίνες των καταστημάτων και να πυρπολούν τις τράπεζες σαν εμβλήματα μιας ζωής που εννοεί εκ συστήματος να οδηγή ευνουχιστικά σε απορριπτικές συγκρίσεις. Η αγωνία τους απλώθηκε ασυγκράτητα σαν τιμωρός φωτιά στους δρόμους και στις πλατείες των Αθηνών, συμπαρασύροντας τους απανταχού της Ελλάδος ομηλίκους, οι οποίοι έδρασαν από κοινού ταχύτατα και άγρια με τρόπο που μπέρδεψε και πανικόβαλε αρχές και κοινωνία.

Εχει σημασία να αναγνωρίσουμε μια ψυχολογία διαποτισμένη από την συμβολική του θάνατου και της φωτιάς, ψυχολογία τέλους της θετικότητος που εξαπολύει μέσα μας σκοτεινές δυνάμεις και αναγωγικές. Βιώνουμε τον θάνατο εναγώνια και απελπισμένα, ενώ η φωτιά προβαίνει σαν σύμβολο καθαρτήριο και καταστροφικό. Εγκαταλελειμμένοι, νοιώθουμε ψυχικά νεκροί και ένοχοι σε μία διαρκή απειλή, παραπαίουμε μεταξύ εξαρτήσεως και αυταρκείας, οπότε φεύγουμε έντρομοι στην θέα του κόσμου και του εαυτού μας, καθώς η εσωτερική διάσπασι αφήνει τα ένστικτα ανεξέλεγκτα να μας κυκλώνουν σαν χάος.

Το αρνητικό περιεχόμενο του ψυχισμού που εδώ με απασχολεί έχει προϊστορία. Ο νεώτερος μηδενισμός γεννιέται όταν με τον Φίχτε ο Λόγος αρχίζη να παράγεται από ένα απόλυτο υποκείμενο του οποίου η άπειρη βούλησι ακυρώνει την αντικειμενική πραγματικότητα, που τόσο τιμούσε ο Διαφωτισμός. Πλέον ο άνθρωπος έχει χρέος να καταστρέψη όλες τις πεπερασμένες μορφές που τον χωριζουν από την ελευθερία του. Σκοπός της ζωής παύει να είναι η ευδαιμονία και γίνεται η απόλυτη ελευθερία του ανθρώπου, κάτι συνεπαγόμενο τον θάνατο του Θεού. Η εναντίωσι του απεριόριστου «θέλω» προς τον περιορισμό της Φύσης έκανε τον μηδενισμό ευπρόσδεκτο στην Ρωσία εν είδει εξεγέρσεως εναντίον τού τσαρικού δεσποτισμού και όλων των αθλιοτήτων που συντηρούσε και εξέτρεφε. Για τους αναρχικούς μηδενιστές τύπου Νετσάγιεφ, η τάξι ήταν έγκλημα, η καταστροφή δημιουργία και η τρομοκρατία αυτοσκοπός. Η κυριαρχία του αυτόνομου αισθήματος στην συνείδησι βρήκε πρόσφορο εδαφος στον αρνησίκοσμο μυστικισμό της Ορθοδοξίας και διά της αφιλαυτίας ανήγαγε το ένστικτο, σε υπέρλογο σκοπό.

Πέρα από τον μηδενισμό

Στην Ελλάδα ο μηδενισμός τούτος δεν είχε απήχησι. Το βάρος της τυποτελετουργικής θρησκευτικότητας δεν άφηνε περιθώρια στο αίσθημα να αναπτυχθή αυτοδύναμα, ενώ ο Διαφωτισμός δεν πέτυχε ισχυρή διεισδυτικότητα, για να ελευθερώση μαζί με το άτομο και την εσωτερική του ζωή. Μας κατέχει ένα αίσθημα υπερβατικού, με περιεχόμενο τον εαυτό του, αίσθημα το οποίο εσωτερικεύουμε σαν μελαγχολικό καημό, μας ωθεί δε σε ανοιχτή σύγκρουση με τον καθολικό λόγο του φυσικού κόσμου και του κρατικού θεσμού, για να μας συσπειρώσει στους δεσμούς τόπου (πατρίδα), αίματος (οικογένεια) και κοινής μοίρας (θρησκεία). Αφ’ ης στιγμής όμως με τον κοινωνικό εκσυγχρονισμό η ανάπτυξι της ατομικότητας έκανε χωρητικότερη την συνείδησι και ικανή να έχη περιεχόμενο τη δική της θετικότητα ή το δικό της κενό, δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για ένα μεταχρονολογημένο ιθαγενή μηδενισμό. Αυτό αξίζει να το κρατήσωμε.

Πρόκειται για στοιχείο νευραλγικό, στην πνευματική αξιοποίησι του οποίου θα μπορούσε να στηριχθή ένας αξιόλογος νεοελληνικός πολιτισμός, του οποίου οι θεσμοί να υπολογίζουν και το αίσθημα, ώστε να μην απωθήται ως αγωνία εγκαταλείψεως αρνητικά. Ως γνωστόν η ανατολική χριστιανική παράδοσι αρνείται στον ασκητικό πυρήνα της τον πολιτισμό, αφού θέλει να σώζεται ο άνθρωπος εκτός κόσμου. Αντιθέτως η δυτική χριστιανοσύνη άρχισε τον 12ο αιώνα να συμφιλιώνεται με τον φυσικό κόσμο και να περιλαμβάνει στα μέσα για την εξύψωση του ανθρώπου τον παράγοντα του πολιτισμού. Με τον πολωτικό ψυχισμό που διαμορφώνει η εσχατολογική πίστι της Ορθοδοξίας, τα αισθήματα της υπερβατικής λυτρώσεως και η δίψα της θείας δικαιοσύνης τρέπονται εύκολα σε παράφορη αποκαλυπτική πεποίθησι που κάνει τον άνθρωπο υπερευαίσθητο με τον εαυτό του και τρυφερό με την καταστροφή. Το δείχνει το ρωσικό προηγούμενο του 19ου αιώνα και το απιρρωνύουν οι φωτιές των Αθηνών – μεταπολιτευτικό παραπροϊόν συνδυασμού ιδεολογικής ορμής και πνευματικής ένδειας, που συν τω χρόνω μετατράπηκε σε αγωνιώδες άρπαγμα από τον δικό του μακρόβιο επιθανάτιο ρόγχο. ΠΗΓΗ: εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 14-12-2008

Ο χρόνος για τους Μετα-έλληνες

The Passage of TimeImage by ToniVC via Flickr

Τον εναργέστερο ορισμό του χρόνου τον έδωσε ο μύθος: Χρόνος είναι ο Κρόνος, ένας θεός που γεννάει παιδιά και τα τρώει. Η εικόνα αναπαράγει τη χρονική διαδοχή σαν πραγματικότητα προσωποποιημένη: Κάποιος «θεός» μεταβάλλει αδιάκοπα το παρόν σε παρελθόν, την ύπαρξη σε ανυπαρξία...

Εδώ γράφουμε αυτά που θέλουμε να εμφανίζονται μετά το "Διαβάστε περισσότερα".
Reblog this post [with Zemanta]

Το καρναβάλι της νεωτερικότητας

Silenzio...Image by betbele via Flickr

«Η σκοτεινή όψη του ατομικισμού έγκειται σε μια αναδίπλωση στον εαυτό που ισοπεδώνει και συγχρόνως συρρικνώνει τις ζωές μας, απομυζώντας το νόημά τους και στερεύοντας το ενδιαφέρον τους για την κοινωνία με τους άλλους», γράφει ο Τσαρλς Τέιλορ. «Κοινότοπη» πια διαπίστωση, που δεν παύει ωστόσο να προκαλεί στους χρόνους της μετανεωτερικότητας ένα επί πλέον συναρπαστικό ενδιαφέρον: ότι δεν μιλάμε πια για ένα άτομο που εξαντλείται στην αυτοϊκανοποίηση μέσα στον περίκλειστο ιδιωτικό χώρο του, στην περιβόητη δηλαδή πληρότητα του εαυτού του (self-fullfilment), αλλά για ένα εγώ συσπειρωμένο και ασφαλισμένο εντός του, που ακκίζεται με το είδωλό του, σε μια αλληλουχία ναρκισσιστικών αντικατοπτρισμών και για μια συνείδηση -στην ουσία έλλειμμα ή περίττωμα συνείδησης- που άφησε απέξω την Ιστορία και την παράδοση. Με όρους οιονεί ψυχαναλυτικούς, έχουμε την εικόνα ενός απορφανισμένου ανθρώπου που μεταμφιέζει και κρύβει την αναπηρία του κάτω από το κέλυφος μιας πλασματικής αυτάρκειας.


Εδώ γράφουμε αυτά που θέλουμε να εμφανίζονται μετά το "Διαβάστε περισσότερα".
Reblog this post [with Zemanta]

Χρειάζεται ακόμη η θρησκεία;

a man alone in the street with his cup - Bangk...Image by Sailing "Footprints: Real to Reel" (Ronn ashore) via Flickr

Αυτή η νέα κατάσταση δημιουργεί ένα κενό, έναν χώρο μέσα στον οποίο τα άτομα καλούνται να πάρουν μια σειρά από αποφάσεις χωρίς τη βοήθεια της παράδοσης ή της συλλογικής ιδεολογίας. Με άλλα λόγια στην ύστερη νεωτερικότητα το άτομο καλείται, όπως το θέτει ο Anthony Giddens, «να κατασκευάσει τη δική του βιογραφία» ­ να αποφασίσει σχεδόν εκ του μηδενός ή μάλλον με βάση τη δική του ιδιοσυγκρασία για τον τρόπο της ζωής του: για το αν θα παντρευτεί ή όχι, για το αν και πόσα παιδιά θα κάνει, για το αν και σε ποια εκκλησία θα πάει, ποιο κόμμα θα ψηφίσει, ποιο «image» θα προβάλει στους άλλους μέσω της ενδυμασίας, της δίαιτας, της γυμναστικής, της πλαστικής εγχείρησης κτλ. Ξαφνικά δηλαδή το μεταμοντέρνο άτομο καλείται επί μονίμου βάσεως να καλύψει με τις δικές του δυνάμεις το κενό που η έκλειψη πρώτα της παράδοσης και μετά των συλλογικών ιδεολογιών δημιούργησε...


Εδώ γράφουμε αυτά που θέλουμε να εμφανίζονται μετά το "Διαβάστε περισσότερα".
Reblog this post [with Zemanta]

Το Αύριο, το Χτες και οι νέοι

Όσοι αγνοούν τα αίτια και τους αίτιους των χτεσινών εγκλημάτων, γίνονται τα πιο πρόθυμα θύματα των σημερινών και αυριανών εγκληματιών


Εδώ γράφουμε αυτά που θέλουμε να εμφανίζονται μετά το "Διαβάστε περισσότερα".

Οταν η ποίηση αναιρεί τη ματαιότητα της ζωής


Η μεταουτοπική εποχή που βιώνουμε, παρ' όλα τα ξαφνιάσματα που ζήσαμε στην πρώτη φάση της, δεν ξέσπασε απροειδοποίητα ­ τουλάχιστον (ας θυμηθούμε τον Καβάφη) για τους σοφούς που εκ των μελλόντων... τα προσερχόμενα αντιλαμβάνονται. Ασκημένη στον ήχο της ιστορίας, η ακοή του ποιητή συλλαμβάνει τη μυστική βοή... των πλησιαζόντων γεγονότων, διεισδύει στις πηγές τους, στη λογική τους. Οι εσωτερικές διεργασίες, σε σχετικά ανύποπτο χρόνο, αρχίζουν να εξοστρακίζουν τις μονοδιάστατες, μανιχαϊκές αντιλήψεις με ανοίγματα προς το πολυσήμαντο, το περίπλοκο και αντιθετικό...


Εδώ γράφουμε αυτά που θέλουμε να εμφανίζονται μετά το "Διαβάστε περισσότερα".

Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2010

Ποιοι δημιουργούν την παγκόσμια φτώχεια


I found this fascinating quote today:


Αν θέλουμε να εξηγήσουμε τη φτώχεια του Τρίτου Κόσμου πρέπει να επικεντρώσουμε την προσοχή μας όχι μόνο στη δομή της παγκόσμιας οικονομίας, αλλά και στη δομή του κράτους στις περισσότερες χώρες της περιφέρειας και της ημιπεριφέρειας. Με άλλα λόγια το πρόβλημα της παγκόσμιας φτώχειας (και η λύση του) έχει διττό χαρακτήρα. Έχει να κάνει και με τον ρόλο που οι οικονομικά ισχυρές χώρες παίζουν στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησηςμε τον τύπο της κρατικής εξουσίας που κυριαρχεί στις χώρες του Νότου ­ ένας τύπος εξουσίας που μπορεί κανείς να ονομάσει κλεπτοκρατικό. και spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius
You should read the whole article.

Η δικαίωση του Ηροδότου


Ένας ένας οι «μύθοι» του ιστορικού της Αρχαιότητας βγαίνουν αληθινοί! Το πιο πρόσφατο παράδειγμα αφορά τους στρατιώτες του Πέρση βασιλιά Καμβύση που θάφτηκαν στην έρημο και ήρθαν τώρα στο φως μέσα από το συγκλονιστικό ταξίδι δύο δίδυμων ιταλών σκηνοθετών...


Εδώ γράφουμε αυτά που θέλουμε να εμφανίζονται μετά το "Διαβάστε περισσότερα".

Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2010

Πατριωτισμός και ανοιχτή κοινωνία




«Το ερώτημα δεν είναι πώς θα απαλλαγούμε από τον πατριωτισμό και τον εθνικισμό αλλά πώς θα τους καταστήσουμε ασφαλείς. Ένας πατριωτισμός του πολίτη (civic patriotism), που αποφεύγει τους αποκλεισμούς αλλά ανταποκρίνεται στην ανάγκη μιας παραδοσιακής ταυτότητας, μπορεί να παράσχει μια εναλλακτική στις πολλές παθολογικές εκδοχές ενός εθνικισμού του αίματος (blood kinship)».


Εδώ γράφουμε αυτά που θέλουμε να εμφανίζονται μετά το "Διαβάστε περισσότερα".

Η σιωπή των διανοούμενων

Φουκό

Αραγκόν

Μπουρντιέ

Ζολά

Καμί

Σαρτρ


Ένα σταθερό χαρακτηριστικό της ιστορίας των διανοουμένων είναι το ότι δεν ασκούν αληθινή επίδραση παρά μόνον στους ίδιους τους διανοούμενους. Δεν ασκούν επίδραση στις μάζες, ενώ μικρή είναι η επιρροή τους στους πολιτικούς. Η διαφορά του σήμερα με το χθες είναι το ότι όλοι εκείνοι -ο Σαρτρ, ο Καμί, ο Μερλό-Ποντί, ο Αρόν- είχαν σημαντικό έργο. Ενώ αυτοί που βλέπουμε σήμερα στο προσκήνιο είναι "επαγγελματίες" της υπεράσπισης του καλού σκοπού (χωρίς σημαντικό έργο).


Εδώ γράφουμε αυτά που θέλουμε να εμφανίζονται μετά το "Διαβάστε περισσότερα".
Reblog this post [with Zemanta]

Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2010

Ο θεωρητικός λαβύρινθος του Καστοριάδη

I found this fascinating quote today:

- Δεν είναι μια ιδέα που μου προξενεί έκπληξη, επειδή είναι ήδη παρούσα στην κριτική της καταναλωτικής κοινωνίας που ασκεί ο νεαρός Καστοριάδης. Κατά τη γνώμη μου, ο Κορνήλιος εμβάθυνε την επεξεργασία του για την καταναλωτική κοινωνία στο εσωτερικό της ιστορίας της αλλοτρίωσης: το σύστημα εξαπατά τα πρόσωπα παρέχοντάς τους κάθε ικανοποίηση και τα καθιστά κενά. Είναι μια αυταπάτη. Δεν είναι μια συνωμοσία, αλλά υπάρχει μια αντικειμενική λειτουργία της κατανάλωσης που αποβλακώνει τα πρόσωπα, εμποδίζοντας γενικά την ανάπτυξη οποιασδήποτε δυνατότητας για την πολιτική. spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius, Jan 2010


You should read the whole article.
Reblog this post [with Zemanta]

Πίσω στις «πρώτες έννοιες» των λέξεων

του Γ.Μπαμπινιώτη, καθηγητή Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

Από τις μικρές πνευματικές χαρές που βιώνει κάθε άνθρωπος είναι να ανακαλύπτει μόνος του, ξαφνικά, με κάποια ευκαιρία σκέψης ή επικοινωνίας την αρχική και συγχρόνως βασική σημασία μιας λέξης που χρησιμοποιεί. Να ανακαλύπτει, έτσι σαν έκλαμψη, την «πρώτη έννοια» μιας λέξης, την πρωταρχική σημασία της, δοκιμάζοντας τη χαρά τής έκπληξης από αυτή την ανακάλυψη. Πρόκειται για λέξεις που χρησιμοποιεί κανείς καθημερινώς χωρίς να έχει συνείδηση της πρώτης σημασίας τους.

Read more: http://spoudasterion.pblogs.gr/2010/01/565374.html
Under Creative Commons License: Attribution


Εδώ γράφουμε αυτά που θέλουμε να εμφανίζονται μετά το "Διαβάστε περισσότερα".

«Κουκουλοφόροι»


του Κ.Τσουκαλά, καθηγητή Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών


Η κοινωνία και το «οικουμενικό έγκλημα»

Μερικοί αριθμοί είναι εφιαλτικοί: σύμφωνα με τον ΟΗΕ, το ετήσιο εισόδημα των «υπερεθνικών» εγκληματικών οργανώσεων και οργανισμών είναι της τάξεως του ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων. Ποσό που υπερβαίνει το αθροιστικό εθνικό εισόδημα όλων των υπανάπτυκτων χωρών, στις οποίες συνωθούνται τρία δισεκατομμύρια άνθρωποι, έξι δηλαδή στους δέκα κατοίκους του πλανήτη. Και ταυτόχρονα ξεπερνά επίσης τον αθροιστικό κύκλο εργασιών των 500 μεγαλύτερων επιχειρήσεων του κόσμου, όπως αναφέρονται από το περιοδικό «Fortune».

Τέτοιας όμως τάξης εισοδήματα δεν «τρώγονται» ούτε και «μοιράζονται» με οποιοννήποτε τρόπο στους πολυάριθμους υπαλλήλους, συμμετόχους και συνεργούς. Σαν το κεφάλαιο εν γένει, πρέπει να «επενδυθούν», να διακινηθούν και να συσσωρευθούν στο μεγαλύτερο μέρος τους. Και αυτό θα γίνει βέβαια κατά προτίμηση στη ρευστή, ανώνυμη και ανεξέλεγκτη υπερεθνική οικονομία, η οποία μετά από μια λιγότερο ή περισσότερο περίπλοκη διαδικασία «ξεπλύματος» αποδίδει τους νέους κεφαλαιούχους στην άσπιλη κοινωνία των «καθαρών» μεγιστάνων. Οι «δημοσιονομικοί παράδεισοι» των ευλογημένων νησιών της Καραϊβικής, που δεν θέλουν να γνωρίζουν το χρώμα του χρήματος ή των καταθετών, διακινούν ήδη πάνω από 15% του ακαθάριστου παγκόσμιου προϊόντος. Το περισσότερο από αυτό είναι υπό μεταβάπτισιν. Ετσι, τα τερατώδη ποσά που διακινούνται από το «έγκλημα» θα πρέπει να αντιπροσωπεύουν ένα μικρό μόνο μέρος από τα ποσά που διακινούνται από τους «εγκληματίες» και τους νόμιμους ή παράνομους διαδόχους τους. Ως βρώμικο, υπό καθαρισμόν ή ήδη απαστράπτον, το μεγαλύτερο ίσως μέρος του υπερεθνικού κεφαλαίου είναι σαφέστατα και απερίφραστα «εγκληματογενές.

Από τη μεριά τους, εγκλωβισμένες στις δικές τους αναχρονιστικές κανονιστικές προϊδεάσεις, οι έννομες Πολιτείες προτάσσουν και προστατεύουν τις έστω αμφιλεγόμενες «αξίες» τους. Αιχμάλωτες της υπερεθνικής ανταγωνιστικότητας, αρκούνται στο να ψελλίζουν τον περί δικαιοσύνης, δικαίου, αξιοκρατίας και επιείκειας λόγο. Υποτασσόμενες στα συλλογικά κελεύσματα των σε μεγάλο βαθμό εγκληματολάγνων ή, στην καλύτερη περίπτωση, πραγματιστικά ανεκτικών κατεχόντων, εμφανίζονται αδέκαστες έναντι όλων των ορατών μικροπαραβατών. Εκλιπαρούν επενδύσεις από τους νόμιμους διαδόχους των μεγαλεμπόρων ηρωίνης και καταδιώκουν τους απλούς χρήστες κάνναβης. Διακινούν και επινέμουν το ανεξέλεγκτο και ολοένα διογκούμενο ιθαγενές «πολιτικό χρήμα» πατάσσοντας επιδεικτικά όσα φαινόμενα μικροδιαφθοράς θα εκβρασθούν παρ' ελπίδα στην επιφάνεια της (ελεγχόμενης) δημοσιότητας. Σαν τον Σολομώντα κηρύσσουν ακατάπαυστα την αρετήν «ενώπιον τριακοσίων γυναικών και επτακοσίων παλλακίδων». Αντίθετα όμως με τον φιλήδονο βασιλέα, και ακολουθώντας ίσως τη συνταγή του Αγίου Τερτυλλιανού, «πιστεύουν» ή προσπαθούν να πείσουν ότι η αρετή αυτή μπορεί πράγματι, κάποτε, να πρυτανεύσει, επειδή κάτι τέτοιο είναι απίστευτο. Credo quia absurdum.

Εν τω μεταξύ βέβαια οι Πολιτείες και οι πολίτες αντιμετωπίζουν τα εφιαλτικά απόνερα του παγκόσμιου ζόφου. Εξουθενωμένες από τις σωρευτικές επενέργειες του συστήματος, οι άνεργες και ανοικονόμητες μάζες μετακινούνται, απειλούν, απελπίζονται και αρπάζουν. Ακόμη και αν φτάνουν στα αφτιά τους τα κηρύγματα περί αρετής και αξιοκρατίας, δεν είναι βέβαια δυνατόν να ηχήσουν πειστικά. Ως μόνοι εναπομένοντες Θωμάδες «αυτοί» δεν πιστεύουν στην αγγελική αξιοκρατία. Και χωρίς να το ξέρουν, άγονται απλώς στο να μιμηθούν τους πραγματικούς εμπνευστές της απόγνωσής τους, μεταφέροντας τη βία και τον φόβο στην καθημερινότητα των καλών νοικοκυραίων.

Αυτοί οι τελευταίοι όμως «πιστεύουν», ή τουλάχιστον υποκρίνονται ότι πιστεύουν. Και γι' αυτό ίσως θα αφήσουν τον εαυτό τους να εμπνευσθεί και αυτός από τον δίκαιο Σολομώντα, υπερβαίνοντάς τον βέβαια. Η δική τους βία είναι συμβολικά «δικαιωμένη». Και προκειμένου να εξορύξουν επί πιστώσει τους κατά τεκμήριο απειλητικούς οφθαλμούς, οπλίζονται με τα δίκαννά τους και την αγανάκτησή τους, απειλούν να αυτοδικήσουν, οργανώνουν πογκρόμ και διατρανώνουν ότι θα πάρουν το κράτος και τον «νόμο» (ποιον;) στα χέρια τους: με τις ευλογίες βέβαια των ΜΜΕ, που ολοένα και περισσότερο τρέφονται με τη βία την οποία καταδικάζουν και υποθάλπουν. Τα αποτελέσματα είναι τερατώδη. Οπως δήλωσε προσφυώς ο υπεραμυνόμενος του προσωπικού του αντιρατσισμού δήμαρχος της Ραφήνας, «πρέπει να γίνουμε ρατσιστές» (sic!). Και όχι μόνο. Οι «κουκουλοφόροι» ληστές θα αποτελέσουν τον καταλύτη που θα ενεργοποιήσει σε οικουμενικό επίπεδο τη «θεμελιώδη προτεραιότητα των αυθόρμητων και επιθετικών δυνάμεων», για τις οποίες μιλούσε ο Νίτσε.

Ποιοι όμως είναι οι πραγματικοί «κουκουλοφόροι»; Οι απάτριδες «Αλβανοί χωρίς όνομα» που ενεργοποιούν την υστερική βία των πολιτών ή οι υπερεθνικοί «καταθέτες χωρίς όνομα» που καταστρέφουν την αξιοπιστία των Πολιτειών; Των μεν πρώτων τα ίχνη είναι προσπελάσιμα. Αργά ή γρήγορα οι «εγκέφαλοι» θα συλληφθούν, αν δεν έχει προλάβει να τους «ξεκοιλιάσει» το αυθόρμητο κοινό. Τα ίχνη όμως των δεύτερων θα καλυφθούν με επιμέλεια. Ουδείς γνωρίζει ούτε θα στοιχειοθετήσει ποτέ με την απαιτούμενη πραγματολογική ακρίβεια τις συγκεκριμένες αιτιακές αλυσίδες που συνδέουν από τη μια μεριά τις «επενδυτικές» μετακινήσεις των δισεκατομμυρίων δολαρίων των εμπόρων κοκαΐνης από το Χονγκ Κονγκ στα Μπαρμπάντος και από την άλλη τις ληστείες των «Θρακομακεδόνων». Αυτών των αλυσίδων οι «εγκέφαλοι» θα εξακολουθήσουν να λιάζονται ξένοιαστα στις τροπικές ακτές.

Από τη θεωρία του χάους γνωρίζουμε ότι το φτερούγισμα μιας πεταλούδας στο Πεκίνο αρκεί για να ενεργοποιήσει τους κυκλώνες του Ειρηνικού. Οπως όμως και η μετεωρολογική, έτσι και η κοινωνική αιτιοκρατία δεν είναι πια προφανής. Εξαπολύοντας τις οικονομικές, κοινωνικές και κανονιστικές διαδικασίες που αλλάζουν τη μορφή του κόσμου, το οικουμενικό «έγκλημα» δεν γνωρίζει καν τις συνέπειες, για τις οποίες άλλωστε δεν μπορεί παρά να αδιαφορεί παχυλότατα. Πολύ περισσότερο που οι πραγματικοί «κουκουλοφόροι» δεν είναι αθώες πεταλούδες. Είναι τα αόρατα όρνια που θα ενεργοποιήσουν τα θύματα και τους θύτες, οι οποίοι καλούνται να αλληλοσφαγούν στο όνομα των «αντικειμενικών» παρενεργειών του συστήματος. Από τη θεωρία του χάους έχουμε ήδη φθάσει στην υπερεθνική κοινωνία του χάους. ΠΗΓΗ: εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 19-1-1997

Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2010

Μάνης και μανιχαϊσμός

A 13th century manuscript from Augustine's boo...Image via Wikipedia

του Δ.Μιχαλόπουλου, διευθυντή του Μουσείου της πόλεως των Αθηνών

«Μανί-Χαβί» σημαίνει «ο Μάνης ζει»· η φράση είναι περσική, μα στα ελληνικά ακούστηκε ως «Μανιχαίος»· από εκεί προέρχεται ο όρος «μανιχαϊσμός».

Ο Μάνης υπήρξε πρόσωπο ιστορικό: γεννήθηκε περί τις αρχές του 3ου μ.Χ. αιώνα, όταν πια επισφραγιζόταν ο οικουμενικός χαρακτήρας του ρωμαϊκού κράτους. Ωστόσο ­ και τούτο πρέπει να προσεχθεί ­ δεν «είδε το φως» σε μέρος της ρωμαϊκής επικράτειας. Πράγματι, καταγόταν από χωριό κοντά στις όχθες του Τίγρη, σε ζώνη περίπου συνοριακή του μεγάλου περσικού κράτους· εκεί κοντά άλλωστε μεγάλωσε, σε μικρό δάσος από φοινικόδεντρα, όπου κατοικούσε κοινότητα είδους ασκητών, τους οποίους είχαν θεωρήσει χριστιανούς.

Τούτο έχει σημασία. Η εποχή ήταν περίοδος έντονου πνευματικού αναβρασμού. Ο τόνος που επικρατούσε στις σκέψεις των ­ φιλοσοφημένων τουλάχιστον ­ ανθρώπων προσφυώς αποδίδεται με τη ρήση από περίφημο χριστιανικό ύμνο της εποχής: «Vergente mundi vespere» (= Το βράδυ του κόσμου [μας] που πάει να σβήσει). Ο κόσμος τελείωνε. Λοιπόν, τι έμελλε να ακολουθήσει;

Σε αυτό το ερώτημα ο Μάνης έδωσε εμμέσως δική του απάντηση. Και βέβαια η απάντησή του ήταν, κατά πρώτο λόγο, δυνατόν να διαβαστεί στην περιπέτεια της ίδιας του της ζωής. Αρχικά η περιπέτεια αυτή εντοπίζεται στην παιδική του ηλικία: ο πατέρας του τον πήρε από τη μάνα του και τον ενέταξε, νήπιο ακόμη, στους κόλπους της κοινότητας που προαναφέρθηκε, μέλος της οποίας ήταν και ο ίδιος. Ο μικρός όμως γρήγορα ένιωσε αποστροφή για τον σκληρότατο τρόπο ζωής που ακολουθούσαν οι «μοναχοί» αυτοί και έτσι, μόλις μεγάλωσε, σηκώθηκε και έφυγε. Ο πατέρας του τον ακολούθησε ­ αρχικά για να τον «συνετίσει», τελικά επειδή τον πίστεψε.

Πρώτος σταθμός του Μάνη προς τους ανθρώπους ήταν η ξεχασμένη σήμερα Κτησιφώντα. Η μεγαλούπολη αυτή ήταν πρωτεύουσα του περσικού κράτους ­ και αυτό παρουσιάζει ενδιαφέρον, διότι η πολιτική κατάσταση του τότε φθίνοντος κόσμου δεν γίνεται σήμερα τουλάχιστον αντιληπτή από τον άνθρωπο της Δύσης. Πράγματι, η Ρώμη ούτε τότε αλλά ούτε και πριν ήταν αήττητη. Η ισχύς των λεγεώνων είχε καμφθεί λόγω της στρατιωτικής δύναμης του περσικού κράτους και έτσι ο γνωστός κόσμος της εποχής αποτελούσε μέγα ψηφιδωτό, τα κύρια τμήματα του οποίου ήταν η Ρώμη, το Ιράν, η Κίνα και το βασίλειο της Αιθιοπίας (που μόνο στις ημέρες μας καταλύθηκε). Οι περιοχές που δεν υπάγονται σε αυτές τις κρατικές ενότητες αποτελούσαν είδος no man's land ­ με αποτέλεσμα οι κάτοικοί τους να υφίστανται τις συνέπειες πολεμικής κατάστασης η οποία απλώς σιγόκαιε, χωρίς βέβαια να σβήνει ποτέ.

Υπό τις συνθήκες αυτές, ο Μάνης πήγε να κάνει στην επικράτεια του Ιράν ό,τι οι χριστιανοί στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Αρχικά το κήρυγμά του αντιμετωπίστηκε με δυσπιστία· όταν όμως κατέδειξε τις ιατρικές ικανότητές του προς όφελος μέλους της οικογένειας του Βασιλέως των βασιλέων, τότε οι ιδέες του άρχισαν να γίνονται αντικείμενο προσοχής και ολόκληρο το «μέγα των Περσών βασίλειο» παραλίγο να υιοθετήσει το θρησκευτικό σύστημα που αυτός επαγγελλόταν.

Γιατί όμως αυτό τελικά δεν έγινε; Η ιστορική απάντηση είναι απλή. Ο Βασιλεύς των βασιλέων ήταν τότε σε σύγκρουση με τον ρωμαίο αυτοκράτορα. Οι Ρωμαίοι έβγαιναν νικημένοι από τις κατά καιρούς συρράξεις και τελικώς βρέθηκαν υποχρεωμένοι να δεχθούν την καταβολή φόρου υποτελείας. Αυτό βέβαια ήταν με δυσκολία υποφερτό. Τελικώς, όταν αυτοκράτορας έγινε ο Βαλεριανός, άρχισε νέος πόλεμος, «πόλεμος αμφισβήτησης» στην ουσία, εφόσον η Ρώμη επιχειρούσε άπαξ διά παντός να αποσείσει την υποτέλεια που της είχε επιβληθεί. Και πάλι όμως οι λεγεώνες νικήθηκαν· ο Βαλεριανός πιάστηκε αιχμάλωτος και με αυτό τον τρόπο παγιώθηκε στην ουσία κατάσταση η οποία δεν έμελλε να ανατραπεί παρά αιώνες αργότερα, χάρη στη μεγαλοφυΐα του Ηρακλείου, μονάρχη της καθ' ημάς Ανατολής. Οπως και να έχει πάντως, καίριο σημείο είναι το εξής: ο Μάνης, αν και σαφώς προστατευόταν από τον ιρανό βασιλέα, δεν θέλησε να συμβάλει στη νικηφόρα για αυτόν τον τελευταίο σύγκρουση.

Γιατί; Διότι όπως φαίνεται ­ και φαίνεται πως επί του θέματος μπορούν να αναπτυχθούν πολλές απόψεις ­ ο Μάνης, όσον αφορά το θεμελιώδες ερώτημα «Ποιος είναι υπεύθυνος για το κακό σε αυτό τον κόσμο;» έδινε απάντηση εμμέσως κατηγορηματική: «Οχι ο άνθρωπος». Με άλλα λόγια, έριχνε στον ­ όποιο ­ Θεό την ευθύνη του κακού και έτσι, «αθωώνοντας» γενικώς τους ανθρώπους, δεν ήταν δυνατόν να συμμετάσχει σε οποιαδήποτε πράξη βίας.

Η στάση αυτή γοήτευσε αρκετούς στο παρελθόν και, όπως είναι σαφές, γοητεύει σήμερα ακόμη περισσότερους. Το θέμα όμως δεν είναι κατά πόσον μια «τοποθέτηση» είναι γοητευτική ή όχι· το ζήτημα είναι κατά πόσον είναι λογική. Και επί του προκειμένου ο παραδοσιακός χριστιανισμός είναι σαφής: «Τα μεν άνω μόνον Θεού. Τα δε κάτω και ημών» ­ ή, για να θυμηθεί κανείς και τους Πατέρες: «[Δει] και πραγμάτων άπτεσθαι πολιτικών». Ο άνθρωπος, λόγω της πτώσης του, απομακρύνθηκε από τον Θεό και είναι έτσι υπεύθυνος του κακού που τον περιβάλλει, αντικείμενο ­ αλλά και υποκείμενο ­ του οποίου συνήθως γίνεται. Είναι βέβαιο ότι από την ­ ορθολογική ­ αυτή τοποθέτηση δεν απορρέει προτροπή γενικευμένης αποχής από τον κόσμο γενικώς και τα κοινά ειδικότερα...

... Την οποία κατέληξε να υιοθετήσει και να προβάλει ο Μάνης και οι κατά καιρούς οπαδοί του. Οπωσδήποτε οι «επίγονοι» του πάρθου προφήτη σιωπηρά εγκατέλειψαν κατά τη μεσαιωνική και νεότερη περίοδο τη στάση της αποχής και είτε μεταχειρίστηκαν βία ή ανέπτυξαν, για να επιβάλουν τις απόψεις τους, τάσεις εμμέσου πειθαναγκασμού. Ολα αυτά όμως, καθώς και το γεγονός πως τελικώς το πρόσωπο του Μάνη κατέληξε να συγχέεται, στην αχλύ του θρύλου, με άλλα, τελείως διαφορετικά... είναι μια άλλη ιστορία. ΠΗΓΗ: εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 22-8-1999
Reblog this post [with Zemanta]

Λεσβιακό παραμύθι

Description unavailableImage by murplej@ne - shit/fuck/dammit/crap via Flickr



Τοὺ μ-κρὸ ἤ τοὺ μηγάλου;


Εδώ γράφουμε αυτά που θέλουμε να εμφανίζονται μετά το "Διαβάστε περισσότερα".
Reblog this post [with Zemanta]

Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2010

Η καταγωγή της ελληνικής γλώσσας

Linear B tabletImage by Tet_Sy via Flickr

του Ιωάννη Κ. Προμπονά, καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών

Η ελληνική, μια από τις πέντε χιλιάδες περίπου γλώσσες που μιλιούνται σήμερα στον κόσμο, κατέχει ένα μοναδικό χαρακτηριστικό. Είναι η μόνη ζωντανή γλώσσα της οποίας μπορεί κανείς να παρακολουθήσει την εξέλιξη επί τριανταεπτά αιώνες. Από την άποψη αυτή, η Ελληνική νικά την Αιγυπτιακή (η οποία γραπτώς μαρτυρείται για περισσότερο χρονικό διάστημα αλλά είναι γλωσσικά νεκρή) και την Κινεζική, που είναι και αυτή ζωντανή αλλά τα αρχαιότερά της κείμενα είναι κατά τι νεότερα από τον 16ο π.Χ. αιώνα. Η διαπίστωση ανήκει στους διαπρεπείς γλωσσολόγους Humbert, Risch, και Duhoux και είναι ορθή.


Το αρχαιότερο γραπτό μνημείο της ελληνικής γλώσσας είναι μια σχεδόν κυκλική κροκάλη που κυριολεκτικά μπορείς να την κρατήσεις μες στην παλάμη σου: οι διαστάσεις της είναι 4,9 εκ. επί 4,08 εκ., πάχους 1,62 εκ. και το βάρος της 48 γρ. Βρέθηκε από την αρχαιολόγο Πολυξένη Αραπογιάννη το 1994 στη θέση Αγριελίτσες της Κοινότητας Καυκανιάς, 7 χλμ προς Β. της Ολυμπίας, και δημοσιεύτηκε την επόμενη χρονιά στα Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, τ. 70, σσ. 251- 254 αλλά και αλλού (βλ. Αραπογιάννη 1995). Πάνω στο «βότσαλο της Καυκανιάς» διαβάζεται, μεταξύ άλλων, το ανθρωπωνύμιο Χάροy γραμμένο σε Γραμμική γραφή Β. Το όνομα μαρτυρείται και στην Ιλιάδα του Ομήρου και ετυμολογικά σημαίνει «αυτός που έχει χαρούμενη όψη».


clip_image002Τα υπόλοιπα κείμενα που είναι γραμμένα σε Γραμμική γραφή Β, στην πρώτη ελληνική γραφή, χρονολογούνται στον 15ο–13ο π.Χ. αιώνα, είναι χαραγμένα πάνω σε πήλινες πινακίδες ή ζωγραφισμένα πάνω σε αγγεία (αμφορείς) και βρέθηκαν στα μυκηναϊκά ανάκτορα της Κνωσού, της Πύλου, των Μυκηνών, της Τίρυνθας, των Θηβών και ακόμη στα Χανιά. Χάρη στην αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής γραφής Β, το 1952, από τον Άγγλο αρχιτέκτονα M.Ventris και τον συμπατριώτη του ελληνιστή J. Chadwick τα αρχαιότερα γραπτά μνημεία της ελληνικής γλώσσας δεν είναι πια τα ομηρικά έπη αλλά τα μυκηναϊκά κείμενα. Και μολονότι το περιεχόμενό τους είναι λογιστικό και διοικητικό, μας διδάσκουν πολλά, πρώτιστα για την ιστορία της γλώσσας μας. Από τη μελέτη των κειμένων αυτών συνάγεται με βεβαιότητα ότι στα μυκηναϊκά χρόνια η ελληνική γλώσσα είναι πλήρως διαμορφωμένη και πλουσιότατη: απαντούν σ’ αυτά πλείστοι τεχνικοί όροι (βλ. Σαλή-Αξιώτη) και η σύνταξη δεν είναι μόνο παρατακτική. Είναι χαρακτηριστική η ακόλουθη πρόταση: Fίδε Φύγεβρις, τε Fάναξ θκε ΑγFαν δαμοκόρον (= αυτό είδε ο Φύγεβρις, όταν ο ανώτατος άρχοντας τοποθέτησε τον Αυγεία φροντιστή του Δήμου). Καθώς τώρα η γλώσσα ανήκει στα πολιτιστικά φαινόμενα «μακράς διαρκείας», είναι αυτονόητο ότι η ελληνική δεν διαμορφώθηκε μέσα σε λίγους αιώνες. Διαμορφώθηκε πολλούς αιώνες πριν από τον 17ο π.Χ. αιώνα, στον οποίον χρονολογείται το «βότσαλο της Καυκανιάς».


clip_image004Εκείνο όμως που ενδιαφέρει περισσότερο είναι τούτο: στα μυκηναϊκά κείμενα απαντούν πλείστες λέξεις που επιβιώνουν στη σημερινή ελληνική (βλ. Probonas). Παραθέτω μερικά παραδείγματα ξεκινώντας από τα κύρια ονόματα, ανθρωπωνύμια και τοπωνύμια. Πρώτα πρώτα δυο γυναικεία ονόματα, που συμβαίνει μάλιστα να έχουν παγκόσμια διάδοση, τα λεξάνδρα και Θεοδώρα. Απαντούν σε μια πινακίδα των Μυκηνών. Το τοπωνύμιο Θβαι διαβάζεται σε πινακίδες των Μυκηνών και των Θηβών. Το όνομα έχει επιβιώσει ως τις μέρες μας μέσω της προφορικής παράδοσης με τον τύπο Φήβα (για την τροπή της συλλαβής –Θη σε –Φη πβ. φηκάρι από το θηκάρι, φηλιάζω από το θηλιάζω κλπ). Βλακωδώς, οι Νεοέλληνες λόγιοι το γνήσιο Φήβα της λαϊκής παράδοσης, που ξεκινάει χωρίς διακοπή από τα μυκηναϊκά, τουλάχιστον, χρόνια, αντικαταστήσαμε με το ψεύτικο Θήβα, που έχει λόγια προέλευση, δεν μαρτυρεί, επομένως, την συνέχεια της γλωσσικής και εθνικής μας παράδοσης. Το τοπωνύμιο Τύλισος διαβάζεται σε πινακίδες της Κνωσού. Το όνομα με τον ίδιο ακριβώς τύπο έχει επιβιώσει ως τις μέρες μας στην Κρήτη.


Μερικά παραδείγματα από τα προσηγορικά: γρός (η λέξη επιβιώνει ως τοπωνύμιο σε πολλούς τόπους), νεμος, ργυρος, δεσμός, δρα (ονομ. πληθ.), θεός, κύπελλα (ονομ. πληθ.), ξίφος, ρος (η λέξη επιβιώνει ως τοπωνύμιο σε πολλούς τόπους), πέδιλα (ονομ. πληθ.), κύμινον, μέλι, σέλινον, σκέλος, τέμενος (η λέξη έχει επιβιώσει ως τοπωνύμιο), φάρμακον, φεάλα (με τον τύπο φιάλα επιβιώνει η λέξη στην Μεσσηνία), χαλκός, χρυσός.


Μερικά παραδείγματα από τα επίθετα: ­λεύθερος, ρυθρός, ερός, γριος, κακός, λεπτός, λευκός, ξανθός, παλαιός, πολύς.


Μερικά παραδείγματα από τα ρήματα: δέχομαι, χω, καίω, λείπω, φείλω, φέρω.


Μυκηναϊκό είναι και το: νεκα


Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η επιβίωση στη σημερινή Ελληνική όχι μόνο λεξιλογικών αλλά και μορφολογικών μυκηναϊκών στοιχείων. Ιδού μερικά παραδείγματα:

1) ονόματα θηλυκά σε -τρια, δηλωτικά επαγγέλματος, όπως σκήτρια, άπτρια κ.λ.π. Το άπτρια μάλιστα απαντά με συνίζηση, δηλαδή ως άπτρja. Πβ. νεοελληνικά νυφάντρα, θερίστρα, μαζώχτρα, μαθήτρια αλλά και μαθήτρα, πλουμίστρα, ράφτρα, τραγουδίστρια κλπ.


2) ονόματα ουδέτερα σε -τρον, δηλωτικά οργάνων, όπως πύραυστρον (=μασιά). Πβ. ελληνικό ζύμωτρον, ξύστρο, σήμαντρο, σκιάχτρο κλπ.


3) ονόματα σύνθετα σε -φόρος, όπως κλαFιφόρος (=κλειδούχος). Πβ. πληθώρα νεοελληνικών συνθέτων σε -φόρος, όπως νεροφόρος κλπ.

Επομένως, με βάση τις γραπτές μαρτυρίες, οι ρίζες της νέας Ελληνικής πηγαίνουν πίσω στα μυκηναϊκά χρόνια.


Από πού όμως κατάγεται η αρχαία ελληνική γλώσσα που γραπτώς μαρτυρείται από τον 17ο αιώνα ως σήμερα;


Η Ελληνική γλώσσα δεν είναι «ανάδελφη». Είναι μέλος της μεγάλης οικογένειας των Ινδοευρωπαϊκών γλωσσών.


Αυτό σημαίνει ότι παρουσιάζει φωνητικές, μορφολογικές, λεξιλογικές και συντακτικές αντιστοιχίες με πολλές άλλες γλώσσες που κατάγονται από την Ινδοευρωπαϊκή μητέρα γλώσσα. Οι γλώσσες αυτές είναι οι εξής: Ελληνική, Ιταλική, Γερμανική, Κελτική, Αλβανική, Θρακική, οι Βαλτοσλαβικές γλώσσες, Ινδοϊρανική, Χεττιτική, Αρμενική, και Τοχαρική. Δηλαδή, από την ινδοευρωπαϊκή μητέρα γλώσσα κατάγονται σχεδόν όλες οι γλώσσες της Ευρώπης (πλην της Βασκικής, Ουγγρικής, Φινλανδικής και Τουρκικής) και ακόμη μερικές της Ασίας, η Αρμενική, η Ιρανική, η Ινδική, η Χεττιτική και η Τοχαρική.


Πρέπει όμως να τονισθεί ότι η Ινδοευρωπαϊκή μητέρα γλώσσα δεν είναι γλώσσα μαρτυρημένη αλλά επανασυνθεμένη με βάση την συγκριτική μέθοδο. Η σύγκριση αυτή βασίζεται σε γλωσσικούς νόμους (π.χ. στην Ινδική, τα φωνήεντα α, ο, e συγχωνεύτηκαν σε α). Η θεωρία για την Ινδοευρωπαϊκή μητέρα γλώσσα ξεκίνησε το 1786 από τον Άγγλο δικαστή στις Ινδίες Sir William Jones και από τον Γερμανό γλωσσολόγο Franz Bopp (1791- 1867) και ενισχύθηκε στη συνέχεια από άλλους.
Ιδού μερικά παραδείγματα χαρακτηριστικά της συγγένειας των Ινδοευρωπαϊκών γλωσσών.


1) Οι αριθμοί 2,3,7,8,9 στην Ελληνική, Ινδική και Λατινική·

Ελληνική

Ινδική

Λατινική

Ιαπωνική

δύο

dνa

duo

futatsu

τρες

trayas

trēs

mittsu

πτ

sapta

septem

nanatsu

κτώ

asta

octo

yattsu

ννέα

nava

novem

kokonotsu




Οι αριθμοί 2,3,7,8,9 στην Ιαπωνική, η οποία δεν είναι Ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, δηλώνονται με ε­ντελώς διαφορετικές λέξεις.


2) Η λέξη νομα στην Ελληνική, Ινδική, Λατινική, Γερμανική και Αρμενική είναι αντίστοιχα: νομα nama nomen namen anum


Οι ποικίλοι αυτοί τύποι επήγασαν από αρχικό ινδοευρωπαϊκό *nŏmn.


3) Η λέξη καρδιά στην Ελληνική, Λατινική, Λιθουανική, Σλαβική, Αγγλική, Γερμανική είναι αντίστοιχα:


καρδιά cor,cordis širdis srŭdice heart Herz


Οι ποικίλοι αυτοί τύποι επήγασαν από αρχικό ινδοευρωπαϊκό *krd.


4) To γ΄ ενικό του ρήματος εμί στη Ελληνική, Ινδική, Λατινική, Γερμανική, Ρωσσική είναι αντίστοιχα:


στί astί est ist jestĭ


Οι ποικίλοι αυτοί τύποι επήγασαν από αρχικό ινδοευρωπαϊκό *esti


Φυσικά, οι φωνητικές, μορφολογικές, συντακτικές και λεξιλογικές αντιστοιχίες ανάμεσα στην Ελληνική και σε άλλες Ινδοευρωπαϊκές γλώσσες αφθονούν και είναι αυτές που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι υπήρξε μια αρχική μητέρα γλώσσα, η καλούμενη Ινδοευρωπαϊκή. Από αυτήν κατάγονται οι διάφορες Ινδοευρωπαϊκές γλώσσες.


Ποια ήταν όμως η κοιτίδα των Ινδοευρωπαίων προτού διασπαρούν στον τεράστιο γεωγραφικό χώρο, που απλώνεται από την Ισλανδία ως την Ινδία (πεδιάδα του Γάγγη ποταμού), και για πόσο χρονικό διάστημα παρέμειναν ενωμένοι; Πότε αυτοί, που πολύ αργότερα ονομάστηκαν Έλληνες, αποσπάστηκαν από τον αρχικό ινδοευρωπαϊκό πυρήνα;


clip_image006Από εδώ και πέρα κινούμεθα στο αχανές βασίλειο των υποθέσεων.
Κατά κανόνα, η αρχική κοιτίδα των Ινδοευρωπαίων τοποθετείται στη Βόρεια Ευρώπη. Κατά τη γνώμη μου, όχι ο αφιλόξενος βορράς, αλλά ο χώρος εκατέρωθεν του Αιγαίου με το προνομιούχο κλίμα, όμοιο από το 8.000 π.Χ. (βλ. Θεοχάρη, ΙΕΕ τ. Α΄, σ. 44), και την ιδεώδη γεωμορφολογία θα ήταν ο πιο κατάλληλος να θεωρηθεί ως η αρχική κοιτίδα των Ινδοευρωπαίων. Φυσικά, μια τέτοια θεωρία χρειάζεται τεκμηρίωση γλωσσική, αρχαιολογική και ανθρωπολογική.


Ως προς την ηλικία της ελληνικής γλώσσας, θα αποτολμήσω μια υπόθεση βασιζόμενος κυρίως στη συγκριτική μελέτη της μυκηναϊκής Ελληνικής με τη νέα Ελληνική.


Οι γλωσσολόγοι έχουν διαπιστώσει ότι η Αρχαία Ελληνική συγγένευε προπάντων με την Ινδοϊρανική (16 ισόγλωσσες) και κατά δεύτερο λόγο με την Αρμενική (10 ισόγλωσσες). Για την Αρμενική αρχαίες γραπτές πηγές δεν έχουμε. Έχουμε όμως και για την Ελληνική και για την Ινδοϊρανική. Εάν τώρα συγκρίνουμε την μυκηναϊκή Ελληνική από τη μια με την νέα Ελληνική και από την άλλη με την Ινδοϊρανική, θα διαπιστώσουμε ότι η μυκηναϊκή Ελληνική είναι πολύ πιο κοντά στην νέα Ελληνική από την οποία απέχει περίπου τρεισήμισυ χιλιετίες. Ο παρατιθέμενος πίνακας είναι χαρακτηριστικός.

Μυκ. Ελληνική

Νέα ελληνική

Ινδικη

γρός

γρός

ajras

δεξιFός

δεξιός

dáksinah

ρυθρός

ρυθρός

rudhiráh

ζεγος

ζεγος

yoktá

ερός

ερός

isiram

λείπω

λείπω

rίnákti

λευκός

λευκός

rocáh

μήν

μήνας

mās

νέFος

νέος/νιός

návah

πατήρ

πατέρας

pitā

φέρω

φέρω/φέρνω

bhárāmί



Η μυκηναϊκή Ελληνική λοιπόν είναι πολύ πιο κοντά στην νέα Ελληνική από ό,τι στην Ινδοϊρανική. Η διαπίστωση αυτή υποδεικνύει ότι το χρονικό διάστημα που χωρίζει την αρχαία Ελληνική και την Ινδοϊρανική από την Ινδοευρωπαϊκή μητέρα γλώσσα θα είναι μεγαλύτερο από τρεισήμισυ χιλιετίες, από το διάστημα δηλαδή που χωρίζει τη μυκηναϊκή Ελληνική από την νέα Ελληνική. Οι σημαντικές διαφορές, που παρουσιάζουν η αρχαία Ελληνική και η Ινδοϊρανική ήδη τον 15ο π.Χ. αιώνα, προϋποθέτουν παρέλευση χιλιετιών από τη χρονική στιγμή της απόσπασής τους από την Ινδοευρωπαϊκή μητέρα γλώσσα. Εάν η Ελληνική και η Ινδοϊρανική είχαν αποσπασθεί από την Ινδοευρωπαϊκή μητέρα γλώσσα τρεισήμισυ περίπου χιλιετίες πριν από το 1500 π.Χ., οι δύο αυτές γλώσσες θα παρουσίαζαν συγγένεια ανάλογη με αυτήν που παρουσιάζει η μυκηναϊκή Ελληνική και η νέα Ελληνική, που απέχουν μεταξύ τους τρεισήμισυ χιλιετίες. Αυτό σημαίνει ότι Ελληνική και Ινδοϊρανική θα αποσπάσθηκαν από την Ινδοευρωπαϊκή μητέρα γλώσσα πολύ πριν από το 5.000 π.Χ. Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγεί και η συγκριτική μελέτη της Ελληνικής με την Χεττιτική, της οποίας τα γραπτά μνημεία χρονολογούνται στον 17ο-16ο αιώνα π.Χ.

Με βάση όλα τα παραπάνω, η γραπτή παράδοση της Ελληνικής γλώσσας αρχίζει από τον 17ο π.Χ. αιώνα και η προφορική της τουλάχιστον από το 6.000 π.Χ.
Το συμπέρασμα αυτό, που βασίζεται σε γλωσσικά δεδομένα, δεν απέχει πολύ από το συμπέρασμα του διακεκριμένου Άγγλου αρχαιολόγου και προϊστοριολόγου Colin Renfrew, ο οποίος πρόσφατα υπεστήριξε ότι η Ελληνική γλώσσα άρχισε να διαμορφώνεται στην ελληνική χερσόνησο γύρω στο 6.500 π.Χ. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι η γνώμη του ίδιου σοφού ότι οι διαδοχικοί πολιτισμοί του ελληνικού χώρου είναι προϊόντα τοπικών ανελίξεων. Η κοινώς κρατούσα επιστημονική γνώμη ότι η ελληνική γλώσσα διαμορφώθηκε ανάμεσα στο 2100 με 1900 π.Χ. χρειάζεται αναθεώρηση.


Κοινή επίσης είναι η γνώμη ότι οι Ινδοευρωπαίοι που εγκαταστάθηκαν σ’ αυτήν εδώ τη γωνιά της γης με το προνομιούχο κλίμα, αυτοί που στα ιστορικά χρόνια ονομάζονται Έλληνες, συνάντησαν άλλους λαούς. Οι παλαιότεροι αυτοί κάτοικοι ονομάζονται «Προέλληνες» και η γλώσσα που μιλούσαν «Προελληνική». Τα τελευταία χρόνια οι «Προέλληνες» διακρίνονται σε «Προέλληνες Ινδοευρωπαίους» και σε «Προέλληνες μη Ινδοευρωπαίους». Δηλαδή γίνεται λόγος για «Προέλληνες» παλαιότερους και νεότερους.


Πρέπει όμως να παρατηρηθεί και να υπογραμμισθεί ότι λέξεις ή κατηγορίες λέξεων που μέχρι πριν λίγα χρόνια χαρακτηρίζονταν ως «προελληνικές» αποδείχτηκε στη συνέχεια ότι είναι γνήσιες ελληνικές. Π.χ. η συνηθέστατη αρχαία ελληνική κατάληξη –ευς (βασιλεύς κ.λπ) απέδειξε ο Perpillou ότι έχει ελληνική και όχι προελληνική καταγωγή. Το κύριο όνομα χιλ(λ)εύς έχει πειστικά αποδειχτεί ότι παράγεται από τις λέξεις χος (=λύπη, θλίψη) και λαός (=πολεμική ομάδα): έτσι ονομάστηκε ο πρωταγωνιστής της Ιλιάδας γιατί με την μνιν του (=τον θυμό του) προκάλεσε θλίψη στους άλλους πολεμιστές. Ελληνική και όχι προελληνική καταγωγή έχει και το θεωνύμιο πόλλων (που μαρτυρείται τώρα στα μηκηναϊκά κείμενα με τον τύπο πέλλων), όπως έδειξε ο Heubeck (βλ. Συντομογραφίες). Ελληνικό και όχι προελληνικό είναι και το μέγαρον (βλ. Ruijgh).

Κατά τη γνώμη μου, η θεωρία περί «Προελλήνων Ινδοευρωπαίων» αλλά, ενδεχομένως, και η θεωρία περί «Προελλήνων μη Ινδοευρωπαίων» χρειάζεται επανεξέταση και αναθεώρηση. Μήπως η καλούμενη «Προελληνική» δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια πρωϊμότατη φάση της Ελληνικής; Την αφορμή για μια τέτοια σκέψη δίνει, σε μένα τουλάχιστον, η εξελικτική πορεία της ελληνικής γλώσσας με βάση την μακραίωνη γραπτή της παράδοση.


Όσο και αν εκ πρώτης όψεως φαίνεται παράδοξο, η νέα ελληνική διδάσκει πόσο πρέπει να αποφεύγουμε να χαρακτηρίζουμε ως «προελληνικές» λέξεις της αρχαίας ελληνικής των οποίων αγνοείται η ετυμολογία. Γιατί ενδέχεται οι λέξεις αυτές να είναι πανάρχαιες ελληνικές, τις οποίες αδυνατούμε να ετυμολογήσουμε, επειδή βυθίζονται σε μέγα βάθος χρόνου και έχουν πλήρως συσκοτισθεί, καθώς η σημασία των μορφολογικών στοιχείων από τα οποία απαρτίστηκαν έχει λησμονηθεί. Διδασκαλικό είναι, νομίζω, το ακόλουθο παράδειγμα. Στη νέα ελληνική (κυρίως στα νησιά του Αιγαίου) απαντά μια σειρά τοπωνυμίων που λήγουν σε -οντα, -ούντας π.χ. λιμοντα () στην Κάρπαθο και στη Χάλκη, μιθοντα () στη Χίο, Δαφνοντα () στην Άνδρο, λαιοντα () στη Χίο, ρεικοντα () στη Χίο, Κυπεροντα () στην Κύπρο, Μακοντα () στην Κύπρο, Μαλοντα () στην Κύπρο, Μαραθοντα () στην Κύπρο και στη Σύμη, Μερικοντα () στη Χίο, Πιπεροντα () στην Κύπρο, Πισπιλοντα () στη Χίο, Σαμακοντα () στη Ρόδο, Σκαμνιοντα () στη Λέσβο, Σπαρτοντα () στην Κέα, Σ(υ)κοντα () στη Λέσβο και στη Χίο, Σχινοντα () νησάκι κοντά στη Φωκίδα, Σκινούντας () στην Αστυπάλαια, Φαγοντα () στη Σύμη, Φτεροντα () στη Λέσβο κ.λπ. (βλ. Κίγκα 177-181). Εκτός από τα τοπωνύμια απαντά και το προσηγορικό παχοντα () στη Γαύδο και σημαίνει είδος φαγητού (βλ. Γ. Χατζηδάκις, Γλωσσ. Ερ. Α΄ 108-109 και Β΄ 484). Η κατάληξη -οντα, καθώς δεν είναι παραγωγική σήμερα, είναι εντελώς ακατανόητη στους μη ειδικούς. Οι ειδικοί βέβαια γνωρίζουν την προέλευσή της. Γιατί όμως; Γιατί τα προστάδιά της μαρτυρούνται γραπτώς στη μυκηναϊκή και ομηρική ελληνική: -Fεις, γενική -Fεντος> -όFεις, γενική -όFεντος > -όεις, γενική -όεντος > -ος, γενική -οντος με αιτιατική -οντα απόπου νέα ονομαστική -ούντας (αρσενικό) και -οντα (θηλυκό). Η σημερινή λοιπόν κατάληξη -οντα, -ούντας μας είναι κατανοητή, γιατί μπορούμε να παρακολουθήσουμε την εξελικτική της πορεία. Ας σημειωθεί ότι η κατάληξη –όεις στην κλασική εποχή είχε χάσει την παραγωγικότητά της. Ήδη στον Όμηρο ο πόλεμος χαρακτηρίζεται πολύδακρυς, υποκατάστατο του αρχαιπρεπέστερου δακρυόεις «γεμάτος δάκρυα».


Και από τα γνωστά μεταβαίνουμε τώρα στα άγνωστα. Το τοπωνύμιο Κόρινθος γίνεται κοινώς παραδεκτό ότι είναι προελληνικό. Είμαστε βέβαιοι ότι η κατάληξη –ινθος είναι προελληνική; Μήπως έχουμε να κάνουμε με ένα μορφολογικό απολίθωμα της Ελληνικής, του οποίου τη σημασία αδυνατούμε να ανιχνεύσουμε ελλείψει παλαιοτέρων γραπτών μαρτυριών; Έστω όμως ότι η άγνωστης προέλευσης κατάληξη –ινθος είναι προελληνική. Το τοπωνύμιο Κόρινθος είναι υποχρεωτικό να χαρακτηρισθεί προελληνικό; Και πάλι η νέα ελληνική μπορεί να μας βοηθήσει. Σ’ αυτήν απαντά πληθώρα λέξεων που έχουν σχηματισθεί με την κατάληξη –τζής π.χ. βιολιτζής, γανωτζής, καταφερτζής, παλιατζής, πλακατζής, ταξιτζής, ψιλικατζής κ.λπ κ.λπ. Η κατάληξη –τζης αναμφισβήτητα έχει τουρκική προέλευση (<-ci). Οι παραπάνω όμως λέξεις είναι τουρκικές; Τουρκική προέλευση έχει και η κατάληξη –λίκι (<-lικ). Οι λέξεις όμως αρχονταλίκι, βουλευτιλίκι και ακόμη αντριλίκι, αρχηγιλίκι, γοητιλίκι κ.λπ. είναι τουρκικές;


Επανερχόμαστε στο Κόρινθος. Ανεξάρτητα από την καταγωγή της κατάληξης –ινθος, το τοπωνύμιο είναι προελληνικό ή ελληνικό; Όποιος γνωρίζει ότι αρχικά Κόρινθος ονομαζόταν όχι η γνωστή πόλη αλλά ο τεράστιος πέτρινος στρογγυλός όγκος που δεσπόζει της περιοχής, δύσκολα θα αρνηθεί να σχετίσει το τοπωνύμιο με τις αρχαίες ελληνικές λέξεις κόρυς, -θος (ήδη στα μυκηναϊκά) «περικεφαλαία», κόρυδος, κορυδαλός (το γνωστό πτηνό με το χαρακτηριστικό λοφίο), κορόνη «ρόπαλο με σιδερένιο περίβλημα στο ένα άκρο», Κόρυμβος «κορυφή», κορυφή κλπ. Το τοπωνύμιο, λοιπόν, Κόρινθος δεν είναι προελληνικό αλλά παμπάλαιο ελληνικό, σχηματισμένο από τη ρίζα κορ- «στρογγυλός, αυτός που έχει στρογγυλή κορφή» και την άγνωστης σημασίας κατάληξη –ινθος. Της ίδιας ετυμολογικής αρχής είναι το τοπωνύμιο Τρικόρυθος () της περιοχής του Μαραθώνα, που συγκαταλέγεται στα «προελληνικά». Το Τρικόρυθος είναι σύνθετο με α΄ συνθετικό το τρία και β΄ το ουσιαστικό κόρυς, -υθος «περικεφαλαία». Η περιοχή ονομάστηκε από την ομοιότητα τριών λόφων με περικεφαλαίες.


Αυτά εν πάση συντομία και υπό μορφήν πρόδρομης ανακοίνωσης περί των καλουμένων «Προελλήνων» προσθέτοντας ότι συμμερίζομαι τη διαπίστωση του Χρ. Δάλκου (2001, σ. 6) ότι «η λεγόμενη ‘προ’ ελληνική είναι στην ουσία πρωτοελληνική».


Αυτονόητο είναι ότι η ελληνική γλώσσα περιέχει και λέξεις δάνεια από άλλους μη ινδοευρωπαϊκούς λαούς, με τους οποίους οι δαιμόνιοι Έλληνες ήρθαν σε επαφή και «έδωσαν κι επήραν».


Αυτή είναι, κατά τη γνώμη μου, η καταγωγή της ελληνικής γλώσσας, η καταγωγή της γλώσσας ενός λαού, ο οποίος τρεις φορές στη διάρκεια της ιστορίας του, στη μυκηναϊκή περίοδο, στα κλασικά χρόνια και στην εποχή της ακμής της βυζαντινής αυτοκρατορίας, ανέλαβε, όπως παρατηρεί ο C. Blegen (βλ. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους τ. Α΄, σ. 9), την παγκόσμια πολιτιστική και πνευματική ηγεσία.

Συντομογραφίες

Αραπογιάννη: Πολυξένη Αραπογιάννη, Jörg Rambach, L. Godart, “Η μυκηναϊκή επιγραφή της Καυκανιάς”, Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών 70, 1995, 251-254. Πβ. και των ίδιων, “L’ inscription en linéaire B de Kafkania – Olympie” (OL Zh 1 στο: FLOREANT STUDIA MYCENAEA. Akten des X. internationalen mykenologischen Colloqviums in Salzburg vom 1-5. Mai 1995, Band I, σσ. 39-43. Wien 1999).

Δάλκος 2001: Χρ. Δάλκος, ΚαλικάντζαροιΑθήνα 2001.

Duhoux: Yves Duhoux, “Les révélations des nouvelles tablettes en linéaire de Thèbes”, στο: Séminaires de Delphes (4-16 août 1997) σσ. 16-19.

Ηeubeck: A.Heubeck, “Noch einmal zum Namen des Apollon”, Glotta 65, 1987, 179-182.

Humbert: Jean Humbert, Histoire de la langue grecque. Paris 1972, σ. 6.

Κίγκα: Ελένη Κίγκα, Μορφολογία των νεοελληνικών περιεκτικών τοπωνυμίων, Ιωάννινα 1982.

Perpillou: J. - L. Perpillou, Les substantifs grecs en –εύς. Paris 1973.

Probonas: Ioannis Probonas, “Mots mycéniens survécus en grec moderne”, στο: Αtti del secondo congresso di Micenologia v.I 445/450. Roma-Napoli 1991.

Renfrew: Colin Renfrew, Archaeology and Language, London 1987.

Risch: Ernst Risch, Il miceneo nella storia della lingua greca, QUCC 23, 1976,9.

Ruijgh: C.J. Ruijgh, L’ étymologie de l’ adjectif αγαθός, στο: Palaeograeca et Mycenaea Antonino Bartonêk oblata.

Σαλή - Αξιώτη: Τέση Σαλή - Αξιώτη, Λεξικό μυκηναϊκών τεχνικών όρων, Αθήνα 1996.

ΠΗΓΗ: περιοδικό ΑΡΔΗΝ, τ.52

Reblog this post [with Zemanta]

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails

AddThis

| More