του Μιχάλη Kονιόρδου
Στον 21ο αιώνα οι εξελίξεις του τεχνικού πολιτισμού (πληροφορική, αυτοματοποίηση κ.λπ.) αναμένεται να οδηγήσουν σε μια δραστική μείωση των ωρών της εργάσιμης εβδομάδας και επομένως στην ανάπτυξη ενός πολιτισμού του «ελεύθερου χρόνου», για να μπορέσουν να ευθυγραμμιστούν οι απαιτήσεις εργασίας με τις νέες παραγωγικές δυνατότητες του κεφαλαίου.
Οικονομολόγοι, όπως ο νομπελίστας Βασίλι Λεόντιεφ, ήδη προετοιμάζουν το έδαφος για τη μετάβαση στη μικρότερης διάρκειας εργάσιμη εβδομάδα. Σε μια συνέντευξή του υποστηρίζει ότι ο ελεύθερος χρόνος θα πρέπει να θεωρείται ως «ένα τμήμα του εισοδήματος» και ότι «πρέπει να εξευρεθούν τρόποι, ώστε να ενθαρρύνεται η ξεκούραση». Ανησυχεί όμως ότι «εάν εργαζόμαστε λιγότερο», θα «ξοδεύουμε περισσότερο χρόνο μπροστά στην τηλεόραση». Η δημιουργική αξιοποίηση του χρόνου ξεκούρασης μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα «της βελτίωσης της εκπαίδευσης». Πράγματι, δεν είναι μόνον η διάρκεια αλλά κυρίως το περιεχόμενο του ελεύθερου χρόνου που είναι αποφασιστικό.
Στο πλαίσιο μιας τέτοιας εξέλιξης, η συνεχής βελτίωση της εκπαίδευσης και της μόρφωσης θα αποτελέσουν το επίκεντρο των κοινωνικών αναγκών της παγκόσμιας κοινότητας. Η ανοικτή εκπαίδευση θα αποκτήσει έναν ιδιαίτερο, αυτόνομο ρόλο που ξεφεύγει από την άμεση υποταγή στις τρέχουσες ανάγκες της παραγωγής. Δεν πρόκειται πια μόνο για το ποια προετοιμασία για τη ζωή θα πρέπει να βάλουμε στα κεφάλια και στα χέρια των ανθρώπων, αλλά για ένα τελείως άλλο πράγμα: για το τι μπορούμε να κάνουμε τον κάθε άνθρωπο, για το ποιες αυτόνομες δυνάμεις, πλαστουργές πολιτισμού θα μπορέσει να αναπτύξει στη διάρκεια της ζωής του.
Ο ρόλος της ανοικτής εκπαίδευσης
Kάτω από την επίδραση των επιστημονικοτεχνολογικών εξελίξεων, η εκπαίδευση αναμένεται να αποκτήσει δυναμικό χαρακτήρα - σαν σκοπός, περιεχόμενο και μέθοδος, και, τελικά σαν θεσμός. Στο σημερινό κόσμο, ο σημερινός άνθρωπος θα πρέπει σε όλη του τη ζωή να προσαρμόζεται στις μεταβολές των γνώσεων, της εργασίας, του περιβάλλοντος και ολόκληρου του περιεχομένου της ανθρώπινης ζωής.
Για παράδειγμα, υπολογίζεται ότι στη Μηχανική η ημιζωή των γνώσεων που αποκτώνται μέχρι ένα δεδομένο σημείο (π.χ. ώς την αποφοίτηση από το πανεπιστήμιο) είναι 5-7 χρόνια, στους Η/Υ 1-2 χρόνια, στη Διοίκηση Επιχειρήσεων 5-8 χρόνια, στη Νοσοκομειακή Ιατρική 3-5 χρόνια, στη Φυσική και στα Οικονομικά 8 χρόνια και στη Βιοτεχνολογία 5-6 χρόνια.
Η προοπτική που διανοίγει η εσωτερική λογική της τρίτης βιομηχανικής επανάστασης τείνει να καταργήσει τον έως τώρα διαχωρισμό της ζωής ανάμεσα στην περίοδο απόκτησης γνώσεων και στην επόμενη περίοδο της αξιοποίησης αυτών των γνώσεων, που εκτείνεται σε όλη τη διάρκεια της ζωής. Kάτι περισσότερο: η μόρφωση δεν είναι πια μια απλή προετοιμασία για τη ζωή, αλλά γίνεται συστατικό της στοιχείο. Ηδη από σήμερα εγκαθίσταται σε πολλούς κλάδους σαν σταθερή, αξεδιάλυτη συνιστώσα «του χρόνου εργασίας». Ολα δείχνουν πως στο μέλλον, δίπλα στον άμεσο «χρόνο παραγωγής», θα καταλαμβάνει όλο και πιο σημαντικό μέρος του «χρόνου εργασίας».
Η ίδια, συνεπώς, η αποστολή του σχολείου θα αλλάξει ριζικά γιατί θα πρέπει τελικά να ξαναμελετηθεί και να πραγματωθεί σε συνάρτηση με τη συνεχή ανάπτυξη των δεξιοτήτων και ικανοτήτων του ανθρώπου. Εδώ, όμως, τίθεται ένα νέο πρόβλημα που αναμένει επιτακτικά τη λύση του: το πρόβλημα του τρόπου, του άριστου συστήματος, μιας τέτοιας εκπαίδευσης. Η διάρθρωσή της, ανάλογα με τις διάφορες βαθμίδες και μορφές σχολικής και εξωσχολικής μόρφωσης, θα πρέπει να προσαρμοσθεί όσο γίνεται καλύτερα στο χαρακτήρα της σημερινής γνώσης του κόσμου και με τους τρόπους πρακτικής αλλαγής του, και ταυτόχρονα θα πρέπει να σέβεται τις φυσικές ικανότητες του ανθρώπου στις διάφορες φάσεις της ζωής του. Με άλλα λόγια, είναι αναγκαίο να λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες της αυτοαρτίωσης του ανθρώπου, τον ιδιαίτερο ρυθμό του και τις ειδικές ανάγκες του για γνώσεις.
Η παιδεία που θα μπορούσε να θεμελιώσει τη δημιουργική δραστηριότητά του, θα πρέπει, στο μεθοδολογικό πεδίο, να τον εξοπλίσει πολύ πιο αποτελεσματικά, να του προσφέρει μια πιο πλατιά επιστημονική θεώρηση του σημερινού τρόπου αλλαγής του κόσμου και αυτοδιάπλασης του ανθρώπου και να εντάσσεται στη σημερινή σχέση του ανθρώπου με τον κόσμο της τεχνολογίας.
Η παιδεία που παρέχεται στον άνθρωπο δεν μπορεί, βέβαια, να αγκαλιάσει όλες τις ανακαλύψεις και τις νέες θεωρίες στην πληρότητά τους, αλλά μπορεί να εκπληρώσει την αποστολή της, αν επιτρέψει τη διείσδυση στη θεμελιακή διαλεκτική του ανθρώπου και του έργου του στο σύγχρονο πολιτισμό.
Φαίνεται, πως ο καλύτερος δρόμος που μπορεί να ακολουθήσει προς αυτή την κατεύθυνση το εκπαιδευτικό σύστημα είναι μια πλατιά γενική εκπαίδευση -με τη μορφή της ανοικτής εκπαίδευσης- που να εισάγει σιγά σιγά τον άνθρωπο στις ποικίλες σφαίρες της ανθρώπινης δραστηριότητας, παρέχοντάς του -από πλευράς μεθοδολογίας- το δικαίωμα να διαμορφώνει ο ίδιος προοδευτικά την προσωπική του μορφωτική φυσιογνωμία μέσω αυτοτελών μαθησιακών κύκλων, τις θεματικές ενότητες, η εφαρμογή των οποίων στηρίζεται στο σπονδυλωτό ή αρθρωτό σύστημα.
Αυτή η θεώρηση σε ό,τι αφορά την εκπαιδευτική διαδικασία εναρμονίζεται με τις αλλαγές της ανθρώπινης δραστηριότητας σε μια εποχή όπου εκατοντάδες επαγγέλματα και τρόποι ζωής απορροφώνται ή τροποποιούνται από την ανάπτυξη της επιστήμης και της οργάνωσης. Ο άνθρωπος που έχει λάβει μια τέτοια μόρφωση είναι πολύ πιο ευκίνητος, ευλύγιστος, ικανός για αλλαγή, μεταπήδηση σε άλλη ειδικότητα ή βελτίωση της ειδικότητάς του. Το πλησίασμα των διαφόρων πολιτισμών του κόσμου, η ανάγκη της κυριάρχησης του ογκούμενου κύματος πληροφοριών, η αυξανόμενη συμμετοχή των ανθρώπων στις κοινωνικές αποφάσεις και στις διάφορες μορφές κοινωνικών δράσεων (π.χ. τρίτος ή κοινωνικός τομέας της οικονομίας, εθελοντισμός κ.λπ.), και ιδιαίτερα οι ανάγκες της ανάπτυξης του ανθρώπου σαν αυτοσκοπού, δρουν προς την ίδια κατεύθυνση.
Αποστολή της σύγχρονης παιδείας δεν είναι να μεταδίδει στο μαθητή ένα έτοιμο σύστημα γνώσεων, αλλά τις βάσεις και τις μεθόδους της αυτοδιάπλασής του για όλη του τη ζωή και πριν από όλα για εκείνη την περίοδο όπου δεν θα έχει πια το δάσκαλο να τον καθοδηγεί. Το σχολείο του μέλλοντος θα πρέπει να μετατρέψει το αντικείμενο της εκπαίδευσης σε υποκείμενο της αυτοεκπαίδευσης. Σκοπός της μόρφωσης δεν θα είναι η διάπλαση ενός συγκεκριμένου τύπου ανθρώπου, αλλά ενός ανθρώπου ικανού να διαπλάθεται σύμφωνα με το ένα ή το άλλο πρότυπο και μάλιστα ικανού να αλλάζει και το ίδιο το πρότυπο.
Παράλληλα, η εκπαίδευση θα χρειαστεί να διαφοροποιείται βαθμιαία και ουσιαστικά (δυνατότητα επιλογής των τομέων, των θεμάτων κ.λπ.), να εξατομικεύεται, και έτσι να αναπτύσσονται όλες οι ιδιαίτερες ικανότητες που παρουσιάζει ο κάθε νέος προτού αυτές στερέψουν και διαλυθούν. Χωρίς μια πλατιά βάση, η εξειδικευμένη εκπαίδευση χάνει την ικανότητά της να αναδεικνύει τα ταλέντα, και χωρίς την αναγκαία εξειδίκευση, ο άνθρωπος, με τη σειρά του, δεν βρίσκει την απαραίτητη επαφή με την πρόοδο του πολιτισμού.
Ενα τέτοιο σύστημα ανοικτής εκπαίδευσης μπορεί να αποτελέσει την πιο αποτελεσματική βάση της μόρφωσης των ενηλίκων. Ωστόσο, μπροστά στο σημερινό όγκο εργασίας, μειώνεται αναγκαστικά η σημασία και η αποτελεσματικότητα ενός τέτοιου συστήματος, γιατί δεν είναι δυνατόν να παρασχεθεί μια μόρφωση ποιότητας σε μαζική κλίμακα. Ετσι, εάν στο μέλλον ο ελεύθερος χρόνος ξεπεράσει ένα ορισμένο όριο, τα συστήματα ανοικτής εκπαίδευσης θα μπορέσουν να αποτελέσουν τη βάση μιας μόνιμης συμβίωσης της εργασίας και της μόρφωσης.
Τέλος, η εκπαίδευση των ενηλίκων έχει μιαν ιδιάζουσα αναντικατάστατη αποστολή, σε συνάρτηση με την κινητικότητα της βάσης του πολιτισμού και της ανθρώπινης ζωής. Δεν περιορίζεται στο να εξασφαλίσει και να ελέγξει ένα ορισμένο επίπεδο κατάρτισης, αλλά ανταποκρίνεται σε κίνητρα που ξεπηδούν από τα σπλάχνα της σύγχρονης ζωής: ανάγκη της ίδιας της ανάπτυξης των ανθρωπίνων δυνάμεων, ανάγκη συμμετοχής στην εξερεύνηση των νέων δρόμων του πολιτισμού, δίψα για αυτογνωσία, ανάγκη αντίδρασης στην αστάθεια και την ανασφάλεια που γεννά μια υπερβολική εξειδίκευση, περιέργεια που προκαλείται από την επιτάχυνση του ρυθμού της εξέλιξης και από το ξεπέρασμα των αξιών, ανάγκη αποκατάστασης δημιουργικών σχέσεων του ανθρώπου με τον εαυτό του.
Οσο ασαφή και ασταθή αν -ίσως- φαίνονται αυτά τα κίνητρα, αποτελούν ωστόσο χαρακτηριστικό προϊόν του σύγχρονου πολιτισμού και με τον καιρό θα αποκτήσουν, ασφαλώς, μια δική τους θεσμική και συγκροτημένη βάση.
ΠΗΓΗ:εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 3-1-2001
Στο πλαίσιο μιας τέτοιας εξέλιξης, η συνεχής βελτίωση της εκπαίδευσης και της μόρφωσης θα αποτελέσουν το επίκεντρο των κοινωνικών αναγκών της παγκόσμιας κοινότητας. Η ανοικτή εκπαίδευση θα αποκτήσει έναν ιδιαίτερο, αυτόνομο ρόλο που ξεφεύγει από την άμεση υποταγή στις τρέχουσες ανάγκες της παραγωγής. Δεν πρόκειται πια μόνο για το ποια προετοιμασία για τη ζωή θα πρέπει να βάλουμε στα κεφάλια και στα χέρια των ανθρώπων, αλλά για ένα τελείως άλλο πράγμα: για το τι μπορούμε να κάνουμε τον κάθε άνθρωπο, για το ποιες αυτόνομες δυνάμεις, πλαστουργές πολιτισμού θα μπορέσει να αναπτύξει στη διάρκεια της ζωής του.
Ο ρόλος της ανοικτής εκπαίδευσης
Kάτω από την επίδραση των επιστημονικοτεχνολογικών εξελίξεων, η εκπαίδευση αναμένεται να αποκτήσει δυναμικό χαρακτήρα - σαν σκοπός, περιεχόμενο και μέθοδος, και, τελικά σαν θεσμός. Στο σημερινό κόσμο, ο σημερινός άνθρωπος θα πρέπει σε όλη του τη ζωή να προσαρμόζεται στις μεταβολές των γνώσεων, της εργασίας, του περιβάλλοντος και ολόκληρου του περιεχομένου της ανθρώπινης ζωής.
Για παράδειγμα, υπολογίζεται ότι στη Μηχανική η ημιζωή των γνώσεων που αποκτώνται μέχρι ένα δεδομένο σημείο (π.χ. ώς την αποφοίτηση από το πανεπιστήμιο) είναι 5-7 χρόνια, στους Η/Υ 1-2 χρόνια, στη Διοίκηση Επιχειρήσεων 5-8 χρόνια, στη Νοσοκομειακή Ιατρική 3-5 χρόνια, στη Φυσική και στα Οικονομικά 8 χρόνια και στη Βιοτεχνολογία 5-6 χρόνια.
Η προοπτική που διανοίγει η εσωτερική λογική της τρίτης βιομηχανικής επανάστασης τείνει να καταργήσει τον έως τώρα διαχωρισμό της ζωής ανάμεσα στην περίοδο απόκτησης γνώσεων και στην επόμενη περίοδο της αξιοποίησης αυτών των γνώσεων, που εκτείνεται σε όλη τη διάρκεια της ζωής. Kάτι περισσότερο: η μόρφωση δεν είναι πια μια απλή προετοιμασία για τη ζωή, αλλά γίνεται συστατικό της στοιχείο. Ηδη από σήμερα εγκαθίσταται σε πολλούς κλάδους σαν σταθερή, αξεδιάλυτη συνιστώσα «του χρόνου εργασίας». Ολα δείχνουν πως στο μέλλον, δίπλα στον άμεσο «χρόνο παραγωγής», θα καταλαμβάνει όλο και πιο σημαντικό μέρος του «χρόνου εργασίας».
Η ίδια, συνεπώς, η αποστολή του σχολείου θα αλλάξει ριζικά γιατί θα πρέπει τελικά να ξαναμελετηθεί και να πραγματωθεί σε συνάρτηση με τη συνεχή ανάπτυξη των δεξιοτήτων και ικανοτήτων του ανθρώπου. Εδώ, όμως, τίθεται ένα νέο πρόβλημα που αναμένει επιτακτικά τη λύση του: το πρόβλημα του τρόπου, του άριστου συστήματος, μιας τέτοιας εκπαίδευσης. Η διάρθρωσή της, ανάλογα με τις διάφορες βαθμίδες και μορφές σχολικής και εξωσχολικής μόρφωσης, θα πρέπει να προσαρμοσθεί όσο γίνεται καλύτερα στο χαρακτήρα της σημερινής γνώσης του κόσμου και με τους τρόπους πρακτικής αλλαγής του, και ταυτόχρονα θα πρέπει να σέβεται τις φυσικές ικανότητες του ανθρώπου στις διάφορες φάσεις της ζωής του. Με άλλα λόγια, είναι αναγκαίο να λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες της αυτοαρτίωσης του ανθρώπου, τον ιδιαίτερο ρυθμό του και τις ειδικές ανάγκες του για γνώσεις.
Η παιδεία που θα μπορούσε να θεμελιώσει τη δημιουργική δραστηριότητά του, θα πρέπει, στο μεθοδολογικό πεδίο, να τον εξοπλίσει πολύ πιο αποτελεσματικά, να του προσφέρει μια πιο πλατιά επιστημονική θεώρηση του σημερινού τρόπου αλλαγής του κόσμου και αυτοδιάπλασης του ανθρώπου και να εντάσσεται στη σημερινή σχέση του ανθρώπου με τον κόσμο της τεχνολογίας.
Η παιδεία που παρέχεται στον άνθρωπο δεν μπορεί, βέβαια, να αγκαλιάσει όλες τις ανακαλύψεις και τις νέες θεωρίες στην πληρότητά τους, αλλά μπορεί να εκπληρώσει την αποστολή της, αν επιτρέψει τη διείσδυση στη θεμελιακή διαλεκτική του ανθρώπου και του έργου του στο σύγχρονο πολιτισμό.
Φαίνεται, πως ο καλύτερος δρόμος που μπορεί να ακολουθήσει προς αυτή την κατεύθυνση το εκπαιδευτικό σύστημα είναι μια πλατιά γενική εκπαίδευση -με τη μορφή της ανοικτής εκπαίδευσης- που να εισάγει σιγά σιγά τον άνθρωπο στις ποικίλες σφαίρες της ανθρώπινης δραστηριότητας, παρέχοντάς του -από πλευράς μεθοδολογίας- το δικαίωμα να διαμορφώνει ο ίδιος προοδευτικά την προσωπική του μορφωτική φυσιογνωμία μέσω αυτοτελών μαθησιακών κύκλων, τις θεματικές ενότητες, η εφαρμογή των οποίων στηρίζεται στο σπονδυλωτό ή αρθρωτό σύστημα.
Αυτή η θεώρηση σε ό,τι αφορά την εκπαιδευτική διαδικασία εναρμονίζεται με τις αλλαγές της ανθρώπινης δραστηριότητας σε μια εποχή όπου εκατοντάδες επαγγέλματα και τρόποι ζωής απορροφώνται ή τροποποιούνται από την ανάπτυξη της επιστήμης και της οργάνωσης. Ο άνθρωπος που έχει λάβει μια τέτοια μόρφωση είναι πολύ πιο ευκίνητος, ευλύγιστος, ικανός για αλλαγή, μεταπήδηση σε άλλη ειδικότητα ή βελτίωση της ειδικότητάς του. Το πλησίασμα των διαφόρων πολιτισμών του κόσμου, η ανάγκη της κυριάρχησης του ογκούμενου κύματος πληροφοριών, η αυξανόμενη συμμετοχή των ανθρώπων στις κοινωνικές αποφάσεις και στις διάφορες μορφές κοινωνικών δράσεων (π.χ. τρίτος ή κοινωνικός τομέας της οικονομίας, εθελοντισμός κ.λπ.), και ιδιαίτερα οι ανάγκες της ανάπτυξης του ανθρώπου σαν αυτοσκοπού, δρουν προς την ίδια κατεύθυνση.
Αποστολή της σύγχρονης παιδείας δεν είναι να μεταδίδει στο μαθητή ένα έτοιμο σύστημα γνώσεων, αλλά τις βάσεις και τις μεθόδους της αυτοδιάπλασής του για όλη του τη ζωή και πριν από όλα για εκείνη την περίοδο όπου δεν θα έχει πια το δάσκαλο να τον καθοδηγεί. Το σχολείο του μέλλοντος θα πρέπει να μετατρέψει το αντικείμενο της εκπαίδευσης σε υποκείμενο της αυτοεκπαίδευσης. Σκοπός της μόρφωσης δεν θα είναι η διάπλαση ενός συγκεκριμένου τύπου ανθρώπου, αλλά ενός ανθρώπου ικανού να διαπλάθεται σύμφωνα με το ένα ή το άλλο πρότυπο και μάλιστα ικανού να αλλάζει και το ίδιο το πρότυπο.
Παράλληλα, η εκπαίδευση θα χρειαστεί να διαφοροποιείται βαθμιαία και ουσιαστικά (δυνατότητα επιλογής των τομέων, των θεμάτων κ.λπ.), να εξατομικεύεται, και έτσι να αναπτύσσονται όλες οι ιδιαίτερες ικανότητες που παρουσιάζει ο κάθε νέος προτού αυτές στερέψουν και διαλυθούν. Χωρίς μια πλατιά βάση, η εξειδικευμένη εκπαίδευση χάνει την ικανότητά της να αναδεικνύει τα ταλέντα, και χωρίς την αναγκαία εξειδίκευση, ο άνθρωπος, με τη σειρά του, δεν βρίσκει την απαραίτητη επαφή με την πρόοδο του πολιτισμού.
Ενα τέτοιο σύστημα ανοικτής εκπαίδευσης μπορεί να αποτελέσει την πιο αποτελεσματική βάση της μόρφωσης των ενηλίκων. Ωστόσο, μπροστά στο σημερινό όγκο εργασίας, μειώνεται αναγκαστικά η σημασία και η αποτελεσματικότητα ενός τέτοιου συστήματος, γιατί δεν είναι δυνατόν να παρασχεθεί μια μόρφωση ποιότητας σε μαζική κλίμακα. Ετσι, εάν στο μέλλον ο ελεύθερος χρόνος ξεπεράσει ένα ορισμένο όριο, τα συστήματα ανοικτής εκπαίδευσης θα μπορέσουν να αποτελέσουν τη βάση μιας μόνιμης συμβίωσης της εργασίας και της μόρφωσης.
Τέλος, η εκπαίδευση των ενηλίκων έχει μιαν ιδιάζουσα αναντικατάστατη αποστολή, σε συνάρτηση με την κινητικότητα της βάσης του πολιτισμού και της ανθρώπινης ζωής. Δεν περιορίζεται στο να εξασφαλίσει και να ελέγξει ένα ορισμένο επίπεδο κατάρτισης, αλλά ανταποκρίνεται σε κίνητρα που ξεπηδούν από τα σπλάχνα της σύγχρονης ζωής: ανάγκη της ίδιας της ανάπτυξης των ανθρωπίνων δυνάμεων, ανάγκη συμμετοχής στην εξερεύνηση των νέων δρόμων του πολιτισμού, δίψα για αυτογνωσία, ανάγκη αντίδρασης στην αστάθεια και την ανασφάλεια που γεννά μια υπερβολική εξειδίκευση, περιέργεια που προκαλείται από την επιτάχυνση του ρυθμού της εξέλιξης και από το ξεπέρασμα των αξιών, ανάγκη αποκατάστασης δημιουργικών σχέσεων του ανθρώπου με τον εαυτό του.
Οσο ασαφή και ασταθή αν -ίσως- φαίνονται αυτά τα κίνητρα, αποτελούν ωστόσο χαρακτηριστικό προϊόν του σύγχρονου πολιτισμού και με τον καιρό θα αποκτήσουν, ασφαλώς, μια δική τους θεσμική και συγκροτημένη βάση.
ΠΗΓΗ:εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 3-1-2001
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου