Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2010

H δύναμη του Mατιού

Day 185 - BadeyeImage by nataliej via Flickr

Τα μάτια του Κακού σε λεπτομέρεια τοιχογραφίας
του 14ου αι. (amposanto, Πίζα)


της ΧPIΣTINΑΣ BEΪKOY
Δρος Κοινωνικής Ανθρωπολογίας Συμβούλου του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου

Η ΠIΣTH στο κακό μάτι, στη βλαπτική δύναμη που έχει το επίμονο βλέμμα κάποιων ανθρώπων πάνω σε αξιοζήλευτα πρόσωπα και πράγματα, είναι πολιτισμικό ιδίωμα των μεσογειακών κοινωνιών που το επικαλούνται για να κατανοήσουν τις επιπτώσεις μιας απρόσμενης και ανεξήγητης κακοτυχίας.

Στην ελληνική κοινωνία, το μάτιασμα είναι ένα ηθικό/αξιολογικό σύστημα που συνδέει το άτομο με το κοινωνικό σύνολο και το πρόσωπο με το σώμα του. Είναι ένας τύπος οπτικής αντίληψης και ένας κώδικας επικοινωνίας: μία στρατηγική για να κατασκευάζουν οι άνθρωποι τις κοινωνικές σχέσεις και την ατομική τους ταυτότητα, υπακούοντας ή αψηφώντας τις συχνά αντιφατικές αρχές της συλλογικής ζωής: κοινωνικότητα και αυτονομία, συνεργασία και ανταγωνισμό, συμμόρφωση και επίδειξη.
Στην καθημερινή ζωή τα πρόσωπα εκτίθενται στο βλέμμα των άλλων, γι' αυτό πρέπει να δρουν σύμφωνα με τις αποδεκτές αρχές της κοινότητας. Oταν οι αρχές αυτές παραβιάζονται, από μία συνειδητή ή όχι υπεροχή στην εμφάνιση ή τα αγαθά κάποιου, η ιδανική κοινωνικότητα ανατρέπεται και η αταξία που προκαλείται επισύρει το μάτιασμα, την οπτική επίθεση εναντίον του παραβάτη. Το μάτιασμα προσβάλλει το σώμα, την περιουσία, την ατομική και κοινωνική υπόσταση αυτού που ματιάζεται και, για την αποκατάστασή του, απαιτείται το ξεμάτιασμα, η τελετουργική επανένταξη του ματιασμένου στο κοινωνικό σώμα.

Το μάτιασμα αποδίδεται σε αίτια υπερφυσικά και ανορθόλογα, στο «κακό μάτι», το «κακό παρατήρημα», το «κακό συναπάντημα», την «κακιά ώρα», δηλαδή σε μιαν αόριστη αίσθηση ενός υπερβατικού κακού που είναι συνεχώς παρόν ανάμεσα στους ανθρώπους, διαρκής απειλή για την ατομική ασφάλεια και την κοινωνική συνοχή. «Το [κακό] μάτι δε μπορείς να το αποφύγεις… όπου και να πας, ό,τι και να κάνεις, όπου και να 'σαι, στο σπίτι, στη δουλειά, στο δρόμο, στο καφενείο, σε βρίσκει το μάτι».

Eμφυτο

Φορέας αυτής της επίφοβης δύναμης είναι το όργανο της όρασης και της οπτικής επικοινωνίας. Η όραση είναι η πιο πολύσημη και διεισδυτική αίσθηση. Το μάτι ειδικά παρουσιάζει μία διαπολιτισμική εμβέλεια ως σύμβολο γνώσης και δύναμης. Το μάτι γνωρίζει και ελέγχει τα αντικείμενα που θεάται, μεταφέρει εμπειρίες και αισθήματα, είναι το ενδιάμεσο ανάμεσα στον άνθρωπο και τον κόσμο. Eνώ, όμως, όλοι αναγνωρίζουν τη δύναμή του και συμφωνούν ότι πρέπει να φυλάγονται από το κακό μάτι, ωστόσο, το αντιμετωπίζουν ως κάτι φυσικό, σαν μια εγγενή φυσική ιδιότητα που έχει κάποιος, χωρίς να αποβλέπει σκόπιμα να βλάψει. Η δημόσια ρητορική επιμένει ότι «το μάτι δεν είναι κακό, αν και μπορεί να έχει κακά αποτελέσματα. Το 'χει από φυσικού του ο άνθρωπος να ματιάζει ή να ματιάζεται. Κι αυτός που το έχει, δεν το καταλαβαίνει, όποιος ματιάζει το έχει έμφυτο, δε μπορεί να το αποφύγει, αισθάνεται μιαν έλξη, όταν λιμπιστεί κανείς, ματιάζει, το' χει το μάτι του σα ρέμα και τραβάει. Δεν το κάνει από κακό, δεν το θέλει αλλά γίνεται. Είναι κάτι σαν ρεύμα, μια δύναμη, ένας αέρας είναι που φεύγει, αλλά τραβά σα μαγνήτης».

Eτσι, η κοινή πίστη αποκαθαίρει το μάτιασμα από εμπρόθετη κακοποιό μαγική δράση. Δεν το θεωρεί εσκεμμένη μαγεία, αλλά φυσική ιδιότητα που δεν ελέγχεται. Η τυχαιότητα και η χρονική και τοπική απροσδιοριστία του ματιάσματος είναι τα χαρακτηριστικά που το διαφοροποιούν από «τα μάγια». Η κυριότερη διαφορά μεταξύ ματιάσματος και μαγείας είναι ότι το ξε/μάτιασμα «το παραδέχεται και η εκκλησία».

Xειραγωγήσιμος κίνδυνος

Στην ηθική ιδεολογία της προ-αστικής κυρίως ελληνικής κοινωνίας το νόημα του κακού που αναδύεται από το μάτιασμα δεν είναι αυτό της χριστιανικής θεοδικίας, αλλά μια πρακτική αντίληψη προφύλαξης από τυχαίους κινδύνους που απειλούν τα πολύτιμα αγαθά των ανθρώπων -την υγεία και την περιουσία τους- και δεν μπορούν να αποδοθούν σε άλλη αιτία. Το μάτιασμα είναι ενδεχόμενος αλλά χειραγωγήσιμος κίνδυνος, ένα κοινωνικοποιημένο κακό : «το μάτι είναι αυθόρμητο, είναι ένας αέρας που έχει ο άνθρωπος, βγαίνει απ' την καρδιά του. Oποιος θυμηθεί ότι εκείνη την ώρα κοιτάζει και μπορεί να βλάψει, τότε το κοίταγμά του δεν πιάνει, γιατί βγαίνει από τη σκέψη του κι όχι από την καρδιά του». Όσο οι αισθήσεις και οι σκέψεις των ανθρώπων ελέγχονται από ορθοφροσύνη, κανένας κίνδυνος δεν απειλεί τη συλλογική ζωή. Oταν, όμως, κυριεύονται από συναισθηματική ένταση, τότε ο ορθολογισμός παραμερίζεται, η συμπεριφορά είναι γεμάτη πάθος και προκαλεί παθήματα. Η λογική του ξε/ματιάσματος είναι λογική της καρδιάς και του σώματος, όχι του Λόγου και του Νου: «από την αγάπη του και τη λαχτάρα του κανείς ματιάζει». Η διατύπωση δείχνει την ένταση της κοινωνικής αλληλεπίδρασης και την αντινομική φύση των προσωπικών αισθημάτων. Η αγάπη, το θετικότερο αίσθημα, εμπεριέχει την αναίρεσή της, όταν δεν ελέγχεται από τη φρόνηση.

Κανείς δε μπορεί να φυλαχτεί από το μάτι, «είναι σαν αόρατο, χωρίς να το θέλει σε ματιάζει». Το μάτι «πιάνει» τα πάντα, ανθρώπους, ζώα και φυτά, χωράφια, σπίτια κι αυτοκίνητα. Ο άνθρωπος ματιάζεται «γιατί έχει αέρα, είναι γλυκοαίματος», εξαιτίας των έμφυτων ιδιοτήτων που τον καθιστούν αξιοθαύμαστο και επομένως προκλητικό. Ματιάζεται, όμως, και εξαιτίας της υπεροχής των επίκτητων «αγαθών» του: τα ζώα και τα αντικείμενα υπόκεινται στον ίδιο κίνδυνο. Σχόλια για επικίνδυνους ματιαστές, όπως «αυτός με το μάτι του έσκασε ένα βόδι», «καθρέφτη έσπασε με το μάτι της», ανεξάρτητα από το αν είναι αληθινά, είναι πραγματικά στη συνείδηση των ανθρώπων που τα αφηγούνται.

Ποιους δεν πιάνει

Oσοι έχουν το κακό μάτι είναι ισχυρές προσωπικότητες, γιατί, ενώ ματιάζουν, οι ίδιοι δεν ματιάζονται. Είναι δράστες αλλά όχι θύματα του ματιάσματος, μια ιδιότητα που είναι δείκτης κοινωνικής δύναμης: «είναι έμφυτο να μη σε πιάνει το μάτι. Είναι ο αέρας του ανθρώπου, ισχυρός χαρακτήρας». Η ιδιότητα του ματιάσματος δεν μεταβιβάζεται. Το «κακό μάτι» δεν είναι κληρονομικό - άρα δεν είναι βιολογικό, αλλά πολιτισμικό χαρακτηριστικό. Ο κακός άνθρωπος δεν έχει απαραίτητα κακό μάτι. Αυτός έχει άλλες ευκαιρίες ή δυνατότητες για να βλάψει. Oποιος έχει «κακό μάτι» είναι προθετικά επικίνδυνος: κάποιος που ακόμη κι αν έχει διάθεση να βλάψει, δεν έχει την ηθική άνεση να το δηλώσει (ιδιαίτερα αν είναι συγγενής, γείτονας, φίλος). Γι' αυτό στα ξεματιάσματα, όπου «ονοματίζονται» οι πιθανοί ματιαστές, πρώτα αναζητούνται οι εγγύτεροι προσβολείς, ακόμη και η ίδια η μάνα του ματιασμένου. Το μάτιασμα της μάνας θεωρείται το πιο επικίνδυνο, «γιατί δύσκολα φεύγει», αφού η μάνα καμαρώνοντας το παιδί της εκδηλώνει την ανομολόγητη επιθυμία να το οικειοποιηθεί πάλι, όπως όταν το κυοφορούσε.
Τα πρόσωπα που φοβάται κανείς ότι θα τον ματιάσουν είναι όσα πιστεύει ότι τον αντιπαθούν ή όσα αυτός αντιπαθεί. Η υποψία για το μάτιασμα επιβεβαιώνει κίνητρα και προθέσεις. Κανείς δεν μπορεί να είναι ασφαλής, αφού είναι συνεχώς ορατός. Η μόνη προφύλαξη είναι να καταστεί συμβολικά αόρατος, ώστε να διασφαλίσει τα όρια του εαυτού του. Γι' αυτό φοράει κανείς ένα φυλαχτό και τον σταυρό της βάφτισης κάτω από τα ρούχα του ή κρεμά ένα «ματάκι» γυάλινο ή μια γαλάζια χάντρα στον λαιμό. Υπάρχουν και φυλαχτά για αντικείμενα: σταυροί, [μονό]σκορδα, άδεια κελύφη αυγών. aλλα αποτροπαϊκά είναι να φτύνει κανείς τρεις φορές τον κόρφο του ή να ψιθυρίζει «σκόρδα στα μάτια σου, παλούκια στον κώλο σου», όταν κάποιος τον κοιτάζει επικίνδυνα, να κρύβει μια σκελίδα σκόρδο ή ένα κομμάτι δίχτυ στα ρούχα του, να φορά τα εσώρουχα ανάποδα ή να κάνει μια μουντζούρα πίσω απ' το αυτί. Eτσι, ο εαυτός παραλλάσσεται, δεν είναι αυτός που φαίνεται, αλλά ένας άλλος, κρυμμένος κάτω από την ορατή επιφάνεια.

O ξεματιαστής

Τα σωματικά συμπτώματα του ματιάσματος δηλώνουν τις προσωπικές ή κοινωνικές συγκρούσεις του πάσχοντος και η «ασθένεια» που προκαλείται γίνεται η συμβολική γέφυρα που συνδέει το ανθρώπινο με το κοινωνικό σώμα. Γι' αυτό και η θεραπεία συντελείται σε επίπεδο συμβολικό, «το ξεμάτιασμα δεν είναι δουλειά του γιατρού». Απαιτεί τέχνη και τεχνική, «θέλει λόγια και πράξη». Το σώμα υφίσταται την οπτική επίθεση (ο ματιασμένος «ζαλίζεται, νιώθει μιαν αδυναμία, πονάει το κεφάλι του, τρέχουν τα μάτια του, κόβονται τα πόδια του, χάνεται», ο ματιαστής «καρφώνει, τρώει με το μάτι του») και δέχεται τη θεραπεία του ξεματιαστή. Αυτός εισπράττει στο δικό του σώμα, «παίρνει απάνω του» το κακό, χωρίς να αρρωσταίνει ο ίδιος, σημάδι της δύναμής του και επιβεβαίωση της θεραπείας. Ο ξεματιαστής επαναφέρει τον «άρρωστο» στην προηγούμενη ασφάλειά του, εισάγοντας στο πεδίο εκτός από κοινωνικά άτομα και εξωκοινωνικές οντότητες (Χριστός, Παναγία, aγιοι), που κυβερνούν το καλό και το κακό και εγκαθιστούν μια κοσμική τάξη.

Η σωματική αλληλεπίδραση είναι αναγκαία συνθήκη για την επιτυχία του ξεματιάσματος. Ο ξεματιαστής θεραπεύει τον «άρρωστο» με μια τεχνική σωματικής επαφής και συναισθηματικής επιβεβαίωσης. Χαϊδεύει στο κεφάλι τον ματιασμένο, τον αγγίζει με τα δάχτυλα που προηγουμένως τα έχει βρέξει στο τελετουργικό νερό, και όσο λέει «τα λόγια», τον ακουμπά με το χέρι. Η αφή εγκαθιστά τη σωματική ενότητα ματιασμένου/ματιαστή και μεταφέρει κυκλικά από τον έναν στον άλλο μιαν ατμόσφαιρα συν-πάθειας. Συνήθης πρακτική επίσης είναι το «σαράντισμα» ή «ξεμέτρημα» σαράντα πιθαμών πάνω στον ματιασμένο, από κάτω προς τα πάνω και ύστερα αντίθετα. Αναπαριστά την απέκδυση του κακού και την επανένδυση του άρρωστου στη φυσιολογική κατάσταση.

Το νερό, το λάδι, το αλάτι, το κάρβουνο, το σάλιο, ιερά συστατικά του ξεματιάσματος, είναι φυσικές ουσίες απαραίτητες για την επιβίωση. Η χρησιμότητά τους στοιχειοθετεί την ιερότητά τους. Οι γητειές για το ξεμάτιασμα είναι επιτελεστικά κείμενα, πράττουν ενώ λέγουν και περιγράφουν ενώ πράττουν. Είναι λόγος «μαγικός», τελετουργικός, ρυθμικός και επαναλαμβανόμενος, με αυθαίρετη λεκτική και συντακτική δομή, όπου συνυπάρχουν το κατανοητό με το ακατανόητο - οι λέξεις δεν δηλώνουν πρόσωπα και πράγματα, οι λέξεις είναι τα πρόσωπα και τα πράγματα.

Το ξεμάτιασμα δίνει μια αίσθηση εξουσίας πάνω σε δυνάμεις που καθορίζουν έξωθεν τα ανθρώπινα πράγματα, επιχειρεί μια διείσδυση στον χώρο του απαγορευμένου και του ανεξέλεγκτου. Πρόκειται για ένα συμβολικό σύστημα που εμπεριέχει και διαπραγματεύεται τα πιο ετερόκλητα και ασύμβατα πράγματα και επιδέχεται πλήθος ερμηνειών. Oσο προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε τέτοια συστήματα τόσο αυτά λανθάνουν επιβιώνοντας και ως επιστημονικά ζητήματα και ως κοινωνικά προβλήματα.

Βιβλιογραφία:

Χ. Bεΐκου, «Κακό μάτι. Η κοινωνική κατασκευή της οπτικής επικοινωνίας», Ελληνικά Γράμματα, aθήνα,1998.

Ε. Σκουτέρη-Διδασκάλου, «Το στίγμα της «μαγείας«. Περιδινήσεις ενός σημείου αναφοράς στην ανθρωπολογική θεωρία», στο «Γλώσσα και μαγεία. Kείμενα από την aρχαιότητα», Αθήνα, Ιστός, 1997.

Α. Φ. Χριστίδης, «Η μαγική χρήση της γλώσσας», στο «Γλώσσα και μαγεία…», όπ. παρ.

Β. Xρυσανθοπούλου, «Το κακό μάτι στους Eλληνες της Αυστραλίας»:

Farrington, «Ταυτότητα, συνέχεια, νεοτερικότητα», Αρχαιολογία, 72, Αθήνα, 1999.
ΠΗΓΗ: εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, ένθετο 7 ΗΜΕΡΕΣ,21-09-03
Reblog this post [with Zemanta]

Παγανά και Καρκαντζέλια


I found this fascinating quote today:


"Ο φόβος και η προκατάληψη των αμόρφωτων ανθρώπων είναι εκείνο που γεννά τις φαντασίες των δαιμονικών", έγραφε ο Μιχαήλ Ψελλός , σε μικρή μελέτη του για τους Καλικαντζάρους, που οι Βυζαντινοί τους λέγανε Βαβουτσικάριους. Οι Καλικάντζαροι, σύμφωνα με τις διάφορες δοξασίες που υπάρχουν σε πολλές περιοχές της χώρας, βρίσκουν την ευκαιρία να ανέβουν στον επάνω κόσμο τις μέρες του Δωδεκαήμερου και να αρχίσουν τις σκανταλιές τους.spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius
You should read the whole article.

Το δώρο στο παραμύθι και την παράδοση


I found this fascinating quote today:


Είναι δυνατό να υπάρχουν ίδια μοτίβα δώρων στο παραμύθι και στην παράδοση. Eντούτοις αυτά μορφοποιούνται διαφορετικά, εξαιτίας διαφορετικών κλίσεων των δύο ειδών. Eτσι, τα δώρα μπορούν να μεταβάλλονται, να αλλάζουν στην παράδοση: το χρυσάφι γίνεται κάρβουνο ή και αντίστροφα. Tο παραμύθι δεν την γνωρίζει αυτήν τη μεταβολή. Eκτός κι αν αυτό είναι μέσα στην πρόθεση του δωρητή. Όπως συμβαίνει στη λεγόμενη μαγική φυγή. H έγκλειστη κόρη μιας δράκαινας που φεύγει μαζί με τον νέο που αγάπησε και η μητέρα της τρέχει να τους πιάσει, δίνει στον αγαπημένο της ένα χτένι, που εκείνος το ρίχνει και γίνεται δυσκολοπέραστος αγκαθότοπος.spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius

You should read the whole article.

Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2009

Kαλικάντζαροι

I found this fascinating quote today:

Το Δωδεκαήμερο, από τα Χριστούγεννα ως την παραμονή των Φώτων, σ' ολόκληρη την Ελλάδα, πιστεύουν πως βγαίνουν οι Καλικάντζαροι . Όπως τους φαντάζεται ο λαός, είναι «μαυριδεροί με κόκκινα μάτια, με τρίχινα πόδια, με χέρια σαν της μαϊμούς κι έχουν όλο το κορμί τους τριχωτό. Έρχονται τα δωδεκαήμερα και μπαίνουν στα σπίτια. Τους αρέσουν οι τηγανίτες και τ' αϊ-βασιλιάτικα γλυκά».spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius
You should read the whole article.

Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2009

Δώρο, καταναλωτισμός, εορταστικός τζίρος


TAΣOYΛA KAPAΪΣKAKH

AΣ MIΛHΣOYME με αριθμούς, η εποχή μας συνεννοείται με νούμερα: τόσα δισ. επενδύσεις, τόσα εκατ. αποδόσεις, τόσες χιλ. παράπλευρες απώλειες, τόσο τοις εκατό επιτόκιο, τόσες μονάδες άνοδος X.A., πτώση Dow Jones, ανάκαμψη Nasdaq, στασιμότητα Nikei, άνοδος Hang Seng...

Πάνω από 4 δισ. ευρώ διέθεσαν, τέτοιες μέρες πέρυσι, τα ελληνικά νοικοκυριά σε εορταστικές αγορές, δηλαδή, στην ουσία, σε δώρα προς εαυτούς και αλλήλους. O κλάδος των παιχνιδιών κατέγραψε το 47% του ετήσιου τζίρου του (170 εκατ. ευρώ). O κλάδος των γλυκισμάτων, ποτών, τροφίμων, το 40% του ετήσιου τζίρου του (1,5 δισ. ευρώ). Σε καλλυντικά ξοδέψαμε πέρυσι τις γιορτές 340 εκατ. ευρώ, σε ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές και δώρα για το σπίτι 1,5 δισ. ευρώ, σε ρούχα και παπούτσια 350 εκατ. ευρώ.

Mοχλός όλων, γενεσιουργός αιτία και μέτρο των πάντων λογίζεται σήμερα το χρήμα. Σχεδόν δεν υπάρχει ανθρώπινη σχέση που να ρυθμίζεται χωρίς τη διαμεσολάβησή του, πολλώ μάλλον το δώρο: αυτή η ένδειξη αγάπης, σεβασμού, τιμής, συναρτάται απόλυτα με την αγορά. Tις μέρες των γιορτών, οπότε λαμβάνει χώρα το μεγαλύτερο ετήσιο εμπορικό πανηγύρι, κολοσσιαία ποσά δαπανώνται σε δώρα. Mόνο τα Xριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά οι περισσότεροι κλάδοι καταγράφουν το 40% - 50% του συνολικού ετήσιου τζίρου τους.
Πώς αγοράζονται όλα αυτά; Mε τον 13ο μισθό, φυσικά, με πιστωτικές κάρτες επίσης, και, βέβαια, με εορτοδάνεια, που έχουν γίνει πολύ δημοφιλή. Aν τον Δεκέμβριο του 2003 και τον Ιανουάριο του 2004 ανελήφθησαν σε μορφή εορτοδανείων συνολικά 60 εκατ. ευρώ, το αντίστοιχο ποσό εκτινάχθηκε πέρυσι στα 311 εκατ. ευρώ!

H ιεροτελεστία της κατανάλωσης

Tο δώρο σήμερα αποτελεί ένα μεγάλο κομμάτι της νέας οικονομίας. Συνδεδεμένο άρρηκτα με τις τάσεις και τις διαθέσεις της αγοράς, με την ιεροτελεστία της κατανάλωσης, έχει χάσει σε μεγάλο βαθμό εκείνο το κάτι από το συναίσθημα του δωρητή, εκείνη τη μικρή έστω ιδιαιτερότητα που το έκανε μοναδικό. Προϊόντα της αλυσίδας μαζικής παραγωγής, τα δώρα για παιδιά, τα πάσης φύσεως αντικείμενα που προορίζονται για φίλους και συγγενείς, τα χριστουγεννιάτικα «δώρα» (στολίδια) που κάποτε φτιάχνονταν μόνο με τη... διαμεσολάβηση των ιδεών, της φαντασίας και του διαθέσιμου χρόνου από ευτελή υλικά, προσφέρονται πλέον σε εκατομμύρια πολλαπλά αντίτυπα. Πολύ λίγα δώρα φτιάχνονται σήμερα κατ' οίκον, από τα δικά μας χέρια, με προσωπικό μεράκι, με ζήλο, με αγάπη. Δεν υπάρχει η κοινωνική, πολιτιστική αξία του χειροποίητου δώρου, μια αξία που να προκύπτει από την πρωταρχική, άυλη και όχι από την υλική πλευρά της εργασίας. Mια αξία που να αποκομίζεται από τα ταλέντα, τη γνώση, το πολιτιστικό υπόβαθρο του δωρητή. H αξία του δώρου έχει συρρικνωθεί στο ύψος της τιμής του, που βεβαίως διαμορφώνεται από τους νόμους της προσφοράς και της ζήτησης. Η αγορά του έχει αναγορευτεί σε ψυχαγωγία, σε κοινωνική έξη, σε εργαλείο εξύψωσης του προσωπικού γοήτρου. Aποτελεί καθαρή κατανάλωση - μια «θρησκεία» με ρίζες πλέον βαθιά μέσα στην τρέχουσα καθημερινότητα.

Oλα τα «θέλω», η ξεκούραση, το χαλάρωμα, η διασκέδαση, η φροντίδα του εαυτού μας, που έχει προαχθεί σε υπ' αριθμόν ένα πρότυπο ζωής, το κοινωνικό στάτους -οι αγορές μας είναι τα «μανταλάκια» που μας τοποθετούν σε μια συγκεκριμένη θέση στην κοινωνία- τα δώρα προς τον εαυτό μας και τους άλλους πραγματώνονται μέσα από την κατανάλωση.

Kαι σιγά σιγά η κατανάλωση γίνεται αυτοσκοπός. Γίνεται φαύλος κύκλος. Παύουμε να ορίζουμε ολοκληρωτικά το σώμα μας, που ρυθμίζεται από την αγορά, υπόκειται σε μια νέα ηθική - ένα οργανωμένο σύστημα πειθαρχιών σωστού και λάθους. Tελικά δεν φροντίζουμε το σώμα μας. Tο καταναλώνουμε. Kαμιά φορά και άχαρα, πληκτικά, μηχανικά. Διότι, οι αγορές μπαίνουν «στον αυτόματο», με αποτέλεσμα η απόλαυση κάποια στιγμή να αμβλύνεται, να ατονεί, να εξατμίζεται. Για να κεντριστεί και πάλι, επιστρατεύεται η διαφήμιση.

Mια νέα, ανανεωμένη εικόνα ζωής προβάλλει ως επίγειος παράδεισος. Tο φανταστικό δεν ενδημεί πλέον στον ουρανό, εγκαθίσταται στη γη. Mπαίνει σε λειτουργία η διαδικασία της ταύτισης, που οδηγεί γρήγορα, καταλυτικά, σε ποικίλες εικονικές πραγματώσεις... H ανάπτυξη αυτής της φανταστικής κατανάλωσης διεγείρει την επιθυμία και προκαλεί την αύξηση των πραγματικών αναγκών, της πραγματικής κατανάλωσης.

Bεβαίως, μέχρις ενός ορίου. Διότι η ζωή δεν μπορεί να προσφέρει τα πάντα. Mένουν οι μεγάλες ανικανοποίητες ανάγκες, τα «όνειρα». Ως τέτοια γνωρίζουν ένα ιδιότυπο είδος «πραγμάτωσης» μέσω της διαδικασίας της ταύτισης με τους «ήρωες» των διαφημίσεων. Oσο απίθανο κι αν φαίνεται, οι διαφημίσεις ώς ένα βαθμό προσφέρουν μια φανταστική πληρότητα. Eίναι μια διαδικασία, όπως σημειώνει ο Γάλλος διανοητής Eντγκάρ Mορέν (Edgar Morin), «που καταπραΰνει τις μη ικανοποιήσιμες ανάγκες και διεγείρει τις πραγματοποιήσιμες, και εν τέλει προσαρμόζει τον άνθρωπο στις κυρίαρχες διαδικασίες της αγοράς».
H πρακτική του δώρου υπάρχει όσο και ο άνθρωπος. Mεταλλάσσεται, αλλά δεν εξαφανίζεται. Σήμερα έχει απλουστευθεί από τα νέα κοινωνικά ήθη, έχει διευρυνθεί και έχει εμπορευματοποιηθεί από την αγορά, όμως παράλληλα έχει να προσφέρει κι έναν νέο τρόπο αντίστασης σ' αυτήν.

Yπόθεση ατομική

Aλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Σε πολλές κοινωνίες στο απώτερο παρελθόν, όπως εξηγούσε στις αρχές του περασμένου αιώνα ο Γάλλος ανθρωπολόγος Mαρσέλ Mως, το δώρο αποτελούσε ένα μέσο απαραίτητο για την παραγωγή και αναπαραγωγή των βασικών δομών της κοινότητας. Kάποιος χρειαζόταν να μπει σε ανταγωνισμούς ανταλλαγής πολύτιμων δώρων, προκειμένου να αναβαθμιστεί σε κύρος, να αποκτήσει πρόσβαση στην εξουσία. Yπήρχε μια ηθική του δώρου, η οποία έκανε την ανταπόδοση του προσφερθέντος υποχρεωτική, αφού η προσφορά υποχρεώνει. Σήμερα η ηθική του δώρου ναι μεν υφίσταται, όμως έχει αποκοπεί πλήρως από την παλαιότερη λειτουργία της που ήταν, κατά κύριο λόγο, να αναπαράγει τις θεμελιώδεις κοινωνικές σχέσεις. Tο δώρο αποτελεί κυρίως μια υπόθεση ατομική, προσωπική, την έκφραση προσωπικών σχέσεων, χωρίς υπολογισμό. Tαυτόχρονα, όμως, σφραγίζεται από τη λογική της αγοράς και του κέρδους. Oι σημερινές εμπορευματικές κοινωνίες «αξιοποιούν» με αμέτρητους τρόπους την πρακτική του δώρου, την οποία έχουν διευρύνει και αποπροσωποιήσει στο έπακρο.

Για παράδειγμα, ένα αξιοπρόσεκτο κομμάτι της αγοράς του δώρου κατέχει το διαφημιστικό επιχειρηματικό δώρο. Πάνω από 150 επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται σ' αυτόν τον κλάδο στη χώρα μας, με ετήσιο τζίρο, σύμφωνα με στοιχεία της Statbank, περί τα 90 εκατ. ευρώ. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η βιομηχανία των επιχειρηματικών δώρων αγγίζει τα 7 δισ. δολάρια περίπου. Tσάντες -το πρώτο διαφημιστικό δώρο ήταν, το 1881, μια σχολική τσάντα στολισμένη με αποκόμματα διαφημίσεων - ημερολόγια, τράπουλες, μολύβια, στυλό και εν γένει αξεσουάρ γραφείου, μπλουζάκια (το πιο επιτυχημένο διαφημιστικό δώρο όλων των εποχών), κούπες, ρολόγια, αυτοκόλλητα, καπελάκια, κομπιουτεράκια, beepers και άλλα μικρά ηλεκτρονικά gadgets αποκτούν μια διπλή υπόσταση: αποτελούν ένα δώρο και ταυτόχρονα υπενθυμίζουν στον αποδέκτη του, εκείνον τον άλλο, ερεθιστικό, φανταστικό κόσμο... Eίναι ένα δώρο που υπερβαίνει τη σφαίρα της ιδιωτικής ζωής και των προσωπικών σχέσεων - χωρίς όμως να καταργεί την αμοιβαιότητα, αφού εκείνοι για τους οποίους προορίζεται θα ανταποδώσουν, φυσικά όχι με δώρο, αλλά με αγορές κάποιας άλλης υπηρεσίας ή προϊόντος, κάπου αλλού...

Tο προσωπικό δώρο, πάλι, μολονότι συντηρεί μια ολόκληρη βιομηχανία και ένα μεγάλο κομμάτι της αγοράς, είναι καλά κλεισμένο στη σφαίρα του ιδιωτικού. Φτάνει ακόμη και να αντιτίθεται στις εμπορευματικές σχέσεις, όπως υποστηρίζει ο Γάλλος κοινωνιολόγος Maurice Godelier στο βιβλίο του «Tο αίνιγμα του Δώρου», ακριβώς τη στιγμή που κυριαρχεί η πίστη στις αρετές της αγοράς και του ανταγωνισμού, ως τους μοναδικούς θεσμούς που μπορούν να ρυθμίσουν τα ουσιαστικά προβλήματα της κοινωνίας. Mε ποιον τρόπο;
Tο δώρο αποτελούσε πάντα (και συνεχίζει να αποτελεί) ένα μέσο επιβολής εξουσίας, ένα μέσο κυριαρχίας. Aπό τον πλούσιο στον φτωχότερο, από τον ισχυρό στον αδύνατο, από τον διευθυντή στον υφιστάμενο, από το κράτος στον πολίτη, αλλά και μεταξύ ισότιμων ατόμων. Tο σημερινό προσωπικό δώρο δεν προϋποθέτει την ανταπόδοση, δεν θέλει να είναι ένα μέσο κυριαρχίας, το αντίθετο. «Tο χωρίς υπολογισμό δώρο μεταξύ στενών συγγενών, στενών φίλων, λέει ο Godelier, αποτελεί την «ονειρεμένη αντίθετη όψη», το «ανεστραμμένο όνειρο» των σχέσεων εξουσίας, συμφέροντος, χειρισμού και υποταγής που προϋποθέτουν οι εμπορευματικές σχέσεις και η αναζήτηση του κέρδους, από τη μια, οι πολιτικές σχέσεις, η κατάκτηση και η άσκηση της εξουσίας, από την άλλη. Mε το να εξιδανικεύεται, το «χωρίς υπολογισμό» δώρο λειτουργεί στο φαντασιακό επίπεδο σαν το τελευταίο καταφύγιο της χαμένης αλληλεγγύης.

Στο ίδιο φαντασιακό επίπεδο λειτουργεί για τον σύγχρονο δυτικό άνθρωπο το χωρίς ανταπόδοση δώρο του προς τους φτωχούς του πλανήτη: ως μια πράξη εναντίωσης στα δυτικά οικονομικά συστήματα εκμετάλλευσης και εκπτώχευσης των ανυποψίαστων υπανάπτυκτων λαών, ως μια προσπάθεια ανάσχεσης της κραυγαλέας κοινωνικής αδικίας. Παράλληλα, ως μια υποσυνείδητη (ή και συνειδητή) διαδικασία αποκάθαρσης του Δυτικού ανθρώπου από τις όποιες ενοχές για τη δική του ευημερία, σε αντιπαραβολή με τη δυστυχία του άλλου.

Mαζική φιλανθρωπία

Tα τελευταία χρόνια, αυτό το νέο είδος μαζικής φιλανθρωπίας (η συμβολική βοήθεια προς τους λιμοκτονούντες άλλων περιοχών του πλανήτη) έχει αναπτυχθεί πολύ, πλάι στην παραδοσιακή φιλανθρωπία, που και αυτή επίσης γνωρίζει μια νέα άνθηση. Eίναι η «υιοθέτηση» ενός ορφανού στην Aφρική, η ενίσχυση μιας εξαθλιωμένης περιφέρειας στην Aσία, ώστε να αποκτήσει νοσοκομείο και σχολείο - μια μηνιαία τακτική «συνδρομή» σε μη κυβερνητική οργάνωση, που καταλήγει να αποπληρώνεται ρουτινιέρικα, μαζί με άλλες συνδρομές για έντυπα, μαζί με τις δόσεις για το αυτοκίνητο ή το σπίτι... Eίναι η προσφορά των γαμήλιων δώρων του ζευγαριού για αγαθοεργούς σκοπούς: είναι πολύ του συρμού τα τελευταία χρόνια στη Bόρεια και στην Kεντρική Eυρώπη οι μελλόνυμφοι να ζητούν από φίλους και συγγενείς να μην τους αγοράσουν γαμήλιο δώρο, αλλά να καταθέσουν ένα χρηματικό ποσό στον λογαριασμό μιας μη κυβερνητικής οργάνωσης, που θα το διαχειριστεί για την καταπολέμηση της φτώχειας στον Tρίτο Kόσμο. Σε σχέση, ακριβώς, με το έθιμο του γαμήλιου δώρου, ας σημειωθεί, παρένθετα, ότι στη χώρα μας αποκτά, δυστυχώς, πολλούς μιμητές η μόδα της «λίστας γάμου», μια συνήθεια που, με το άλλοθι της πρακτικότητας, καταλήγει να αποπροσωποποιεί και να εμπορευματοποιεί πλήρως το ιδιαίτερο αυτό είδος δώρου.

Aυτού του είδους η φιλανθρωπία που προαναφέραμε, όπως ακριβώς και το χωρίς σκοπιμότητα προσωπικό δώρο, είναι σαν την «ανεστραμμένη εικόνα» του κυρίαρχου κοινωνικού ρεύματος, σαν το «ανάποδο όνειρο» της καταναλωτικής κοινωνίας. Mια φωτεινή διέξοδος σε έναν κόσμο που διαχωρίζει, κατά τον Godelier, τα άτομα μεταξύ τους, τα απομονώνει ακόμη και μέσα στην οικογένειά τους, ωθώντας τα να πάψουν να είναι αλληλέγγυα.

Aλληλεγγύη είναι, λοιπόν -δυσεύρετη, λιγοστή, πολύτιμη- το δώρο χωρίς ανταπόδοση. Kαι μαζί, μια σύντομη, λυτρωτική επιστροφή στην αθωότητα.
ΠΗΓΗ:εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ,1-1-2006



Reblog this post [with Zemanta]

Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2009

Η Πρωτοχρονιά στο χρόνο & τον κόσμο

Coca-Cola Santa 1942Image by coolz0r via Flickr

I found this fascinating quote today:
Η Πρωτοχρονιά, αν και δεν είχε τόσο έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα, για το βυζαντινό και το νεότερο ελληνισμό, ως τη σύγχρονη επέλαση του αγγλοσαξονικού πολιτισμού, ήταν η μεγαλύτερη γιορτή. Σήμερα, κυριαρχούν η θρησκευτικότητα των Χριστουγέννων, η λατρεία της φάτνης και των αγγέλων και τα αμερικανικά καταναλωτικά και θρησκευτικά έθιμα που εκτοπίζουν σιγά σιγά έθη, ήθη και μορφές της ελληνικής και λαϊκής παράδοσης.

spoudasterion.pblogs.gr, Ludus Literarius,Dec2009


You should read the whole article.
Reblog this post [with Zemanta]

Πρωτοχρονιάτικα έθιμα


Ο Αϊ - Βασίλης και ο «ρουγκατσιάρης»

Πανάρχαιες γιορτές για το νέο χρόνο

Η αισιοδοξία και η συγκίνηση της αναμονής του άγνωστου που εύχεσαι να είναι κάτι καλύτερο από το χρόνο που φεύγει, καθιστούν την Πρωτοχρονιά γιορτή - σταθμό του ανθρώπου μέσα στο χρόνο.

Για το λαό μας, όπως για όλους τους λαούς, όποτε κι αν γιορτάζουν την Πρωτοχρονιά, η παραμονή της μέρας που καταλήγει τα μεσάνυχτα για ένα δευτερόλεπτο σε «πύλη» εξόδου και εισόδου συγχρόνως ήταν γεγονός ιδιαίτερης σημασίας και γιορταζόταν ανάλογα.


Τα «μαντέματα»

Κανείς δεν κοιμόταν το βράδυ της παραμονής, μέχρι να βεβαιωθεί για τα μελλούμενα και να κόψει τη βασιλόπιτα. Στη Μακεδονία και τη Θεσσαλία γίνονταν τα μαντέματα για το πώς θα πάει η καινούρια χρονιά. Ολη η οικογένεια συγκεντρωνόταν το βράδυ στο σπίτι και ένα αγόρι έφερνε από το στάβλο σπυριά σιταριού. Ο πατέρας ή η μητέρα έδινε στο σπυρί ένα από τα ονόματα των μελών της οικογένειας και το έβαζε στην πλάκα του τζακιού. Οταν το σπυρί έσκαζε από τη θερμότητα όλοι παρακολουθούσαν την πορεία του. Αν πήγαινε προς τα πάνω, αυτό σήμαινε υγεία. Αν καιγόταν ακίνητο τότε σήμαινε αρρώστια. Αν πήγαινε μακριά, τότε αυτός που είχε δώσει το όνομά του στο σπυρί, θα ξενιτευόταν. Αν είχε βάλει το σπυρί κοπέλα και εκείνο πεταγόταν έξω σήμαινε πως θα παντρευόταν το νέο χρόνο. Κι αν το σπίτι είχε ξενιτεμένο και το σπυρί πηδούσε στο εσωτερικό του τζακιού, τότε ο ξενιτεμένος θα επέστρεφε γρήγορα.

Στα χωριά της Χαλκιδικής τη θέση του σταριού έπαιρνε η ελιά. Εβαζαν τρία φύλλα ελιάς κοντά στο τζάκι και όπως με το στάρι, αν καίγονταν ζωηρά ήταν καλό σημάδι, ενώ αν δεν είχε ζωηράδα, τότε θα έρχονταν αρρώστιες.

Η βαθιά ανάγκη όμως για αισιοδοξία δεν άφηνε τον άνθρωπο να αφεθεί μόνο στα «τερτίπια» της φύσης και έβρισκε τρόπους να «σπρώξει» κάπως την τύχη του. Ετσι, στο Βλαχόπουλο της Πυλίας, ανήμερα της Πρωτοχρονιάς πριν το ποδαρικό, κοιτούσαν από το παράθυρο στο δρόμο και αν περνούσε καλός άνθρωπος έτρεχε όλη η οικογένεια να τον δει για να πάει καλά η χρονιά, αν όμως όχι, ο «παρατηρητής» έφευγε σκυφτός και αμίλητος από το παράθυρο. Κάτι ανάλογο έκαναν και τα κορίτσια στην παλιά Αθήνα. Κάθονταν στο παράθυρο μετά τα μεσάνυχτα, μόλις που είχε ?γυρίσει? ο χρόνος και κοίταζαν έναν καθρέφτη μέχρι να ακουστεί κάποιο αντρικό όνομα στο δρόμο. Μόλις ακούγονταν έκαναν τον σταυρό τους τρεις φορές και έλεγαν «το όνομα που άκουσα/ να είναι το όνομά του/ του χρόνου να 'ναι κύρης μου/ κι εγώ να 'μαι κυρά του». Μετά άφηναν τον καθρέφτη στο παράθυρο και κοιμούνταν. Αν το πρωί ο καθρέφτης δεν ήταν θαμπός από την υγρασία τότε όλα θα πήγαιναν καλά τη νέα χρονιά.

Στα χωριά των Τρικάλων, πριν τα χαράματα, οι γυναίκες πήγαιναν «κατά μόνας» και έπαιρναν «αμίλητο νερό» από τη βρύση, αλείφοντάς τη με λίπος «για να τρέχει το βιο και το τυχερό σαν το νερό». Επιστρέφοντας, πριν μπουν στο σπίτι σταύρωναν την πόρτα με λίπος για τον ίδιο λόγο.

Το «ποδαρικό

Ο πρώτος επισκέπτης του σπιτιού την Πρωτοχρονιά έκανε το ποδαρικό. Περνούσε το κατώφλι με το δεξί και καθόταν σταυροπόδι «για να μην αφήσει η κλώσα τα αβγά και να μη φύγει έξω το τυχερό». Μετά έβαζαν μπροστά του ένα πιάτο με αλάτι και ένα δεκανίκι, εκείνος έριχνε αργά το αλάτι στη φωτιά και σκαλίζοντάς το με το δεκανίκι έλεγε: «Πώς σκάζ' τ' άλας, έτσ' να σκάζ'ν κι οι οχτροί κι να βγαίν' τα μάτια τ'ς, να σκάζ'ν τα καρυδίτσια του βαμπακιού κι να βγαιν' του βαμπάκ'». Το ίδιο εύχονταν για την αύξηση των προβάτων και για να βρεθούν γαμπροί και νύφες. Στην Αγιάσο της Λέσβου άφηναν το τραπέζι στρωμένο όλη τη νύχτα για να φάει ο Αϊ - Βασίλης.

Η βασιλόπιτα

Οι εκδοχές για την προέλευση της βασιλόπιτας είναι πολλές. Γεγονός όμως είναι πως αποτελεί αναντικατάστατο θεσμό της Πρωτοχρονιάς, όπως και το «φλουρί» που φέρνει καλοτυχία σ' όποιον το βρίσκει, ο οποίος παλιότερα έπαιρνε και το ρόλο του «αρχηγού» του γλεντιού που ακολουθούσε. Στα χωριά, έφτιαχναν πάνω στη βασιλόπιτα «μινιατούρες» από μικρά κλωνάρια που συμβόλιζαν μαντριά, ζώα, μελίσσια κλπ. Σε άλλα μέρη, αντί για φλουρί, έβαζαν ένα σταυρυδάκι που συμβόλιζε τον γαμπρό κι ένα δαχτυλίδι που συμβόλιζε τη νύφη. Για τους ανύπαντρους, αυτό σήμαινε γάμο μέσα στη χρονιά.

Τα «σούρβα»

Τα «σούρβα» ήταν πρωτοχρονιάτικη γιορτή και σύμφωνα με τον Κ. Καραπατάκη πήραν την ονομασία τους από τις κρανιές που στη Θράκη τις λένε «σούρβες». Τα αγόρια έκοβαν κλωνάρια από κρανιές και χτυπούσαν τους ανθρώπους στην πλάτη για να τους μεταδώσουν δύναμη, τραγουδώντας «Σούρβα σούρβα/ γερό κορμί/ γερό σταυρί/ σαν ασήμι». Τα σούρβα ήταν το «σύνθημα» για τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα. Οπως και στα χριστουγεννιάτικα κάλαντα, έτσι και στης Πρωτοχρονιάς, οι παραλλαγές προσαρμόζονταν στα χαρίσματα των νοικοκυραίων. Αν κάποιο σπίτι δεν άνοιγε την πόρτα για τα κάλαντα, τα παιδιά τραγουδούσαν «αφέντη μου στην κάπα σου εννιά χιλιάδες ψείρες/ Αλλες γεννούν κι άλλες κλωσούν/ κι άλλες αυγομαζώνουν/ κι άλλες τον Θιο παρακαλούν/ να μην τις ζεματίσουν». Τα σούρβα θα σβήσουν μέσα στα χρόνια της Κατοχής, χωρίς να ξανααναβιώσουν.

Η μορφή του Αϊ - Βασίλη με το «χαρτί και το καλαμάρι» είναι κυρίαρχη σε όλες τις παραλλαγές που απαντώνται στη χώρα. Ενίοτε, ο καλοσυνάτος άγιος κρατάει καλάθι όπως μας πληροφορούν κάλαντα της Μυκόνου: «Αγιος Βασίλης έρχεται από τις Κάτω Δήλες/ βαστά το καλαθάκι του γεμάτο πεταλίδες/ βαστά και την κοφίνα του γεμάτη με "μανίτες"(σ.σ. μανιτάρια)./ Αγιος Βασίλης έρχεται και στο ντουλάπι πάει/ να βρει τα ξεροτήγανα να κάτσει να τα φάει» Στα κάλαντα της Οίας κουβαλά κούτσουρα, ενώ στον νοικοκύρη εύχονται «αράβι από τη Μάλτα/ τσαι τσείνο πού 'χεις στο νησί/ να το τραβάς για βάρκα» Στην Σίφνο τα κάλαντα είχαν κι άλλους σκοπούς: «Παλικαρόπουλο κι εγώ/ έρχομαι και σας κυνηγώ/ μιαν ευχή να σας χαρίσω/ το πουγκί μου να γεμίσω./ Πού ξέρεις αν καμιά φορά/ με κάμ' η τύχη ταλαρά/ και την κόρη σου πλανέψω/ και για νύφη τη γυρέψω».
Τα «ρουγκατσιάρια»

Στη Μακεδονία, την Πρωτοχρονιά, γιορτάζονταν τα «ρουγκατσιάρια». Μια καθαρά διονυσιακή γιορτή, που κάποτε γιορταζόταν σ' όλη την Ελλάδα με παραστάσεις και οργιώδη λαϊκά γλέντια. Η γιορτή συμβόλιζε τη ζωή και το θάνατο, το ξύπνημα της φύσης και την εναλλαγή του χρόνου. Φαλλικά σύμβολα, μάσκες και κουδούνες, που φοριούνταν μόνο από άντρες περνούσαν μετά το μεσημεριάτικο κόψιμο της βασιλόπιτας για να διασκεδάσουν το κόσμο. Πίσω από τους μασκαράδες ακολουθούσαν αγόρια και άντρες τραγουδώντας «Αϊ Βασίλης έρχεται, Γενάρης ξημερώνει/ Βασίλη μ' πόθεν έρχεσαι και πόθεν κατεβαίνεις;/ Από τα ξένα έρχομαι και στα δικά μου πάω/ Αν έρχεσ' απ' την ξενιτιά, πες μας ένα τραγούδι/ Εγώ τραγούδια μάθεσκνα, τραγούδια να σας λέω/ Στην πατερίτσ' ακούμπησε να πει ένα τραγούδι/ κι η πατερίτσα 'ταν χλωρή κι απόλυκε κλωνάρια/ κλωνάρια, χρυσοκλώναρα, χρυσά, μαλαματένια». Τα κύρια πρόσωπα στα «ρουγκατσιάρια» ήταν ο «ρουγκατσιάρης» που έπρεπε να είναι βαμμένος κατάμαυρος και να φοράει κουδούνες, η «Μπούλα», σύμβολο της βλάστησης που την παράσταινε ένα νέο αγόρι, οι «καπεταναίοι» με τις φουστανέλες και ο «γιατρός» με τα «γιατροσόφια» του. Για τους ανθρώπους των χωριών μας ήταν κάτι σαν τις Απόκριες, μια μοναδική ευκαιρία ξεγνοιασιάς και ελευθεριότητας.

Βιβλιογραφία: 1) Κώστα Καραπατάκη «Παλιά χριστουγεννιάτικα ήθη και έθιμα (Το Δωδεκάμερο των Χριστουγέννων)», εκδόσεις Δημ. Ν. Παπαδήμας.

2) Γιάννα Β. Σέργη «Να τα πούμε; Παραδοσιακά κάλαντα», εκδόσεις «Φιλιππότη».

ΠΗΓΗ: εφημ. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 1-1-2000
Reblog this post [with Zemanta]

Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2009

Η παρακμή της Δύσης

Cover of "The Decline of the West (Oxford...Cover via Amazon


της Therese Delpech,

Original source: Hesiodi Ascraei opuscula insc...Image via Wikipedia

διευθύντριας στρατηγικών μελετών της Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας της Γαλλίας. International Herald Tribune

Η «παρακμή της Δύσης» είναι αγαπημένο θέμα συζήτησης όσων επιθυμούν να εκφράσουν απογοήτευση, πόθο για εκδίκηση ή ανοιχτή αντιπαλότητα. Αυτό συμβαίνει με τη Ρωσία, παρότι η ρωσική τέχνη και ο πολιτισμός θεωρούνται αναπόσπαστο τμήμα της δυτικής κληρονομιάς, με την Κίνα, η οποία αναμένει την «ιστορική της στιγμή» με ελάχιστα συγκεκαλυμμένη ανυπομονησία, και με το Ιράν, τον αυτόκλητο λαμπαδηδρόμο του Ισλάμ σε όλο τον κόσμο. Ανεξάρτητα από το αστήρικτο του επιχειρήματός τους, όσοι πιστεύουν στη δυτική παρακμή αξίζουν να τους αναγνωρίσουμε μία εύστοχη διαπίστωση: Ο δυτικός κόσμος εμφανίζεται ολοένα και πιο απρόθυμος να συνεχίσει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ανθρώπινη ιστορία.

Οι επικριτές του δυτικού πολιτισμού ξεχνούν, όμως, κάτι πολύ σημαντικό: Η παρακμή αποτελεί ένα από τα αγαπημένα θέματα του πολιτισμού της Δύσης, από τα «Eργα και Ημέρες» του Ησίοδου στην αυγή του ελληνικού πολιτισμού, μέχρι και στο πιο γνωστό -αν και μέτριο- έργο του Oσβαλντ Σπένγκλερ «Η Παρακμή της Δύσης» των αρχών του 20ού αιώνα. Το θέμα της παρακμής, που διατρέχει την ιστορία μας σαν ρεφρέν πληκτικού τραγουδιού, δεν οφείλεται σε φόβο των νεωτερισμών, που άλλωστε ευνόησαν τον δυτικό πολιτισμό, αλλά στη φοβία της κατάρρευσης. Αυτό δεν αποτελεί μόνο αναπόσπαστο τμήμα της ιουδαιοχριστιανικής μας παράδοσης. Πριν ακόμη από την πτώση του Εωσφόρου και των εκπεσόντων αγγέλων, οι Ελληνες είχαν περιγράψει στη μυθολογία τους την πτώση των Τιτάνων. Και στις δύο περιπτώσεις, οι αποδέκτες των μύθων αυτών μετέφεραν στους απογόνους τους τον φόβο και τη μνήμη της απώλειας.

Οι φιλοσοφικές ή λογοτεχνικές εκδοχές του θέματος της παρακμής είναι αμέτρητες. Στον Τίμαιο του Πλάτωνα, η σταδιακή παρακμή διακόπτεται μόνο χάρη στην παρέμβαση των θεών. Στον «Χαμένο Παράδεισο», ο Τζον Μίλτον περιγράφει τη μάχη μεταξύ των αγγέλων με τόσο γλαφυρό τρόπο, που ο Μπερνάρ Μπρόντι χρησιμοποίησε εδάφιο του ποιήματος για να προλογίσει ένα από τα βιβλία του για την ατομική βόμβα.

Οι εικόνες ενός λαμπρού μέλλοντος αποτελούν αποκλειστικότητα του δυτικού πολιτισμού. Το μέλλον, όπως περιγράφεται από τους επαναστάτες, καταλήγει στην καταστροφή, όπως απέδειξε περίτρανα και ο περασμένος αιώνας. Οι Δυτικοί συγγραφείς, ακόμη και όσοι φημίζονται για τον ενθουσιασμό τους, προβάλλουν ισχυρή δόση απαισιοδοξίας. Ο Ιμάνουελ Καντ, για παράδειγμα, το σχέδιο του οποίου για παγκόσμια ειρήνη συγκινεί πλείστους όσους σύγχρονους διανοούμενους, δήλωσε ότι «τίποτε το ευθύ δεν μπορεί να προέλθει από τη στραβή ξυλεία της ανθρωπότητας».

Οι Ευρωπαίοι, όμως, ουδέποτε πέτυχαν να μεταδώσουν το συμπέρασμα αυτό στους Αμερικανούς, ο Κήπος της Εδέμ των οποίων μοιάζει να μη διαθέτει έναν καίριο παίκτη: το φίδι. Η απουσία αυτή γίνεται εμφανής στην κυβέρνηση Ομπάμα, που απλώνει την αγκαλιά της προς όλες τις κατευθύνσεις, χωρίς να φοβάται τους κινδύνους. Ο Αμερικανός πρόεδρος θα έπρεπε να ξαναδιαβάσει Χέρμαν Μέλβιλ, έναν από τους καλύτερους Αμερικανούς λογοτέχνες, που ασχολήθηκε με το θέμα του κακού.

Η εμμονή στην παρακμή έχει, όμως, και επικίνδυνες επιπτώσεις, που έχουν να κάνουν με την απογοήτευση ή ακόμη χειρότερα με την αδιαφορία απέναντι στην πτώση. Είναι άλλωστε γνωστό ότι η παραίτηση συνοδεύεται από σαφές αίσθημα ανακούφισης, που μας κάνει να πούμε: «Αν έτσι πάνε τα πράγματα, τι μπορώ εγώ να κάνω γι’ αυτό;».

Η ενασχόληση με την παρακμή μπορεί, όμως, να οδηγήσει και σε εποικοδομητική αυτοκριτική και στην αναγνώριση των ηθικών σφαλμάτων που οδήγησαν στην κατάσταση αυτή. Εθνη που αρνούνται να εξετάσουν κριτικά το παρελθόν τους δεν θα φθάσουν ποτέ στην ιστορική ωριμότητα.

Στο σημείο αυτό, η υπεροχή της Δύσης έναντι της Ρωσίας και της Κίνας είναι συντριπτική, χάρη στις δεκαετίες που δαπανήθηκαν σε μια προσπάθεια ερμηνείας της διαρκούς παρακμής. Ακόμη και σήμερα, οι Ευρωπαίοι συνειδητοποιούν ότι βρίσκονται «μέσα στα συντρίμμια μεγάλης καταιγίδας», όπως είχε γράψει ο Μπαλζάκ για τους πολίτες της Γαλλικής Επανάστασης.

Μόνο η περισυλλογή και η ιστορική μνήμη μπορούν να μας δώσουν τη δύναμη να προβλέψουμε τις επερχόμενες καταστροφές και ίσως να τις αποφύγουμε. Αν και η ενδοσκόπηση είναι αναγκαία, δεν επαρκεί. Ο δυτικός κόσμος πρέπει ακόμη να αντιμετωπίσει πολλά ακανθώδη προβλήματα: η σταδιακή εξαφάνιση των κρίσιμων ζητημάτων που πυροδοτούσαν τη φαντασία οδήγησε σε δραματική συρρίκνωση του πνευματικού βίου. Η «εκδίκηση του ιερού», η επάνοδος δηλαδή της θρησκείας στο προσκήνιο με την πλέον βίαιη και μισαλλόδοξη εκδοχή της, καταδεικνύει το πνευματικό κενό της κοινωνίας μας.

Η Δύση αρχίζει αυτή την περίοδο να εξετάζει τα κορυφαία αυτά ζητήματα. Το χάρισμα της μνήμης, όμως, που υπόσχεται ψυχική ίαση από τις παραπάνω αγωνίες, αποτελεί τη μόνη διέξοδο. Το θέμα της παρακμής και η μελέτη του δεν πρέπει έτσι να αποσκοπεί σε τεχνητή διαιώνιση ενός παρηκμασμένου πολιτισμού, ούτε και να αποτελέσει προάγγελο επερχόμενου «ασιατικού αιώνα». Τι σημαίνει, άλλωστε, αυτό και ποιος είναι άραγε σε θέση να πει αν αυτό θα είναι καλό ή κακό για την ανθρωπότητα;

Το μέλλον θα μας φανεί λιγότερο ζοφερό αν αντλήσουμε συμπεράσματα από μία απλή αλήθεια: Οσοι διαθέτουν τα μέσα για να γράφουν ιστορία είναι εκείνοι που συνειδητοποιούν καλύτερα την τραγική φύση της. Οι καταστροφές του 20ού αιώνα είναι μέρος της κληρονομιάς μας. Είμαστε πλάσματα της παρακμής και της αβύσσου, διψασμένα για αναγέννηση και σωτηρία.
ΠΗΓΕΣ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ,
25-12-09 / The New York Times
Πλήρης  στοίχιση

Reblog this post [with Zemanta]

Πώς οι ναζιστές έκλεψαν τα Χριστούγεννα

LAURENS, SC - DECEMBER 5:  Men dressed as a Sa...Image by Getty Images via Daylife


του Tony Paterson

Η προπαγάνδα του Γ Δ Ράιχ για να εξορίσει τον (εβραίο)
Χριστό από τη σημαντικότερη γιορτή της χριστιανοσύνης και να παρουσιάσει ως μεσσία τον Χίτλερ
Ενα χριστουγεννιάτικο δέντρο στολισμένο με αστραφτερές σβάστικες, ροδομάγουλα παιδιά με στολές ψήνουν γλυκά σε σχήματα συμβόλων των Ες Ες για όλη την οικογένεια, φυλακισμένοι των στρατοπέδων συγκέντρωσης φιλοτεχνούν εορταστικά ναζιστικά κηροπήγια: αυτά είναι μερικά μόνο από τα αμφιλεγόμενα χαρούμενα στιγμιότυπα των Χριστουγέννων επί ναζιστικού καθεστώτος.

Εξήντα πέντε χρόνια αφότου οι Γερμανοί γιόρτασαν τα τελευταία Χριστούγεννα του Γ Δ Ράιχ μια έκθεση που μόλις εγκαινιάστηκε στο Κέντρο Τεκμηρίωσης του Εθνικοσοσιαλισμού της Κολονίας προσφέρει, για πρώτη φορά, μια διαφωτιστική ματιά στις περίτεχνες μεθόδους προπαγάνδας που είχαν αναπτύξει οι ναζιστές στο πλαίσιο της οργανωμένης προσπάθειάς τους να «βγάλουν» τον Χριστό από τα Χριστούγεννα.

Η έκθεση περιλαμβάνει επιλεγμένα αντικείμενα από μια τεράστια ιδιωτική συλλογή αναμνηστικών σχετικών με τα ναζιστικά Χριστούγεννα, όπως στολίδια για το χριστουγεννιάτικο δέντρο στο σχήμα της σβάστικας και των συμβόλων των Ες Ες, κατάλογοι πολυκαταστημάτων που προτείνουν δώρα-παιχνίδια για τους μικρούς γόνους της αρίας φυλής- ναζιστικά τανκς, μαχητικά αεροσκάφη και πολυβόλακαι τραγούδια και κάλαντα από τα οποία έχει αφαιρεθεί κάθε χριστιανικό περιεχόμενο.

«Ο νεογέννητος Χριστός ήταν εβραίος. Αυτό αποτελούσε πρόβλημα αλλά και πρόκληση για τους ναζιστές» εξηγεί η Γιούντιθ Μπρόιερ, η οποία διοργάνωσε την έκθεση χρησιμοποιώντας τα αντικείμενα που η ίδια και η μητέρα της συνέλεξαν από δημοπρατήρια τα τελευταία 30 χρόνια. «Η πιο δημοφιλής χριστιανική γιορτή του χρόνου δεν ταίριαζε με τη ρατσιστική ιδεολογία τους. Επρεπε να αντιδράσουν και το έκαναν προσπαθώντας να την κάνουν λιγότερο χριστιανική».

Η εκμετάλλευση των Χριστουγέννων από το καθεστώς ξεκίνησε σχεδόν αμέσως μετά την άνοδο των ναζιστών στην εξουσία το 1933. Οι υπεύθυνοι ιδεολογίας του κόμματος έγραψαν σελίδες επί σελίδων υποστηρίζοντας ότι το χριστιανικό στοιχείο της γιορτής αποτελούσε μια προσπάθεια χειραγώγησης από την πλευρά της Εκκλησίας με στόχο να καπηλευτεί έθιμα που στην ουσία ανήκαν στην παλαιά γερμανική παράδοση. Η παραμονή των Χριστουγέννων, ισχυρίζονταν, δεν είχε καμία σχέση με τον Χριστό, ήταν η ημερομηνία του χειμερινού ηλιοστασίου- της «άριας» βορειοευρωπαϊκής γιορτής που σηματοδοτούσε «την άγια νύχτα της αναγέννησης του ήλιου».

Η σβάστικα, υποστήριζαν, ήταν ένα αρχαίο σύμβολο του ήλιου το οποίο αντιπροσώπευε τον αγώνα του Μεγάλου Γερμανικού Ράιχ. Ο Αγιος των Χριστουγέννων δεν είχε καμία σχέση με τον γεράκο με τη λευκή γενειάδα και τα κόκκινα ρούχα που θύμιζε επίσκοπο: οι ναζιστές τον επαναπροσδιόρισαν ως απεικόνιση του σκανδιναβικού θεού Οντίν ο οποίος, σύμφωνα με τον μύθο, γύριζε τη γη με το λευκό άλογό του για να αναγγείλει την έλευση του χειμερινού ηλιοστασίου. Οι προπαγανδιστικές αφίσες που παρουσιάζονται στην έκθεση αναπαριστούν τον «άνδρα των Χριστουγέννων ή του ηλιοστασίου» επάνω σε ένα πολεμικό λευκό άλογο, με γκρίζα γένια, πλατύγυρο καπέλο και έναν σάκο γεμάτο δώρα.

Το άστρο που παραδοσιακά στέκεται στην κορυφή του χριστουγεννιάτικου δέντρου απετέλεσε ανυπέρβλητο πρόβλημα. «Ηταν είτε το εξάκτινο άστρο του Δαβίδ,που ήταν εβραϊκό, ή το πεντάκτινο άστρο, σύμβολο της Σοβιετικής Ενωσης των μπολσεβίκων» λέει η κυρία Μπρόιερ. «Και τα δύο ήταν ανάθεμα για το καθεστώς». Ετσι οι ναζιστές αντικατέστησαν το άστρο με σβάστικες, γερμανικούς «τροχούς του ήλιου» και τους σκανδιναβικούς ρούνους «Sig» που το φανατικό στρατιωτικό σκέλος των Ες Ες (η Waffen SS) χρησιμοποιούσε ως σύμβολό του. Οι νοικοκυρές ενθαρρύνονταν να φτιάχνουν κουλουράκια σε ανάλογα «γερμανικά» σχήματα. Μεταξύ άλλων εκθεμάτων στην έκθεση παρουσιάζεται η σελίδα ενός γυναικείου ναζιστικού περιοδικού με μια τέτοια συνταγή: «Κάθε παιδί θα θέλει να ψήσει έναν ρούνο Sig (SS)» διακηρύσσει το συνοδευτικό κείμενο.

Ο «εκναζισμός» των Χριστουγέννων δεν τελείωνε εκεί. Η φάτνη του χριστουγεννιάτικου δέντρου αντικαταστάθηκε από έναν «χριστουγεννιάτικο κήπο» ο οποίος περιελάμβανε ένα ξύλινο ελαφάκι και λαγουδάκια. Η Μαρία και ο Ιησούς έγιναν η γερμανίδα μητέρα με το παιδί της, ενώ οι στίχοι από δεκάδες χριστουγεννιάτικα κάλαντα και τραγούδια, συμπεριλαμβανομένου του περίφημου γερμανικού ύμνου «Αγια νύχτα», ξαναγράφτηκαν ώστε να απαλειφθεί κάθε αναφορά στον Θεό, στον Χριστό και στη θρησκεία. Στο απόγειο της αντιχριστιανικής προπαγάνδας έγινε μια απόπειρα αντικατάστασης της έλευσης του Χριστού Σωτήρα με την έλευση του Αδόλφου Χίτλερ- του «Φύρερ Σωτήρα». «Δεν μπορούμε να αποδεχθούμε ότι ένα γερμανικό χριστουγεννιάτικο δέντρο μπορεί να έχει οποιαδήποτε σχέση με μια φάτνη σε ένα παχνί στη Βηθλεέμ» έγραφε το 1937 ο ναζιστής προπαγανδιστής Φρίντριχ Ρεμ. «Είναι αδιανόητο για εμάς τα Χριστούγεννα και το βαθύ περιεχόμενό τους να αποτελούν προϊόν μιας ανατολικής θρησκείας».

Από τα πιο ζοφερά εκθέματα αποτελεί ένα «Julleuchter» (χριστουγεννιάτικο φανάρι). Επρόκειτο για πήλινα κηροπήγια με γερμανικά σύμβολα που κατασκευάστηκαν με διαταγή του αρχηγού των Ες Ες Χάινριχ Χίμλερ από τους έγκλειστους στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου και προορίζονταν για δώρα στα πιστά μέλη των Ες Ες.

Στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η προσπάθεια των ναζιστών να αφαιρέσουν τον Χριστό από τα Χριστούγεννα επισκιάστηκε από το βάρος του πολέμου. Η γιορτή επικεντρώθηκε κυρίως στην αποστολή δώρων και καρτών στους στρατιώτες στο μέτωπο. Προς το τέλος του πολέμου οι ναζιστές προσπάθησαν να μετατρέψουν τα Χριστούγεννα σε τελετή πένθους για τους πεσόντες, όμως σχεδόν κανείς δεν έδινε πλέον σημασία. Η ναζιστική, χωρίς χριστιανικό περιεχόμενο, εκδοχή κάποιων χριστουγεννιάτικων τραγουδιών επιβιώνει ωστόσο ως σήμερα και τραγουδιέται ακόμη- ανυποψίαστααπό τους Γερμανούς.

Τα δάνεια των χριστιανών από τους παγανιστικούς θρύλους
O ισχυρισμός των ναζιστών ότι τα Χριστούγεννα είχαν παγανιστικές ρίζες εμπεριείχε μια δόση αλήθειας. Οταν ο χριστιανισμός έγινε επίσημη θρησκεία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ενσωμάτωσε πολλές ρωμαϊκές γιορτές και παγανιστικές παραδόσεις.

Μίθρας
Η αρχαία γιορτή που σηματοδοτούσε το χειμερινό ηλιοστάσιο ήταν αφιερωμένη στον Μίθρα, τον θεό της ελληνιστικής και ρωμαϊκής συγκρητικής λατρείας του φωτός. Παραδοσιακά η γιορτή συμβόλιζε την ανανέωση της ελπίδας και πιστεύεται ότι οι χριστιανοί την οικειοποιήθηκαν ως ημέρα της γέννησης του Ιησού περίπου τον 4ο αιώνα.

Σατουρνάλια
Τα έθιμα της ανταλλαγής δώρων, της φαγοποσίας και της διασκέδασης προέρχονται από μια άλλη ρωμαϊκή γιορτή, τα Σατουρνάλια, η οποία εορταζόταν γύρω στις 17 Δεκεμβρίου. Ηταν αφιερωμένη στον Σατούρνους, αντίστοιχο του ελληνικού Κρόνου, ο οποίος για τους Ρωμαίους ήταν ο θεός της γεωργίας και της αφθονίας. Τα δώρα συμβόλιζαν την ανακατανομή του πλούτου από τους πλούσιους στους φτωχούς στις περιόδους μεγάλης ανέχειας και οι πλούσιοι διοργάνωναν μεγάλα φαγοπότια για να ταΐσουν τους γείτονές τους.

Παραμονή νέου έτους
Η διακόσμηση του σπιτιού με χειμωνιάτικα φυτά θεωρείται σήμερα χριστουγεννιάτικη παράδοση, προέρχεται όμως από τον ρωμαϊκό εορτασμό της παραμονής του νέου έτους. Η γιορτή ήταν αφιερωμένη στον Ιανό, τον θεό με τα δύο πρόσωπα. Οι Ρωμαίοι έκαναν πομπές με πυρσούς, έψαλλαν ύμνους, συμβουλεύονταν μάντεις για να μάθουν τη μοίρα τους, έδιναν δώρα και διακοσμούσαν τα σπίτια τους με πράσινα φυτά ως σύμβολο μιας καινούργιας ζωής.
ΠΗΓΗ: εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 25-12-2009

Reblog this post [with Zemanta]

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails

AddThis

| More