Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2009

Παγκοσμιοποίηση, μύθοι και πραγματικότητες

Immanuel Wallerstein (b.Image via Wikipedia

του Νίκου Μουζέλλη, καθηγητή Κοινωνιολογίας στην LSE

Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο. Ο γνωστός στοχαστής Ι. Wallerstein εντοπίζει το πρώτο παγκόσμιο σύστημα στον 16ο-17ο αιώνα. Σ' αυτή την περίοδο αναδύεται στον ευρωπαϊκό κυρίως χώρο μια διεθνής αγορά όπου τα συμμετέχοντα κράτη ανταγωνίζονταν οικονομικά κατά τέτοιο τρόπο ώστε κανένα δεν κατάφερε να κυριαρχήσει πολιτικά - δεν κατάφερε δηλαδή να αντικαταστήσει τη λογική της ανοιχτής αγοράς με τη διοικητική λογική ενός γραφειοκρατικά οργανωμένου imperium. Κατά τον Wallerstein είναι ακριβώς η δυναμική του πρώτου αυτού παγκόσμιου συστήματος που εξηγεί γιατί η νεωτερικότητα πρωτοεμφανίστηκε στη Δύση και όχι σ' άλλες προηγμένες προβιομηχανικές κοινωνίες όπως η Κίνα.

Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο. Ο γνωστός στοχαστής Ι. Wallerstein εντοπίζει το πρώτο παγκόσμιο σύστημα στον 16ο-17ο αιώνα. Σ' αυτή την περίοδο αναδύεται στον ευρωπαϊκό κυρίως χώρο μια διεθνής αγορά όπου τα συμμετέχοντα κράτη ανταγωνίζονταν οικονομικά κατά τέτοιο τρόπο ώστε κανένα δεν κατάφερε να κυριαρχήσει πολιτικά - δεν κατάφερε δηλαδή να αντικαταστήσει τη λογική της ανοιχτής αγοράς με τη διοικητική λογική ενός γραφειοκρατικά οργανωμένου imperium. Κατά τον Wallerstein είναι ακριβώς η δυναμική του πρώτου αυτού παγκόσμιου συστήματος που εξηγεί γιατί η νεωτερικότητα πρωτοεμφανίστηκε στη Δύση και όχι σ' άλλες προηγμένες προβιομηχανικές κοινωνίες όπως η Κίνα.

Μια δεύτερη παγκοσμιοποίηση παρατηρούμε στην περίοδο 1860-1914, μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από το άνοιγμα των διεθνών αγορών, την ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων και την εποπτεία του ανοιχτού αυτού συστήματος από την ηγεμονεύουσα τότε Μ. Βρετανία. Με τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο οι ανοιχτές αγορές καταρρέουν, οι αντιμαχόμενες δυνάμεις υψώνουν τα εθνικά τείχη και ο οικονομικός προστατευτισμός κυριαρχεί στις διεθνείς συναλλαγές. Τέλος, στο τελευταίο τέταρτο του 20ού αιώνα βλέπουμε ξανά ένα νέο, απότομο άνοιγμα των αγορών, μια πρωτοφανή κινητικότητα του κεφαλαίου και τη διαμόρφωση ενός παγκόσμιου οικονομικού χώρου υπό την εποπτεία των ΗΠΑ αυτή τη φορά.

Αν συγκρίνουμε τώρα τα τρία παγκόσμια συστήματα που ανέφερα πιο πάνω, βλέπουμε ότι στο πρώτο (16ος-17ος αι.) το κέντρο βάρους παραμένει η παραδοσιακή κοινότητα - αφού ούτε το κράτος ούτε οι μηχανισμοί της παγκόσμιας αγοράς διεισδύουν την περιφέρεια μιας χώρας σε βαθμό που να μειώνουν σημαντικά τη σχετική αυτονομία του οικονομικού, πολιτικού, κοινωνικού και πολιτισμικού τοπικισμού που χαρακτήριζε όλες τις προνεωτερικές κοινωνίες. Με την παγκοσμιοποίηση του 1860-1914, το κέντρο βάρους μετατίθεται από το τοπικό στο κρατικό επίπεδο: το κράτος-έθνος, αντίθετα με τα προνεωτερικά κράτη, αποκτά τεχνολογίες και διοικητικά μέσα που του επιτρέπουν να διεισδύσει την περιφέρεια μιας επικράτειας αμβλύνοντας τους παραδοσιακούς τοπικισμούς και συγκεντρώνοντας όχι μόνο τα μέσα παραγωγής αλλά και τα μέσα κυριαρχίας και επιρροής στο εθνικό κέντρο. Εδώ έχουμε λιγότερο την τοπική και περισσότερο την κρατική αυτονομία, αφού οι παγκόσμιοι μηχανισμοί της αγοράς διεισδύουν μεν τον κρατικό χώρο αλλά όχι σε βαθμό που να αποδυναμώνουν σημαντικά τα εθνικά σύνορα - πράγμα το οποίο συμβαίνει στην τωρινή παγκοσμιοποίηση.

Πράγματι σήμερα το κέντρο βάρους μετατίθεται στο παγκόσμιο επίπεδο αφού οι πολυεθνικές εταιρείες διεισδύουν τον κρατικό και τοπικό χώρο σε βαθμό που ήταν αδιανόητος στις δύο προηγούμενες παγκοσμιοποιήσεις. Αν σκεφτεί κανείς πως μια πολυεθνική, όπως η Sony για παράδειγμα, έχει σήμερα παραρτήματα όχι μόνο στις πρωτεύουσες όλων σχεδόν των χωρών του πλανήτη αλλά και στις περισσότερες πόλεις κάθε χώρας, αντιλαμβάνεται τον βαθμό διεισδυτικότητας του παγκόσμιου κεφαλαίου.

Η τωρινή παγκοσμιοποίηση δεν έχει μόνο μια οικονομική αλλά και μια πολιτική, κοινωνική και πολιτισμική διάσταση. Αν στον οικονομικό χώρο οι πολυεθνικές εταιρείες είναι κυρίαρχες, στον πολιτικό τα κράτη-έθνη παραμένουν οι κύριοι παίκτες. Η θέση ότι σήμερα το κράτος-έθνος περιθωριοποιείται και ότι μακροπρόθεσμα θα εκλείψει δεν ευσταθεί. Πρόκειται περί μύθου. Το κράτος-έθνος χάνει λειτουργίες στο εσωτερικό της επικράτειας, αλλά αποκτά νέες λειτουργίες στην παγκόσμια αρένα. Και είναι ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο που, στην ύστερη νεωτερικότητα, η κρατική μηχανή (σε ό,τι αφορά υλικούς και ανθρώπινους πόρους) δεν μικραίνει αλλά μεγαλώνει. Αρα αυτό που σταδιακά εκλείπει δεν είναι το κράτος αλλά ο κρατισμός: δηλαδή η ικανότητα των κρατικών ελίτ να ελέγχουν εντός των εθνικών συνόρων τις κινήσεις κεφαλαίων, την εγκληματικότητα, τις αυξανόμενες ανισότητες κτλ.

Περνώντας τώρα στον κοινωνικό χώρο, εδώ βλέπουμε τη σημαντική ανάπτυξη παγκόσμιων μη κυβερνητικών οργανώσεων, καθώς και νέων κινημάτων τύπου Σιάτλ και Γένοβας. Αυτού του τύπου οι οργανώσεις/κινήματα παρουσιάζουν ένα δυναμισμό που τα παραδοσιακά συνδικάτα και κόμματα έχουν απολέσει. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως, όπως πολλοί νομίζουν, τα πρώτα θα αντικαταστήσουν ή περιθωριοποιήσουν τα δεύτερα. Σημαίνει όμως πως μια συνεργασία επί ίσοις όροις μεταξύ των δύο θα μπορούσε να αναζωογονήσει το κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι σε εθνική και παγκόσμια κλίμακα.

Τέλος στον πολιτισμικό χώρο παρατηρούμε μια πρωτοφανή συγκέντρωση των ΜΜΕ στα χέρια ενός μικρού αριθμού μεγιστάνων (π.χ. Μέρντοκ) που επιβάλλουν μιαν άκρως καταναλωτική κουλτούρα - μια κουλτούρα που διαμορφώνει ταυτότητες και τρόπους ζωής σε πλανητικό επίπεδο.

Η τωρινή παγκοσμιοποίηση και λόγω του διεθνούς ανταγωνισμού και λόγω των νέων τεχνολογιών έχει οδηγήσει στην παραγωγή τεράστιου πλούτου. Ως γνωστόν αυτός ο πλούτος κατανέμεται κατά εξαιρετικά άνισο τρόπο. Οι εντεινόμενες ανισότητες, ενδοκρατικές και διακρατικές, έχουν οδηγήσει σε μια τερατώδη κατάσταση όπου λίγα άτομα, που δεν λογοδοτούν σε κανένα, κατέχουν πόρους οι οποίοι ξεπερνούν το εθνικό προϊόν μικρών τριτοκοσμικών χωρών.

Από την άλλη μεριά, αν οι πλούσιοι γίνονται συνεχώς πλουσιότεροι, οι απόλυτα φτωχοί δεν γίνονται φτωχότεροι. Λόγω της ραγδαίας ανάπτυξης της Κίνας και της Ινδίας το ποσοστό των ανθρώπων που ζουν κάτω από το όριο της απόλυτης φτώχειας αρχίζει να μειώνεται σημαντικά. Ετσι, ενώ το 1970 αυτό το ποσοστό ήταν 38%, το 1992 κατέβηκε στο 25% περίπου (βλ. Μ. Wolf, Why globalization works, 2004, σελ. 158-163). Αρα η αριστερή θέση ότι ο παραγόμενος παγκόσμιος πλούτος δεν διαχέεται καθόλου προς τη βάση της κοινωνικής πυραμίδας δεν ευσταθεί. Βέβαια σε χώρες (κυρίως αφρικανικές) που δεν διαθέτουν κατάλληλες υποδομές παρατηρούμε μείωση παρά αύξηση της απόλυτης φτώχειας. Επιπλέον δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στις σημερινές τεχνολογικές συνθήκες ένα λιγότερο νεο-φιλελεύθερο, πιο σοσιαλδημοκρατικό σύστημα παγκόσμιας διακυβέρνησης θα μπορούσε να εξαλείψει παντελώς το φαινόμενο της απόλυτης φτώχειας, δηλαδή την κατάσταση όπου ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού της Γης ζει σε συνθήκες υποσιτισμού, έλλειψης καθαρού νερού, μεγάλης παιδικής θνησιμότητας και πολύ χαμηλού προσδοκώμενου ορίου ζωής.

Η (πονηρή) φυγή του κεφαλαίου


Πώς εξηγείται η παραπάνω θλιβερή κατάσταση; Στις απαρχές της εκβιομηχάνισης υπήρχε μια ανισορροπία μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Η εργατική τάξη δεν ήταν οργανωμένη, ενώ το κράτος έπαιζε απλά τον ρόλο του «νυχτοφύλακα». Ως γνωστόν, αυτή η ανισορροπία οδήγησε στην απόλυτη εξαθλίωση μιας σημαντικής μερίδας του εργατικού δυναμικού. Στη συνέχεια όμως λόγω της ανάπτυξης μαζικών συνδικάτων και φιλεργατικών κομμάτων παρατηρούμε μια ισορροπία μεταξύ εργασίας και εργοδοσίας. Αυτό οδήγησε, στις αναπτυγμένες δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες, στο κράτος πρόνοιας και στην καλυτέρευση των συνθηκών εργασίας. Σήμερα όμως μια νέα ανισορροπία εμφανίζεται - σε παγκόσμια κλίμακα αυτή τη φορά. Λόγω της πρωτοφανούς κινητικότητας του κεφαλαίου, κάθε προσπάθεια σοβαρής ανακατανομής καθώς και επιβολής περιοριστικών μέτρων οδηγεί στη φυγή του κεφαλαίου σε χώρες όπου τα συνδικάτα είναι αδύναμα, η εργασία φτηνή και η κρατική προστασία των εργαζομένων ανύπαρκτη.

Αυτή η νέα βαρβαρότητα δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί σε εθνικό επίπεδο. Ούτε μπορεί να ξεπεραστεί με στρατηγικές αντι-παγκοσμιοποίησης. Στο επίπεδο των τεχνολογικών εξελίξεων η παγκοσμιοποίηση δεν μπορεί να ανατραπεί ή να σταματήσει. Στο επίπεδο όμως του ελέγχου των νέων τεχνολογιών, των νέων παραγωγικών δυνάμεων, το ισχύον νεο-φιλελεύθερο status quo (το περίφημο Washington Consesus / συναίνεση της Ουάσιγκτον) μπορεί και πρέπει να αλλάξει. Μπορεί και πρέπει να επιτευχθεί μια νέα παγκόσμια ισορροπία μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας - μια ισορροπία βασισμένη σε μια σοσιαλδημοκρατικού τύπου διακυβέρνηση του πλανήτη. Μια διακυβέρνηση που θα πετύχει σε παγκόσμια κλίμακα αυτό που οι δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες πέτυχαν σε εθνικό επίπεδο κατά την περίοδο της λεγομένης «χρυσής εποχής της σοσιαλδημοκρατίας» (1945-1970): δηλαδή το πάντρεμα της παραγωγικότητας/ανταγωνιστικότητας στον οικονομικό χώρο, της κοινωνικής συνοχής στον κοινωνικό χώρο και της δημοκρατίας στον πολιτικό χώρο.

Το πέρασμα από το σημερινό μονοπολικό σε ένα πολυπολικό σύστημα όπου οι ανερχόμενες δυνάμεις της Κίνας, της Ινδίας, της ΕΕ θα έχουν φωνή ως προς τον τρόπο διακυβέρνησης του πλανήτη είναι μια αναγκαία αν όχι και ικανή προϋπόθεση για τον εξανθρωπισμό του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος. ΠΗΓΗ: εφημ.ΤΟ ΒΗΜΑ,14 Οκτωβρίου 2007
Reblog this post [with Zemanta]

Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2009

Κερδοφόρα προαγωγή της αλλοτρίωσης

I found this fascinating quote today:

Δυσκολότερο μοιάζει να διαγνωσθεί, πότε ψευτίζει μόνο η συμπεριφορά και πότε η ίδια η ύπαρξη του ανθρώπου. Το ψεύτισμα της ύπαρξης το λέμε «αλλοτρίωση»: να γίνεται ο άνθρωπος κάτι αλλότριο, διαφορετικό, ξένο προς την ύπαρξή του. Και είναι δύσκολη η διάγνωση, γιατί το ψέμα, καταφάσκοντας το ανύπαρκτο σαν υπαρκτό και παρακάμπτοντας το υπαρκτό σαν ανύπαρκτο, αναπληρώνει φαντασιωδώς επώδυνα υστερήματα του ατομικού ανθρώπου. Γι' αυτό και τόσο φανερή πάντοτε η γοητεία που ασκεί στους ανθρώπους το ανύπαρκτο, η αίγλη του ψεύδους, η αλλοτρίωση.spoudasterion.pblogs.gr, Ludus LiterariusYou should read the whole article.

Η έννοια της παράδοσης

I found this fascinating quote today:

του Δ. Δημητράκου


Οι δυνάμεις επομένως της αδράνειας και της προκατάληψης που εκφράζει, τουλάχιστον κατά ένα μέρος, η παράδοση αποτελούν εμπόδιο στην ορθολογική σκέψη και στην πρόοδο . Και από τη στιγμή που η σύγχρονη ανοιχτή κοινωνία προϋποθέτει τόσο την απρόσκοπτη ανάπτυξη της γνώσης όσο και τον ανοιχτό χαρακτήρα των θεσμών και τη δυνατότητα μεταρρυθμιστικών καινοτομιών, είναι αναγκαίο να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα της ορθολογικά παράδοσης και να της δοθεί η θέση που της πρέπει σε μια σύγχρονη ανοιχτή κοινωνία.spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius, Sep 2009

You should read the whole article.

Ο νέος κομφορμισμός

από τον ΘΑΝΑΣΗ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗ

Το ακόλουθο άρθρο του ιταλού φιλοσόφου Ουμπέρτο Γκαλιμπέρτι δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «La Repubblica».

Σε κανένα δεν δόθηκε η δυνατότητα να επιλέξει την εποχή στην οποία θα ζήσει ούτε και η δυνατότητα να ζήσει έξω από την εποχή στην οποία γεννήθηκε. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην είναι τέκνο του καιρού του και επομένως που να μην είναι κατά κάποιον τρόπο «ομογενοποιημένος».

Σε σχέση με τις εποχές που προηγήθηκαν η εποχή μας είναι η πρώτη που ζητάει την ομογενοποίηση όλων των ανθρώπων ως προϋπόθεση της ύπαρξής τους. Οι λόγοι αυτής της ομογενοποίησης πρέπει να αναζητηθούν σε εκείνη τη συνθήκη σύμφωνα με την οποία, στην εποχή της τεχνικής και της παγκόσμιας οικονομίας, το να «εργάζεται» κανείς σημαίνει να «συνεργάζεται» στο εσωτερικό ενός μηχανισμού, όπου οι ενέργειες του καθένα έχουν ήδη προκαταβολικά περιγραφεί και προδιαγραφεί από το οργανόγραμμα για την καλή λειτουργία αυτού του μηχανισμού.

1. Η ομογενοποιημένη συνείδηση. Μια δράση είναι ομογενοποιημένη όταν συμμορφώνεται προς έναν κανόνα που την προδιαγράφει, επομένως όταν δεν είναι δράση αλλά συμμόρφωση. Και συμμόρφωση είναι όλες οι ενέργειες που πραγματοποιούνται σε ένα μηχανισμό, στο εσωτερικό του οποίου η αυτενέργεια παύει εκεί όπου αρχίζει αυτό που πρέπει να γίνεται σε τέλειο συντονισμό με τις άλλες συνιστώσες του μηχανισμού. Οι σκοποί που θέτει ο μηχανισμός δεν περιλαμβάνονται στις αρμοδιότητες του μεμονωμένου ατόμου και μερικές φορές, δεδομένης της υψηλής τεχνικής τελειοποίησης, υπερβαίνουν τις ειδικές του γνώσεις. Αυτό συνεπάγεται το ότι η «συνείδηση» του ατόμου υποβαθμίζεται στην «ευσυνειδησία» που δείχνει κατά την εκτέλεση της εργασίας του. Με αυτή την υποβάθμιση γεννιέται η «κομφορμιστική συνείδηση» από την οποία ζητιέται μόνο μια καλή συνεργασία, ανεξάρτητα από τους σκοπούς που υπηρετεί ο μηχανισμός.

2. Ο υγιής ρεαλισμός. Γι' αυτό ήδη από μικροί έχουμε ακούσει να λένε ότι η επιτυχία επιδιώκεται πιο εύκολα αν προσαρμοζόμαστε στις απαιτήσεις των άλλων (απαρνούμενοι προφανώς τη δική μας αυτοπραγμάτωση) και έτσι ενεργούσαμε όταν μιμούμασταν τα χαρακτηριστικά και τις συμπεριφορές όλων των ομάδων στις οποίες ανήκαμε. Από την ομάδα των παιδιών με τα οποία παίζαμε ώς τους συμμαθητές μας και τους συναδέλφους μας στην εργασία, διδαχθήκαμε ότι αυτό που ανταμείβεται είναι η πιο αυστηρή ομοιομορφία, αφού η ικανότητα προσαρμογής στην οργάνωση εμφανιζόταν ως η μοναδική προϋπόθεση για να ασκήσουμε μιαν ορισμένη επίδραση πάνω σε αυτήν. Στην παραμικρή μας αντίρρηση υπήρχε πάντοτε κάποιος που μας θύμιζε ότι αυτή η στάση αποκαλείται «υγιής ρεαλισμός», ενώ μέσα μας εκδηλωνόταν η υποψία ότι αυτή η έκφραση δεν αναφερόταν τόσο σε μια πιστή αναπαράσταση του πραγματικού αλλά σε εκείνη την εξωπραγματική θέση που είναι η ανεπιφύλακτη αποδοχή του υπάρχοντος. Η αξία του οποίου έγκειται απλώς στο ότι είναι έτσι όπως αυτό είναι, χωρίς την παραμικρή μέριμνα για την ηθική του ποιότητα.

3. Η ασυνειδησία της ομογενοποιημένης συνείδησης. Προκειμένου η προσαρμογή να μην γίνεται αντιληπτή ως καταναγκασμός, είναι αναγκαίο ο κόσμος στον οποίο ζούμε να μη θεωρείται ως ένας από τους «δυνατούς» κόσμους αλλά ως ο «μοναδικός» κόσμος, έξω από τον οποίο δεν μας προσφέρονται καλύτερες δυνατότητες ύπαρξης. Αν ο κόσμος των αγαθών που παράγουμε και καταναλώνουμε κατορθώσει να συγκροτηθεί ως συνεκτικός κόσμος χωρίς κενά, χωρίς εναλλακτικές λύσεις, οι υποχρεώσεις που μας επιβάλλονται από αυτό τον κόσμο και η υπακοή που μας ζητιέται δεν θα γίνονται πλέον αντιληπτές ως τέτοιες αλλά ως «φυσική συνθήκη» της ύπαρξης. Αλλά όταν ένας κόσμος κατορθώνει να περνιέται ως ο μοναδικός κόσμος, η ομογενοποίηση των ατόμων φτάνει σε επίπεδα τελειότητας τέτοια, που τα απολυταρχικά ή δικτατορικά καθεστώτα των προηγούμενων εποχών δεν είχαν καν φανταστεί ότι θα μπορούσαν να υλοποιήσουν.

4. Ο κομφορμισμός ως συνθήκη ύπαρξης. Δεν αντιλαμβανόμαστε με πόσες αλυσίδες μας έχει δέσει η εποχή της τεχνικής και της παγκόσμιας οικονομίας. Αν στον 19ο αιώνα ο Μαρξ μπορούσε να λέει ότι η πλειονότητα της ανθρωπότητας «δεν έχει τίποτα να χάσει εκτός από τις αλυσίδες της», σήμερα θα μπορούσαμε να πούμε ότι χωρίς αυτές τις αλυσίδες δεν θα έβρισκε τρόπο να επιβιώσει. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο όταν οι αλυσίδες σπάνε (απεργία στα μέσα μεταφοράς, διακοπή στην παροχή ηλεκτρικής ενέργειας, καθυστέρηση στον ανεφοδιασμό με τρόφιμα), όλοι ζητούν αμέσως την επανασυγκόλληση. Αυτή η απαίτηση είναι ο δείκτης όχι μόνον του βαθμού εξάρτησης κάθε ατόμου από τον κόσμο της τεχνικής και της παγκόσμιας οικονομίας αλλά και του βαθμού αυθόρμητης συνεργασίας, επομένως ομογενοποίησης και κομφορμισμού.

5. Τα μέσα επικοινωνίας ως μέσα ομογενοποίησης. Η κομφορμιστική κοινωνία, παρά την πελώρια ποσότητα φωνών που διαδίδονται από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας -ή μάλλον ακριβώς εξαιτίας αυτής της ποσότητας- μιλάει στο σύνολό της μόνο με τον εαυτό της. Οποιος μιλάει και όποιος ακούει δεν έχει πίσω του μια διαφορετική εμπειρία του κόσμου, επειδή ο κόσμος που προσφέρουν σε όλους τα ΜΜΕ είναι όλο και περισσότερο ταυτόσημος, έτσι όπως όλο και περισσότερο ταυτόσημα είναι και τα λόγια που έχουμε στη διάθεσή μας για να τον περιγράψουμε. Το αποτέλεσμα είναι ένα είδος ταυτολογικής επικοινωνίας, όπου όποιος ακούει καταλήγει να ακούει τα ίδια πράγματα που αυτός ο ίδιος θα μπορούσε να πει και όποιος μιλάει λέει τα ίδια πράγματα που θα μπορούσε να ακούσει από οποιονδήποτε (...). ΠΗΓΗ: εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 11 - 03 - 2007
Reblog this post [with Zemanta]

Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2009

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ & ΠΟΛΙΤΙΚΗ: ΠΟΙΟΣ ΕΛΕΓΧΕΙ ΠΟΙΟΝ;

I found this fascinating quote today:

του Γεράσιμου Βώκου


Ανεξαρτησία στη θεωρία, εξάρτηση στην πράξηspoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius, Sep 2009

You should read the whole article.

Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2009

Προς έναν νέο Λεβιάθαν;

Thomas Hobbes LeviathanImage via Wikipedia

του Αντώνη Μακρυδημήτρη, Καθηγητή του πανεπιστημίου Αθηνών

Το γεγονός ότι οι κοινωνίες μας έχουν εισέλθει στην ιστορική φάση της διαρκούς διακινδύνευσης, έχουν καταστεί «risk societies» (Risikogesellschaft), όπως τις αποκαλεί ο κοινωνιολόγος Ulrich Βeck, ίσως δικαιολογεί την έλξη που ασκεί σε πολλούς ο αναδυόμενος νέος Λεβιάθαν.Οι άνθρωποι είναι συχνά διατεθειμένοι να παραχωρήσουν μερίδια της ελευθερίας τους για την πολυπόθητη ασφάλεια και προστασία από τους κινδύνους και τις αβεβαιότητες της ζωής.

Είτε πρόκειται για οικολογικές ή «φυσικές» καταστροφές είτε για την περιβαλλοντική ρύπανση και τις επιπτώσεις από τη χρήση της πυρηνικής ενέργειας ή για τον φόβο από τις τρομοκρατικές απειλές, η πρόληψη και η ασφάλεια επανέρχονται στο προσκήνιο ως προέχουσες αξίες της ζωής και ως προτεραιότητες της δημόσιας πολιτικής. Τούτο είναι κάτι που συμβαίνει σε όλες σχεδόν τις χώρες στη σημερινή εποχή, την εποχή της γενικής διακινδύνευσης. Ετσι το 70% των γάλλων πολιτών φέρεται ότι δέχεται τις κάμερες επιτήρησης σε δημόσιους χώρους, ενώ και σε χώρες ακόμη πιο φιλελεύθερες, όπως η Αγγλία και η Σουηδία, λαμβάνονται πρωτοφανή μέτρα πρόληψης και επιτήρησης για την αποτροπή του ενδεχομένου τρομοκρατικών χτυπημάτων.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το αίσθημα του φόβου και η ανάγκη ασφάλειας (ατομικής και συλλογικής) απέναντι σε δυσάρεστα ενδεχόμενα είναι κάτι το υπαρκτό και απολύτως κατανοητό. Πρέπει, λοιπόν, να ληφθούν μέτρα. Το ζήτημα είναι τι είδους μέτρα, με ποια αποτελέσματα και τι συνέπειες, επιπτώσεις ή παρενέργειες για τον νομικό μας πολιτισμό, για την κουλτούρα και τη δημοκρατία μας.
Γιατί η επιτήρηση και η παρακολούθηση από μέσο ή μέτρο αντεγκληματικής πολιτικής τείνει συχνά να καταλάβει όλο το πεδίο του κοινωνικού πράττειν, είτε πρόκειται για πιθανολογούμενη εγκληματική συμπεριφορά είτε όχι. Είναι προφανές ότι τα νέα μέσα της τεχνολογίας (η επιτηρητική τεχνολογία) και οι νέες εφαρμογές της στη βιομετρία διευρύνουν κατά πολύ τις σχετικές δυνατότητες από δημόσιους, διεθνείς ή και ιδιωτικούς φορείς ώστε πολλοί να διερωτώνται μήπως σταδιακά και αθόρυβα εγείρουμε γύρω μας τα τείχη ενός νέουΠανοπτικού Λεβιάθαν.Μήπως χωρίς να ακούμε «κρότον κτιστών ή ήχον ανεπαισθήτως» κλεινόμαστε σιγά σιγά μέσα στα τείχη μιας πανεπιτηρούμενης κοινωνίας, όπου όλοι οι πολίτες, ημεδαποί και αλλοδαποί, αντιμετωπίζονται ως εν δυνάμει ύποπτοι; Η δε απόσταση ανάμεσα στην υπαρκτή και στην υποτιθέμενη ή «κατασκευασμένη» επικινδυνότητα ίσως να μην είναι τελικά και τόσο μεγάλη.
Το ενδεχόμενο τραγικών σφαλμάτων και λαθών μέσα από αυτή τη διαρκή «ιχνηλασία» (traceability) όλων των πολιτών δεν πρέπει να αποκλεισθεί ούτε να μας διαφεύγει. Η πιθανή καταδίκη και ο εγκλωβισμός αθώων, των οποίων η ζωή γίνεται κόλαση σε έναν οργουελικό εφιάλτη τύπου 1984 ή Δίκης του Κάφκα, θα αποτελέσει κόλαφο και πλήγμα για την ποιότητα της δημοκρατίας. Γιατί οι υπερβολές στα «μέτρα θωράκισης» της δημοκρατίας δεν πρέπει να οδηγούν στην αναίρεση και στη σταδιακή έκλειψή της ή στη μετατροπή της σε «επιτηρούμενη» δημοκρατία.
Είναι, λοιπόν, ανάγκη να χαράξουμε μια νέα ισορροπία ανάμεσα στην ασφάλεια και στην ελευθερία, αυτά τα δύο εξίσου πολύτιμα αγαθά και τις αξίες της κοινωνικής ζωής, που ανάμεσά τους προβάδισμα και προτεραιότητα δεν μπορεί να τεθεί. Γιατί, αν υπερέχει η μία, περιορίζεται η άλλη και κάθε υπερβολή οδηγεί στο αντίθετό της: η πολλή ασφάλεια στην ανασφάλεια και η ασύδοτη ελευθερία στην ανελευθερία και στην υποτέλεια.
Η δικαιοσύνη δεν είναι παρά «μεσότης μεταξύ ελλείψεως και υπερβολής» έγραφε ο Αριστοτέλης στα Ηθικά Νικομάχεια. Και η δημοκρατία είναι ακριβώς το πολίτευμα της εξισορρόπησης και της άμβλυνσης των αντιθέσεων, της στάθμισης των αξιών, του μέτρου και της αναλογικότητας, της αρμονίας.
Εξάλλου, προϋπόθεση της ποιότητας ζωής των πολιτών στη δημοκρατία είναι και οι δύο όψεις ή διαστάσεις της γενικότερης αρχής της ελευθερίας: ελευθερία από τον φόβο και την ανασφάλεια, στη μία περίπτωση, αυτόνομη επιλογή τρόπων ζωής και δράσης στη δεύτερη. Πρόκειται για τη γνωστή παλαιά διάκριση ανάμεσα στην «αρνητική» (ελευθερία από) και στη «θετική» (ελευθερία να) διάσταση αυτής της θεμελιώδους αρχής. Το δε ερώτημα ποιος έχει τα πρωτεία, το status negativus ή το status activus, το δεξί ή το αριστερό ποδάρι, δεν είναι γόνιμο αλλά στείρο και ανεδαφικό. Οι περισσότεροι άνθρωποι επιθυμούν και το ένα και το άλλο, ασφάλεια και ελευθερία, όχι μόνο το ένα ή το άλλο.
Η ιστορική πρόκληση στην εποχή μας δεν είναι η ανέγερση ενός μονόποδα και μονόφθαλμου Λεβιάθαν της μονομέρειας και της απολυταρχίας αλλά ο δημιουργικός και ισότιμος συγκερασμός ή συνδυασμός σε μια λογική θετικού και όχι μηδενικού αθροίσματος της ελευθερίας από τον φόβο και της ελευθερίας να επιλέγουμε πώς θα ζήσουμε. Γιατί, αν κάποιος είναι διατεθειμένος να προβεί σε μια φαουστική ανταλλαγή της ελευθερίας του για μια μεγαλύτερη δόση ασφάλειας, ίσως τελικά δεν του αξίζει ούτε η μία ούτε η άλλη.
Η μονόπλευρη ικανοποίηση της μιας από τις παραπάνω αρχές ή δικαιώματα (λ.χ. της ασφάλειας έναντι της ελευθερίας) οδηγεί σε «μονολογικές» στρατηγικές δημόσιας πολιτικής (όπως τις χαρακτηρίζει ο καθηγητής Νίκος Μουζέλης), οι οποίες εν τέλει στρώνουν τον δρόμο για μια νέα υποτέλεια, έναν νέο ολοκληρωτισμό (του φόβου ή της ασυδοσίας), μακριά από το πνεύμα και τις προϋποθέσεις της ανοιχτής και δημοκρατικής κοινωνίας των σφαιρικά ελεύθερων πολιτών. ΠΗΓΗ: ΒΗΜΑ ΙΔΕΩΝ,27/9/2009
Reblog this post [with Zemanta]

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails

AddThis

| More